Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Σπαρτιάτες. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Σπαρτιάτες. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

13 Μαΐου 2020

Ο Αρχαίος Σπαρτιάτης

Ο αρχαίος Σπαρτιάτης, ήταν απελευθερωμένος από τον φόβο του θανάτου, δεν καταλάβαινε τι σημαίνει καλοπέραση και σωματικός εθισμός. Ο συμπολεμιστής του ήταν το δεύτερο εγώ, ή μάλλον δυο άνθρωποι σε μια οντότητα. Η μάχη ήταν ιερή και ο πολεμικός παιάνας συνέγειρε τους Σπαρτιάτες, που αδιαφορούσαν για τους δειλούς και τιμωρούσαν με αμείλικτο τρόπο όσους δεν ακολουθούσαν τα δικά τους πρότυπα και θέσφατα.
Παράσταση λακωνικής κύλικας με ιππέα ακολουθούμενο από στεφανηφόρο Νίκη και με υδρόβια πτηνά σύμβολα του χώρου του ιερού της Αρτέμιδος κοντά στον Ευρώτα
Η Σπάρτη ήταν μια ιδιαίτερη κοινωνία, με συγκεκριμένη δομή και φιλοσοφία. Οι Σπαρτιάτες είχαν υποχρεωτική δημόσια Παιδεία, σε αντίθεση με τους Αθηναίους, όπου η εκπαίδευσή τους ήταν μόνο ιδιωτική. Μιλάμε για μια πραγματικά αταξική κοινωνία, με ίσα δικαιώματα και υποχρεώσεις προς τους πολίτες της. Είχαν επίσης συγκεκριμένες απόψεις για τη ζωή, το θάνατο, την αγάπη και τον έρωτα, την τέχνη, την μύηση και την αλήθεια. Και φυσικά για τον πόλεμο…
- Οι οπλίτες καλλωπίζονται πριν τη μάχη για να μην προσβάλλουν τους χθόνιους θεούς με την ατημέλητη εμφάνισή τους σε περίπτωση θανάτου τους.
- Από τη στιγμή που παρατάσσεται ο στρατός δεν επιτρέπεται καμιά μετακίνηση γιατί θεωρείται αποφυγή της μάχης και άρα πράξη ταπεινωτική.
- Η χλαμύδα τους ήταν πάντα κόκκινη να μην είναι εμφανές το αίμα στον εχθρό και ενθαρρύνετα
Στην Αθήνα κυβερνούν οι πλούσιοι αφού υπάρχει μεγάλη ανισοκατανομή του πλούτου.
Στη Σπάρτη όμως πράγματι κρατεί ο Δήμος, αφού όλοι ζουν με ισότητα και αξιοπρέπεια, ενώ για τη διακυβέρνηση του τόπου, επιλέγονται οι συνετοί και γενναίοι.
Στην πορεία του Σπαρτιάτη πολεμιστή για την κατάκτηση της αρετής και μέσω αυτής στην προσέγγιση της γνώσης, τη θέαση του θείου και μετά τη μέθεξη με αυτό, τη «θέωση» την ίδια.
Δεν είναι εύκολη πορεία αυτή. Αντίθετα. «H δική μας πορεία στη ζωή δεν είναι γραμμένη «με μελάνι», είναι γραμμένη με αίμα» λένε.
Άγαλμα από το Ηραίον Σάμου μάλλον απεικονίζει Σπαρτιάτη και εδώ αποδίδονται θαυμάσια καλοχτενισμένα μακριά μαλλιά
Αν δεν ξεπεράσεις τον φόβο του θανάτου, πώς μπορείς να αντικρίσεις με αξιοπρέπεια την αλήθεια, αυτή που αποκαλούμε «θεό»; Πώς, όμως, θα ξεπεράσεις τον φόβο του θανάτου; Αρκούν οι προκατασκευασμένες και ακίνδυνες τελετές των μυστηρίων; Αρκεί η προσομοίωση της πραγματικότητας ή μήπως απαιτείται πραγματική ενατένιση του θανάτου, κάτι που μόνο η μάχη εγγυάται;
Γι αυτό οι Σπαρτιάτες μάχονται, δεν μάχονται για να νικήσουν. Νικούν, επειδή μάχονται.
H νίκη είναι τυπικά ο σκοπός, αλλά πραγματική ενδόμυχη επιδίωξή τους είναι η μάχη η ίδια.
Το ταξίδι, δηλαδή, όχι ο προορισμός. Ποια μάχη, όμως;
H μάχη στη ζωή, όχι μόνο στον πόλεμο. «Ηττημένος στη ζωή, τι αξία έχει αν νικήσεις στη μάχη; Ηττημένος από τον εαυτό σου, τι αξία έχει αν νικήσεις τον αντίπαλο;» μονολογεί Σπαρτιάτης αξιωματικός. Γι αυτό ζουν λιτά και στερημένα, γι αυτό περιορίζουν τα πάθη και τις επιθυμίες τους, γι αυτό αποφεύγουν τον πλούτο και τις ταξικές διακρίσεις που οδηγούν σε αυτόν.
Αριστερά οπλίτης με πίλο σε αγγείο από την Μ.Ελλάδα θεωρείται ότι δείχνει Σπαρτιάτη πολεμιστή
Φέρονται να ομολογούν οι ίδιοι. «H διαφορά μας από τους άλλους είναι πολιτική, όχι φυσική.
Δεν διαφέρουμε επειδή υπερέχουμε. Υπερέχουμε επειδή διαφέρουμε» λένε. Είναι μια κοινωνία «ομοίων», μια αδελφότητα πολεμιστών, «ομοίων» στην περιουσιακή κατάσταση, αλλά «ομοίων» και στην καθημερινή ζωή. Όλοι ζουν «όμοια».
Όλοι επιδιώκουν την αρετή με τρόπο σκληρό και επώδυνο, αλλά ποια αρετή; «Αν γνωρίζεις είναι περιττό να ρωτάς, αν δεν γνωρίζεις είναι μάταιο» απαντά ο Σπαρτιάτης στον αθηναίο συνομιλητή του, όταν αυτός τολμά να του θέσει ένα τέτοιο ερώτημα.
H αρετή βιώνεται, αλλά δεν περιγράφεται.
Καμία άλλη κοινωνία, της Αρχαίας Ελλάδας, δεν εκτίμησε τόσο την αξία της σιωπής.
H σιωπή είναι ανώτερη μορφή πάλης, που μέσα από την εξοικείωση με τον θάνατο, σε οδηγεί στη γνώση. Την εσωτερική αυτή πορεία είχε βιώσει ο Σπαρτιάτης.
Ήταν ελεύθερος και εκούσια επέλεγε την αυτοθυσία κατά τη μάχη.
Άλλωστε αυτό σημαίνει ελευθερία. Αυτό σε καθιστά ευδαίμονα. Και η αίσθηση της πληρότητας και της ευδαιμονίας σε μετατρέπει σε γενναίο και εύψυχο πολεμιστή.
H έννοια μιας μάχης είναι μεν συναρπαστική, είναι όμως παράλληλα κοπιώδης για τον αμύητο στα στρατιωτικά. Είναι ο τρόπος της βιωματικής πορείας του Σπαρτιάτη πολεμιστή προς τη μύηση.
Τη μύηση στη ζωή, άρα τη μύηση στον θάνατο. Είναι μια μελέτη του θανάτου για τον Σπαρτιάτη και μέσω του θανάτου μια μελέτη υπέρβασης του κόσμου των θνητών.
Είναι μια πορεία ά-τεχνη αφού οι Σπαρτιάτες απορρίπτουν την τέχνη, κάθε μιμητική τέχνη και πρώτα απ όλα το θέατρο με τις διονυσιακές καταβολές του.
Αδιάφοροι για την συσσώρευση πλούτου αγχώδεις όμως για την συσσώρευση αρετής .
Τόσης αρετής όσης απαιτείται ώστε η ποσοτική επαύξηση να επιφέρει ποιοτική μεταλλαγή . Υπέρβαση δηλαδή του κόσμου των θνητών εξύψωση δηλαδή του πολεμιστή σε ημίθεο. Σε όλη την ζωή τους, από την ηλικία των επτά ετών μέχρι το τέλος , μια αργή αλλά σταθερά μυητική πορεία .

