15 Ιουλίου 2017

Η περίπτωση των Αραουκάνων της Χιλής.

Η ελληνική καταγωγή των Αραουκανών της Χιλής
Αετοί του Διός - Συμβολο των Αραουκάνων
Οι δύο αετοί του Διός / Ζηνός (Ζεν – Ζεν στα Αραουκανικά), ιστάμενοι εκατέρωθεν του Ομφαλού -κεντρικού σημείου της Γήινης Σφαίρας, ενσαρκωτές της Ελληνικής Διασποράς ανά τον Πλανήτη Γή και ακατάλυτοι φύλακες της Μυστικής (Α)Δελφικής Ενότητος του Ελληνισμού…

Εύρημα του Σβωρώνου από την Σπάρτη ανάγλυφη πλάκα με τους αετούς του Διός στους Δελφούς .Πιθανά η Λητώ αριστερά από τον Απόλλωνα και την Άρτεμη όπου επίσης εικονίζονται

1. Η δημιουργία για τους Αραουκανούς
Ο καλύτερος τρόπος να αρχίσουμε αυτό το άρθρο είναι να “ανοιχτούμε” σε ένα άλλο πεδίο, ένα πεδίο καθαρής ποίησης. Ας πετάξουμε για λίγο με τα φτερά του αραουκανικού Μύθου της Δημιουργίας:
“Ο Ζεν-Ζεν δημιούργησε τον Ουέντρου (Άντρα) και τον τοποθέτησε, σε μια κοιλάδα στην οροσειρά των Άνδεων. Επειδή όμως αυτός αισθανόταν μόνος, η θεά Γαία επεσήμανε στον Ζεν-Ζεν την ανάγκη μιας συντρόφου για τον Ουέντρου.
Έτσι ο Ζεν-Ζεν δημιούργησε την Κούρρε (Κούρη) και την τοποθέτησε σε μια άλλη πολύ μακρινή κοιλάδα, δίνοντάς της την εντολή “Αναζήτησε τον Ουέντρου”. Εκείνη άρχισε την αναζήτησή της, βαδίζοντας μέσα από λόφους, βουνά, χαράδρες και δύσβατα μονοπάτια, ώσπου τα σκληρά χαλίκια πλήγωσαν τα πόδια της, Μόλις η Γαία το αντιλήφθηκε αυτό, ζήτησε από τον Ζεν-Ζεν να καλύψει τα χαλίκια με ένα στρώμα, και τότε εκείνος δημιούργησε τη χλόη.
Η γυναίκα μπορούσε τώρα να τρέχει πάνω σε ένα απαλό χαλί, αλλά οι πληγές της δεν καλυτέρευαν, και ο θεός με την παράκληση της Γαίας έδωσε σε κάθε χόρτο κι από μια θεραπευτική δύναμη.
Τα πόδια της, τώρα, γιατρεύτηκαν κι απόκτησαν μεγαλύτερη γρηγοράδα· όμως ο ήλιος έκαιγε το δέρμα της.
Η επί πάντων αγρυπνούσα Γαία παρενέβη και πάλι και ο Ζεν-Ζεν δημιούργησε μια σκεπή, τα δέντρα, κι έτσι τώρα η Κούρρε μπορούσε να τρέχει άνετα μέσα στο δάσος.
Σύντομα, τα φυτά και τα δέντρα άνθισαν, πλημμυρίζοντας, τον κόσμο με το άρωμα και τα χρώματά τους.
Η Κούρρε μάζευε το άνθη των φυτών και τα πετούσε προς τα πάνω· τα πέταλα ριγούσαν, ζωντάνευαν και μετατρέπονταν σε φτερά, κι ύστερα πετούσαν ελεύθερα, έχοντας γίνει πεταλούδες, μέλισσες, και μια ατέλειωτη ποικιλία πουλιών…
Το ουράνιο τόξο εμφανίστηκε στον ουρανό, έχοντας μαζέψει όλα τα χρώματα των ανθέων και καθοδηγούσε την Κούρη στην αναζήτησή της… Ώσπου μια μέρα άκουσε μια μυστηριακή μουσική, απαλή σαν τα ροδοπέταλα της αυγής…
Πλησίασε, χωρίς να κάνει τον παραμικρό θόρυβο, για να μην χάσει ούτε μια νότα, κι εκεί σε ένα άνοιγμα, κάτω από μερικά ρωμαλέα δέντρα Κογιάν, γεμάτα από άνθη, δίπλα σε ένα ποτάμι που κυλούσε τα διάφανα νερά του… βρισκόταν ο Ουέντρου, που συνέθετε μουσική με το όργανο Τρμπ… Τότε η Κούρρε κατάλαβε τι ήθελε να πει η μουσική και γνώρισε τι θα πει αγάπη…”
Αραουκάνοι σε σκίτσο έτος 1648
Τι να πρωτοθαυμάσει κανείς!
Την καθαρότητα της αντίληψης;
Την άγρυπνη παρουσία της Γαίας-Μητέρας Φύσης στην προώθηση της δημιουργικής διαδικασίας; Τον απόλυτο σεβασμό στη γυναίκα ως φορέα και συνδημιουργό της ζωής; Την αγαστή συνεργασία μεταξύ Ουρανού και Γης;
Τον ρόλο της μουσικής στη σχέση Άντρα -Γυναίκας και το ότι η Γυναίκα αναζητάει τον Άντρα;
Παρατηρήστε ότι εδώ δεν υπάρχουν τραύματα, ανυπακοές, προδοσίες, προπατορικά αμαρτήματα και τιμωρίες.
Η αγάπη του θεού Ζεν (λέξη επαναλαμβανόμενη στα Αραουκανικά δηλώνει υπερθετικό βαθμό:
Ζεν-Ζεν -ο Υπέρτατος Θεός της Ζωής, ο Ζών, ο Ζεύς) κυλάει πατρικά προς τα παιδιά του και τα δώρα φθάνουν στη Γη μέσω της γυναίκας, γι΄ αυτό και της αξίζει κάθε σεβασμός…
Ο μύθος αυτός πέρα από την ομορφιά του κωδικοποιεί ταυτοχρόνως πολλά σημαντικά πράγματα. Αρκεί να επισημάνουμε ότι το ελληνικότατο όνομα Κούρρε (Κούρη) που αποδίδουν οι Αραουκανοί στην πρώτη γυναίκα, κωδικοποιεί τον τρόπο “δημιουργίας” της:
Κούρρε σημαίνει η αποκοπείσα (από το αρχαίο ρήμα κείρω = κόπτω)· αποκοπείσα ασφαλώς από τον Άντρα ολόκληρο – κι όχι από ένα μόνο πλευρό του! Η θεϊκή παρέμβαση (Ζεν) μετά από υπόδειξη των αναγκών τής εξελικτικής διαδικασίας (Γαίας) “διακόπτει” τη μοναξιά της μονάδος και δημιουργείται η δυάδα για να κινηθεί η διαδικασία της ζωής.
Η Γυναίκα αναζητάει τον Άντρα για να γνωρίσει την αιτία της δημιουργίας της και ο Άντρας συντηρεί την αναζήτηση της, εργαζόμενος με τη μουσική…
2. Ποιοί είναι οι Αραουκανοί

Οι Αραουκανοί είναι μία μυστηριώδης φυλή της Νοτίου Αμερικής. Έχει προκαλέσει τον παγκόσμιο θαυμασμό για τις αρετές της και ιδίως για την ακατάβλητη μαχητικότητά της μέσα στην πρόσφατη ιστορία, αφού αντιστάθηκε με επιτυχία επί τρεισήμισι αιώνες και ποτέ δεν κατακτήθηκε από τους Ισπανούς, ούτε με τα όπλα ούτε μέσω της θρησκείας…
Το εκπληκτικό γι’ αυτούς, είναι ότι προέβαλαν σθεναρή και οργανωμένη αντίσταση απέναντι στην υπερδύναμη της εποχής, τους Ισπανούς που με την υπεροπλία που διέθεταν εκείνη την εποχή έδειχναν “σαν να θέλουν να κατακτήσουν ακόμη και το άστρα”, όπως σχεδόν προφητικά επεσήμανε σε λόγο του ο αρχηγός των Αραουκανών Αντουπιγιάν (Antupillan) εν έτει 1593 μ.χ. μπροστά στον Κυβερνήτη Μαρτίν Ονιέθ ντε Λογιόλα, λόγος ο οποίος και διασώζεται από ισπανούς χρονογράφους.
Ολόκληρο το κείμενο του εκπληκτικού λόγου που εκφώνησε ο Αντουπιγιάν, εκπροσωπώντας το έθνος του, κατά την υπογραφή μιας από τις πολλές συνθήκες που έγιναν με του Ισπανούς, βρίσκεται στο βιβλίο
“Η Ελληνική Καταγωγή των Αραουκανών της Χιλής” σελ. 33-36, Εκδόσεις Ηλιοδρόμιον, Αθήνα 1997, 2η έκδοση (βλ. ήδη 3η έκδοση, βελτιωμένη και επηυξημένη, Αθήνα 2003).

Η κοιτίδα των Αραουκανών, η περιοχή της Αραουκανίας, βρίσκεται στη σημερινή κεντρονότιο Χιλή, μεταξύ των ποταμών Βίο-Βίο και Τολτέν, που σύμφωνα με τις αραουκανικές παραδόσεις αποτελεί “την καρδιά της Χιλής”.
Από πού αντλούσαν τη δύναμή τους, ποιά ήταν η καταγωγή και η κοσμοαντίληψη των αξιοθαύμαστων αυτών ανθρώπων;
Μέχρι πρόσφατα είχαν διατυπωθεί μόνο θεωρίες, πολλές από τις οποίες πλησίασαν και ορισμένες μάλιστα άγγιξαν την αλήθεια. Oι άνθρωποι αυτοί ανήκουν στη λευκή φυλή, έχουν ευρωπαϊκή καταγωγή, έφτασαν στη Χιλή από τα δυτικά, κλπ.
Άνω εύρημα του 510 π.Χ δύο κεριτίζοντες, από το Θεμιστόκλειο τεύχος στον Κεραμικό -Κάτω χαρακτικό από την εποχή της Ισπανικής κατάκτησης όπου ο χαράκτης λόγω του φόβου της Ιεράς Εξέτασης έβαλε στο σχέδιο ρούχα στους Αραουκάνους όπου αγωνίζονται με το ίδιο άθλημα .
3. Η Προέλευσή τους
Σύμφωνα με τις αποκαλύψεις του Λόνκο Κιλαπάν, που είναι ο Επεουτούβε τής φυλής (Επεοτύπης, Επεοταγός = επίσημος ιστορικός των Αραουκανών, αφηγητής των επών -έπεου) γύρω στο 600 με 800 π.χ. ξεκίνησε μια αποστολή αποίκισης από την Ελλάδα, συγκεκριμένα από την Σπάρτη, και περνώντας από την Μικρά Ασία ακολούθησε τον παραδοσιακό δρόμο προς την Άπω Ανατολή, περνώντας βορειο-ανατολικά της Ινδίας, έφτασε στην περιοχή του Λάος -που προέρχεται από το ελληνικό “λαός”. Στη συνέχεια κατέβηκαν προς την Χερσόνησο της Μαλαισίας -που στον χάρτη του Πτολεμαίου ονομάζεται απλώς Χερσόνησος- και από κει πέρασαν στον Ειρηνικό Ωκεανό, που οι Έλληνες ονόμαζαν απλώς Ωκεανό, ως τον κατ’ εξοχήν Ωκεανό της Γης.


Χρησιμοποιώντας ως γέφυρα τα νησιωτικά συμπλέγματα της Ινδονησίας, Μικρονησίας, Μελανησίας και Πολυνησίας, έφθασαν τελικά ώς τα νησιά Γαλάπαγος (Galapagos, σύνθετη λέξη εκ των γάλα καί πάγος, που θα πει λευκοί βράχοι), και από εκεί πέρασαν στη αμερικανική ΄Ηπειρο (Περού).
Όλα τα παραπάνω νησιωτικά συμπλέγματα φέρουν σύνθετα ελληνικά ονόματα: “Ινδο-νησία”, “Μικρο-νησία”, “Μελα-νησία”, “Πολυ-νησία”… Όλα έχουν ως δεύτερο συνθετικό την λέξη -νησία, δηλαδή, “σύνολο νησιών”, “νησιωτικό σύμπλεγμα”, ενώ το πρώτο συνθετικό είναι δηλωτικό κυρίας ιδιότητος των νήσων αυτών ή των κατοίκων τους.
Τα ονόματα αυτά δεν τους τα έδωσαν οι δυτικοί θαλασσοπόροι αλλά τα είχαν από πριν.


Οι Σπαρτιάτες, αναζητώντας κατάλληλο μέρος για εγκατάσταση της νέας αποικίας, οδηγήθηκαν τελικά σε ανάλογο γεωγραφικό πλάτος με αυτό της Ελλάδος, μεταξύ του 36ου και 40ου παραλλήλου, νοτίως του Ισημερινού.
Εκεί θεμελίωσαν την καινούργια πολιτεία – κράτος και έδωσαν στην περιοχή το όνομα Φυλή, από παραφθορά του οποίου προέκυψε η σημερινή ονομασία της χώρας Χιλή (Chile).
Πράγματι, η ονομασία Φυλή υπήρχε ως τοπωνύμιο και στον ελλαδικό χώρο και είχε (εκτός της πρώτης σημασίας, από το ρήμα “φύω”) και μια δεύτερη σημασία αυτήν της φύλαξης, του φυλακίου (από το ρήμα “φυλάσσω”).

4. Ο ρόλος του Μαντείου των Δελφών
Όμως, τί πήγαν να “φυλάξουν” οι Σπαρτιάτες άποικοι -και πράγματι διαφύλαξαν με ακατάβλητο σθένος- στην άλλη άκρη της Γης; Γιατί το Μαντείο των Δελφών απέστειλε εκεί μία ελληνική αποικία και μάλιστα δωρική, δηλ. μια αποικία πολεμιστών;
Ο Λόνκο Κιλαπάν κάνει λόγο για αντίποδες… του νοτίου ημισφαιρίου, ενώ αξιόλογοι ερευνητές στην Ελλάδα (Ταξιάρχης Τσιόγκας, Ευάγγελος Δρούγκας, κ.ά. ) έχουν επισημάνει ότι:
Οι Έλληνες εκτός τής Ελλάδος είχαν επιλέξει ως δεύτερο σημείο ελέγχου της χθονίου σφαίρας (Γης) την Κολχίδα, δηλ. το Περού ή άλλως Χώρα των (Υ)περβορείων… (ή Υπερ-νοτίων, αν προτιμάτε).
Είναι γνωστό ότι, κατά τους χρόνους εκείνους, καμμία αποικιστική αποστολή δεν ξεκινούσε αν δεν είχε πρώτα την έγκριση και την υπόδειξη του Μαντείου για τον τόπο προορισμού, αλλά και για την διαδρομή που θα ακολουθούσε.
Έτσι, το Μαντείο των Δελφών είχε μετατραπεί σε ένα είδος “Γραφείου Αποικιακής Έρευνας” όλης της Υδρογείου, γι’ αυτό και όφειλε να έχει αρχειοθετημένες γεωγραφικές γνώσεις όλου του τότε γνωστού κόσμου.
Ο τότε “γνωστός κόσμος” για τους πανεπιστήμονες ιερείς του Μαντείου φαίνεται ότι ήταν κατά πολύ ευρύτερος απ’ όσο σήμερα νομίζουμε…
Το Μαντείο όφειλε να έχει στα αρχεία του στοιχεία για τις ακτές της Νότιας Αμερικής, από τη στιγμή που εξουσιοδότησε μια σπαρτιατική αποικία να εγκατασταθεί εκεί.
“Εν τη πολυσχιδεί πολιτική δράσει του Μαντείου των Δελφών εν των μεγαλειωδεστάτων αυτού μεγαλουργημάτων ήτο και το του απέραντου ελληνικού αποικισμού, όστις διήρκεσε τρεις κυρίως αιώνας, από του 8ο – 6ο αι. π.Χ.”, γράφει ο Δημήτριος Γουδής στο θαυμάσιο σύγγραμμά του “Το Μαντείον των Δελφών” (Αθήνα 1937, επανέκδοση από τις Εκδόσεις Δημιουργία, Αθήνα 1997) και συνεχίζει:
“Διότι το Δελφικόν ιερατείον είχε τας ευρυτέρας και ακριβέστερας γεωγραφικάς γνώσεις και περί αυτών των μεμακρυσμένων χωρών και τηρούν αρραγή τον σύνδεσμον προς πάσαν εκάστοτε ιδρυόμενη αποικίαν κατέγραφε πάσας τας γεωγραφικάς πληροφορίας, ας ελάμβανεν εκείθεν και είχε καθολικήν και περιληπτικήν γνώσιν πλείστων χωρών.
Όθεν ουδείς άλλος ηδύνατο να παρέχη εις τους ερωτώντας περί αυτών ασφαλεστέρας πληροφορίας ή το πολυθάμιστον εκείνο κέντρον, ο τόπος διαρκούς συγκεντρώσεως ανθρώπων από πάσης της γης γωνίας..
Οι πολυπράγμονες του μαντείου ιερείς συνέλεγον επιμελώς και κατέγραφον πάσας ταύτας τας πληροφορίας, ήσαν παγκόσμιον γεωγραφικών γνώσεων ταμείον…”
Ο αρχηγός στην Χιλή διατηρούσε, από παλιά το όνομα Άπο, αφού η εξουσία του προερχόταν ακριβώς από τον Απόλλωνα, αποκαλύπτει ο Λ. Κιλαπάν.
Οι Αραουκάνοι, ως λακωνίζοντες, είχαν τη συνήθεια να συντέμνουν τα ονόματα· έτσι το Από-λλων γίνεται Άπο, το Προμηθεύς γίνεται Προμ, το Λυκούργος γίνεται Κούργο. κτλ. Μάλιστα το όνομα Άπο ταυτίστηκε ευρύτερα με την έννοια του “κύριος, αρχηγός, επικεφαλής” στην αραουκανική γλώσσα, πράγμα το οποίο συμφωνεί απόλυτα με την προσωνυμία “Αρχαγέτας ή Αρχηγέτης” που έφερε ο Θεός στις Ελληνικές αποικίες…
Έξαλλου, ο Απόλλων εθεωρείτο κατ΄ εξοχήν ιδρυτής πόλεων και λέγεται ότι αυτός ήταν που θεμελίωσε και την πολιτεία τής Σπάρτης.
Τα συνηθέστερα δε ονόματα των αποικιών ήταν επωνυμίες του θεού, όπως: Απολλωνία, Πυθόπολις, Φοίβη, Φοιβία…
Στην αρχαιότητα αναφέρονται και είναι γνωστές τουλάχιστον είκοσι τέσσερις αποικίες με το όνομα Απολλωνία. Το Μαντείο των Δελφών επιτέλεσε πράγματι έναν άγνωστο “μεγαλουργόν άθλον”, κατά τα λεγόμενα του Δ. Γουδή, που όμοιό του δεν συναντάμε στην παγκόσμιο ιστορία… Βάσει ποίου μεγαλοφυούς σχεδίου διέσπειρε τις ελληνικές αποικίες ανά την Υφήλιο, σε προεπιλεγμένα νευραλγικά σημεία, δεν είμαστε σε θέση να γνωρίζουμε…
Εκείνο όμως που γνωρίζουμε είναι ότι οι Αραουκάνοι “φύλαξαν” καλά τα μυστικά τους για πάνω οπό 2.000 χρόνια… Είναι σαν μια χρονοκάψουλα που άνοιξε εν καιρώ…
Παταγωνία Αριστερά της εικόνας η περιοχή των Αραουκανών
5. Το Αραουκανικό Ημερολόγιο
Σύμφωνα με το αραουκανικό ημερολόγιο βρισκόμαστε ήδη στο έτος 2804...
Η χρονολόγηση αυτή συμπίπτει σχεδόν με το ολυμπιακό ημερολόγιο· ολυμπιακό, εφόσον λαμβάνεται ως συμβατική αρχή μέτρησης η θεωρούμενη ως πρώτη ολυμπιάδα, που έγινε το 776 π.χ., που προσεγγίζει το έτος 800 π.χ. του αραουκανικού ημερολογίου..