πηγη : aetos-apokalypsis.com

tapantareinews.gr

24 Οκτωβρίου 2019

Η θέση της γυναίκας στην αρχαία Σπάρτη

Η Γοργώ (506 π.Χ. - μετά το 480 π.Χ.) ήταν θρυλική βασίλισσα της Σπάρτης, κόρη του βασιλιά Κλεομένη Α' και σύζυγος του Λεωνίδα της μάχης των Θερμοπυλών
https://el.wikipedia.org/wiki/
Σε καμία Ελληνική πόλη στην αρχαία Ελλάδα οι γυναίκες δεν απολάμβαναν την ίδια ελευθερία και κοινωνική θέση όπως οι Σπαρτιάτισσες.
Μόνο στη Σπάρτη οι γυναίκες διέθεταν οικονομική δύναμη και επιρροή.
Τα κορίτσια ασχολούνταν με τον αθλητισμό και ελάμβαναν δημόσια εκπαίδευση εν αντιθέσει με άλλες πόλεις, όπου οι περισσότερες γυναίκες ήσαν τελείως αγράμματες.
Επισκέπτες από άλλες Ελληνικές πόλεις σχολίαζαν για τις Σπαρτιάτισσες ότι όχι μόνο είχαν άποψη, που δεν φοβόντουσαν να εκφράσουν δημόσια, αλλά σε ορισμένες περιπτώσεις ανάγκαζαν τους συζύγους τους να τις αποδεχθούν!
Η θέση της γυναίκας στο μεγαλύτερο τμήμα του αρχαίου Ελληνικού κόσμου και ιδιαίτερα στην Αθήνα, ήταν παρόμοια με την σημερινή κατάσταση των γυναικών στα υπανάπτυκτα κράτη.
Οι γυναίκες νυμφεύονταν αποκλειστικά για σκοπούς τεκνοποίησης των νόμιμων κληρονόμων, καθώς η σεξουαλική ευχαρίστηση αναζητείτο στον αγοραίο έρωτα σε σαφώς μονόπλευρες σχέσεις στις οποίες κυριαρχούσε το ενήλικο αρσενικό.
Οι σύζυγοι και κόρες των πολιτών αποκλείονταν από όλες τις δημόσιες και πνευματικές δραστηριότητες, παρέμεναν εντός της οικίας και δεν είχαν τη δυνατότητα να ασκηθούν.
Οι γυναίκες δεν μπορούσαν να κληρονομήσουν, ή να έχουν περιουσία και δεν θεωρείτο αναγκαίο να τους παρασχεθεί η στοιχειώδης εκπαίδευση.
Νεανίδα της Σπάρτης
Η κατάσταση των γυναικών στην Σπάρτη κρίνεται με βάση το σκηνικό αυτού του ουσιαστικά «εχθρικού» περιβάλλοντος, όπου οι γυναίκες θεωρούντο «κατάρα για την ανθρωπότητα» και «πανούκλα χειρότερη από πυρκαγιά ή οποιαδήποτε οχιά» (Ευριπίδης).
Οι αρχαίες Σπαρτιάτισσες δεν ήταν τόσο ελεύθερες όσο οι σύγχρονες γυναίκες.
Οι κύριοι ρόλοι τους στην κοινωνία, ήταν της συζύγου και μητέρας. Οι πατέρες επέλεγαν τους συζύγους γι’ αυτές και δεν είχαν το δικαίωμα του εκλέγειν και εκλέγεσθαι. Παρ’ όλα αυτά, απολάμβαναν τέτοιας κοινωνικής θέσης και δικαιωμάτων που ήταν «σκανδαλώδη» για το σύνολο του αρχαίου κόσμου.
Η ελευθερία και κοινωνική υπόσταση των Σπαρτιατισσών άρχιζε από την γέννησή τους.
Οι νόμοι της Σπάρτης απαιτούσαν τα θηλυκά βρέφη και παιδιά να έχουν την ίδια φροντίδα και ανατροφή, όπως τα αδέρφια τους – σε αντίθεση με άλλες Ελληνικές πόλεις, όπου τα κορίτσια είχαν περισσότερες πιθανότητες να «απορριφθούν» κατά τη γέννηση, καθότι τρεφόντουσαν με λιγότερο θρεπτικές τροφές από τους αδελφούς τους και δεν τους επιτρεπόταν να ασκηθούν.
Επιπλέον όπως και τα αδέλφια τους, τα κορίτσια στην Σπάρτη παρακολουθούσαν δημόσιο σχολείο, αν και για μικρότερο χρονικό διάστημα από ότι τα αγόρια.
Στο σχολείο είχαν τη δυνατότητα και ενθαρρύνονταν να συμμετέχουν στις αθλητικές δραστηριότητες. Αλλά όπως επισημαίνει ο Πλάτων στον Πρωταγόρα (342d) η εκπαίδευση δεν ήταν καθαρά σωματική. Στην Σπάρτη «δεν ήταν μόνο οι άνδρες αλλά και οι γυναίκες που υπερηφανεύονταν για την πνευματική καλλιέργειά τους».
Αυτό ήταν κάτι περισσότερο από απλή παιδεία…….ήταν συστηματική εκπαίδευση στη ρητορική και φιλοσοφική σκέψη.
Aρχαία Σπαρτιάτισσα σε κεραμικό 4ος αιώνας π.Χ
Όταν τα κορίτσια έφθαναν σε σεξουαλική ωριμότητα δεν βιαζόντουσαν να έλθουν σε γάμο, σε αντίθεση με τα κορίτσια στον υπόλοιπο αρχαίο κόσμο, τα οποία υπέφεραν ψυχολογικά και σωματικά, υφιστάμενα σωματικές βλάβες από το πρόωρο σεξ και συχνά πέθαιναν κατά την λοχεία.
Αντίθετα οι Σπαρτιατικοί νόμοι ανέφεραν ρητά ότι τα κορίτσια πρέπει να παντρεύονται μόνο εφόσον ήταν σε ηλικία κατάλληλη να «απολαύσουν τον έρωτα».
Η λογική ήταν απλή…..για τα νεαρά κορίτσια που δεν ήταν ακόμη έτοιμα ψυχολογικά για σεξουαλική επαφή, το σεξ αποτελούσε ουσιαστικά μια «πράξη βίας».
Είναι πολύ σημαντικό το γεγονός ότι οι Σπαρτιάτες καταδίκαζαν τη βία στο γάμο και θεωρούσαν το σεξ με παιδιά ως «πράξη βίας».
Σκηνή από Σπαρτιατικό γάμο
Επιπλέον τα κορίτσια στην Σπάρτη δεν παντρευόντουσαν πολύ μεγαλύτερους άνδρες, πρακτική η οποία ήταν συνήθης σε άλλες Ελληνικές πόλεις. Εκτιμάται ότι οι περισσότερες γυναίκες Σπαρτιάτισσες ήταν μόνο τέσσερα έως πέντε έτη νεώτερες από τους συζύγους τους.
Το δε γεγονός του ενδιαφέροντος της Σπάρτης για την γέννηση υγιών παιδιών δεν αναιρεί την προστασία των κοριτσιών από τις αρχές του γάμου.
Όλοι οι γάμοι στην αρχαία Ελλάδα αποσκοπούσαν στην τεκνοποίηση, αλλά σε άλλες πόλεις οι άνδρες ήταν πρόθυμοι να αποδεχθούν τα αναπόφευκτα υψηλότερα ποσοστά θανάτου από το σεξ με νεαρά κορίτσια.
Επειδή οι άρρενες πολίτες της Σπάρτης ήταν υποχρεωμένοι να αφιερώνουν τη ζωή τους στις στρατιωτικές και άλλες μορφές της δημόσιας υπηρεσίας, οι οικοδέσποινες της Σπάρτης φρόντιζαν τα κτήματα των συζύγων τους. Αυτό σήμαινε ότι οι Σπαρτιάτισσες έλεγχαν τον οικογενειακό πλούτο και στην πραγματικότητα, το σύνολο της αγροτικής οικονομίας (το εμπόριο και οι κατασκευές ήταν στην αρμοδιότητα των περίοικων). Ο Σπαρτιάτης πολίτης ήταν εξαρτώμενος από την απόδοση της γυναίκας του προκειμένου να πληρώσει το φαγητό και τα δίδακτρα του γιου του κατά τη διάρκεια της «αγωγής». Αυτή η οικονομική δύναμη ήταν ιδιαίτερα έντονη στην Σπάρτη, σε αντίθεση με πόλεις όπως η Αθήνα, όπου ήταν παράνομο για μια γυναίκα να ελέγχει περισσότερα χρήματα από ότι χρειάζεται για να αγοράσει ένα δοχείο σιτηρών.
Ή ταν ή επί τας…..Σπαρτιάτισσα δίνει την ασπίδα στον υιό της: πίνακας του Jean-Jacques-Francois Le Barbier (1738-1826), μουσείο Portland
Το σπουδαιότερο είναι ότι οι Σπαρτιάτισσες μπορούσαν να κληρονομήσουν και να μεταφέρουν τον πλούτο. Οι Αθηναίες αντίθετα δεν ήσαν ποτέ κληρονόμοι και όλα τα περιουσιακά στοιχεία περνούσαν στον επόμενο αρσενικό συγγενή, ο οποίος το πολύ να αναγκαζόταν να παντρευτεί την κληρονόμο, προκειμένου να διεκδικήσει την κληρονομιά – μια ρύθμιση που συχνά οδηγούσε τους άνδρες να απορρίπτουν προηγούμενη σύζυγό τους, αν και άμεμπτη, μόνο και μόνο για να οικειοποιηθούν την κληρονομιά ενός συγγενή.
Η εν λόγω οικονομική δύναμη είχε ως αποτέλεσμα την κοινωνική άνοδο των Σπαρτιατισσών.
Αυτό καταδεικνύεται σαφώς από τις σύγχρονες περιγραφές σύμφωνα με τις οποίες είχαν «άποψη» (ακόμη και πολιτική). Ο Αριστοτέλης υποστήριζε ότι «οι Σπαρτιάτες διοικούνταν από τις συζύγους τους» και ανέφερε την ελευθερία των Σπαρτιατισσών ως έναν από τους δύο λόγους για τους οποίους το Σύνταγμα της Σπάρτης ήταν κατακριτέο.
Όταν η σύζυγος του βασιλέα Λεωνίδα ρωτήθηκε γιατί οι Σπαρτιάτισσες ήταν οι μόνες γυναίκες στην Ελλάδα που «κυβερνούν» τους συζύγους τους, η Γοργώ απάντησε…..«επειδή είμαστε οι μόνες γυναίκες που γεννούν άνδρες».
Με άλλα λόγια, μόνο οι άνδρες που είχαν την αυτοπεποίθηση να δεχθούν τις γυναίκες ως ίσες ήσαν πραγματικοί άνδρες.
Το πρώτο καταγεγραμμένο ποίημα αγάπης γράφτηκε από Σπαρτιάτη ποιητή για τις Σπαρτιάτισσες κόρες.
Τραγούδι της κόρης (απόσπασμα)
Είναι άραγε εκδίκηση των θεών;
Όμως ευλογημένος είναι αυτός που περνά τη ζωή του χωρίς δάκρυα.
Αλλά εγώ πρέπει να υμνήσω το φώς της Αγιδούς.
Την βλέπω όπως τον ήλιο που λάμπει.
Όμως η αγαπημένη χορωδός δεν θα μου επιτρέψει να την επαινέσω και δεν την αδικώ.
Ξέρει ότι είναι εκθαμβωτική όπως το υπερήφανο άλογο ξεχωρίζει ανάμεσα σε κοπάδι σαν ένα φτερωτό όνειρο……………
Αλκμάνος 625 π.Χ»

Η Σπάρτη θεωρούσε τον εργένη ως ντροπή και ο πολίτης ο οποίος δεν είχε παντρευτεί, κατείχε κατώτερη κοινωνική θέση από κάποιον ο οποίος είχε αποκτήσει παιδιά.
Σε καμία άλλη αρχαία Ελληνική πόλη οι γυναίκες ήταν τόσο καλά ενταγμένες στην κοινωνία.
Είναι τελικά ένας από τους λόγους (ο βασικότερος) που η Σπάρτη μεγαλούργησε, μονοπώλησε την κυριαρχία στην αρχαία Ελλάδα και θεωρείται διαχρονικά η πόλη των ανδρείων.

Πηγή: http://spartareconsidered.blogspot.gr/

https://chilonas.com/

16 Ιανουαρίου 2018

Φαινομοιρίδες, οι "μινιφορούσες" Σπαρτιάτισσες της Αρχαιότητας.

Spartan running girl. Bronze statuette.
Spartan work, around 520 BC. British Museum
Her tunic reaches a little above the knee and her right shoulder is bare, as far as the breast.
Η γυναίκα ή το κορίτσι που φορά σχιστό φόρεμα με αποτέλεσμα να φαίνεται ο μηρός της· λέγεται κατεξοχήν για τις αρχαίες Σπαρτιάτισσες .
Ο Ξενοφώντας μας πληροφορεί, ότι οι υπόλοιποι Έλληνες και δη οι Αθηναίοι ονόμαζαν τις Λάκαινες "φαινομηρίδες", επειδή όταν γυμναζόντουσαν και συναγωνιζόντουσαν με τους άντρες, φορούσαν έξωμο χιτώνα κοντό μέχρι το γόνατο, άρραφο στα πλάγια, που τον συγκρατούσαν με περόνες που λεγόταν "περονήτις η περονατρίς" .
Όταν λοιπόν περπατούσαν η έτρεχαν σηκωνόντουσαν τα πλαϊνά του χιτώνα και φαινόντουσαν οι μηροί τους, γι' αυτό τις ονόμαζαν "φαινομηρίδες".
Η αρχαία Σπαρτιάτισσα, ήταν μια γυναίκα με πολλά προνόμια και ελευθερίες.
Από πολύ νέα γυμναζόταν μαζί με τους άντρες, εκπαιδευόταν στην μουσική και στην «ευφυά βραχυλογία», και μπορούσε να μιλάει σκωπτικά για όσους αμάρταναν και να εγκωμιάζει με ωδές τους άξιους.
Victor. Spartan female athlete. Antient Greek bronze statuette
Μεγάλωνε ήρωες, καλλιεργώντας τους την αγάπη για τα υψηλά ιδανικά, περνώντας τους μηνύματα ήθους, τιμιότητας, θάρρους, αυτοπειθαρχίας και φιλοπατρίας. 
Σύμφωνα με τον Πλούταρχο τολμηρή, αγέρωχη και αρρενωπή και μιλούσε ελεύθερα ακόμη και για τα σπουδαιότερα ζητήματα, «ήρχε δε εις τα του οίκου της απολύτως» και επεξέτεινε την ισχύ της και στα πολιτικά όταν οι άνδρες έλλειπαν στον πόλεμο.
Χαρακτηριστικός είναι ο χρησμός που έδωσε η πυθία στους Αιγιείς η όπου χαρακτηρίζει σαν τα τρία πιο όμορφα πράγματα στον κόσμο τα εξής Στράβων "Οι Ευβοείς": « Ίππον Θεσσαλικήν, Λακεδαιμονίην δε γυναίκα άνδρας θ' οι πίνουσι ύδωρ ιερής Αρεθούσης» τα Θεσσαλικά άλογα, τις Λακεδαιμόνιες γυναίκες και τους άντρες που πίνουν νερό από την ιερή κρήνη της Αρεθούσας.

Ο Αριστοφάνης περιγράφει την ομορφιά και την ρώμη τους στην "Λυσιστράτη" λέγοντας :
«Ω φιλτάτη Λάκαινα χαίρε, οίον το κάλλος, γλυκυτάτη, σου φαίνεται, ως δε ευχροείς, ως σφριγά το σώμα σου καν ταύρον άγχοις» στίχος 78,
που σε ελεύθερη μετάφραση σημαίνει:
«χαίρε αξιαγάπητη γλυκύτατη Λάκαινα, που έχεις τέτοια ομορφιά, ώστε με το υπέροχο χρώμα σου και την σφριγηλότητα του σώματός σου ακόμη και ταύρο αγχώνεις».
Ο Αθήναιος λέει ότι: «κατά την Σπάρτην θαυμάζεται μάλλον ο κάλλιστος και γυνή η καλλίστη, καλλίστας γεννώσης της Σπάρτης τας γυναίκας»
στην Σπάρτη μπορούσε κανείς να θαυμάσει τους ομορφότερους άντρες αλλά και τις πιο όμορφες γυναίκες, διότι η Σπάρτη γεννούσε τις ομορφότερες.
Ο δε Όμηρος ονομάζει την Λακεδαίμονα "καλλιγύναικα", διότι εκεί οι γυναίκες είχαν κάλλος και ρώμη.
Ο Πλούταρχος αναφέρει ότι επιβαλλόταν στις Σπαρτιάτισσες να κυκλοφορούν και γυμνές ανάμεσα στους νέους, ώστε να’ χουν κίνητρα να φροντίζουν το κάλλος του σώματός τους για να μπορούν να φέρνουν στον κόσμο όμορφα και υγιή παιδιά, και σχολιάζει :
«Η δε γύμνωσις των παρθένων ουδέν αισχρόν είχεν, αιδούς μεν παρούσης, ακρασίας δ' απούσης»
Η γύμνωση άλλωστε των παρθένων δεν είχε τίποτε το αισχρό, διότι συνυπήρχε με την ντροπή και έλλειπε κάθε ίχνος απρεπείας. Βίοι Παράλληλοι, Λυκούργος 14

Επιλογές από άρθρο της Σοφίας Παυλάκου
Eπιλογές, επεξεργασία, επιμέλεια δημοσιεύσεων/αναδημοσιεύσεων Πλωτίνος
mythagogia.blogspot.gr

19 Οκτωβρίου 2016

Λεωνίδας, ο βασιλιάς που μετέτρεψε μια μάχη σε σύμβολο της παγκόσμιας ιστορίας

Η πολεμική μηχανή που τα έβαλε στις Θερμοπύλες με 10.000 Πέρσες και πέρασε στην αιωνιότητα!