6. Το Κράτος τους
Το κράτος που ίδρυσαν ανταποκρινόταν στα Ελληνικά πρότυπα, τόσο γεωγραφικά όσο και πολιτικά. Με τη Χιλή στο κέντρο, βόρεια είχαν τους Πικούντσες (pikun = βορράς), νότια τους Ουιλλίτσες (willi = Νότος), ενώ από την πλευρά των Άνδεων τους Πεουέλτσες (puel = Ανατολή).
Αυτοί οι σύμμαχοι λαοί είχαν τους ίδιους θεούς, την ίδια γλώσσα, τους ίδιους νόμους, χρησιμοποιούσαν τα ίδια όπλα, ντύνονταν το ίδιο, αλλά είχαν δική τους ανεξάρτητη διοίκηση και μόνο σε περίπτωση πολέμου ενώνονταν κάτω από έναν κοινό αρχηγό.
Οι Σπαρτιάτες άποικοι έφεραν μαζί τους τη νομοθεσία του Λυκούργου, την οποία εφάρμοσαν στις πόλεις τους.
Με τον καιρό, πήρε το όνομα “Αντμαπού” (Admapu) που θα μπορούσε να αποδοθεί ως: ο “νόμος των προγόνων”, το “πάτριον ήθος”. Έφεραν τους ίδιους θεούς και διατήρησαν τις ίδιες παραδόσεις.
Χαρακτηριστικά αναφέρουμε: τα μαντεία, όπου ιερουργούσε η Μάτσι (Machi =Μάντις), με καθήκοντα ιέρειας ανάλογα με αυτά της Πυθίας, το ίδιο ιερό δέντρο, τα ίδια όπλα και την ίδια εκπαίδευση όπως στην Ελλάδα, τον μύθο της Σειρήνας, και την ίδια γαμήλια τελετή που ήταν τελετή αρπαγής της νύφης, κατά το πρότυπο της Μυθολογίας…
Με τον καιρό, ο πληθυσμός τους σταθεροποιήθηκε στις 36.000 ψυχές και ήταν κατανεμημένος σε εννέα κύριες πόλεις των 40.000 κατοίκων η καθεμιά.
Ο τέλειος αυτός αριθμός αποσκοπούσε σε μια τέλεια οργάνωση στηριζόμενη στον ελληνικό πολιτειακό “κανόνα” -τον οποίο αναφέρει αργότερα και ο Αριστοτέλης- ότι δηλαδή, μια πόλη δεν θα πρέπει να υπερβαίνει ούτε να υπολείπεται των 40.000 κατοίκων διότι στην πρώτη περίπτωση θα είναι εκτός ελέγχου (υπερβολή), ενώ στην δεύτερη περίπτωση δεν θα είναι καν πόλη (έλλειψη).
Σε μια πιο απλή γλώσσα, περισσότεροι θα προκαλούσαν έλλειψη τροφής και στέγης για τους υπόλοιπους· λιγότεροι θα ήταν ευάλωτοι σε ενδεχόμενη εξωτερική επίθεση.
Οι Αραουκανοί είχαν λύσει αυτό το πρόβλημα, με τον ίδιο τρόπο που το είχαν λύσει οι Σπαρτιάτες: ασκούσαν έλεγχο γεννήσεων, εξάλειφαν τους εκ γενετής ελαττωματικούς, προκαλούσαν στείρωση με ειδικά βότανα σε ορισμένες γυναίκες που δεν έπρεπε να τεκνοποιήσουν, και είχαν θεσμοθετήσει την πολυγαμία, έτσι, η φυλή άγγιξε και υλοποίησε συστηματικά ανώτερα πρότυπα ομορφιάς, ψυχοσωματικής υγείας και ακεραιότητας, δηλαδή, ανέπτυξε στο έπακρο όλες εκείνες τις ιδιότητες που χαρακτηρίζουν τον άνθρωπο-πολεμιστή.

Αραουκάνες με μουσικά τους όργανα
7. Το Αριθμητικό τους Σύστημα
Το αριθμητικό σύστημα των Αραουκανών είναι αντιγραφή – μεταφορά του δεκαδικού συστήματος των Ελλήνων, αν και δεν έχουν διατηρηθεί οι ονομασίες των αριθμών, εκτός από αυτή που αποτελεί και την βάση του συστήματος: το δέκα.
Τα χέρια υπαγόρευαν τον αριθμό δέκα, αφού δέκα είναι τα δάχτυλα· από εδώ προέρχεται και το όνομα του συστήματος δεκα-δικό. Στην Αραουκανική Γλώσσα το δέκα λέγεται μάρε (mare) και “μάρη” στα αρχαία ελληνικά σημαίνει χέρι.
Στα ελληνικά χρησιμοποιούμε και σήμερα τη σύνθετη λέξη ευ-μάρεια (ευ+μάρη) που σημαίνει ευ-χέρεια, κυρίως οικονομική.
Η τέχνη της μέτρησης έχει τρία στάδια: στο πρώτο μετράει κανείς με αντικείμενα και οριοθετήσεις· στο δεύτερο στάδιο οι αριθμοί έχουν δικά τους ονόματα και πολύπλοκα συστήματα αρίθμησης· στο τρίτο στάδιο εμφανίζεται ένα λογικό σύστημα αρίθμησης με γραπτά σύμβολα, το οποίο χρησιμοποιούν οι πολιτισμένοι λαοί.
Μέσα από τα αραουκανικά αριθμητικά είναι σημαντικό να παρατηρήσουμε την λογική που τα διέπει, για ν΄ αντιληφθούμε και τις πολιτισμικές τους βάσεις, αφού ο αριθμός ως “σοφώτατον των όντων”, κατά τον Πυθαγόρα, είναι απόδειξη πολιτισμού.
8. Η Προμ-ηθεϊκή Σημειογραφία
Φαντασθείτε να σας χαρίσουν ένα πολύχρωμο υφαντό… κι εσείς να στολίσετε με αυτό το σπίτι σας, χωρίς ποτέ να υποψιαστείτε ότι πιθανόν εκεί να “κρύβονται” κωδικοποιημένες γνώσεις, που ενδεχομένως θα άλλαζαν τη ζωή σας, ή τουλάχιστον τις αντιλήψεις σας για την ζωή… Κάπως έτσι έχουν το πράγματα με την υφαντική σημειογραφία των Αραουκάνων, την οποία ονομάζουν Προμ (από σύντμηση του ονόματος Προμ-ηθεύς, Prom-eteo)…
“Μα βρήκα και τον αριθμό, βαθιά σοφία, και των γραμμάτων το συνταίριασα.

Μητέρα των Τεχνών, της εργασίας και της μνήμης”, λέει ο Προμηθέας, μνημονεύοντας το δώρα του προς την Ανθρωπότητα.

Ο αριθμητικός υπολογισμός με τα νήματα της σημειογραφίας Προμ γίνεται ως εξής:

• Οι μονάδες αντιπροσωπεύονται από αντίστοιχους κόμπους πάνω σε κόκκινο νήμα.
• Οι δεκάδες πάνω σε κίτρινο νήμα.
• Οι εκατοντάδες πάνω σε γαλάζιο νήμα.
• Οι χιλιάδες πάνω σε πράσινο νήμα.
• Τα εκατομμύρια πάνω σε μαύρο νήμα.

Κάθε νήμα είχε δέκα διαιρέσεις και ο αριθμός έπρεπε να τοποθετηθεί στην αλλαγή του υφαδιού, αφού κάθε νήμα διαιρείτο σε δέκα ίσα τμήματα μέσω άλλων εναλλακτικών νημάτων (εκτός των πέντε βασικών).
Για παράδειγμα, στην δεύτερη μάχη των Αραουκάνων κατά των Ίνκας, συγκρούσθηκαν 250.000 εισβολείς με 30.000 Αραουκανούς πολεμιστές (κόνας) Ο πρώτος αριθμός καταγράφεται ως εξής: (βλ.σχήμα).
Πρέπει να διευκρινίσουμε ότι η σημειογραφία αυτή “διαβάζεται” από τα δεξιά προς το αριστερά. Αριστερόστροφες γραφές (γραφές “επί τα λαιά” ) έχουν βρεθεί και στην Σπάρτη.
Αν ο αριθμός ήταν στρογγυλός, για παράδειγμα 4.000. τότε κόμπος γινόταν στο ύψος του τέσσερα πάνω στο πράσινο νήμα.
Αν ο αριθμός ήταν μεγαλύτερος, για παράδειγμα 9.000.000, τότε ο κόμπος γινόταν στο ύψος του εννιά στο μαύρο νήμα.
Όταν οι χιλιάδες ή τα εκατομμύρια ήταν πάνω από δέκα, σημειωνόταν η ποσότητα πάνω στο νήμα των δεκάδων ή εκατοντάδων και η χιλιάδα ή το εκατομμύριο υποδεικνυόταν μέσω κόμπου πάνω στο αντίστοιχο νήμα.
Μετά ο αριθμός διαβαζόταν αρχίζοντας από την μεγαλύτερη ποσότητα.

9. Η Αραουκανική Γλώσσα
Σύμφωνα με τα όσα παραδόθηκαν στον Λόνκο Κιλαπάν από τον δάσκαλο και προκάτοχό του Επεουτουβε Κανίο, όταν οι Έλληνες άποικοι έφτασαν από την Δύση, βρέθηκαν μπροστά στο δίλημμα να προσπαθήσουν να διδάξουν την γλώσσα τους στους ιθαγενείς με τους οποίους ήρθαν σε επιμιξία ή να μάθουν οι ίδιοι την ομιλούμενη γλώσσα εκείνης της χώρας, την μάπου-ντούγκου (mapudugu), έκλιναν κυρίως προς την δεύτερη επιλογή, αλλά εφαρμόζοντας τους γραμματικούς κανόνες της δικής τους γλώσσας.
Ταυτόχρονα δίδαξαν στους ντόπιους τις βασικές λέξεις της γλώσσας τους όπως Ζευς ή Ζαν (Ζεν), Γαία (Γούε) κτλ.
Επίσης, πολλά τοπωνυμία που διατηρούνται ακόμη και σήμερα σε βουνά, ποταμιά, νησιά, χωριά και περιοχές της Χιλής, είναι ελληνικής προέλευσης, όπως Άνδεις (=αυτές που ευχαριστούν, που τέρπουν, από το ρήμα ανδάνω). Αιμόν (=αίμων, αιματώδης). Κορίκο (=Κώρυκος), Κίδο (=Κύδος), Ακουίλεο (= Αχιλλεύς) κ.α.
Η Αραουκανική Γλώσσα διαθέτει τόσο πλούσιο λεξιλόγιο που υπερβαίνει πολλές από τις λεγόμενες Σύγχρονες Γλώσσες.
Βασιζόμενος σε μια αρχική εκτίμηση και τονίζοντας το γεγονός ότι η Αραουκανική δεν ήταν γραπτή γλώσσα ο Λόνκο Κιλαπάν βεβαιώνει ότι ένα 20% τουλάχιστον του λεξιλογίου που διατηρείται ακόμα και σήμερα εν χρήσει είναι ελληνικά.
Ορισμένες λέξεις διατηρούνται αυτούσιες και άλλες έχουν παραφθαρεί με την πάροδο τόσων χρόνων και πολλές ακολουθώντας τον γραμματικό κανόνα της συναίρεσης, ο οποίος υπάρχει και στις δύο γλώσσες έχουν συντμηθεί και δεν είναι εύκολα αναγνωρίσιμες.
Όταν αναφέρονται στη γη ως τόπο, χώμα, χρησιμοποιούν την λέξη μάπου (mapu), όταν όμως αναφέρονται στην Γη αυτή καθαυτή, ως γήινη σφαίρα, ως θηλυκή ζώσα οντότητα, χρησιμοποιούν λέξη Γούε (Gue) δηλαδή Γαία.
Χαρακτηριστική είναι η σχέση των Αραουκανών με το φως, αφού σύμφωνα με αυτό “ζουν, κινούνται και υπάρχουν”. Σε όλες τις σύγχρονες “πολιτισμένες” γλώσσες χρησιμοποιείται συνήθως η ίδια λέξη για να δηλωθούν περιφραστικά τα διάφορα “είδη” φωτός.
Στα Αραουκανικά, όμως, το κάθε φως δηλώνεται με το δικό του ξεχωριστό όνομα· έτσι οι

Αραουκανοί λένε:
• το φως γενικά πελόν (pelon)
• το φως της αυγής ελλαμπούν (ellabun)
• το φως της εσπέρας γιαντού (guiantu)
• το φως του ήλιου αϊπίν (aipin)
• το φως της σελήνης άλε (ale)
• το φως των άστρων αϊρκούν (airkun), κ.λ.π.

Είναι πραγματικά εκπληκτική αυτή η ποικιλία, τη στιγμή που δεν χρησιμοποιείται η ίδια ρίζα για να δηλώσει τα διάφορα είδη φωτός.
Στα Ελληνικά υπάρχει κάτι αντίστοιχο, οφείλουμε να παρατηρήσουμε όμως ότι οι λέξεις είναι σύνθετες, τουλάχιστον αυτές που είναι γνωστές και χρησιμοποιούνται σήμερα, έτσι:
• το φως της αυγής το λέμε λυκαυγές
• τα φως της εσπέρας λυκόφως και μούχρωμα
•το φως του Ηλίου με μια λέξη ηλιόφως
•το φως της Σελήνης σεληνόφως και φεγγαρόφωτο, κτλ.

Οι Αραουκανοί έχουν διαφορετικές λέξεις για να δηλώσουν το κύμα της θάλασσας και το κύμα του ποταμού, τα καρποφόρα και τα μη καρποφόρα δέντρα· έχουν όνομα για κάθε μετάλλευμα, για κάθε άστρο, για την ψυχή και το πνεύμα· έχουν λέξεις για αφηρημένες έννοιες όπως κιγνέουεν που σημαίνει ενότης κτλ.
Gne-chen (Γνε-τσεν) είναι ο Δημιουργός στα Αραουκανικά, “ο Γενέ-τωρ του κόσμου” Από το πρώτο συνθετικό της λέξης δηλώνεται ξεκάθαρα η ελληνική προέλευση του ονόματος.