Γιατί έμειναν οι Σπαρτιάτες στις Θερμοπύλες γνωρίζοντας το ανώφελο της αυτοθυσίας τους;
Αυτό είναι το ερώτημα που πλανάται πάνω από τη θρυλική μάχη του Αυγούστου του 480 π.Χ. εδώ και αιώνες.
Ιστορικοί και σχολές σκέψης έχουν αποπειραθεί διάφορες, περισσότερο ή λιγότερο πειστικές, απαντήσεις, όποια κι αν είναι όμως η πολιτική και στρατιωτική ετυμηγορία δεν μειώνει σε τίποτα την αξία της στάσης του Λεωνίδα και τη θυσία τόσο του ίδιου όσο και των αντρών του.
Με όποιον τρόπο και για όποιον -κρυφό ή φανερό- λόγο κι αν το έκανε, δεν παύει να έπραξε ένα χρέος το οποίο θα μπορούσε να είχε αποφύγει.
Ήταν αυτή η ξεκάθαρη επιλογή του που μετράει, αυτή η ηρωική απόφαση που πήρε και έκανε την ελληνική ιστορία να μη χρειάζεται ωραιοποιήσεις και στρογγυλοποιήσεις για να αποδειχθεί πόσο μεγάλη είναι.
«Εκείνων που σκοτώθηκαν στις Θερμοπύλες ένδοξη η τύχη, ωραίος ο θάνατός τους, κι ο τάφος τους βωμός· ανάμνηση τους πρέπει και όχι γόοι κι εγκώμιο είναι γι᾽ αυτούς το μοιρολόι.
Τέτοιος εντάφιος στολισμός ποτέ τη λάμψη δε θα χάσει απ᾽ τον καιρό τον παντοδαμαστή κι ούτε σκουριά ποτέ θα τον σκεπάσει.
Στο μνήμα των αντρείων ετούτο το ιερό η δόξα της Ελλάδας έχει θρονιαστεί το μαρτυρά κι ο βασιλιάς της Σπάρτης ο Λεωνίδας, που αφήνει στολίδι πίσω του αρετής τρανό κι ένα όνομα που αμάραντο θα μείνει», μας λέει ο Σιμωνίδης ο Κείος για τον πολεμικό άθλο που παρά την ήττα, σφραγίστηκε στις συνειδήσεις της οικουμένης ως θρίαμβος της θέλησης και ορόσημο ανδρείας και πατριωτισμού.
«Ποιος από τους μεταγενέστερους», αναρωτιέται ο Διόδωρος ο Σικελιώτης, «δεν θα ζηλέψει την παλικαριά αυτών των ανθρώπων, οι οποίοι, καθώς βρέθηκαν στην αρπάγη μιας συντριπτικά υπέρτερης καταστάσεως, σωματικά υπέκυψαν, έμειναν όμως αήττητοι στην ψυχή.
Γι’ αυτό, μόνο αυτοί από όλη την ιστορία αναφέρονται».
Ήττα μεν, αλλά νίκη ηθική, που έδωσε την ψυχή και το κουράγιο στους Έλληνες να συντρίψουν τους Πέρσες στη Σαλαμίνα και τις Πλαταιές και να διώξουν τη θανάσιμη απειλή από τα εδάφη τους.
Γι’ αυτό και ο ιστορικός αντίκτυπος των Θερμοπυλών κατανοήθηκε και τραγουδήθηκε τόσο ήδη από την εποχή του, καθώς η σημασία του ήταν βαρύνουσα για το μέλλον του κοινού των Ελλήνων.
Στους τάφους των νεκρών πολεμιστών χαράχτηκαν εξάλλου τρία επιγράμματα του λυρικού ποιητή Σιμωνίδη του Κείου, ο οποίος ύμνησε και αλλού τη στάση των Λακεδαιμονίων σε κείνη τη μάχη: «Το μαύρο σύννεφο του θανάτου τους βρήκε, όμως αυτοί δεν θα πεθάνουν, αν και νεκροί, αφού η δόξα της αρετής τους επάνω θα τους ανεβάζει από τα δώματα του Άδη».
Οι Θερμοπύλες έγιναν σημείο αναφοράς για τον αρχαιοελληνικό κόσμο, αφού λίγο μετά τη μάχη ανεγέρθηκε ένας πέτρινος λέων, ως υπόμνηση στο όνομα του νεκρού σπαρτιάτη βασιλιά.
Όταν τα λείψανα του Λεωνίδα μεταφέρθηκαν στη Σπάρτη το 440 π.Χ., η ιδιαίτερα τιμητική ταφή του χαρακτηρίστηκε υπερβολική από τον Ηρόδοτο!
Ο άριστος ωστόσο της σπαρτιατικής πολιτείας είχε επαναβεβαιώσει τον ρόλο της Λακεδαιμόνας ως υπερασπιστή της ανεξαρτησίας των Ελλήνων, πριν αναλάβει η Αθήνα ηγετικό ρόλο στον αντιπερσικό αγώνα.
Το παράδειγμα των Θερμοπυλών ήταν εξάλλου τόσο επιβλητικό στη σημασία του ώστε χρησίμευε ως κάλεσμα για ηρωισμό ακόμα και στους αθηναίους ρήτορες.
Ο Λυσίας υπενθύμιζε συνεχώς τη γενναία στάση της Σπάρτης κατά τη διάρκεια των Περσικών Πολέμων και ο Λυκούργος μιλούσε για τις Θερμοπύλες ως υπόδειγμα ηρωικής αρετής, καλώντας τους Αθηναίους να αντιταχθούν με τον ίδιο τρόπο στη μακεδονική επέκταση προς τα νότια.
Ακόμα και ο Μέγας Αλέξανδρος συνέβαλε στη διαιώνιση της ανάμνησης των Θερμοπυλών, αφού ύστερα από τη νίκη του εναντίον των Περσών στον Γρανικό Ποταμό, έδωσε εντολή να σταλούν στην Αθήνα 300 περσικές πανοπλίες ως λάφυρα (σημειώνοντας πάντως στη γνωστή επιγραφή: «Αλέξανδρος, ο γιος του Φιλίππου, και οι λοιποί Έλληνες πλην Λακεδαιμονίων»).
Η κατάσταση στον ελλαδικό χώρο ήταν πια ολότελα διαφορετική από το 480 π.Χ., όταν οι Σπαρτιάτες ήταν οι αναγνωρισμένοι ηγέτες των Ελλήνων στην προσπάθεια αναχαίτισης του Ξέρξη. Παρά τις μομφές, οι Σπαρτιάτες δεν ξέχασαν ποτέ τον ήρωά τους και τον άθλο του στις Θερμοπύλες, γι’ αυτό και στα ελληνιστικά χρόνια ανέγειραν ένα ηρώο στην πόλη τους, το Λεωνίδειο, και καθιέρωσαν ετήσιες γιορτές προς τιμήν του («Λεωνίδαια»).
Η θυσία του βασιλιά Λεωνίδα Α’ και των 300 πολεμιστών του έγινε σύμβολο διαχρονικό της πατριωτικής αυτοθυσίας, της άδολης αγάπης για τον τόπο που είναι συνυφασμένη με την ίδια τη ζωή. «Ω ξειν, αγγέλλειν Λακεδαιμονίοις ότι τήδε κείμεθα τοις κείνων ρήμασι πειθόμενοι», είπε ο Σιμωνίδης και χαράχτηκε στο μνημείο που στήθηκε στις Θερμοπύλες σφραγίζοντας τη μεγαλύτερη σε συμβολική μάχη της ελληνικής αρχαιότητας…
Πρώτα χρόνια
Ο Λεωνίδας Α’ της Σπάρτης γεννιέται περί το 540 π.Χ. ως ένας από τους τέσσερις γιους του Αναξανδρίδα (από τον πρώτο του γάμο).
Η καταγωγή του μάλιστα από τη δυναστεία των Αγιαδών λεγόταν πως κρατούσε από τον Ηρακλή τον ίδιο.
Ο νεαρός υπήρξε ένας από τους ελάχιστους Σπαρτιάτες του βασιλικού οίκου που εκπαιδεύτηκε ως επαγγελματίας στρατιωτικός.
Σε αντίθεση με τους βασιλείς πριν και μετά από αυτόν, ο Λεωνίδας ολοκλήρωσε το πλήρες πρόγραμμα στρατιωτικής κατάρτισης που επιβαλλόταν στους πολίτες της Σπάρτης από την παιδική ηλικία έως και την ενήλικη ζωή και κατόπιν εφ’ όρου ζωής ως έφεδροι.
Ήταν λοιπόν έμπειρος πολεμικά και εξοικειωμένος με τους σχηματισμούς, τις τακτικές μάχης και τον οπλισμό όπως ακριβώς και οι στρατιώτες του.
Ήξερε πώς ήταν ο πόλεμος και τι σκέφτονταν οι άντρες του, όντας ταυτοχρόνως στρατιώτης και διοικητής, κάτι που του έδινε ένα σημαντικό πλεονέκτημα εδώ.
Από την ιστορία της Σπάρτης στην ύστερη αρχαϊκή περίοδο και τις σημαντικές στρατιωτικές εκστρατείες της συνάγουμε ότι ο Λεωνίδας πρέπει να πήρε μέρος σε τουλάχιστον είκοσι εκστρατείες, αποκομίζοντας πολύτιμη εμπειρία στο πεδίο της μάχης.
Μεγάλωσε εξάλλου με το άκουσμα της σπαρτιατικής πανωλεθρίας στην προσπάθειά της να εκθρονίσει τον τύραννο της Σάμου, Πολυκράτη, που τόσο κηλίδωσε το ηθικό των περήφανων Λακεδαιμονίων.
Κάποια χρόνια αργότερα άλλωστε ο ετεροθαλής αδελφός του και βασιλιάς από το 519-489 π.Χ., Κλεομένης Α’, επιδόθηκε σε μια αποτυχημένη εκστρατεία κατά της Αθήνας και μέτρησε άλλη μια ήττα, αυτή τη φορά από το θεσσαλικό ιππικό.
Ο νεαρός Λεωνίδας εμφανίζεται να παίρνει μέρος στην εκστρατεία αυτή ως απλός στρατιώτης ή κατώτερος βαθμοφόρος.
Ο Κλεομένης ανέλαβε όχι λιγότερο από τρεις ακόμα εκστρατείες εναντίον της Αθήνας στα χρόνια που ακολούθησαν, αν και ο Λεωνίδας δεν φαίνεται να παίρνει μέρος στις μικρής έκτασης επιχειρήσεις (ο Ηρόδοτος αναφέρει ότι πραγματοποιήθηκαν με μικρές δυνάμεις εθελοντών).
Η Πελοποννησιακή Συμμαχία, στην οποία είχε δώσει σάρκα και οστά ο Κλεομένης, του την έφερε όμως στην τέταρτη εισβολή του στην Αττική.
Ο Λεωνίδας ήταν σίγουρα παρών στην εκστρατεία και ανάλογα με την ακριβή ημερομηνία γέννησής του, θα μπορούσε να ήταν ήδη κατώτερος αξιωματικός.
Ήταν βέβαια ετεροθαλής αδελφός του Κλεομένη και δελφίνος του θρόνου, πρέπει να γνώριζε λοιπόν από πρώτο χέρι τις διπλωματικές περιπέτειες της Σπάρτης στην Πελοποννησιακή Συμμαχία.
Η πρώτη πραγματικά μεγάλη στρατιωτική εκστρατεία του Λεωνίδα ήταν ο πόλεμος κατά του Άργους, που κορυφώθηκε με τη δραματική νίκη των Σπαρτιατών στη Σήπεια.
Στην εν λόγω εκστρατεία συμμετείχε το σύνολο του ενεργού σπαρτιατικού στρατού, οπότε η συμμετοχή του Λεωνίδα θεωρείται σίγουρη.
Ο Κλεομένης συνέτριψε τον υπολογίσιμο αντίπαλο, δικάστηκε ωστόσο για προδοσία μετά το πέρας του πολέμου, μιας και δεν κατέλαβε το ανυπεράσπιστο Άργος μετά τη συντριβή του στρατού του.
Ο Λεωνίδας, που μπορεί να είχε παντρευτεί μέχρι τότε μια γυναίκα, αν και δεν είμαστε σίγουροι, νυμφεύεται περί το 490 π.Χ. τη Γοργώ, την πανέξυπνη κόρη του Κλεομένη, ανεβαίνοντας κάποια σκαλιά στην υπόθεση της διαδοχής.
Ο Κλεομένης αθωώθηκε μεν από την κατηγορία της δωροδοκίας, εξορίστηκε όμως και πέθανε τελικά σε φυλακή της Σπάρτης.
Αλλά και ο άλλος αδελφός του Δωριεύς σκοτώθηκε στη Σικελία οδηγώντας μια ομάδα μισθοφόρων, αφήνοντας αυτόν, τον τριτότοκο Λεωνίδα, βασιλιά της Σπάρτης το 488 π.Χ.!
Η επόμενη σημαντική στιγμή στη ζωή του Λεωνίδα ήταν η Μάχη του Μαραθώνα.
Ο Λεωνίδας οδήγησε τους 2.000 Σπαρτιάτες του σε μια δραματική πορεία καλύπτοντας την απόσταση από τη Σπάρτη στην Αθήνα σε λιγότερο από τρεις ημέρες προκειμένου να φτάσει έγκαιρα στον Μαραθώνα, αν και όπως ξέρουμε κατέφτασε μία μέρα μετά την αποφασιστική νίκη Αθηναίων και Πλαταιών.
Κατά τις πηγές, επιθεώρησε το πεδίο της μάχης πλάι στους αθηναίους διοικητές, αποκομίζοντας πολύτιμες πληροφορίες σχετικά με τους Πέρσες, τα όπλα, τις πανοπλίες και την τακτική τους.
Κυρίως όμως διαπίστωσε ότι οι έλληνες οπλίτες μπορούν να αντιπαρατεθούν στο περσικό πεζικό και ιππικό και να προκαλέσουν σημαντικές απώλειες…
Η Μάχη των Θερμοπυλών
Η κύρια πηγή των ελληνο-περσικών πολέμων είναι ο «πατέρας της Ιστορίας» Ηρόδοτος, ο οποίος αμφισβητήθηκε ήδη από την αρχαιότητα, αν και σήμερα οι ιστορικοί τον θεωρούν εν πολλοίς αξιόπιστο, εκτός ίσως από τους αριθμούς που παραθέτει.
Αξιόπιστη πηγή θεωρείται επίσης το ενδέκατο βιβλίο της «Ιστορικής Βιβλιοθήκης» του Διόδωρου του Σικελιώτη (1ος αι. π.Χ.).
Στο έβδομο βιβλίο του «Ηροδότου Ιστορία» λοιπόν, ο μεγάλος ιστορικός μάς λέει:
«Αυτή λοιπόν ήταν η θέση του Ξέρξη και του στρατού του στην Τραχινία της Μηλίδας, ενώ οι Έλληνες είχαν καταλάβει τα στενά που είναι γνωστά στους ντόπιους ως Πύλες, αυτά που οι υπόλοιποι Έλληνες ονομάζουν Θερμοπύλες».
Ο Λεωνίδας ήταν πια ένας από τους δύο βασιλείς (κατά το σύστημα της δυαδικής βασιλείας που ίσχυε στη Σπάρτη), πλάι στον Λεωτυχίδη Β’, και ζήτησε να πάει αυτός να προϋπαντήσει τους Πέρσες στις Πύλες, υπακούοντας στον χρησμό του Μαντείου των Δελφών κατά το ξεκίνημα του πολέμου που ήθελε ότι «Η πόλη της Σπάρτης θα σβηστεί από τον χάρτη ή θα θρηνήσει τον βασιλιά της».
Παρατάσσει 300 Σπαρτιάτες, 700 Θεσπιείς και μερικούς χιλιάδες ακόμα, με σκοπό να δώσει χρόνο στον υπόλοιπο ελληνικό στρατό να οργανωθεί.
Καλεί μάλιστα κοντά του μόνο όσους σπαρτιάτες πολεμιστές είχαν αγόρια, για να μη χαθεί η γενιά τους.
Ο ίδιος μπορεί να πάρει μέρος μιας και μέχρι τότε έχει αποκτήσει με τη Γοργώ τον γιο του Πλείσταρχο, γεγονός που τον καθιστούσε ισότιμο με τους τριακοσίους.
Η Μάχη των Θερμοπυλών (480 π.Χ.) διαδέχθηκε αυτή του Μαραθώνα και προηγήθηκε της Ναυμαχίας της Σαλαμίνας και της τελευταίας νικηφόρας σύγκρουσης στις Πλαταιές.
Ο Ηρόδοτος αριθμεί τον στρατό του Λεωνίδα σε 6.000 άντρες, εκ των οποίων «τριακόσιους πεζούς με βαρύ οπλισμό από τη Σπάρτη».
Ο Διόδωρος τους υπολογίζει σε 7.200.
Διαφωνία υπάρχει και για τους αντιπάλους: πάνω από πέντε εκατομμύρια αναφέρει ο Ηρόδοτος, ενώ γύρω στο ένα εκατομμύριο συν 1.200 επανδρωμένα πλοία τούς περιορίζει ο Διόδωρος.
Ο Ηρόδοτος μας λέει πάντως πως: «τα τμήματα των διάφορων ‘‘ελληνικών εθνών’’ διοικούνταν το καθένα από δικούς του αξιωματικούς, αλλά γενικός διοικητής του στρατού ήταν ο Σπαρτιάτης Λεωνίδας, που απέλαυε και του θαυμασμού όλων.
Οι τριακόσιοι άνδρες που οδήγησε στις Θερμοπύλες διαλέχτηκαν από τον ίδιο κι είχαν όλοι γιους».
Ο Ηρόδοτος μας λέει ότι ο Λεωνίδας ήταν ο προπομπός της ελληνικής δύναμης, περιμένοντας τις ενισχύσεις.
Κάτι που φωτίζει εντελώς διαφορετικά αυτό το πολυθρύλητο «τοις κείνων ρήμασι πειθόμενοι»:
«Ο Λεωνίδας κι οι τριακόσιοι άνδρες του ξεκίνησαν από τη Σπάρτη πριν το κύριο σώμα του στρατού, για να ενθαρρύνουν με την εμφάνισή τους τους άλλους συμμάχους να πολεμήσουν και να τους εμποδίσουν να αυτομολήσουν στον εχθρό, πράγμα που ήταν ικανοί να κάνουν αν έβλεπαν ότι οι Σπαρτιάτες δίσταζαν.