10. Πώς η Αραουκανική Φυλή διατήρησε την γνώση της Ελληνικής Καταγωγής της;
Σ’ αυτό το πραγματικά “καυτό” για μας ερώτημα, ο Δον Λόνκο Κιλαπάν, Επεουτούβε της Αραουκανικής Φυλής, μας απαντά (σε μια επιστολή του το Φθινόπωρο του 1995) με έναν αφοπλιστικό τρόπο, που αξίζει να προβληματίσει τους Έλληνες της Μητροπολιτικής Ελλάδος. Μεταφέρουμε αυτούσια την απάντησή του, μαζί με τις απαντήσεις και άλλων σημαντικών ερωτημάτων που είχα και πιθανόν θα έχετε κι εσείς:
- Πώς διατηρόταν η γνώση της ελληνικής καταγωγής μέσα στην Αραουκανική Φυλή;
Η επιστήμη και η ιστορία σε όλες τις φυλές βρισκόταν στα χέρια των ανώτερων τάξεων: κυβερνήτες, στρατιωτικοί και ιερείς, με την πάροδο του χρόνου υπέκυπταν στον λαό και μαζί με αυτούς εξαφανιζόταν η Επιστήμη και η Ιστορία τους, όπως είναι η περίπτωση των Μάγιας, Ίνκας, Αιγυπτίων, κλπ.
Αυτό δεν θα μπορούσε να συμβεί ποτέ στην Αραουκάνικη Φυλή, η οποία καθώς είχε προβλέψει κάτι τέτοιο, είχε πάντοτε τρεις Ιστορικούς που δεν έπρεπε να γνωρίζονται μεταξύ τους.
Καθένας από αυτούς όφειλε να έχει μια Ομάδα, αποτελούμενη από όλες τις ηλικίες, και από αυτή την ομάδα έβγαινε ο διάδοχος Ιστορικός.
Στην δική μου περίπτωση έχω 25 άτομα, διασκορπισμένα από τον βορρά μέχρι το νότο της χώρας, τους οποίους κανείς άλλος δεν γνωρίζει, οι δε ηλικίες τους είναι από 6 μέχρι 72 ετών.
Όλοι τους έχουν παραψυχολογικές ικανότητες (αυτό το απαιτεί ο Νόμος), εξαιρετική μνήμη, ανεπτυγμένη κρίση και υπευθυνότητα στην αντιμετώπιση κάθε δοκιμασίας.
Κανείς δεν μπορεί να αφηγηθεί με ακρίβεια ένα ιστορικό γεγονός” θα προσθέσει ενδεχομένως δικά του πράγματα και θα ξεχάσει άλλα’ μπορεί μόνο να αφηγηθεί ένα γεγονός που αφορά έναν δικό του πρόγονο αλλά και τούτο όχι δημόσια εδώ πρέπει να φωνάξουν τον Ιστορικό.
- Πριν από την δημοσίευση του βιβλίου σας (το 1974), υπάρχουν ίσως άλλες δημοσιεύσεις ή σχετικές ανακοινώσεις;
Όχι, διότι η δημοσιοποίηση μέρους της Ιστορίας μας και η παράδοση στρατιωτικών μυστικών στον Χιλιανό Στρατό αποφασίστηκε στο Συμβούλιο των Γερόντων το έτος 1972.
Υπάρχουν μόνο δικές μου δημοσιεύσεις σε εφημερίδες ή περιοδικά, διότι κανείς δεν μπορεί να γράψει για την Ιστορία, όπως εξήγησα προηγουμένως.
-Ποια είναι η σημερινή κατάσταση των Αραουκανών στην Χιλή; Έχουν συνείδηση της Ελληνικής Καταγωγής τους;Στις απογευματινές συζητήσεις πάντοτε υπενθυμίζεται η καταγωγή της Φυλής και καλείται ν’ ακουσθεί ο Ιστορικός, αν η συνάντηση είναι πιο σημαντική.
Είμαστε διασκορπισμένοι σε όλη την Χιλή, στα Πανεπιστήμια, στο Στρατό Ξηράς, στο Ναυτικό, στην Αεροπορία, κλπ.
Το να μέναμε όλοι στη γη μας θα είχαμε φθορά μετά από κάθε γενιά και θα είμασταν τώρα στην ίδια θέση με αυτή των Μαπούτσες, που δεν έκαναν ό,τι κάναμε εμείς, γι’ αυτό και έμειναν ελάχιστοι στους κάμπους.
- Διατηρείται η Αραουκανική Γλώσσα και γραφή; Υπάρχει εκμάθηση της Αραουκανικής Γλώσσας στα σχολεία της Χιλής;
Η γλώσσα διατηρείται καθώς και η γραφή με τρίγωνα, που είναι ίδια στη μορφή με την γραφή των αριθμών. Πριν από πέντε χρόνια διηύθυνα ένα σεμινάριο για δασκάλους της Αραουκανικής Γλώσσας και σήμερα στο Τεμούκο έχει εισαχθεί πειραματικά στα Δημοτικά Σχολεία.- Πότε ιδρύθηκε και ποιοι είναι οι σκοποί της Αραουκανικής Συνομοσπονδίας;
Η Αραουκανική Συνομοσπονδία υπάρχει από πάντα, μόνο το όνομα έχει προσαρμοστεί στην σημερινή εποχή.
Οι σκοποί της είναι μια μέρα οι Χιλιανοί να ζήσουν όπως εμείς, να υιοθετήσουν τον δικό μας Νόμο και να ελέγξουν την γεννητικότητα, διότι ο υπερπληθυσμός είναι η αιτία όλων των πολέμων στον κόσμο…
- Υπάρχουν Αραουκανοί στην Αργεντινή; Πότε καθιερώθηκε για πρώτη φορά και τί σημαίνει η λέξη Αράουκο;
Δεν υπάρχουν Αραουκανοί στην Αργεντινή” εκεί κατοίκησε η Φυλή Μαπούτσε η οποία πέρασε στη Χιλή τον περασμένον αιώνα προσπαθώντας ν’ αποφύγουν τις διώξεις, που έγιναν κυρίως επί κυβερνήσεως του Στρατηγού Ρόκα. Με τους Αργεντινούς έχουμε εν γένει επαφές.
Εγώ έγραψα στην εφημερίδα Κούγιο της Μεντόσα: “Η Οροσειρά των Άνδεων δεν είναι το φράγμα που διαχωρίζει αλλά η σπονδυλική στήλη που ενώνει την Χιλή και την Αργεντινή”.
Η λέξη arauco (Αράουκο) προέρχεται από την ομώνυμη περιοχή Rauco (Ράουκο) νότια του ποταμού Βίο-Βίο απ’ όπου αρχίζει η Αραουκανία.
Τους κατοίκους αυτής της περιοχής οι Ισπανοί τους ονόμαζαν Ραουκάνους και ο ποιητής Ερθίγια διέδωσε την ονομασία Α-ραουκάνοι / Α-ραουκανοί.
Η λέξη Ράουκο προέρχεται από το ρήμα Ράουν= Ρέειν μετά βοής και το ουσιαστικό Κο == Ύδωρ, Νερό- επομένως Ράουκο (και Αράουκο) σημαίνει τόπος όπου ηχεί το βουητό των υδάτων.
Η παλαιότερη γνωστή επίσημη αναπαράσταση Αραουκάνων έτος 1648-Συλλογή: Εθνική Βιβλιοθήκη της Χιλής MC id: MC0000569 ΒΝ id: 73004
- Λέτε ότι δεν υπάρχουν ίχνη ελληνικής παρουσίας σε όλη την Αμερική, εκτός από την Χιλή… Πώς το δικαιολογείτε αυτό;
Εκείνο που εγώ βεβαιώνω είναι ότι από την Χιλή και προς την Δύση υπάρχουν παντού ελληνικές και αραουκανικές λέξεις, ενώ από την Χιλή προς την Ανατολή: Αργεντινή και Βραζιλία δεν υπάρχουν, ή τουλάχιστον δεν υπάρχουν στους χάρτες…
- Ο ποιητής Πάμπλο Νερούδα είναι Αραουκανός;
Ναι. Γεννήθηκε στα όρια του αρχαίου κράτους των Αραουκάνων (Γιεκμόντσε), μεταξύ των ποταμών Μάουλε και Βίο-Βίο.
Ο Νερούδα είχε συνείδηση της καταγωγής του γι’ αυτό κάνει αναφορά στους ήρωες της Αραουκανίας και έγραψε στο “Κάντο Χενεράλ” αυτό που και εσείς αναφέρετε: “…οι Αραουκανοί προγονοί μου” και “Το ελληνικό αίμα κατεβαίνει μέχρι τις θάλασσες της Χιλής…”
Αραουκάνες με την δική τους ενδυμασία
Τα αρχαία ελληνικά κύρια ονόματα της φυλής των Αραουκανών της Χιλής
Η παρακάτω εισήγηση έγινε από τον Δρ Στ. Δωρικό (Βούλη) στο Συμπόσιο των Φίλων των Α.Ε.Ο, στις 16/10/2000. - Σ. Δωρικός Βούλης (Dr. Ing.) - Κ. Χατζηγιαννάκης (Dr. Μηχ.)
Η πρώτη απόπειρα ενασχόλησης με την μελέτη της γλώσσας των Θεών του Ηλίου, των Ίνκα (1), που πίστευαν και περίμεναν τους λευκούς θεούς τους, που παρασύρθηκαν να δεχθούν τους καταστροφικούς και απολίτιστους ΄΄ εκπολιτιστές ΄΄ τους, τους Ισπανούς του Πιζάρο, ως επιστρέφοντες προγόνους και προπάτορες και θεούς , μας απεκάλυψε ελληνικές ρίζες και δομές στην Αμερικανική Ήπειρο από την πανάρχαια εποχή με διαλεκτικά δωρικά και αιολικά στοιχεία της γλώσσας τους *.
Η περιοχή των Αραουκανών στην Χιλή
Αλλά και η προσέγγιση της γλώσσας των Αραουκανών ενός άλλου λαού της Ν. Αμερικής, αποκαλύπτει μια άλλη , πολλαπλά δημιουργική ελληνική εστία στην Νότια Αμερική, σε χώρα αντίπαλο πόλο της αυτοκρατορίας των Ίνκα , που πολέμησε τους Ισπανούς εισβολείς και θαυμάστηκε (2) απ' αυτούς, αποδεικνύοντας την Σπαρτιατική καταγωγή της.

Και εξυμνήθηκε στο σχετικό έπος « Araucania» από τους Ισπανούς ποιητές .
Αραουκανοί, Μαπούτσε, Βελίτσε. Λέξεις που μοιάζουν εξωτικές, που σε πρώτη θέαση δεν μας ξεδιπλώνουν το θαυμαστό περιεχόμενό τους, ειδικά σε μας τους Έλληνες.
Και όμως , αν εντρυφήσουμε στα λεξικά και στις συνήθειες των λαών αυτών, έρχονται στο φως πολλά στοιχεία, που παραπέμπουν σε πολύ οικίες και γνωστές μας εικόνες, έθιμα και στοιχεία .
Σχέδια από τους Αραουκάνους
Και πάνω απ' όλα, προκαλεί τον μελετητή η ομοιότητα των τοπωνυμίων, των ονομάτων, των γλωσσών γενικότερα. Το δωρικό ιδίωμα, που εντοπίζεται στη βάση των ριζών των λέξεων επιβεβαιώνει τις ιστορικές μαρτυρίες, και μάλιστα όσες προέρχονται από επίσημα μέλη των φυλών αυτών .(3)
Πολεμική Στάση
Οι γλωσσικές αποδείξεις επικεντρώνονται στην φυσιολογία και τα σωματικά χαρακτηριστικά των μελών της φυλής, στις συνήθειες, στις θρησκευτικές δοξασίες, στις ιστορικές αναλογίες και μαρτυρίες για την οδό που διανύθηκε μέχρι την άφιξη των πρώτων εποίκων Αραουκανών στη Χιλή, που έχει και αυτή να αποκαλύψει πολλά, για πιθανές ενδιάμεσες αποικίες των Ελλήνων στον Ειρηνικό Ωκεανό ή ελληνικές εστίες που χρειάζεται να ερευνηθούν **.
Και ίσως αποκαλυφθούν ερμηνείες συμπεριφορών ή εθίμων των γενικώς και αδιακρίτως σήμερα αποκαλουμένων ιθαγενών με ελληνοκεντρική θεώρηση .
Χλαμυδοφόρες Αραουκάνες
Σε κάθε περίπτωση αφετηρία αυτής της περιπλάνησης, τόσο γοητευτικής και , ελπίζουμε, πλούσιας σ'ενδείξεις και σκέψεις, μπορεί να αποτελέσουν τα καθαρά ελληνικά ή ελληνόμορφα τοπωνύμια ή ονομασίες περιοχών, όπως η πόλη Ούε ( Hue = Gue < Γαία ) το Λάος και η ονομασία των νησιών Γαλα - πάγος (Λευκός Βράχος ).
Εν προκειμένω ο περιγραφές των αρχαίων , ως του Στράβωνος και του Πτολεμαίου, είναι πολύτιμη πηγή πληροφοριών για τα ταξίδια των Αρχαίων Ελλήνων στις περιοχές αυτές, που αφ' εαυτών αποδεικνύουν ότι τους ήσαν γνωστές και επιβεβαιώνουν κι αυτές τα διάβα των Ελλήνων, που πολύ πιθανόν κατέληξε από την θαλάσσια αυτή οδό στην Χιλή, όπου εγκαταστάθηκαν και αναπτύχθηκαν οι Αραουκανοί και που σήμερα ομολογούν και μελετούν τη καταγωγή τους και προβάλουν και αναπτύσσουν την γλώσσα τους και σε πανεπιστημιακά ιδρύματα.

Αραουκάνοι και δεξιά άλλοι ιθαγενείς
Αλλά ως τα πλέον σημαντικά όμως αντικείμενα της έρευνας αποδεικνύονται τα ονόματα των Αραουκανών . Και αυτά είναι αμιγώς ελληνικά .
Ο κατάλογος ονομάτων που ακολουθεί, αντιστοιχίζει τα αραουκανικά ονόματα με τα αρχαιοελληνικά τους αρχέτυπα και αποτελείται από ονόματα προσωπικοτήτων .Alkaman = Αλκαμένης
Allavilu = Αλλόφιλος
Alkapan = Αλκιφάνης
Andakolo = Αντίχορος
Antihuenu = Αντίγονος
Antivilu = Αντίφιλος ( παρατηρούμε την τροπή του φ σε β, όπως στην Μακεδονική διάλεκτο )
Antipulli = Αντίπυλος
Antimanki = Αντίμαχος
Antigaki = Αντίοχος
Antriti = Ανδρίτη ( αμαζόνα, ανδρογυναίκα)
Antilaf = Αντίλοχος
Antipan = Αντιφάνης
Glauka = Γλαύκη ( από το γλαυκός )
Ile = Ύλας, όνομα γνωστού Αργοναύτη
Kare = Χάρις
Kirio = Κύριος
Tome = Τομεύς
Krea = Κρέουσα
Krinno = Κρίνος ή Κρίνων
Napo = Νάπος ( από το νάπη =δάση, κοιλάδα, Αγ. Νάπα )
Pono = Πόνος ( από το πόνος = κόπος, έργον, μάχη )
Tropa = Τρόφος ( από το τροφός )
Karelao = Χαρίλαος
Epinapi = Επίνεφος ή Επίναπος ( νάπη = κοιλάδα, δάσος )
Kallopillan = Καλλιφίλων
Kallopan = Καλλιφάνης
Kallotane = Καλλιθάνης
Kallomalin = Καλλίμελος
Kallolanke = Καλλιλάμπης (π κ )
Kallolalangue = Καλλίλογος
Karenaipai = Χαρίνιππος
Karellanga = Χαρίλαμπος
Kedoman = Κηδομένης ( κήδος = μέριμνα, φροντίς )
Kalemante = Καλλιμάντης
Kelentara = Καλλιδωρος
Kaupolikan = Γεωπολυγένης
Kanio = Γεννίων ( = γενάρχης )
*Huenchulao = (Α)huenchulao = Αγησίλαος
Lientur = Λεόντωρ, Λέανδρος
Lemo- Lemo = Πτόλεμος ή Πτολεμαίος
Lautaro = Λαόδωρος
Lonko = Λόγγος
Nekuleo = Νικόλαος ( όνομα Σπαρτιατικό)
Maniqueo = Μενοικεύς
Mauropande = Μαυροπένθης
Melitaun = Μελιταίος
Melivilu = Μελίφιλος
Antupillan = Ανθοφίλων
Poepan = Ποοφάνης
Aliman = Αλιμένης
Elikura = Ελίκωρος
Leokano = Λεωγένης
Leokato = Λεωκράτης
Leochengo = Λεωσθένης
Nakto = Νυκτώ
Gualema = Γαιο(πτό)λεμος
Leokan = Λεωγένης

Κατά την έρευνα των ονομάτων έχουν επισημανθεί οι εξής καταλήξεις σε αντιστοιχία :
-kan = -γένης, -man = -μένης, -vilu = -φίλος, -katum = -κράτης, -pan = -φάνης, -an = -άνης, - huenu = -γονος, -
-puli = -πυλος, -gav = -γαίος, -gaki = -οχος, -manki = -μαχος,
-laf = -λοχος, -gueo = -κευς, -ande = -άνθης, - taro = -δωρος
- ante = αντης, -pai = -ίππος, - polikan = - πολυγένης.
Στην γλώσσα των Αραουκανών είναι συχνή η αποκοπή ολόκληρων συλλαβών χάριν συντομίας.
Το φαινόμενο αυτό θα το συναντήσουμε και σε άλλα ονόματα.
Ο δικέφαλος σε σημαία τους


Αραουκάνες με την δική τους ενδυμασία
Τα τοτέμ τους δεν έχουν φτερά όπως των ινδιάνων στην Αμερικάνικη Ήπειρο και είναι μονοπρόσωπα και όχι πολυπρόσωπα όπως των Αζτέκων και των Μάγιας







Σφυρίχτρα που χρησιμοποιείται σε εορτές τελετές και άλλες εκφάνσεις της ζωής τους είναι με ένα στοιχείο σκέλος αντίθετα από τις περισσότερες των άλλων ιθαγενών της Ν.Αμερικής



Κείμενο και φωτογραφίες:
Γιώργος Λαθύρης – Εταιρεία Ηλιοδρόμιον, Αθήνα, Ελλάς.