Είχαν σκοπό, όταν θα τελείωναν τα Κάρνεια (αυτή η γιορτή εμπόδιζε τους Σπαρτιάτες να πάνε στο πεδίο της μάχης), να αφήσουν μια φρουρά ασφαλείας στην πόλη και να ξεκινήσουν με όλο το διαθέσιμο στρατό τους.
Τα άλλα συμμαχικά κράτη αποφάσισαν να ενεργήσουν με τον ίδιο τρόπο, αφού την ίδια ακριβώς εποχή έτυχε να γίνονται οι Ολυμπιακοί Αγώνες.
Κανείς τους δεν περίμενε ότι η μάχη των Θερμοπυλών θα κρινόταν τόσο γρήγορα.
Κι αυτός ήταν ο λόγος που έστειλαν μόνο μια εμπροσθοφυλακή».
Στην προκαταρκτική απαίτηση του Ξέρξη να παραδώσει τα όπλα, ο Λεωνίδας απάντησε το περιβόητο «μολών λαβέ» και γέννησε μια μακρά ελληνική παράδοση αυταπάρνησης και αυτοθυσίας. Ο Πλούταρχος το χαρακτήρισε ως την ενδοξότερη στην ιστορία απάντηση ηγέτη.
Μερίδα ιστορικών αποδίδει την απόφαση του Λεωνίδα να παρατάξει μόνο τους 300 Σπαρτιάτες στα στενά στην εμπειρία που αποκόμισε στον Μαραθώνα, που είχε φτάσει πολύ αργά και το έφερε βαρέως.
Τώρα ήταν αποφασισμένος να «μην έλθει πολύ αργά για δεύτερη φορά», κι έτσι δεν αποκλείεται να μην ήταν αποστολή αυτοκτονίας.
Ο Λεωνίδας δεν είχε εξάλλου κανέναν λόγο να πιστεύει ότι η στρατιωτική δύναμη που είχε μετακινηθεί βόρεια δεν ήταν αρκετή για να κρατήσει το πέρασμα μέχρι η Σπάρτη και οι άλλες πόλεις να ενισχύσουν τις δυνάμεις του, μόλις έληγαν οι Ολυμπιακοί Αγώνες.
Όπως είπαμε άλλωστε, δεν είχε μαζί του μόνο 300 άνδρες, αλλά περισσότερους από 6.000 στρατιώτες, στρατεύματα περίοικων δηλαδή, συμμάχους από την Πελοποννησιακή Συμμαχία, καθώς και Θεσπιείς, Φωκείς και Θηβαίους.
Τους οποίους ανέπτυξε στρατηγικά στα στενότατα εκείνη την εποχή περάσματα των Θερμοπυλών.
Από την άλλη, είναι κάτι παραπάνω από βέβαιο ότι ο Λεωνίδας γνώριζε από το Μαντείο των Δελφών ότι η δική του μοίρα είχε σφραγιστεί.
Ήξερε πως θα πεθάνει, αλλά δεν υπήρχε κανένα σημάδι ότι ο θάνατός του θα έρθει σύντομα ή ότι θα ήταν μάταιος. Το μαντείο είχε υποσχεθεί να σώσει τη Σπάρτη αν ένας από τους βασιλιάδες της χανόταν στη μάχη.
Σήμερα έχει αμφισβητηθεί ακόμα και η ικανότητά του στη στρατηγική, λόγω κυρίως της παράλειψής του να τοποθετήσει Σπαρτιάτες στο ορεινό μονοπάτι που κατέληγε στα στενά.
Απέτυχε δηλαδή να εκτιμήσει με ακρίβεια τον κίνδυνο στα πλευρά του στρατού του, τοποθετώντας τους Φωκείς στην κρίσιμη διαδρομή.
Η άποψη αυτή δεν λαμβάνει βέβαια υπόψη της ότι ο Λεωνίδας δεν είχε την πολυτέλεια να διασπάσει την ήδη πολύ μικρή δύναμη των Σπαρτιατών του.
Η ίδια η έκβαση εξάλλου της μάχης κατά τις δύο πρώτες μέρες τον δικαιώνει απόλυτα:
εξουδετέρωσε πλήρως την αριθμητική υπεροχή των Περσών και επέτρεψε σε ένα συγκριτικά μικρό αριθμό υπερασπιστών να συγκρατήσουν τη συντριπτική δύναμη του στρατού του Ξέρξη!
Ακόμα και το περιβόητο ελίτ περσικό τάγμα των Αθανάτων σταμάτησε ο Λακεδαιμόνιος, παρασύροντάς τους σε παγίδα.
Παρά το γεγονός ότι ο Ηρόδοτος δεν αναφέρεται στις ελληνικές απώλειες των δύο πρώτων ημερών, μπορούμε να υποθέσουμε ότι δεν ήταν μεγάλες.
Εξίσου μεγάλο ήταν το κατόρθωμά του να συνενώσει τον ελληνικό συνασπισμό και να τον κάνει να συνεργαστεί άψογα κάτω από τις διαταγές του.
Ο Ηρόδοτος μας λέει ότι οι σύμμαχοι πολέμησαν με βάρδιες, ώστε τα στρατεύματα κάθε πόλης-κράτους να έχουν χρόνο να ξεκουραστούν και να φροντίσουν τους τραυματίες πριν ξαναριχτούν στη μάχη.
Εξίσου εντυπωσιακή ήταν και η αντίδραση του όταν έμαθε όχι μόνο ότι οι Πέρσες είχαν περικυκλώσει τη θέση του, αλλά και ότι οι Φωκείς είχαν οπισθοχωρήσει.
Παρά το απρόσμενο του πλήγματος και την τραγική κατάσταση στην οποία βρέθηκε την τρίτη και τελευταία μέρα της μάχης, όχι μόνο δεν πανικοβλήθηκε αλλά πήρε μια ορθολογική απόφαση:
έστειλε το μεγαλύτερο μέρος της δύναμής του έξω από το πέρασμα, ώστε να ζήσουν και να πολεμήσουν άλλη μια μέρα, διατηρώντας στις Θερμοπύλες μόνο όσους θεωρούσε απαραίτητους για να καθυστερήσει τους Πέρσες και να διαφύγει ο υπόλοιπος ελληνικός στρατός: 300 Σπαρτιάτες και 700 Θεσπιείς.
Ήταν η αγέρωχη στάση του στην τρίτη και εφιαλτική αυτή μέρα που έμοιζε πράγματι αποστολή αυτοκτονίας: περικυκλωμένος, προδομένος και σε κατάσταση απελπιστική, συνέχισε να πολεμά σαν Έλληνας προκαλώντας τρομακτικές απώλειες στον εχθρό και διατηρώντας ταυτόχρονα το ηθικό των αντρών του ακμαίο.
Την ίδια ώρα, αυτοθυσία ήταν και εκ μέρους των στρατιωτών του, οι οποίοι με τον θάνατό τους απέδειξαν την υπέρτατη αφοσίωση τόσο στον ηγέτη όσο και την πατρίδα.
Πλάι τους πέθαναν βέβαια και οι 700 Θεσπιείς του Δημόφιλου, που αρνήθηκαν επίσης να εγκαταλείψουν τον Λεωνίδα, αν και γι’ αυτούς η συλλογική μνήμη δεν έχει επιφυλάξει αντίστοιχες τιμές.
Λένε ότι δεν πέθανε ο Λεωνίδας και οι 300 του στις Θερμοπύλες, αλλά το ηθικό των Περσών ήταν αυτό που χάθηκε οριστικά στο κακοτράχαλο αυτό πέρασμα.
Τι θα γινόταν αν δεν τους πρόδιδε ο Εφιάλτης και δεν τους περικύκλωναν τελικά οι 10.000 Αθάνατοι του Υδάρνη, κανείς δεν μπορεί να πει, η μάχη δεν θα ήταν πάντως τόσο σύντομη, ανατρέποντας το σχέδιο του Λεωνίδα και των υπόλοιπων Ελλήνων.
Όσο για τον Ξέρξη, συνειδητοποίησε ότι είχε πολλούς άντρες στα χέρια του, αλλά ελάχιστους πολεμιστές.
Γι’ αυτό ίσως και μετά τη μάχη διέταξε τους στρατιώτες του να βρουν το νεκρό σώμα του Λεωνίδα και να το αποκεφαλίσουν, πράγμα αρκούντως ασυνήθιστο για τους Πέρσες, που τιμούσαν συνήθως τον εχθρό.
Κάπου σαράντα χρόνια αργότερα, τα λείψανα του λακεδαιμόνιου ήρωα επέστρεψαν στη Σπάρτη για να τιμηθούν όπως τους έπρεπε.
Κανείς από τους συγχρόνους και τους επιγόνους του δεν ξέχασε το λιοντάρι της Σπάρτης που πολέμησε με λύσσα στις Θερμοπύλες, σε αυτή την τριήμερη μάχη-σύμβολο για την παγκόσμια ιστορία…
ΠΗΓΗ