ΕΠΙΚΟΥΡΕΙΑ ΦΩΤ ΑΡΧΕΙΟ ΑΡΧΑΙΟΓΝΩΜΩΝ
ΠΡΩΤΗ ΑΝΑΡΤΗΣΗ .ΕΛΛΗΝΩΝ ΔΙΚΤΥΟ 2009 μ.Χ

Η ελληνική καταγωγή των Αραουκανών της Χιλής


Στο βιβλίο αυτό ο Λόνκο Κιλαπάν (1993 - 2003), επίσημος ιστορικός της Αραουκάνικης Φυλής, ισχυρίζεται και αποδεικνύει με πλήθος στοιχεία, ότι οι Αραουκάνοι είναι απόγονοι αρχαίων Ελλήνων και συγκεκριμένα Σπαρτιατών, που οδηγήθηκαν στη Χιλή περί το 600 π.Χ. και ίδρυσαν εκεί δική τους αποικία.
Όπως μας λέει ο ίδιος, η γνώση αυτή μεταδιδόταν μυστικά από τον έναν Επεουτούβε (=επίσημο ιστορικό των Αραουκάνων) στον άλλο για πάνω από δύο χιλιάδες χρόνια.
Η μυστηριώδης αυτή φυλή της Νότιας Αμερικής, που αριθμεί περί τις 400.000 ψυχές, έχει προκαλέσει τον παγκόσμιο θαυμασμό για τις αρετές της και ιδίως για την ακατάβλητη μαχητικότητά της μέσα στην πρόσφατη ιστορία, αφού αντιστάθηκε με επιτυχία επί 300 χρόνια και ποτέ δεν κατακτήθηκε από τους Ισπανούς, ούτε με τα όπλα ούτε μέσω της θρησκείας.
Το βιβλίο γράφτηκε στην ισπανική γλώσσα, που είναι η επίσημη γλώσσα της Χιλής, με τίτλο "El Origen Griego de los Araucano|" ("Η ελληνική καταγωγή των Αραουκάνων") και εκδόθηκε το 1974 από τις Πανεπιστημιακές Εκδόσεις του Σαντιάγο. Το βιβλίο αυτό είχαμε την εκδόθηκε για πρώτη φορά στην ελληνική γλώσσα το 1997, σε επιμελημένη μετάφραση του δικηγόρου, συγγραφέα και μεταφραστή Γιώργου Λαθύρη.
Το βιβλίο είναι γραμμένο με τον λακωνικό τρόπο που συνήθιζαν να εκφράζονται οι αρχαίοι Σπαρτιάτες· έτσι, πίσω από τις γραμμές υπάρχει ένα "δεύτερο" και ένα "τρίτο βιβλίο", που ανευρίσκεται σε μια δεύτερη και τρίτη ανάγνωση.
Ένας λαός όμορφος και γενναίος, με πάθος για την ελευθερία, σε μια κοινωνία που λειτουργεί με τους μυστικούς νόμους του Λυκούργου... είναι ένα συγκλονιστικό θέμα που δεν μπορεί να αφήσει αδιάφορο κανέναν Έλληνα, αλλά και κανέναν απροκατάληπτο ερευνητή της αλήθειας!
Εξάλλου, όπως αποδεικνύεται και από την πρόσφατη Ιστορία, Ελλάδα και Χιλή συνδέονται περιέργως με μια "ανεξήγητη" συμπάθεια...
Ο γνωστός νομπελίστας ποιητής Πάμπλο Νερούντα ήταν Αραουκάνος, και στο έργο του "Κάντο Χενεράλ", που μελοποίησε ο Μίκης Θεοδωράκης, κάνει υπαινικτικές αλλά σαφείς αναφορές για το θέμα αυτό....Είναι καιρός μέσα από το βιβλίο αυτό να μάθουμε την αλήθεια, μια αλήθεια που μπορεί να λειτουργήσει πάνω μας σαν ένα "σοκ ιστορικής μνήμης", μια αλήθεια που μας αφορά όλους!
Καλεσμένος στην εκπομπή των Γ. Λεκάκη-Α. Μαζαράκη, ο συγγραφέας Γιώργος Λαθύρης, μεταφραστής του ομωνύμου βιβλίου του Λόνκο Κιλαπάν.
Η εκπομπή μεταδόθηκε από τον "901" τα μεσάνυχτα της 30.1.2017.
Ηχοληψία: Χρ. Αγγελάκη - Επιμέλεια: Ρ. Λανέ ΠΗΓΗ ΒΙΝΤΕΟ :Lynkeas



ellinondiktyo.blogspot.gr

25 Ιουνίου 2017

Ξεφυλλίζοντας στα ερείπια τα......

...ΤΕΤΡΑΔΙΑ  της  ΙΣΤΟΡΙΑΣ ΤΗΣ ΜΑΝΗΣ

7. ΕΚΛΟΓΕΣ ΣΤΗ ΜΑΝΗ  
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

ΕΚΛΟΓΈΣ ΤΟΠΙΚΏΝ ΑΡΧΌΝΤΩΝ ΣΤΗ ΜΆΝΗ             002
ΕΘΝΙΚΕΣ ΣΥΝΕΛΕΥΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΕΠΑΝΑΣΤΑΣΗ          005
ΜΑΝΙΑΤΕΣ ΜΕΛΗ ΕΘΝΟΣΥΝΕΛΕΥΣΕΩΝ                    043
Η ΤΟΠΙΚΗ ΑΥΤΟΔΙΟΙΚΗΣΗ ΣΤΗ ΜΑΝΗ                         045
ΕΚΛΟΓΕΣ ΠΛΗΡΕΞΟΥΣΙΩΝ 1843                                  076
ΕΚΛΟΓΕΣ ΒΑΣΙΛΕΩΣ ΤΟ 1862 (ΑΛΦΡΕΔΟΣ)              123
ΕΚΛΟΓΙΚΟΙ ΚΑΤΑΛΟΓΟΙ ΔΗΜΩΝ ΜΑΝΗΣ 1844-56    155
ΕΚΛΟΓΙΚΟΙ ΚΑΤΑΛΟΓΟΙ 1871-3                    469




Αποσπάσματα…
Α. 
Η συνέχεια της Γ’ Εθνοσυνέλευσης στην Ερμιόνη/Τροιζίνα
Η Γ’ Εθνοσυνέλευση[1] του Απριλίου του 1826 συνήλθε στην Επίδαυρο, διέκοψε όμως τις εργασίες της και τον Αύγουστο του ιδίου χρόνου συγκλήθηκε εκ νέου στον Πόρο, αλλά δεν υπήρξε προσέλευση πληρεξουσίων. Στις 21 Σεπτεμβρίου 1826 από το Ναύπλιο έγινε έκκληση του προεδρείου να συνέλθουν οι πληρεξούσιοι, οι οποίοι είχαν φανεί αδιάφοροι. Πάλι την πρώτη Νοεμβρίου 1826 η επιτροπή τής συνελεύσεως[2] συνεκάλεσε τους πληρεξούσιους στην Αίγινα, όπου εγκαταστάθηκε και η Διοικητική Επιτροπή. Η σύνοδος της Συνέλευσης[3] έγινε στην Ερμιόνη στις 2 Ιανουαρίου 1827, αλλά μέρος των πληρεξουσίων συνήλθαν στην Αίγινα.
Με την έναρξη του νέου έτους, 1827, συγκλήθηκε στην Ερμιόνη και συνέχισε στην Τροιζίνα η Γ’ Εθνοσυνέλευση (18 Ιανουαρίου – 5 Μαΐου 1827). Σε αυτή πήραν μέρος ο Πετρόμπεης Μαυρομιχάλης, ο Ιωάννης Κ. Ροδίτης-Μαυρομιχάλης και ο Χριστόδουλος Καπετανάκης. Από την Ανατολική Μάνη δεν αναφέρεται κανένα όνομα σε σχετικούς καταλόγους[4], ενώ στη συνέλευση του 1826 ήταν ο Δημήτριος Τσιγκουράκος-Γρηγοράκης και ο Γεώργιος Καλκαντής. Τότε είχαν διαμαρτυρηθεί ως νόμιμα εκλεγέντες ο Δημήτριος Δραγωνάκος-Γρηγοράκης και ο Παύλος Στεφανάκος, αλλά η μαρτυρία του Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη θεωρήθηκε πλέον αξιόπιστη από τα εκλεκτορικά έγγραφα των αντιπάλων τους και αποκλείστηκαν.
Στις 11 Ιανουαρίου από μια ομάδα εκλεκτόρων[5] αποφασίστηκε να γίνει συνέλευση στο Μπρίκι της Πεντάδας, ενώ υπάρχουν ενδείξεις ότι είχε γίνει προηγουμένως άλλη στον Άγιο Γεώργιο (Λευκή Συκιά) κοντά στον Παρασυρό. Προσκάλεσαν στη συνέλευση αυτή τον Καπετάν Γιωργάκη Αντ. Γρηγοράκη και η πρόσκληση είναι η ακόλουθη:

«Πανευγενέστατος κπ. Γεωργάκη

Ημείς είχομεν απόφασιν ηξεύροντας ότι έχεις ζήλον και πατριωτισμόν διά να σε προσκαλέσωμεν παρακαλεστικώς διά να ορίσης εις την πατριωτικήν Συνέλευσιν (Λευκή) Συκιά. Πλην έχοντες απόφασιν να κάμωμεν ημείς οι πληρεξούσιοι δευτέραν σύναξιν εις το Μοναστήριον του Ιμπρικίου εις Πεντάδα έχοντες την απόλυτον εξουσίαν από τον λαόν μας διά να αποφασίσωμεν κάθε ωφέλιμον της πατρίδος μας έργον. Διά τούτο με το να έχωμεν αυτήν την απόφασιν όπου εις τις δεκαπέντε του παρόντος να ευρεθώμεν όλοι εκεί. Παρακαλείσαι και η πανευγένειά σου παρ’ όλης της πατρίδος και επίτηδες εξαποστέλλομεν τον κύριον Θανάση Γκενάκον και τον γενικόν γραμματέα μας Κ. Μαρτζελάκον, οπού να σε παρακινήσουν διά να ευρεθήτε εις το προσδιορισθέν μέρος και ελπίζομεν ότι δεν θέλει κάμης διαφορετικά, αλλά να υπακούσης την πρόσκλησιν της πατρίδος και ο σκοπός μας δεν αποβλέπει εις άλλο ειμή δια την ωφέλειαν της κινδυνευούσης πατρίδος μας και περισσότερον δεν σου γράφομεν, αλλά μένομεν.

Tη 11 Ιανουαρίου 1827 εν Σπάρτη

Οι αδελφοί πατριώται και πληρεξούσιοι της Σπάρτης

Ο Λαγίας Μακάριος, Οικονόμος Βαχού (Νικόκαος Παναγιωτουνάκος), Παρθένιος Ιερομόναχος, Παναγιώτης Ρετζεπέρης, Νικόλαος Μπουκουβαλάκος, Παπαδημήτριος Σπανός, ηλίας Γιαννουκάκης, Παναγιώτης Νικολινάκος, Αντώνης Παπαδοθωμάκος.

Ο Γενικός Γραμματεύ Πανάγος Μαρτζελάκος».ς


[1] Απ. Δασκαλάκη, Αρχείον Τζωρτζάκη-Γρηγοράκη, Αθήναι 1976, σ. 245.
[2] Εθνική Εφημερίς της Ελλάδος, αριθ. φ. 6 της 24 Νοεμβρίου 1827, σ. 21. Στις 28 Δεκεμβρίου έγινε έκκληση της Διοικητικής Επιτροπής για σύγκληση της συνέλευσης, ό.π., αριθ. φ.15 της 20 Δεκεμβρίου 1826.,
[3] Εθνική Εφημερίς της Ελλάδος, αριθ. φ. 17 της 5 Ιανουαρίου 1827 και αριθ. φ. 18, της 8 Ιανουαρίου 1827, όπου ο κατάλογος των πληρεξουσίων, όπως και στο φ. αριθ. 27 της 9 Φεβρουαρίου 1827, σ. 107-8. Στις 3 Φεβρουαρίου συμμετείχε ο Πετρόμπεης στην ολιγομελή συνέλευση της Αίγινας, αριθ. φ. 28, της 12 Φεβρουαρίου 1827, σ. 110-111. Στις 5 Μαΐου τελείωσε το έργο της η συνέλευση, ό.π., αριθ. φ. 45, της 7 Μαΐου 1927, σ. 177,  αφού εξέλεξε τον Ιωάννη Καποδιστρια για κυβερνήτη, ό.π., αριθ. φ. 39 της 9 Απριλίου 1827, σ. 153..
[4] Απ. Δασκαλάκη, Κείμενα-Πηγαί της Επαναστάσεως, Αθήναι 1966, τόμ. Α’, σ. 198,
[5] Απ. Δασκαλάκη, Αρχείον Τζωρτζάκη-Γρηγοράκη, Αθήναι 1976, σ. 261.


 Β.
ΔΗΜΟΣ ΚΑΡΥΟΥΠΟΛΕΩΣ
Ο δήμος Καρυουπόλεως σχηματίστκε από τη συνένωση των παλαιών επαρχιών Φωκά (που εκτεινόταν στο δυτικό τμήμα του δήμου) και Τρυγονά που περιλάμβανε την Παγανέα και τα ανατολικότερα τμήματα του δήμου. Λίγες δεκαετίες πριν από την επανάσταση του 1821 έγινε επέκταση της Μάνης στα βορειότερα της επαρχίας και συμπεριέλαβε και το δήμο Γυθείου. Στο δήμο Καρυουπόλεως υπάγονταν τα ακόλουθα χωριά:

                Χωριά του 1847                                   Διαίρεση 1835
Δήμος Καρυουπόλεως                        Δήμος Καρυουπόλεως:
Βαθύ                                                                                        Άγιος Βασίλειος
Βαχός                                                                                      Καρυούπολις ή Μηνιάκοβα
Καλύβια                                                                                   Κατσαουνιάνικα
Καρυούπολις ή Μηνιάκοβα                                                      Καυκί
Καυκί                                                                                       Νεοχώριο
Νεοχώριο                                                                                Πασσαβάς
Παλαιοκάλυβα                                                                         Χωσιάριο
Παρασυρός                                             Δήμος Πυρρίχου: Βαχός
Πασσαβάς                                                                               Σκάλα
Σκουτάρι                                                                                 Τσεροβά-Δροσοπηγή
Τσεροβά-Δροσοπηγή                           Δήμος Τευθρώνης:  Αγερανός
                                                                                                Βαθύ
                                                                                                Καλύβια
                                                                                                Παλαιοκάλυβα
                                                                                                Παρασυρός
                                                                                                Σελίτσα-Λαγκάδα
                                                                                                Σκουτάρι
                                                                                                Χασικόντα
                                                                               
           
ΑΛΦΑΒΗΤΙΚΟΣ ΕΚΛΟΓΙΚΟΣ ΚΑΤΑΛΟΓΟΣ 1847
Α/α         Επώνυμο                                  Όνομα          Ηλικία     Διαμονή           Επάγγελμα
0049  (Παπαδόθυμος)Παπαδόθωμας Αθανάσιος        30         Σκουτάρι
0010  (Παπαδόθυμος)Παπαδόθωμας Αντώνιος          68          Τσεροβά

Αντώνιος Παπαδοθωμάκος του…. γενήθηκε το 1779.
Πιθανόν υιός του Παπά Θωμά, Σύμφωνα με την οικογενειακή παράδοση, και ανιψιός του ιερομόναχου Ανανία, που διαφέντευε εκείνη την εποχή την Παλιά Καρυούπολη.
Δύο αδέλφια ο παππά Θωμάς, και ο ιερομόναχος Ανανίας είχαν την κυριαρχία στο καστρομονάστηρο, που δεν είχε πλέον την παλιά του αίγλη.
Μερικά χρόνια νωρίτερα είχε ξεκινήσει σταδιακά η μετοίκηση των κατοίκων, στην Νέα Καρυούπολη, την Μηνιάκοβα.
Το γεγονός αυτό εκτός από την οικογενειακή παράδοση μαρτυρά και η επιγραφή στο καθολικό της Παλιάς Καρυούπολης που τον αναφέρει, εν έτει 1793.
Ο Αντώνιος, έμεινε στην μνήμη των απογόνων, σαν «Αντώνακας», δηλωτικό της ισχυρής του προσωπικότητας, αλλά και της συμμετοχής στην μάχη εναντίον του Ιμπραήμ το 1826, σε ηλικία 47 ετών, στην οποία και τραυματίστηκε. (με σπαθιά στο κεφάλι)
Η συμμετοχή και ο τραυματισμός τον καταξιώνει έτσι που…
Ένα χρόνο αργότερα το 1827, υπογράφει την παραπάνω επιστολή.
Το 1847 σε ηλικία 68 ετών, αναφέρεται στους εκλογικούς καταλόγους, σαν Αντώνιος Παπαδόθωμας.
Συνηθιζόταν το Παπαδόθωμας, αντί Παπαδοθωμάκος, όχι μόνο στον προφορικό λόγο αλλά και στον γραπτό, και συνηθίζεται ακόμη σήμερα στην Μάνη.
Όσον αφορά τον Αθανάσιο Παπαδόθωμα, με διαμονή στο Σκουτάρι, δεν υπάρχει κάτι μέχρι στιγμής που να φωτίζει το πρόσωπό του.
Ενδεικτικό μόνο είναι πώς, οι Παπαδοθωμιάνοι «τιμιόντουσαν» με οικογένειες, ιδιαίτερα στο Σκουτάρι, πράγμα που φανερώνει πώς υπήρχαν και δεσμοί αίματος, και ανήκαν στην ίδια πατριά.