21 Σεπτεμβρίου 2016

Οι Άγνωστες Εκστρατείες του Δωριέα του Λακεδαιμόνιου


Περί το τέλος του 6ου αιώνα π.Χ. ο Αγιάδης Αναξανδρίδας, ένας από τους δύο Σπαρτιάτες βασιλείς, δυσκολευόταν να αποκτήσει τέκνα από την πρώτη σύζυγο του.
Οι Σπαρτιάτες έφοροι του επέβαλλαν να λάβει και δεύτερη σύζυγο προκειμένου να αποκτήσει διάδοχο. Από τη δεύτερη γυναίκα του ο Αναξανδρίδας απέκτησε τον Κλεομένη, ο οποίος έμελε να εξελιχθεί σε έναν από τους ικανότερους Σπαρτιάτες βασιλείς.
Ωστόσο, λίγο μετά τη γέννηση του, η πρώτη γυναίκα του Αναξανδρίδα γέννησε επίσης γιο, τον Δωριέα. Παρότι ο Δωριέας προερχόταν από την πρώτη σύζυγο, ο Κλεομένης διαδέχθηκε τον Αναξανδρίδα ως πρωτότοκος.
Ο Δωριέας, χολωμένος από την ανάληψη της εξουσίας από τον Κλεομένη, οργάνωσε αποικιστική αποστολή προκειμένου να εγκαταλείψει για πάντα τη Σπάρτη (515 π.Χ.).
Η πρώτη επιλογή του ήταν η περιοχή του ποταμού Κίνυπα στη Λιβύη. Οι άνδρες που τον ακολούθησαν αναφέρονται ως «Λακεδαιμόνιοι» και φαίνεται ότι περιελάμβαναν ελάχιστους Σπαρτιάτες πολίτες («ομοίους»).
Όσοι «όμοιοι» τον ακολούθησαν θα ήταν προσωπικοί φίλοι του, μέλη της πολιτικής φατρίας του.
Οι περισσότεροι άνδρες του προέρχονταν από άλλες κατηγορίες Λακεδαιμονίων, κυρίως από υπομείονες (έκπτωτους πολίτες, που μόλις είχαν αρχίσει να αυξάνονται), περιοίκους καθώς και από Πελοποννησίους συμμάχους.
Ένα τμήμα της Λιβύης, η Κυρηναϊκή, είχε ήδη αποικισθεί από αποίκους Λακεδαιμονίων.
Οι Κυρηναίοι προέρχονταν από τη νήσο Θήρα, μία λακωνική αποικία.
Επιπρόσθετα, κοντά στον γειτονικό ποταμό Κίνυπα υπήρχε η πόλη Οία, αναφερόμενη αργότερα ως καρχηδονιακή αποικία.
Ωστόσο η ονομασία της ανήκει σε μία θηραϊκή πόλη και επομένως ίσως ιδρύθηκε από Θηραίους ή Κυρηναίους αποίκους.
Πιθανώς οι Καρχηδόνιοι εκδίωξαν αργότερα τους Έλληνες αποίκους της λιβυκής Οίας, αποικίζοντας την με Φοίνικες.
Οι Κυρηναίοι υποστήριξαν την αποικιστική εκστρατεία του Δωριέα στη Λιβύη για

11 Σεπτεμβρίου 2016

Λυκούργος (Πλουτάρχου βίοι παράλληλοι)

ΛΥΚΟΥΡΓΟΣ
Α. Περί του Λυκούργου του νομοθέτου ουδέν εν γένει δύναται να ρηθή αναμφισβήτητον, καθ' όσον και το γένος, και η αποδημία, και ο θάνατος αυτού, και προσέτι τα περί των νόμων και του πολιτεύματος αυτού διαφόρως ιστορούνται. Διότι άλλοι μεν λέγουσιν ότι ήκμασε συγχρόνως μετά του Ιφίτου (277), και μετ' αυτού ότι διέταξε την Ολυμπιακήν ανακωχήν (278). Εκ τούτων είναι και ο φιλόσοφος Αριστοτέλης, ως απόδειξιν προτείνων τον εν Ολυμπία δίσκον (279), εφ' ού σώζεται επιγεγραμμένον και του Λυκούργου τ' όνομα. Οι δ' υπολογίζοντες τους καιρούς εκ των διαδοχών των βασιλέων της Σπάρτης, ως είναι ο Ερατοσθένης (280) και ο Απολλόδωρος (281), λέγουσιν αυτόν ικανά έτη προγενέστερον της πρώτης Ολυμπιάδος (282). Ο δε Τίμαιος (283) υποπτεύει ότι δύο Λυκούργοι υπήρξαν εις την Σπάρτην κατά διαφόρους καιρούς, και ότι και των δύο αι πράξεις απεδόθησαν εις ένα, διά την δόξαν αυτού· ότι δ' ο πρεσβύτερος έζη ουχί μακράν των καιρών του Ομήρου (284), κατά τινας δ' ότι και είδε τον Όμηρον. Και ο Ξενοφών (285) δε δίδει περί της αρχαιότητός του υπόνοιαν, λέγων ότι έζη επί των Ηρακλειδών. Και Ηρακλείδαι μεν ήσαν βεβαίως και οι έσχατοι των βασιλέων της Σπάρτης, εκείνος όμως φαίνεται θέλων Ηρακλείδας να ονομάζη μόνον τους πρώτους εκείνους και εις τον Ηρακλέα πλησιεστάτους. Αλλ' όσον και αν πλανάται ούτως η ιστορία, θα προσπαθήσωμεν να διηγηθώμεν περί του ανδρός, ακολουθούντες εξ όσων εγράφησαν τα έχοντα τας ολιγωτέρας αντιλογίας ή τους αξιοπιστοτέρους μάρτυρας.

Β. Ο Σιμωνίδης τω όντι ο ποιητής (286) λέγει ότι ο Λυκούργος είχε πατέρα ουχί τον Εύνομον, αλλά τον Πρύτανιν· και τον Λυκούργον δε και τον Εύνομον γενεαλογούσιν οι περισσότεροι ουχί κατά τούτον τον τρόπον, αλλά λέγουσιν ότι του Πατροκλέους, υιού του Αριστοδήμου (287) υιός ήτον ο Σόος, του δε Σόου ο Ευρυτίων, τούτου ο Πρύτανις, και τούτου πάλιν ο Εύνομος· του δ' Ευνόμου ο Πολυδέκτης μεν εκ πρώτης γυναικός, νεώτερος δ' ο Λυκούργος εκ της Διωνάσσης. Ως δε διηγείται ο Διευτυχίδας (288), ήτον έκτος μεν από του Πατροκλέους, ενδέκατος δε από του Ηρακλέους. Μεταξύ δε των προγόνων αυτού εθαυμάσθη προ πάντων ο Σόος, διότι κατά τους χρόνους αυτού υπεδούλωσαν οι Σπαρτιάται τους Είλωτας (289), και χώραν απέκτησαν πολλήν, αποκόψαντες αυτήν από των Αρκάδων. Λέγεται δ' ότι ο Σόος, πολιορκούμενος υπό των

3 Σεπτεμβρίου 2016

Η υπερσύγχρονη διάνοια της Σπάρτης

του ANTON POWELL
καθηγητή και προέδρου του τμήματος Κλασικών
Σπουδών του Πανεπιστημίου της Ουαλίας (Αγγλία)