Βρείτε και κατεβάστε το αρχείο, αλλά και πολλά άλλα στο σύνδεσμο των Λακωνικών Σπουδών..

21 Απριλίου 2017

Μαστρολέος, ένα ξεχασμένο ασκληπιείο...

.....και πιθανόν απομεινάρια από την κατεργασία παραγωγής κρασιού......
"Ερμού δε έστηκεν άγαλμα αρχαίον, των δε ορών επί μεν του Ιλίου Διονύσου τε εστί και επ ακρας της κορυφής Ασκληπιού ναός…"
Παυσανίου λακωνικά XXIV8
Μια αναμνηστική φωτογραφία, ή μια απόπειρα μεθυσμένης δολοφονίας….
Σκόρπιες ασύνδετες εικόνες στο μυαλό, ένας πυροβολισμός χωρίς ήχο…
Κωμικοτραγική φιγούρα, πέφτω μπροστά, περιστρέφομαι, γέρνω αριστερά, και τελικά πέφτω, με το αριστερό μέρος της πλάτης, και όλου του σώματος.
Οι αναμνήσεις ατελείωτες, χρειάζομαι επειγόντως θεραπεία, ένα Ασκληπιείο.
Εδώ τελειώνει η περιπέτεια, και καθώς θεραπεύομαι κάνω αναδρομή στο παρελθόν.
Όταν κάποιος ακούει Ίλιον, θυμάται την συνοικία της Αθήνας, ίσως και την Τροία.
Αντίθετα εγώ, σκαρφαλώνω έφηβος πάλι στο ένα από τα τρία όρη που περικλείουν, την πάλαι ποτέ ακμάζουσα πόλη της Λάας, το ΙΛΙΟΝ.
ΜΑΣΤΡΟΛΕΟΣ η σημερινή του ονομασία, ίσως παράφραση του Μαστρολέων.
Μικρό καταπράσινο βουνό, με υψόμετρο από την θάλασσα περίπου 125 μέτρα, αλλά με απότομη ανάβαση και μόνο από λίγα σημεία, τα υπόλοιπα είναι απότομοι γκρεμοί.
Ακολουθώντας τα μονοπάτια, που έχουν χαράξει τα αγριογούρουνα, μόνιμοι κάτοικοι του Μαστρολέου, μια και άνθρωπος έχει να πατήσει απ ότι κατάλαβα πολλά χρόνια.
Πυκνή βλάστηση από αγριελιές αρχαίες μάλλον, βελανιδιές, άλλα δέντρα, ασπαλάθους και θάμνους.
Κάπου κάπου και λούρες, που μοιάζουν ότι κάποτε είχαν κάποια καλλιέργεια.
Κάπου ένα ερειπωμένο κτίσμα, με μια εφαπτόμενη λεκάνη λαξευμένη σε βράχο, στο εξωτερικό του μοιάζει με "πατητήρι".
Ίσως το αρχαιότερο πατητήρι, από την λατρεία του Διονύσου κάποτε...
Πότε όμως κάποτε;
Ο χρόνος απροσδιόριστος, ίσως την εποχή που ή Λάας άκμαζε στην κοιλάδα.
Ίσως τότε που ήταν κτισμένη πάνω στο όρος Ασία, τον σημερινό Πασσαβά.
Ίσως τότε που στο Κνακάδιον, σημερινή Ταρμπόλια, προσέφεραν θυσίες οι Λάοι στον προστάτη τους Κάρνειο Απόλλωνα.
Θα δείξει η έρευνα, αν και εφ όσον κάποτε γίνει.
Προς το παρόν, στους βορειοδυτικούς πρόποδες του Μαστρολέου, τα χόρτα, με τον χρόνο, σκεπάζουν τα ευρήματα......

Κανείς δεν ξέρει όμως, μπορεί όλα να ανατραπούν, τίποτα δεν είναι σίγουρο.
Και αν σκεπαστούν τα στους πρόποδες πώς θα σκεπαστούν τα της κορυφής.
Τι κρύβει όμως η κορυφή του Μαστρολέου;
Τίποτα;
Αν κάποιος βρεθεί εκεί θα νοιώσει την ευεργετική ενεργεία του χώρου, αλλά και την εκπληκτική θέα ολόγυρα.
Είναι ένα φυσικό Ασκληπειο, που κάποιοι πρόγονοι αναβάθμισαν, βάζοντας την σφραγίδα τους.
Πολλά τα σημάδια ύπαρξης κτισμάτων, και τα σημάδια ύπαρξης δραστηριοτήτων ζωής.
Ακόμη αρκετοί ογκόλιθοι, πιθανόν κατεργασμένοι, παρόμοιοι με αυτούς που είχα δει στο Κνακάδιον, του Καρνείου.
Για μένα είναι σαφής η σχέση, μεταξύ των δύο βουνών, αλλά και της χρηστικότητας που είχαν για τους αρχαίους επισκέπτες τους.
Ο Παυσανίας μιλά για ναό του Ασκληπιού και ιερό του Διονύσου.
Υπάρχουν και τα δύο.
Το χτύπημα ήταν δυνατό, αλλά ευτυχώς περαστικό.
Ταξίδεψα ελάχιστα χρονικά, είδα όμως και έμαθα αρκετά.
Συνήλθα γρήγορα, μόνο με μια μικρή αμνησία σε ότι αφορά τον Μαστρολέο….
Ποιο Μαστρολέο;
To Ίλιον, το Ίλιον πριν από την Τροία.
21/4/2017=17=8

10 Απριλίου 2017

Ωβά η εν τη Λακωνική…

Αν οι σύνθετες τοπωνυμικές λέξεις στην Λακωνία,
με δεύτερο συνθετικό την λέξη ωβά είναι σλάβικες,
τότε οι Σλάβοι είχαν δασκάλους Δωριείς
«Διός Ελλανίου και Αθηνάς Ελλανίας ιερόν ιδρυσάμενον, Φυλάς φυλάξαντα και Ωβάς ωβάξαντα, τριάκοντα, Γερουσίαν συν Αρχαγέταις, καταστήσαντα, ώρας εξ ώρας απελλάζειν μεταξύ Βαβύκας τε και Κνακίωνος, ούτως εισφέρειν τε και αφίστασθαι· δάμω δ' αγοράν ήμεν και κράτος».Φυλάξας και Ωβάξας εισίν οι δωρικοί αόριστοι του Φυλάζω και Ωβάζω.

Τόσον δε σπουδαίαν εθεώρησε την αρχήν ταύτην ο Λυκούργος, ώστε και μαντείαν έφερε περί αυτής εκ Δελφών, ήτις λέγεται ρήτρα. Έχει δ' ούτω :
«Διός Ελλανίου και Αθηνάς Ελλανίας ιερόν ανεγείρας, Φυλάς φυλάσας, και Ωβάς ωβάσας, τριάκοντα, την Γερουσίαν και Αρχηγέτας καταστήσας, από καιρού εις καιρόν ν' απελλάζης μεταξύ Βαβύκας και Κνακίωνος, και ούτω να εισάγης και διεκπεραιής. Ο δε δήμος να έχη συνέδριον και εξουσίαν».
κ τούτων το να φυλάση φυλάς και να ωβάση ωβάς είναι να διαιρέση το πλήθος εις μερίδας, ών τας μεν ωνόμασε φυλάς, τας δε ωβάς.
ΛΥΚΟΥΡΓΟΣ (Πλουτάρχου - Βίοι παράλληλοι ΣΤ'.)
(Μετάφρασις υπό Α.Ρ.Ραγκαβη Αθήναι 1864)

Ωβά η εν τη Λακωνική, υποδιαίρεσις των τριών μεγάλων φυλών εν Σπάρτη, ερμηνευομένη δια του «κώμη» παρ Ησυχίω και αντιστοιχούσα προς την παρ΄ αττικη «φρατρίαν»
Ετυμολογικά : οίη < ωFια πρβλ. ωFa (κοινότης, σωματείον φυλή) μαρτυρούμενον εκ του Λακωνικού ωβά πaρaβalλe το παρ Ησυχίω Θεσσαλικον «ουαί φυλαί» παράβαλλε αττική Οά (Οία, Οη , Οίη) όνομα δήμου (εν επιγραφή Ο- μετά δασέως πνεύματος, οπερ οφείλεται είς το εντός της λέξεως F, Οιάται κάτοικοι ενός δημου της Τεγέας), παραβαλλε Ησυχίου «οιατάν κωμητ’ων, οίαι γαρ αί κώμαι»
Επίσης υπάρχει εν συνθέτοις ως β΄συνθετικό είς –οη,-οα,-ωα (πχ Οινόη).
Ιωάννου Σταματάκου
Λεξικόν της αρχαίας Ελληνικής γλώσσης.


Και επιπλέον στους παρακάτω συνδέσμους για την πιστοποίηση της ερμηνείας.
1. http://translate.deacademic.com/%E1%BD%A0%CE%B2%CE%AC%CE%B6%CF%89/el/xx/
2. https://lsj.translatum.gr/wiki/%E1%BD%A0%CE%B2%CE%AC%CE%B6%CF%89

Είναι μια καλή αρχή η έρευνα των λέξεων και η νοηματική αναζήτηση μέσα σε αυτές αφού αφαιρεθούν οι προσμίξεις που δέχτηκαν μέσα στο πέρασμα του χρόνου.
Υπάρχει ένα αντικειμενικό δεδομένο σχετικά με την λέξη Ωβά, η αναφορά της στο έργο του Πλουτάρχου για τον μεγάλο νομοθέτη Λυκούργο.
Επίσης δίδεται και η νοηματική ερμηνεία της λέξεως, απ ευθείας από τον συγγραφέα.
Αυτά συνέβησαν πριν πολλούς αιώνες, τότε ακριβώς που υπήρξε, αν υπήρξε, γιατί αμφισβητείται από αρκετούς ο Λυκούργος.
Άλλη μια επιστημονική δογματική θέση, η αμφισβήτηση ελλείψει αποδείξεων.
Αντίθετα πάντα απουσιάζει η μη αμφισβήτηση για τον ίδιο λόγο.
Επειδή η ουσιαστικότερη επιστήμη για τον κάθε ένα είναι η δική του προσωπική επιστήμη, και επειδή για να υπάρξει δεν χρειάζεται καμιά επιστημονική τεκμηρίωση από άλλους, σταχυολόγησα μερικά τοπωνύμια, στα οποία επιχειρώ μια διαφορετική ανάλυση.
Είναι αυτή η οποία σωστή η λάθος εφάπτεται στην δική μου λογική, με την ελπίδα ότι θα είναι ο σπόρος για κάτι μεγαλύτερο.
Είναι λίγα, αλλά αυτά γνωρίζω, και όχι μόνο επιδερμικά, γιατί ξέρω τις τοποθεσίες και όπως είναι λογικό, το όνομα λαμβάνεται με βάσει φυσικά χαρακτηριστικά, τα οποία είναι κοινώς αποδεκτά.
Ο τόπος μου με τα «σλάβικα» ονόματα και τα «σλάβικα» φύλλα, όλα ελληνικά δάνεια στην πλειοψηφία τους, που μετανάστευσαν στο τόπο τους, άλλαξαν λίγο την μορφή τους και δεν τα αναγνωρίζουν.
«Εδώ το Ελλάντα» κάποτε θα είναι ουδέτερο, και ίσως…. ρωσικής προέλευσης απάντηση σε τηλεφωνική κλήση. Ela, da, da.

Πάμε λοιπόν μια γυροβολιά στα τοπωνύμια της Μάνης :

1. Πρωτοβά, πρώτη και καλύτερη,
Φυσικά διότι η τοποθεσία βρίσκεται στην περιοχή που υπήρχε η πόλις-επικράτεια της Λάας. Μια αρχαιότατη πόλις ίσως και προκατακλυσμιαία.
Πρωτο+ωβά=Πρω(τοω)*βά=Πρωτωβά * συναίρεση
Περισσότερα για την Λάας.

2. Δίχοβα το σύνορο το όριο
Διχοτομώ, διχάζω, χωρίζω στα δύο. Πράγματι η περιοχή Δίχοβα ορίζει μια επιμήκη κοιλάδα που διαρρέει ο ποταμός Σκύρας, και βρίσκεται στην περιοχή που ηταν τα όρια μεταξύ της επικράτειας της Λάας, και της Πυρρίχου.
Διχο+ωβά=Διχοωβά=Δίχωβα

3. Τσεροβά το κεφάλι, η κορυφή, το κλειδίον.
Το όνομα Τσεροβά-Τσερουβά σημαίνει Κλειδίον, και προϋπήρχε, ονομάζοντας τήν ευρύτερη περιοχή.
Πιθανότατα προέρχεται από την αρχαία λέξη Αρραβα= Πύλη, θύρα, ή από την λέξη Χεραβός = χάσμα άνοιγμα της γης, επίσης όπως αναφέρει ο Ησύχιος και την Καραβός = πύλη.
Μετά τό εκλατινισμό περιοχών προέκυψε το όνομα Ceruva = τσεροβά.
Πράγματι η περιοχή καλύπτει τα πάρα πάνω χαρακτηριστικά, με κυριότερο εκείνο που την θέλει πύλη εισόδου προς την νοτιότερη Ταινάρια περιοχή.
Οί Τούρκοι την ονόμασαν Καρά Ντουρού (μαύρη ράχη), μεταφέροντας ηχητικά στην γλώσσα τους το Καρα.
Κρανούπολις, Cheropolis ,ονομασία της παλιάς Καρυούπολης σε μαρμάρινη επιγραφή στο μουσείο της Σπάρτης, και στο λεξικό Hofmann Johann Jacob (1635-1706), αντίστοιχα.
Χεραβος+ωβά=Χεραβωβά=Χερωβά ή
Καραβός+ωβά=Καραβωβά=Καρωβά=Κερωβά.
Στην περίπτωση Τσερουβά, διατηρείται η προφορά του Κε>Τσε, αλά και του ω>ου.

4. Μάλσοβα η θαλάσσια
Αλς η ομηρική θάλασσα, αλλά και mare Λατινικά και η Μάλσοβα παραθαλάσσια περιοχή.
Αλς+ωβά=Άλσωβα και χάριν ευφωνίας Μάλσωβα

5. Μηνιάκοβα η Μανιάκοβα
Μήνις η Δωρικά Μάνις, η οργή,έριδα, επίθετο μηνιακός, μανιακός+ωβά=Μανιάκοβα, Μηνιάκωβα.

Σίγουρα οι εραστές της σκουριασμένης επιστήμης, θα έχουν τις αντιρρήσεις τους.
Αυτό είναι θεμιτό, και αναμενόμενα αρεστό, διότι αν μιλούσαμε και γράφαμε όλοι ίδια, θα είμαστε και ίδιοι.
Επίσης οι εραστές της αργυρώνητης επιστήμης, έχουν σαφείς λόγους να υποστηρίζουν ως καλά, τα συμφέροντα.

Μόνο σε «κολλημένους» του copy paste και του αμάσητου απευθύνομαι.

12 Μαρτίου 2017

Ο Ουτιδανός δεδικαίωται... {To dna των Πελοποννησίων «μίλησε»:Τι υποδεικνύει αναλυτικά γενετική έρευνα επιστημόνων από την Ελλάδα και τη διασπορά.}

Υπάρχει και η αντικειμενική επιστήμη που αποδεικνύει όσα ισχυρίζονται κάποιοι που αναλύουν και ερμηνεύουν λογικά και αντικειμενικά την Ιστορία, βιώνοντας όσο επιτρέπεται την κάθε εποχή.  
Δεν είναι ο "αποδιοπομπαίος τράγος" ο Φαλμεράγιερ, την δουλειά του έκανε. Είναι οι Έλληνες Ιστορικοί που ερμήνευαν τις Βυζαντινές εκφράσεις "Σκλαβηνίες" και "Σκλάβους" σαν Σλάβους.
Σύμφωνα με νέα γενετική έρευνα επιστημόνων από την Ελλάδα και τη διασπορά, το ποσοστό της σλαβικής καταγωγής των σύγχρονων Πελοποννήσιων κυμαίνεται από 0,2% έως 14,4%.
Ως εκ τούτου, η μελέτη φαίνεται να καταρρίπτει με γενετικά δεδομένα τη θεωρία του 1830 του Γερμανού Γιάκομπ Φίλιπ Φαλμεράιερ ότι μετά από τις σλαβικές επιδρομές κατά τον Μεσαίωνα, ο ντόπιος ελληνικός πληθυσμός ουσιαστικά εξαφανίσθηκε και αντικαταστάθηκε τον 6ο αιώνα μ.Χ. σχεδόν πλήρως από σλαβικές φυλές.
Ειδικότερα, ερευνητές με επικεφαλής τον καθηγητή γενετικής Γιώργο Σταματογιαννόπουλο του πανεπιστημίου της Ουάσιγκτον στο Σιάτλ −που έκαναν τη σχετική δημοσίευση στο ευρωπαϊκό περιοδικό ανθρώπινης γενετικής «European Journal of Human Genetics»− ανέλυσαν δείγματα DNA από 241 ανθρώπους από όλη την Πελοπόννησο, οι περισσότεροι ηλικίας 70 έως 90 ετών (ο γηραιότερος 107 ετών), των οποίων οι παππούδες είχαν γεννηθεί μεταξύ 1860-1880.
Σύμφωνα με την ανάλυση του γενετικού υλικού, υπάρχει σαφής διάκριση ανάμεσα στους πελοποννησιακούς και στους σημερινούς σλαβικούς πληθυσμούς, με ένα μικρό μόνο βαθμό εισροής γονιδίων από τους δεύτερους στους πρώτους.
Αντίθετα, οι Πελοποννήσιοι φαίνεται πως έχουν σημαντικά μεγαλύτερη κοινή γενετική κληρονομιά με τους Γάλλους (39 έως 42%), τους Ισπανούς (53% έως 62%) και τους Ιταλούς (85% έως 96%), από ό,τι με τους Σλάβους (λιγότερο από 15%).
Συνεπώς, σύμφωνα με τους ερευνητές, «οι Πελοποννήσιοι είναι γενετικά πολύ πιο διαφορετικοί από τους σλάβικούς πληθυσμούς και πολύ πιο όμοιοι με τους πληθυσμούς της Νότιας Ευρώπης».
Σημειώνεται πως οι ερευνητές επισημαίνουν ότι οι πρώτοι «μετανάστες» στην Πελοπόννησο έφθασαν από την Ανατολία περίπου το 9.000 π.Χ. Ακολούθησαν δύο βασικά μεταναστευτικά ρεύματα καθοριστικά για τον πολιτισμό, των Μυκηναίων και αργότερα των Ελλήνων Δωριέων.
Οι επόμενες εισροές πληθυσμών πολύ αργότερα ήσαν σλαβικές. Υπήρξε μεν σλαβική μετανάστευση στην Πελοπόννησο, αλλά οι αριθμοί των Σλάβων μεταναστών ήσαν μικροί σε σχέση με των γηγενών, για να αφήσουν κάποιο καθοριστικό γενετικό αποτύπωμα.
Μεταξύ άλλων, η νέα μελέτη επιβεβαιώνει γενετικά ότι οι Μανιάτες και οι Τσάκωνες διαφέρουν από τους υπόλοιπους Πελοποννήσιους, αλλά και μεταξύ τους, ενώ καταρρίπτει οποιονδήποτε ισχυρισμό ότι έχουν σλαβική καταγωγή.
(Έγινε το πρώτο βήμα για την ανατολή, κάποια στιγμή η επιστήμη θα τεκμηριώσει, την υλοποίηση των αρχαίων ψυχών και την δεδομένη τους φάτνη 8/5/2010) 
Στη Βαθιά Μάνη και στη Νότια Τσακωνιά η σλαβική γενετική καταγωγή δεν ξεπερνά το 1%, ενώ η ιταλική κυμαίνεται μεταξύ 14% έως 25%.
Υπάρχουν εξάλλου γενετικές διαφοροποιήσεις ανάμεσα στους κατοίκους της βόρειας και της νότιας Πελοποννήσου.
Κορίνθιοι και Αργείοι εμφανίζουν την μεγαλύτερη γενετική συγγένεια.
Επίσης, οι Πελοποννήσιοι εν γένει είναι γενετικά πολύ κοντά στους Σικελούς και τους Ιταλούς (η επιβεβαίωση του «ούνα φάτσα-ούνα ράτσα»!).
Οι τελευταίοι λειτουργούν ως γενετική «γέφυρα» ανάμεσα στους Πελοποννήσιους και σε άλλους Ευρωπαίους, όπως οι Ανδαλουσιάνοι της Ισπανίας και οι Γάλλοι.
Οι Σλάβοι απέχουν γενετικά πολύ από τους Πελοποννήσιους, όπως και οι πληθυσμοί της Εγγύς Ανατολής.
Τέλος, αξίζει αν αναφερθεί πως στην έρευνα συμμετείχαν επίσης οι Πέτρος Δρινέας και Φώτης Τσέτσος (Πανεπιστήμιο Πέρντιου ΗΠΑ-Τμήμα Επιστήμης Υπολογιστών), Περιστέρα Πάσχου (Δημοκρίτειο Πανεπιστήμιο Θράκης-Τμήμα Μοριακής Βιολογίας και Γενετικής), Γιάννης Σταματογιαννόπουλος και Νικολέτα Ψαθά (Πανεπιστήμιο Ουάσιγκτον), Αθανάσιος Θεοδοσιάδης (Ινστιτούτο Βιοϊατρικών Επιστημών Altius-Σιάτλ), Ευαγγελία Γιαννάκη και Νίκος Ζώγας (Νοσοκομείο Παπανικολάου Θεσσαλονίκης-Αιματολογικό Τμήμα).
Πηγή: ΑΠΕ - ΜΠΕ
athensvoice.gr

4 Μαρτίου 2017

Ο Αρχιμανδρίτης Γρηγόριος

Φοτο Ο Γρηγόριος Βούκουνας (14.09.1873 – 05.10.1929)
Ο Γρηγόριος Βούκουνας (14.09.1873 – 05.10.1929) ήταν Αρχιμανδρίτης, Αρχιερατικός Επίτροπος όλων των ελληνικών εκκλησιών της Επισκοπής Ταυρίδος, μετέπειτα Αρχιερατικός Επίτροπος των ελληνικών εκκλησιών και ενοριών της Αυτόνομης Σοβιετικής Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας της Κριμαίας.
Ο Αρχιμανδρίτης Γρηγόριος (κατά κόσμον Γρηγόριος Βούκουνας του Γεωργίου) γεννήθηκε στις 14 (26) Σεπτεμβρίου 1873 στο χωριό Νένητα της Χίου στην οικογένεια ενός ιερέα.
Ο πατέρας του, ο Γεώργιος Βούκουνας του Νικολάου, καταγόταν από μια απλή αγροτική οικογένεια, η οποία ξεχώριζε για την υψηλή της ηθική και ευλάβεια· όντας βαθιά θρησκευόμενος και θέλοντας να αφοσιωθεί εξ ολοκλήρου στην υπηρεσία του Θεού, έλαβε την ιεροσύνη.
Η μητέρα του Αρχιμανδρίτη Γρηγορίου, η Πηνελόπη Ευγενικού του Γεωργίου, ανέτρεφε τα παιδιά της από βρεφική ηλικία στο πνεύμα της υψηλής ηθικής ακεραιότητας και της χριστιανικής ηθικής.
Έχοντας τελειώσει το 1893 με άριστα το Γυμνάσιο της Χίου, ο Γρηγόριος Βούκουνας παρέμεινε εκεί ως καθηγητής Θρησκευτικών, ευρισκόμενος υπό την πνευματική κηδεμονία των αείμνηστων Χιωτών κληρικών Ιωακείμ Φορόπουλου και Διοδώρου Μάσχου, οι οποίοι κατείχαν υψηλές θέσεις στο Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως στα χρόνια του Παναγιώτατου Πατριάρχη Ανθίμου ΣΤ’.
Το 1897, με απόφαση της Ιεράς Συνόδου των Ιεραρχών, ο Γρηγόριος Βούκουνας εστάλη στη Ρωσία, στην Ανώτατη Εκκλησιαστική Ακαδημία του Κιέβου, όπου σπούδαζε επί τέσσερα χρόνια στο Τμήμα Θεολογικών Επιστημών.
Τον τελευταίο χρόνο έγραψε τη διατριβή με θέμα «Ο Άγιος Γρηγόριος ο Θεολόγος», και το 1901 αποφοίτησε από την Ακαδημία με τον τίτλο του Διδάκτορα Θεολογίας.
Επιστρέφοντας από το Κίεβο στην Κωνσταντινούπολη, ο Γρηγόριος Βούκουνας έφθασε στη Σεβαστούπολη, όπου έλαβε την πρόσκληση της τοπικής ελληνικής αποικίας να ηγηθεί της ενορίας του ελληνικού ναού των Τριών Ιεραρχών.
Δέχτηκε αυτή την πρόταση, που ανταποκρινόταν στο δικό του σκοπό να υπηρετεί τον Θεό και την Ελληνική Ορθόδοξη Εκκλησία· ύστερα από αυτό ακολούθησε η διαδικασία της χειροτονίας.
Με απόφαση της Ιεράς Συνόδου υπό την προεδρία του Παναγιώτατου Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Ιωακείμ Γ’, σε διάστημα μιας εβδομάδας ο Γρηγόριος Βούκουνας προήχθη στο αξίωμα πρώτα του διακόνου και του ιερέα και, στη συνέχεια, χειροτονήθηκε Αρχιμανδρίτης του Οικουμενικού Θρόνου από τον αείμνηστο Νικόλαο Ζιόροφ (1851 – 1915) – τον ευσεβή Αρχιεπίσκοπο Ταυρίδος, σοφό αρχιερέα και επιφανή επιστήμονα ελληνικής καταγωγής.
Το 1903 ακολούθησε ο επίσημος διορισμός του Αρχιμανδρίτη Γρηγορίου Βούκουνα στη Σεβαστούπολη, λόγω της επικείμενης μετάθεσης του προηγούμενου εφημερίου, του Αρχιμανδρίτη Αμβροσίου Πλειανθίδη (1868 – 1922), στον ελληνικό ναό των Εισοδίων της Θεοτόκου στην πόλη της Θεοδοσίας.
Το σπίτι του στο νησί της Χίου
Στη Σεβαστούπολη, κατά τη διάρκεια μερικών χρόνων, ο Αρχιμανδρίτης Γρηγόριος υπήρξε μέλος της Αρχιερατικής Επιτροπείας, και σύντομα εξελέγη πρόεδρός της.
Από το 1903 διατελούσε καθηγητής Θρησκευτικών στην Ελληνική Σχολή που έφερε το όνομα της Βασίλισσας των Ελλήνων Όλγας Κωνσταντίνοβνα, λαμβάνοντας ταυτόχρονα ενεργό συμμετοχή στις δραστηριότητες της Ελληνικής Φιλανθρωπικής Εταιρείας της Σεβαστούπολης.
Από την αρχή της υπηρεσίας του Αρχιμανδρίτη Γρηγορίου ως εφημερίου του ναού των Τριών Ιεραρχών, από τη Χίο στη Σεβαστούπολη έφθασαν ο πατέρας του, ο ιερέας Γεώργιος Βούκουνας, η μητέρα και τα αδέλφια του, που άρχισαν να παίζουν ενεργό ρόλο στη ζωή της ενορίας της Ελληνικής Εκκλησίας.
Μετά την έναρξη του Βαλκανικού Πολέμου του 1912, με πρωτοβουλία της ελληνικής αποικίας της Σεβαστούπολης ιδρύθηκε μια προσωρινή Επιτροπή για τη συλλογή δωρεών προς όφελος του Ελληνικού Ερυθρού Σταυρού, πρόεδρος της οποίας εξελέγη ομόφωνα ο Αρχιμανδρίτης Γρηγόριος Βούκουνας.
Η Επιτροπή ξεκίνησε τη συλλογή εθελοντικών δωρεών στις 18 (31) Οκτωβρίου 1912, συγκεντρώνοντας την πρώτη κιόλας ημέρα 3.000 ρούβλια. Μέχρι τις 27 Οκτωβρίου (9 Νοεμβρίου) η Επιτροπή συγκέντρωσε ακόμα περίπου 5.000 ρούβλια για τον Ελληνικό Ερυθρό Σταυρό. Στις 29 Οκτωβρίου (11 Νοεμβρίου) 1912 η προσωρινή Επιτροπή υπό την προεδρία του Αρχιμανδρίτη Γρηγορίου παρέδωσε 5.000 ρούβλια στη διάθεση της Βασίλισσας Όλγας Κωνσταντίνοβνα «για την ενίσχυση των πόρων του Ερυθρού Σταυρού και την παροχή βοήθειας σε ορφανά και χήρες των απωλεσθέντων στρατιωτών», και άλλα 5.000 ρούβλια για τους ίδιους σκοπούς, στη διάθεση του Πρωθυπουργού της Ελλάδας Ελ. Βενιζέλου, ενώ στις 25 Νοεμβρίου (8 Δεκεμβρίου) έστειλε στην Ελλάδα ακόμα 15.548 φράγκα, που είχαν συλλεγεί από την ελληνική αποικία της Σεβαστούπολης.
Τον Ιούνιο του 1914 ξεκίνησε ο Α’ Παγκόσμιος Πόλεμος.
Η γενική πατριωτική έξαρση κυρίευσε τον ετερόκλητο ως προς την κοινωνική και εθνική του προέλευση πληθυσμό της Σεβαστούπολης. Στα γεγονότα εκείνων των ημερών δεν έμειναν αμέτοχοι και οι Έλληνες αυτής της πόλης. Στις 26 Ιουλίου (8 Αυγούστου) 1914, σε σχέση με την έναρξη του Α’ Παγκοσμίου Πολέμου, στον ελληνικό ναό των Τριών Ιεραρχών τελέστηκε δέηση, και στις 10 (23) Σεπτεμβρίου ο δήμαρχος Σεβαστούπολης υποδέχτηκε την αντιπροσωπεία της τοπικής ελληνικής αποικίας με επικεφαλής τον υποπρόξενο της Ελλάδας στη Σεβαστούπολη Π.Α. Αποστολίδη και τον Αρχιμανδρίτη Γρηγόριο Βούκουνα με τις πρώτες δωρεές, που είχαν συλλεγεί από τους ντόπιους Έλληνες για τους στρατιώτες του Ρωσικού Στρατού.
Ο πόλεμος επηρέασε με τον χειρότερο τρόπο τη θέση των ευρισκόμενων στην Κριμαία Ελλήνων με οθωμανική υπηκοότητα, οι οποίοι, σύμφωνα με τον στρατιωτικό νόμο, εξισώθηκαν με αιχμαλώτους πολέμου.
Πολλοί άνδρες συνελήφθησαν ως πολίτες ενός κράτους, με το οποίο η Ρωσία βρισκόταν σε εμπόλεμη κατάσταση.
Οι Έλληνες μάταια διαμαρτύρονταν εναντίον αυτής της απόφασης των τοπικών αρχών. Έχοντας μάθει γι’ αυτήν, ο Αρχιμανδρίτης Γρηγόριος άρχισε να επισκέπτεται προσευχόμενος τις φυλακές της Κριμαίας, να ενθαρρύνει και να παρηγορεί τους κρατούμενους συμπατριώτες του, και συγχρόνως να μεσολαβεί ενώπιον των πολιτικών αρχών, πείθοντας τα εξουσιοδοτημένα πρόσωπα για τη λάθος ταύτιση των Μουσουλμάνων Τούρκων υπηκόων με τους Ορθόδοξους Έλληνες, που είχαν την ατυχία να κατέχουν την οθωμανική υπηκοότητα. Τελικά, ύστερα από μακρές και επίμονες προσπάθειες, ο Αρχιμανδρίτης Γρηγόριος πέτυχε την απελευθέρωση των κρατούμενων συμπατριωτών του και την παραχώρηση ελευθερίας σε όλους τους Τούρκους υπηκόους ελληνικής καταγωγής, διαμένοντες στην Κριμαία.
Η ελληνική εκκλησίας στη Σεβαστούπολη, που υπηρέτησε  ιερέας  1903 - 1927
Το 1916 όλος ο ελληνικός πληθυσμός της Κριμαίας, ο αριθμός του οποίου εκείνη την περίοδο έφθανε μέχρι 30.000 άτομα, βρέθηκε πάλι σε κίνδυνο.
Οι θέσεις των πολιτικών κομμάτων της Ελλάδας, τα οποία ήταν και «υπέρ» και «κατά» της συνέχισης του πολέμου, επηρέασαν και τους Έλληνες της Κριμαίας, χωρίζοντάς τους σε δύο αντίπαλα στρατόπεδα.
Αυτό το γεγονός προκάλεσε υποψίες και δυσπιστία για τον ελληνικό πληθυσμό εκ μέρους του διοικητή του Στόλου της Μαύρης Θάλασσας Αντιναυάρχου Α.Β. Κολτσάκ (1874 – 1920), ο οποίος τον Δεκέμβριο του ίδιου έτους έδωσε διαταγή για γενικό εκτοπισμό από τις παράκτιες πόλεις της Κριμαίας των Ελλήνων με ξένη υπηκοότητα, συμπεριλαμβανομένων των γυναικών και παιδιών, στα κυβερνεία της ρωσικής ενδοχώρας.
Η κατάσταση έγινε κρίσιμη για τους Έλληνες, που βρίσκονταν σε φόβο και απόγνωση, επειδή ο εκτοπισμός τους κατά τη χειμερινή περίοδο ισοδυναμούσε με θανατική καταδίκη.
Ταυτόχρονα απορρίπτονταν οποιαδήποτε επιχειρήματα και ενέργειες με σκοπό την υπεράσπιση ή την ανακούφιση της τύχης του ελληνικού πληθυσμού.
Για τη λύση αυτού του προβλήματος στην Αγία Πετρούπολη έφθασε μια επιτροπή με επικεφαλής τον Αρχιμανδρίτη Γρηγόριο Βούκουνα, η οποία είχε στόχο να πείσει τη ρωσική κυβέρνηση, αν όχι για την ακύρωση του διατάγματος του Κολτσάκ, τότε τουλάχιστον για την αναβολή της εκτέλεσής της μέχρι το καλοκαίρι. Κατά τη διάρκεια των μακρών διαπραγματεύσεων ο Αρχιμανδρίτης Γρηγόριος, που είχε αναλάβει αυτή την υπεύθυνη αποστολή και ενεργούσε με διπλωματική ευελιξία, κατόρθωσε, με το σθένος που τον χαρακτήριζε, να αποτρέψει πλήρως τον επαπειλούμενο εκτοπισμό των ομοεθνών του και να σώσει τον Ελληνισμό της Κριμαίας από την επικείμενη καταστροφή.
Μετά τα γεγονότα της Επανάστασης του Φεβρουαρίου του 1917, οι δραστηριότητες του ελληνικού πληθυσμού της Ρωσίας αυξήθηκαν σημαντικά. Μία από τις προτεραιότητες για τους Έλληνες ήταν το ζήτημα της συνένωσής τους σε εθνικές οργανώσεις.
Εξαιτίας των προνομίων που είχαν χορηγηθεί από τη ρωσική κυβέρνηση, καθώς και των μεταρρυθμίσεων του Πρωθυπουργού Στολίπιν, οι Έλληνες έγιναν ιδιοκτήτες σημαντικών εκτάσεων γης.
Η ελληνική εκκλησίας στη Σεβαστούπολη, που υπηρέτησε  ιερέας  1903 - 1927
Η απαίτηση της αναθεώρησης των δικαιωμάτων επί της γης, που προέβαλαν οι μικροί και ακτήμονες αγρότες, αποτέλεσαν ώθηση για την ένωση των Ελλήνων ιδιοκτητών γης σε τοπικές κοινότητες και οργανώσεις με σκοπό την προστασία των δικαιωμάτων και των προνομίων τους.
Στις 29 Ιουνίου – 10 Ιουλίου (12 – 23 Ιουλίου) 1917 στο Ταγκανρόγκ έλαβε χώρα το πρώτο Πανρωσικό Συνέδριο των Ελλήνων, στις εργασίες του οποίου εκ μέρους της ελληνικής αποικίας της Σεβαστούπολης συμμετείχε ο Αρχιμανδρίτης Γρηγόριος Βούκουνας.
Ο ίδιος έθεσε στο εν λόγω Συνέδριο το ζήτημα της αυτονομίας της Ελληνικής Εκκλησίας στα πλαίσια του Πατριαρχείου Μόσχας και της οργάνωσης στη Νότια Ρωσία και στον Καύκασο έξι ελληνικών Επισκοπών, οι οποίες θα έπρεπε να έχουν τα ίδια δικαιώματα με τις Επισκοπές της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας. Επίσης οι αντιπρόσωποι συζήτησαν το θέμα της πολιτικής κατάστασης των Ελλήνων στη Ρωσία.
Το Συνέδριο κατέληξε στο συμπέρασμα για την ανάγκη συνένωσης των διάσπαρτων σε όλη την Αυτοκρατορία ελληνικών πληθυσμών.
Γι’ αυτό τον σκοπό γίνονταν προτάσεις για τη δημιουργία τοπικών δημοκρατικών πολιτικών λεσχών και ενώσεων με στόχο την προστασία των ελληνικών εθνικών και πολιτιστικών συμφερόντων.
Αυτές οι ενώσεις, σύμφωνα με τα σχέδια των συνέδρων, έπρεπε να απαιτήσουν το δικαίωμα των Ελλήνων στην εκπροσώπηση όχι μόνο σε όλες τις περιφερειακές, επαρχιακές και δημοτικές επιτροπές, αλλά και σε κυβερνητικές και πολιτικές οργανώσεις και στη Συντακτική Συνέλευση, επί ίσοις όροις με τους εκπροσώπους άλλων εθνικοτήτων.
Το επόμενο έτος 1918 στη Συμφερούπολη πραγματοποιήθηκε το Συνέδριο των Ελληνικών Ορθοδόξων κοινοτήτων της Κριμαίας, στο οποίο ελήφθη απόφαση σχετικά με την εκκλησιαστική αυτοδιοίκηση και την ίδρυση της Αρχιερατικής Επιτροπείας όλων των ελληνικών εκκλησιών του Κυβερνείου Ταυρίδας, η οποία θα συνένωνε όλες τις ελληνικές εκκλησίες και ενορίες της χερσονήσου.
Οι σύνεδροι εξέλεξαν ομόφωνα τον Αρχιμανδρίτη Γρηγόριο Βούκουνα στη θέση του Αρχιερατικού Επιτρόπου, βασίζοντας την επιλογή τους στη μόρφωση, τη συσσωρευμένη εμπειρία και την εκκλησιαστική και πατριωτική δράση του.
Σύντομα η Κριμαία χτυπήθηκε από τη συμφορά του αδελφοκτόνου εμφυλίου πολέμου και της τρομοκρατίας.
Οι γονείς και τα αδέλφια του Αρχιμανδρίτη Γρηγορίου εγκατέλειψαν τη Σεβαστούπολη το 1920, μαζί με τους εκπροσώπους του Ελληνικού προξενείου και τα ελληνικά στρατεύματα.
Μετά την οριστική εγκαθίδρυση της Σοβιετικής εξουσίας στην Κριμαία το 1920, η Σεβαστούπολη σταδιακά μετατράπηκε σε ένα από τα κέντρα του κινήματος των «ανανεωτικών», οι ιδέες του οποίου δεν βρήκαν υποστήριξη από τους ντόπιους Έλληνες, που τηρούσαν αυστηρά τις παραδόσεις της Ανατολικής Ορθόδοξης Εκκλησίας.
Στη Σεβαστούπολη, τη Μπαλακλάβα και τα ελληνικά χωριά της κοντινής περιοχής εκείνη την περίοδο λειτουργούσαν 7 εκκλησίες και 5 ανήκοντα σε αυτές παρεκκλήσια, οι ενορίες των οποίων αποτελούνταν κυρίως από Έλληνες.
Από το 1921 ο Αρχιμανδρίτης Γρηγόριος ξανάρχισε την πολιτική της συνένωσης των διάσπαρτων ελληνικών ενοριών της Κριμαίας σε μια ξεχωριστή Αρχιερατική Επιτροπεία, όπως ήταν πριν από το 1920.
Το 1922 οι ενορίτες των ελληνικών ναών της Σεβαστούπολης, της Συμφερούπολης, της Γιάλτας, της Ευπατορίας, της Θεοδοσίας, του Κερτς και άλλων οικισμών, με την ευλογία του Αρχιεπισκόπου Ταυρίδος και Συμφερουπόλεως Νικοδήμου Κροτκόφ (1868 – 1938), ανακοίνωσαν την αποχώρησή τους από τη δικαιοδοσία του Πατριαρχείου Μόσχας, την επαναλειτουργία της Ελληνικής Αρχιερατικής Επιτροπείας στην Κριμαία και τη μετάβασή της υπό την εξουσία του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως.
Ύστερα από αυτό, σύμφωνα με τη νέα σοβιετική νομοθεσία, άρχισε η επί τόπου καταγραφή των Ελληνικών Ορθοδόξων κοινοτήτων.
Τον Μάρτιο του 1923 στο Γραφείο Θρησκευμάτων της Περιφερειακής Εκτελεστικής Επιτροπής της Σεβαστούπολης από τον επίτροπο του Ιερού Ναού των Τριών Ιεραρχών στη Σεβαστούπολη Σ.Κ. Τογανίδη υποβλήθηκαν δικαιολογητικά για την καταχώρηση της ελληνικής θρησκευτικής κοινότητας: τα «Πρακτικά της γενικής συνέλευσης των μελών της κοινότητας και 40 ερωτηματολόγια για 20 πρόσωπα, συμπληρωμένα ιδιοχείρως».
Το 1923 η ελληνική θρησκευτική κοινότητα της εκκλησίας των Τριών Ιεραρχών είχε 310 μέλη, εκ των οποίων 306 ήταν Έλληνες υπήκοοι και 4 Αλβανοί υπήκοοι, που διέμεναν μόνιμα στη Σεβαστούπολη.
Ανάμεσά τους ήταν εκπρόσωποι όλων των κοινωνικών στρωμάτων: μεγαλέμποροι, μικρέμποροι, υπάλληλοι γραφείου, τεχνίτες, βιοτέχνες, ψαράδες, εργάτες, άνεργοι, νοικοκυρές και σπουδαστές. Εφημέριος του ναού των Τριών Ιεραρχών εξακολουθούσε να είναι ο Αρχιμανδρίτης Γρηγόριος Βούκουνας.
Τη θέση του ψάλτη κατείχε ο 68χρονος Δ.Θ. Σειχίδης.
Το συμβούλιο της ενορίας κάθε μήνα παραχωρούσε από το ταμείο της εκκλησίας 18 ρούβλια για το μισθό του ιερέα και πλήρωνε 3 ρούβλια στον ψάλτη.
Στις 16 – 17 Ιουνίου 1925 στη Συμφερούπολη έλαβε χώρα το Εκκλησιαστικό Συνέδριο όλων των ελληνικών ναών και ενοριών της Κριμαίας (σύμφωνα με κάποια αρχειακά έγγραφα – το «Ελληνικό Επισκοπικό Συνέδριο»), στο οποίο συμμετείχαν 17 αντιπρόσωποι των ελληνικών εκκλησιών και θρησκευτικών κοινοτήτων της Αυτόνομης Σοβιετικής Σοσιαλιστικής Δημοκρατίας της Κριμαίας.
Η Σεβαστούπολη εκπροσωπείτο στο Συνέδριο από τον Αρχιμανδρίτη Γρηγόριο Βούκουνα και τον Παναγιώτη Ιορδάνη.
Το Συνέδριο αποφάσισε: «Να συνενωθούν όλες οι ελληνικές κοινότητες και εκκλησίες σε μια ενιαία Αρχιερατική Επιτροπεία, η οποία αναγνωρίζει κανονικώς την πνευματική εξουσία του Οικουμενικού Πατριάρχη των Ελλήνων».
Στη θέση του Αρχιερατικού Επιτρόπου εξελέγη ομόφωνα ο εφημέριος του ελληνικού ναού των Τριών Ιεραρχών στη Σεβαστούπολη, Αρχιμανδρίτης Γρηγόριος Βούκουνας.
Η απόφαση του Συνεδρίου για τη συνένωση των ελληνικών κοινοτήτων και εκκλησιών της ΑΣΣΔ της Κριμαίας στην Ελληνική Αρχιερατική Επιτροπεία με κέντρο τη Σεβαστούπολη, αποκατέστησε νομοθετικά την Αρχιερατική Επιτροπεία των ελληνικών εκκλησιών της Επισκοπής Ταυρίδος, που υπήρχε στην Κριμαία πριν την εγκαθίδρυση της Σοβιετικής εξουσίας. Η Ελληνική Αρχιερατική Επιτροπεία και το Συμβούλιό της που εξελέγη από το Συνέδριο, καταγράφτηκαν στα ανώτατα όργανα εξουσίας της ΑΣΣΔ της Κριμαίας, γεγονός που αποτέλεσε σημαντικό βήμα προς τη συσπείρωση του ελληνικού πληθυσμού γύρω από την Εκκλησία σε συνθήκες «μεταμόρφωσης των εθνικών σχέσεων» και «πολιτιστικής επανάστασης» στη Σοβιετική Ρωσία.
Η συντριπτική πλειοψηφία των Ελλήνων, συμπεριλαμβανομένων των ιερέων των ελληνικών ναών, που έμεναν εκείνη την περίοδο στη Σεβαστούπολη, σε άλλες πόλεις και χωριά της Κριμαίας, ήταν υπήκοοι Ελλάδας.
Διατηρούσαν στενές σχέσεις τόσο με την πατρίδα τους, όσο και με τους συγγενείς τους που ζούσαν εκεί.
Έχοντας αποκτήσει με νόμιμο τρόπο την πνευματική και θρησκευτική τους αυτονομία, οι Έλληνες κληρικοί για ορισμένο χρονικό διάστημα κατάφεραν να προστατεύσουν τον εαυτό τους και τους ενορίτες τους από τον μαζικό αθεϊσμό που επέβαλλαν οι κομμουνιστές.
Κατά το ίδιο έτος η Ελληνική Αρχιερατική Επιτροπεία ανακοίνωσε την αποχώρησή της από τη δικαιοδοσία του Πατριαρχείου Μόσχας και τη μετάβασή της υπό την εξουσία του Οικουμενικού Πατριάρχη.
Σύμφωνα με τα στοιχεία που διαβιβάστηκαν από το Συμβούλιο της Ελληνικής Αρχιερατικής Επιτροπείας στην Κεντρική Εκτελεστική Επιτροπή της Κριμαίας, κατά τα έτη 1925 – 1927 στο έδαφος της ΑΣΣΔ της Κριμαίας λειτουργούσαν 12 ελληνικές ορθόδοξες εκκλησίες και 6 ελληνικές θρησκευτικές κοινότητες, που υπάγονταν κανονικά στο Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως.
Ο Αρχιμανδρίτης Γρηγόριος επιδίωκε την αύξηση του αριθμού όχι μόνο των Ελλήνων ενοριτών, αλλά και των ελληνικών ενοριών.
Το καλοκαίρι του 1925, με την ευλογία του, 34 Έλληνες πιστοί απευθύνθηκαν στην Περιφερειακή Εκτελεστική Επιτροπή του Μπαχτσισαράι, ζητώντας να τους παραδοθούν για δωρεάν χρήση οι τρεις εκκλησίες της πρώην Μονής Κοιμήσεως της Θεοτόκου στο Μπαχτσισαράι, αλλά εξαιτίας των αντιφάσεων, που προέκυψαν μεταξύ της Περιφερειακής Εκτελεστικής Επιτροπής, του Λαϊκού Κομισαριάτου Παιδείας και του Κομισαριάτου Κοινωνικής Προνοίας της ΑΣΣΔ της Κριμαίας, το εν λόγω πρόβλημα δεν μπόρεσε να επιλυθεί. Παρ’ όλα αυτά, τον Σεπτέμβριο του 1926, με πρωτοβουλία του Αρχιμανδρίτη Γρηγορίου τέθηκε εκ νέου το θέμα της «παραχώρησης στη διάθεση της Ελληνικής Αρχιερατικής Επιτροπείας των κλεισμένων ναών της Ιεράς Μονής Κοιμήσεως της Θεοτόκου στο Μπαχτσισαράι».
Στις 14 Σεπτεμβρίου ο Αρχιμανδρίτης Γρηγόριος έστειλε μια επιστολή στον εκπρόσωπο του Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως στην ΕΣΣΔ Αρχιμανδρίτη Βασίλειο Δημόπουλο με την αίτηση «περί οργάνωσης της εκστρατείας για την παράδοση των ναών της Ιεράς Μονής Κοιμήσεως της Θεοτόκου στην ελληνική κοινότητα».
Αφοσιωμένος στο ποίμνιό του και στην υπόθεση του αγώνα για την υπεράσπιση της Ορθόδοξης πίστης από τις επιθέσεις των Μπολσεβίκων, ο Αρχιμανδρίτης Γρηγόριος βρισκόταν σε συνεχή επαφή και πνευματική επικοινωνία με τον Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Βασίλειο Γ’. Τον Οκτώβριο του 1926, στη συνεδρίαση του Συμβουλίου της Αρχιερατικής Επιτροπείας των ελληνικών εκκλησιών και ενοριών της ΑΣΣΔ της Κριμαίας στη Σεβαστούπολη, εγκρίθηκε μια ειδική απόφαση περί υποχρεωτικής μνημόνευσης του ονόματος του Οικουμενικού Πατριάρχη κατά τη διάρκεια της εκκλησιαστικής λειτουργίας.
Τον Νοέμβριο του ίδιου έτους στη διεύθυνση της Ελληνικής Αρχιερατικής Επιτροπείας έφθασε η επιστολή του Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως «Περί ημερομηνίας εορτασμού του Αγίου Πάσχα», η οποία ανέφερε τα εξής: «Λόγω του ότι εφέτος δεν υπήρχε δυνατότητα σύγκλησης της Οικουμενικής Συνόδου, στην οποία, ως γνωστόν, έπρεπε να ληφθεί μια συγκεκριμένη απόφαση για το ζήτημα του Πασχαλίου, ως εκ τούτου ελήφθη Συνοδική Απόφαση, ότι για τους ίδιους και λοιπούς λόγους το παλαιό Πασχάλιο πρέπει να παραμείνει εν ισχύ και για το επόμενο έτος 1927, τουτέστιν το Άγιο Πάσχα θα εορτάζεται και στο προαναφερθέν έτος την 24η Απριλίου με Νέο Ημερολόγιο (την 11η με Παλαιό Ημερολόγιο, όπως υποδεικνύεται λόγω του παραμείναντος παλαιού Πασχαλίου), ό,τι και Σας ανακοινώνω προς πληροφόρηση και καθοδήγηση».
Στα τέλη του 1926 ο Αρχιμανδρίτης Γρηγόριος έστειλε μια επιστολή προς τον Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως Βασίλειο Γ’, στην οποία τον συνεχάρη εξ ονόματος όλων των Ορθοδόξων Ελλήνων της Κριμαίας για τις επικείμενες εορτές, και στις 3 Απριλίου 1927 έλαβε την απαντητική επιστολή από την Κωνσταντινούπολη:
«Βασίλειος, ελέω Θεού Αρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως, Νέας Ρώμης και Οικουμενικός Πατριάρχης.
Πανοσιώτατε Κυρ Γρηγόριε Βούκουνα, Αρχιερατικέ Επίτροπε των Ορθοδόξων Ελληνικών κοινοτήτων της Κριμαίας, τέκνον εν Κυρίω αγαπητόν της ημών μετριότητος, χάρις είη τη υμετέρα Πανοσιώτητι και ειρήνη παρά Θεού.
Τους ενθέρμους εορταστικούς χαιρετισμούς, σταλθέντες από την υμετέρα Πανοσιώτητα και τας Ορθοδόξας Ελληνικάς κοινότητας της Κριμαίας επί της ευκαιρίας των εορτών της Γεννήσεως του Χριστού, του Νέου Έτους και της ημετέρας ονομαστικής εορτής, τους δεχθήκαμεν μετά χαράς.
Ευχαριστώντας εγκαρδίως δι’ αυτούς, ευχόμεθα και προσευχόμεθα το νέον σωτήριον έτος να καταστή δι’ υμάς και δια τας τοπικάς ευσεβείς κοινότητας πλήρης πάσης καλοσύνης, και επικαλούμεθα εφ’ υμάς την ευλογίαν του Θεού, Όστις χάρις είη και αμέτρητο έλεος τη υμετέρα Πανοσιώτητι και υμίν άπασι».
Σύμφωνα με τις αφηγήσεις των Ελλήνων της Σεβαστούπολης, που γνώριζαν προσωπικά τον εφημέριο του ναού κατά την δεκαετία του 1920, ο Αρχιμανδρίτης Γρηγόριος συχνά επισκεπτόταν τις πιο φτωχές ελληνικές οικογένειες και μοιραζόταν με τους απόρους όλα όσα είχε: «ποτέ δεν εισέπραττε από τους ενορίτες αμοιβή για την τέλεση μυστηρίων, αλλά με προθυμία δεχόταν από αυτούς τρόφιμα, τα οποία έδινε αμέσως στις φτωχές και άπορες ελληνικές οικογένειες».
Μετά την έξωσή του από το δωμάτιο που κατείχε από το 1903 στο κτίριο της Ελληνικής Σχολής, ο Αρχιμανδρίτης Γρηγόριος έμενε σε ένα διαμέρισμα στην οδό Ποντγκόρναγια 10. Ήταν εξαιρετικά σεμνός, λιτοδίαιτος και ολιγαρκής στην καθημερινή του ζωή.
Σύμφωνα με την Παρθένα Ε. Σαχινίδη (1918 – 1999), που έμενε δίπλα στην εκκλησία στην οδό Γκρέτσεσκαγια 5, «ο εφημέριος ήταν ολοκληρωτικά αφοσιωμένος στα συμφέροντα της εκκλησίας και των ενοριτών». «Έδειχνε υψηλή ανοχή στη Σοβιετική εξουσία», αφηγείτο ο πρώην νεωκόρος της εκκλησίας Ανδρέας Α. Μπεγκοσίνσκι (γεν. 1918). «Στην ερώτηση της μάνας μου: “Πώς να φέρομαι στους κομμουνιστές;” – εκείνος απάντησε χωρίς δισταγμό: “Όπως θέλετε να σας συμπεριφέρονται οι άνθρωποι, έτσι να συμπεριφέρεστε κι εσείς σ’ αυτούς”.
Τα λόγια του ήταν σαν έκκληση για υπομονή, και η μάνα μου τα θυμόταν στις δύσκολες ημέρες της ζωής της». Ο Αρχιμανδρίτης Γρηγόριος ήταν πολύ πνευματώδης άνθρωπος. Συμπληρώνοντας ένα ερωτηματολόγιο, στο ερώτημα «Ποιό κόμμα υποστηρίζετε;», απάντησε: «του Λαού», και στο ερώτημα: «Τί μόρφωση έχετε;», έγραψε: «Μέση: τελείωσα εκκλησιαστικό σχολείο στο Κίεβο».
Στα τέλη του 1925 όλοι οι ξένοι υπήκοοι που διέμεναν στο έδαφος της ΑΣΣΔ της Κριμαίας, κλήθηκαν από τις σοβιετικές αρχές να υπογράψουν αποδείξεις για το ότι δεν μπορούν «να είναι μέλη θρησκευτικών συλλόγων», «να είναι επικεφαλής θρησκευτικών οργανώσεων κάθε είδους», «να εκφωνούν κηρύγματα και ομιλίες σε ναούς, σε δημόσιες θρησκευτικές συναθροίσεις».
Ωστόσο, ούτε το 1925 ούτε το 1926, αυτή η οδηγία δεν εφαρμόστηκε ούτε από τα όργανα της εκτελεστικής εξουσίας (την Κεντρική Εκτελεστική Επιτροπή της Κριμαίας), ούτε από τους Έλληνες με ξένη υπηκοότητα, οι οποίοι αρνούνταν να δίνουν τέτοιες αποδείξεις.
Στις 28 Φεβρουαρίου 1927 η Πανενωσιακή Κεντρική Εκτελεστική Επιτροπή της ΡΣΟΣΔ εξέδωσε την εγκύκλιο υπ’ αριθ. 78/C «Περί απαγόρευσης σε αλλοδαπούς υπηκόους διαμένοντες στην ΕΣΣΔ, να ασχολούνται με θρησκευτική προπαγάνδα», υπογεγραμμένη από τον «Πανενωσιακό Δημογέροντα» M.I. Καλίνιν.
Η εγκεκριμένη από τις σοβιετικές αρχές απόφαση να απαγορευτεί η διεξαγωγή θρησκευτικής προπαγάνδας από ξένους υπηκόους έθεσε σε κίνδυνο τις δραστηριότητες των ελληνικών κοινοτήτων στην Κριμαία, πρώτα απ’ όλα στη Σεβαστούπολη, στη Γιάλτα, στη Συμφερούπολη, στην Ευπατορία και στο Κερτς. Σε σχέση με την απαίτηση από τις 28 Ιουλίου 1927 του διοικητικού τμήματος της Περιφέρειας Σεβαστούπολης, να παραχωρήσουν όλοι οι υπήκοοι ξένων κρατών, κατοικούντες στο έδαφος της Σεβαστούπολης και της γύρω περιοχής, μια γραπτή υποχρέωση για το ότι δεν έχουν δικαίωμα να είναι μέλη θρησκευτικών οργανώσεων, το φθινόπωρο του ίδιου έτους στην Περιφερειακή Εκτελεστική Επιτροπή της Σεβαστούπολης απευθύνθηκε η θρησκευτική κοινότητα του ελληνικού ναού των Τριών Ιεραρχών, ζητώντας να ανασταλεί η εκπλήρωση των απαιτήσεων της Εκτελεστικής Επιτροπής της πόλης της Σεβαστούπολης.
Τον Αύγουστο του 1927 ο Αρχιερατικός Επίτροπος των ελληνικών εκκλησιών και ενοριών της ΑΣΣΔ της Κριμαίας Αρχιμανδρίτης Γρηγόριος Βούκουνας, εξ ονόματος όλων των ελληνικών θρησκευτικών κοινοτήτων, απεύθυνε στην Κεντρική Εκτελεστική Επιτροπή της Κριμαίας μια αίτηση, στην οποία εξέφρασε τους φόβους του για το ότι η απαγόρευση διεξαγωγής θρησκευτικής λατρείας από ιερείς-ξένους υπηκόους θα οδηγούσε στη διάλυση των θρησκευτικών κοινοτήτων, ενώ η παραχώρηση γραπτών υποχρεώσεων από ενορίτες-ξένους υπηκόους θα συνεπέφερε την εξάλειψη όλων των ενοριών της Ελληνικής Αρχιερατικής Επιτροπείας. Μεταξύ άλλων, τόνιζε στην αίτησή του, ότι πολλοί από τους Έλληνες-ξένους υπηκόους «ζουν εδώ αρκετό καιρό, πολλοί από αυτούς έχουν γεννηθεί εδώ και βλέπουν με σεβασμό την Σοβιετική εξουσία».
Με βάση τα παραπάνω ο Αρχιμανδρίτης Γρηγόριος ζητούσε από την Κεντρική Εκτελεστική Επιτροπή της Κριμαίας να ακυρωθούν οι εντολές σχετικά με την παραχώρηση γραπτών υποχρεώσεων, που απαγόρευαν τη διεξαγωγή θρησκευτικών δραστηριοτήτων σε ξένους υπηκόους.
Σχεδόν ταυτόχρονα με την αίτηση του Αρχιμανδρίτη Γρηγορίου, στο διοικητικό τμήμα της Κεντρικής Εκτελεστικής Επιτροπής της Κριμαίας έφθασαν πληροφορίες από τον πρόεδρο της Περιφερειακής Εκτελεστικής Επιτροπής της Σεβαστούπολης σύντροφο Γκουμπάνοφ για το ότι η εφαρμογή της εγκυκλίου της Πανενωσιακής Κεντρικής Εκτελεστικής Επιτροπής της ΡΣΟΣΔ υπ’ αριθ. 78/C από τις 28 Φεβρουαρίου 1927 «βάζει σε δύσκολη θέση όχι μόνο τους πιστούς, αλλά και τις τοπικές αρχές, οι οποίες είναι υποχρεωμένες να την τηρούν αυστηρά».
Σύμφωνα με τον Γκουμπάνοφ, η αυστηρή τήρηση όλων των απαιτήσεων της εγκυκλίου συνεπαγόταν «όχι μόνο την διάλυση της ελληνικής θρησκευτικής κοινότητας», αλλά και προκαλούσε την «σοβαρή δυσαρέσκεια για την δράση των σοβιετικών αρχών» ενός ορισμένου μέρους του πληθυσμού της πόλης.
Στις αρχές Οκτωβρίου του 1927 ο Αρχιμανδρίτης Γρηγόριος Βούκουνας απέστειλε μια αίτηση στη Μόσχα, αλλά για κάποιο λόγο όχι στο όνομα του εκπροσώπου του Πατριάρχη Αλεξανδρείας στην ΕΣΣΔ Αρχιμανδρίτη Παύλου, ζητώντας θετική απόφαση στο θέμα του διορισμού στην Κριμαία ενός Έξαρχου. Η επιθυμία να μεταβεί υπό την εξουσία της Αλεξανδρινής Εκκλησίας προκλήθηκε πιθανώς από την παθητική στάση που κρατούσε το Οικουμενικό Πατριαρχείο, το οποίο δεν ήθελε να περιπλέξει τις σχέσεις του με το κράτος των Μπολσεβίκων, και θεωρούσε ότι το ζήτημα της υπηκοότητας των Ελλήνων της Κριμαίας δεν ήταν πνευματικό, αλλά κοσμικό.
Ταυτόχρονα οι Έλληνες πιστοί, με την ευλογία του Αρχιμανδρίτη Γρηγορίου Βούκουνα, απεύθυναν μια επιστολή στον πρέσβη της Ελληνικής Δημοκρατίας στην ΕΣΣΔ, όπου περιέγραψαν τα προβλήματα που αντιμετώπιζαν, και εξέφρασαν το αίτημα για την προστασία των συμφερόντων τους στην Κριμαία.
Στις 13 Οκτωβρίου 1927 ο πρέσβης της Ελλάδας υπέβαλε μια επερώτηση στο Λαϊκό Κομισαριάτο Εξωτερικών Υποθέσεων της ΕΣΣΔ, για την οποία την επόμενη ημέρα έδωσε διευκρινίσεις ο Αναπληρωτής Λαϊκός Κομισάριος Μ.Μ. Λιτβίνοφ.
Τα αντίγραφα της ρηματικής διακοίνωσης, που υπογράφτηκε από τον Λιτβίνοφ και παραχωρήθηκε από τον πρέσβη στη διάθεση των ελληνικών θρησκευτικών κοινοτήτων, βοήθησαν να αποφευχθεί η επαπειλούμενη διάλυσή τους.
Η προσπάθεια των σοβιετικών αρχών να διεξαγάγουν, κατά τα έτη 1925 – 1928, μια γρήγορη εκστρατεία για την εξάλειψη των ελληνικών θρησκευτικών κοινοτήτων στην Κριμαία, απέτυχε.
Σε αυτό συνέβαλε σε μεγάλο βαθμό η έντονη δράση των Ελλήνων πιστών της Σεβαστούπολης με επικεφαλής τον Αρχιμανδρίτη Γρηγόριο Βούκουνα.
Ωστόσο, η δύσκολη κατάσταση για τους ιερείς-αλλοδαπούς υπηκόους, που δημιουργήθηκε στη Σοβιετική Ένωση, τους εξανάγκαζε να εγκαταλείπουν την Κριμαία.
Οι πρώτοι που άνοιξαν αυτή τη «μαύρη λίστα», ήταν ο Αρχιμανδρίτης Ευγένιος Ταϊγανίδης, ο πρωθιερέας Γρηγόριος Παπαδόπουλος, ο ιερέας Κωνσταντίνος Μαυροματίδης.
Εγκατέλειψε την Κριμαία και ο Αρχιμανδρίτης Γρηγόριος Βούκουνας.
Σύμφωνα με τα απομνημονεύματα των συγχρόνων του, την παραμονή της αναχώρησής του, κατά τη διάρκεια μερικών ημερών, «πήγαινε στις ελληνικές οικογένειες, ειδικά στις φτωχές, μοίραζε θρησκευτικά βιβλία, και σε εκείνους που είχαν τη μεγαλύτερη ανάγκη – μικρά χρηματικά ποσά, δηλαδή, εκείνα τα ολίγα που μπόρεσε να μαζέψει, για να συντηρήσει τον εαυτό του με κάποιον τρόπο στα γηρατειά».
Όλοι οι ενορίτες της ελληνικής εκκλησίας των Τριών Ιεραρχών στη Σεβαστούπολη ήρθαν στο λιμάνι για να αποχαιρετήσουν τον εφημέριό τους.
Το 1927 ο Αρχιμανδρίτης Γρηγόριος επέστρεψε στην πατρίδα του και προσελήφθη ως γραμματέας στην Ιερά Μητρόπολη Χίου. Σύντομα άρχισαν να γίνονται αισθητές οι στερήσεις, που είχε υποστεί στην Κριμαία από την εξουσία των Μπολσεβίκων, και οι ασθένειες.
Στις 5 Οκτωβρίου 1929, στο 57ο έτος της ζωής του, ο Αρχιμανδρίτης Γρηγόριος Βούκουνας πέθανε αιφνιδίως, και ετάφη με τιμές στην ιδιαίτερη πατρίδα του – το χωριό Νένητα.
Του Ι.Β. Μοσχούρη