Ποια κοινότητα ήταν το σχολείο της κλασικής Ελλάδας;».
Ο κάθε μορφωμένος άνθρωπος νομίζει ότι ξέρει: «Η Αθήνα, φυσικά».
Αλλά, και προς τι­μήν τους, οι αρχαίοι Αθηναίοι δεν ήταν τόσο σί­γουροι.
Γνώριζαν κάποια άλλη ελληνική πόλη, πολύ μικρότερη, της οποίας η διάνοια επισκίαζε τα αθηναϊκά όνειρα.
Ο Περικλής έκανε ό,τι μπορούσε για να εξυψώ­σει την Αθήνα και να υποβαθμίσει τη Σπάρτη.
Ο Θουκυδίδης τον κατέγραψε να ισχυρίζεται, στον Επιτάφιο του το 431/30 π.Χ., ότι η Αθήνα παρείχε της Ελλάδος παίδευσιν.
Ήταν σίγουρο ότι ο Περι­κλής εννοούσε ότι η Αθήνα με τους φιλοσόφους της και τους περίπλοκα ομιλούντες δημόσιους άν­δρες ήταν το σχολείο της Ελλάδας;
Χωρίς αμφιβο­λία θα είχε ευχαρίστως ισχυριστεί αυτό, αν ήταν η αλήθεια.
Αλλά δεν το κάνει.
Η Αθήνα, σύμφωνα μ' αυτόν, παρείχε όχι το εκπαιδευτικό πρότυπο στην Ελλάδα, αλλά έναεκπαιδευτικό πρότυπο (ό­χι την παίδευσιν αλλά απλά παίδευσιν).
Ο λόγος της περιοριστικής διατύπωσης του Περικλή είναι ό­τι η Σπάρτη επίσης χρησίμευε ως πρότυπο, και πι­θανά πιο χαρισματικό.
Οι παίδες της Σπάρτης, αντίθετα με εκείνους της Αθήνας, μορφώνονταν συστηματικά από την πολι­τεία.
Ακόμη και ο Αριστοτέλης, που δεν είχε σε ιδιαίτερη εκτίμηση τη Σπάρτη, αργότερα παραδέ­χτηκε διστακτικά ότι τιμούσε τη Σπάρτη που δεν ε­μπιστευόταν την εκπαίδευση στη γονική επιλογή, δηλαδή στην τύχη.
Οι άλλοι Έλληνες, κατά κάποιο τρόπο, διαισθάνονταν ότι η επιτυχία των αραιοκα­τοικημένων, ανοχύρωτων χωριών οφειλόταν οε ε­κείνη την εκπαίδευση.
Όμως το πώς ακριβώς η εκπαίδευση επέτρεπε στη Σπάρτη να είναι η μοναδι­κή υπερδύναμη της Ελλάδας ήταν για τους σύγ­χρονους σκεπτικιστές αντικείμενο αμφισβήτησης και μυστηρίου.
Ποιες ήταν αυτές, οι άξιες μίμησης, τεχνικές της Σπάρτης;
Η Σπάρτη χαιρόταν που έμενε μυστήριο.
Οι ικα­νότητες της θα παρέμεναν κρυφές.
Δεν είχε καμιά επιθυμία να γίνει ο δάσκαλος της Ελλάδας, αν μπορούσε να το αποφύγει. Μαθαίνουμε για ένα Σπαρτιάτη Βασιλιά, τον Αγησίλαο, που επικρίνε­ται από ένα συμπολίτη του οτι πολεμάει πολύ συ­χνά εναντίον των Θηβών και έτσι «δίδασκε τους Θηβαίους πώς να πολεμούν». Ακόμη και το γεγο­νός της σπαρτιατικής διάνοιας έπρεπε να μείνει κρυφό.
Ο βασιλιάς της Σπάρτης Αρχίδαμος καυ­χιόταν ότι ο λαός του εκπαιδευόταν να έχει έλλει­ψη κριτικής αντίληψης.
Μέχρι πρόσφατα Ευρω­παίοι μελετητές αποδέχονταν αυτή τη σπαρτιατική προπαγάνδα.
Ο Tζορτζ Φόρεστ (George Forrest), καθηγητής Ελληνικής Ιστορίας στην Οξφόρδη στο τέλος του 20ού αιώνα, έγραψε:
«Ένας πολύ ευφυής Σπαρτιάτης;
Υπήρχε τέτοιο πράγμα;
Αν όχι...».
Όμως νέα έρευνα, βασισμένη σε διορατικές αναφο­ρές των αρχαίων Ελλήνων, φέρνει στο φως τώρα τη σπαρτιατική διάνοια.
Και τα ευρήματα μαρτυρούν ότι, κατά αξιοσημείωτο τρόπο, η Σπάρτη προκατέλαβε τις σύγχρονες μεθόδους.
Σε βαθμό μοναδικό στην Ελλάδα, οι Σπαρτιάτες χρησιμοποίησαν την εξειδίκευση.
Ο Περικλής το διαισθάνθηκε αυτό.
Περιέγραψε με λαμπρά χρώ­ματα τα ποιοτικά χαρακτηριστικά που έκαναν την Αθήνα διαφορετική από τη μεγάλη αντίπαλο της.
Οι περιγραφές αυτές μπορούν να χρησιμοποιηθούν για να αποκαλύψουν τη μορφή της σκιάς της Σπάρ-της.
Εμείς οι Αθηναίοι, περηφανεύθηκε ο Περι­κλής, είμαστε ασυνήθιστα πολυτάλαντοι.
Οι πολί­τες μας μπορούν να στρέψουν με επιτυχία τα χέρια τους σε τόσο πολλά διαφορετικά πράγματα.
Με άλ­λα λόγια, οι Σπαρτιάτες ήταν περιορισμένοι ή, με τη δική μας, θετική φρασεολογία, εξειδικευμένοι.
Οι Αθηναίοι ήξεραν πώς να αυτοσχεδιάσουν, είπε ο Περικλής, ενώ οι Σπαρτιάτες ήταν κοπιαστικά εκ­παιδευμένοι.
Μ' άλλα λόγια, οι Σπαρτιάτες ήταν υ­ψηλά εκπαιδευμένοι.
Σαν τους σημερινούς ειδι­κευμένους σ’ ένα αντικείμενο, οι Σπαρτιάτες μπορεί να ήταν υπερβολικά αδαείς όταν βρίσκονταν έξω από το αντικείμενο τους.
Οι μη Σπαρτιάτες κατεδείκνυαν με ευθυμία τις συνέπειες.
Οι γυναίκες της Σπάρτης, όταν ήρθαν αντιμέτωπες με μια ε­χθρική εισβολή το 370 π.Χ., δεν φάνηκαν χρήσι­μες, όπως θα έκαναν άλλες Ελληνίδες.
Αντίθετα, είπε ο Αριστοτέλης, δημιούργησαν μεγαλύτερη σύγχυση από τον εχθρό.
Αλλά οι γυναίκες της Σπάρτης δεν είχαν εκπαιδευτεί για να βοηθούν στη μάχη.
Ήταν αθλητικά εκπαιδευμένες για να είναι δυνατές στην ανατροφή των παιδιών και για να εν­θαρρύνουν την πολεμική αρετή.
Και σ’ αυτούς τους εξειδικευμένους ρόλους είχαν τη φήμη των καλύ­τερων γυναικών στην Ελλάδα.
Η σύγχρονη ανάλυση εξειδικευμένων αθλητών εστιάζει στην επιλογή του κατάλληλου χρόνου (timing), δηλαδή σε ποια χρονική στιγμή της κούρσας δίνει ο αθλητής όλες τις δυνάμεις του.
Πα­ρομοίως, ισχύει για τους εξειδικευμένους πολιτι­κούς και τη διαχείριση των μέσων ενημέρωσης:
η επιλογή του σωστού χρόνου είναι το παν -έχουν μά­θει να δημοσιοποιούν τις άσχημες ειδήσεις όταν το κοινό είναι απορροφημένο από κάτι άλλο.
Όπως για τους αθλητές του πολέμου και για τους πολιτι­κούς, η χρήση του «timing» από τη Σπάρτη ήταν πειθαρχημένη σε βαθμό αξεπέραστο ακόμη και σήμερα.
Πρόσφατη ανάλυση έχει εξετάσει το «timing» όλων των περιπτώσεων κατά τον 5ο αιώ­να που η Σπάρτη άνοιξε ή σκόπευε ν' ανοίξει έναν επιθετικό πόλεμο κατά της Αθήνας.
Το αποτέλεσμα δημιουργεί μια εντυπωσιακή αντίληψη της σπαρ­τιατικής στρατηγικής ικανότητας. Όταν η Αθήνα εί­χε κάποια δυσκολία, για παράδειγμα όταν τα στρα­τεύματα έπρεπε να καταπνίξουν μια εξέγερση στην αυτοκρατορία της, η Σπάρτη συστηματικά εκμεταλ­λευόταν την ευκαιρία.
Το υπόδειγμα που ακολουθεί (σελ. 38) είναι κα­θαρό και εντυπωσιακό.
Κάθε φορά που η Αθήνα εί­χε μια αδυναμία κατάλληλη για εκμετάλλευση σε εποχή ειρήνης, η Σπάρτη εκμεταλλευόταν την ευ­καιρία και προσπαθούσε ν’ ανοίξει πόλεμο.
Η ε­χθρότητα της Σπάρτης κατά της Αθήνας με άλλα λόγια ήταν διαρκής.
Αλλά, δεδομένης εκείνης της ε­χθρότητας, η αυτοπειθαρχία της Σπάρτης αποδει­κνύεται τώρα πέρα για πέρα αξιοσημείωτη.
Οι Σπαρτιάτες ποτέ δεν επιτέθηκαν απλώς επειδή ή­ταν θυμωμένοι, αλλά ως εκπαιδευμένοι ειδικοί, πά­ντοτε περίμεναν συστηματικά την ευκαιρία.
Η σπαρ­τιατική πολιτική είχε μια δική της κομψότητα.
Στη Σπάρτη φαινομενικά δεν υπήρχε μέρος για βιβλία.
Ακόμη και τα μεγάλα επιχειρήματα που παραδίδονταν προφορικά απορρίπτονταν λόγω αρ­χής.
Μια ομιλία που έγινε από Σαμιώτες επικρί­θηκε περιφρονητικά σύμφωνα με τον Ηρόδοτο:
«Έχουμε ξεχάσει την αρχή της και δεν καταλαβαί­νουμε το υπόλοιπο».
Αλλά η άγνοια αυτή, που χω­ρίς αμφιβολία διογκωνόταν από τους Σπαρτιάτες, δεν προερχόταν από ηλιθιότητα.
Ήταν, και αυτή, η αντίστροφη πλευρά μιας εξειδίκευσης.
Μέτριοι στα μεγάλα επιχειρήματα, οι Σπαρτιάτες παραμένουν παγκοσμίως γνωστοί για τα μικρά επιχειρήματα: λακωνική σοφία.
Σήμερα, με την τηλεόραση να έ­χει κάνει τον κόσμο μας λιγότερο μορφωμένο και περισσότερο οπτικό, ο σπαρτιατικός τρόπος ομιλίας έχει έρθει στην επικαιρότητα με ένα καινούργιο ό­νομα, «ο ήχος που δαγκώνει».
Αλλά παράλληλα με τα αποφθέγματα τους, οι Σπαρτιάτες είχαν έναν άλλο τύπο πειθούς, έναν τύπο εμφανώς πιο σύγ­χρονο: το οπτικό σχήμα λόγου.
Ο στρατός της Σπάρτης ήταν σκηνοθετημένος με την επιδεξιότητα του Χόλιγουντ.
Η εντυπωσιακή κόμη των στρατιωτών υπήρχε για να τρομοκρατεί, έλεγε ο Ξενοφών.
Ο ευδιάκριτος κόκκινος μανδύας τραβούσε την προσοχή του εχθροί.
Το μήνυμα του μανδύα ήταν ένα μήνυμα εκφοβισμού και αυτοπε­ποίθησης:
«Αυτός δεν είναι απλά ο ενωμένος πελοποννησιακός στρατός, είναι ένας στρατός που ο­δηγείται από τους Σπαρτιάτες.
Και οι Σπαρτιάτες δεν κρύβουν τη θέση τους. θέλουν να ξέρεις που ακριβώς είναι».
Προχωρώντας προς τη μάχη υπό τον ήχο των αυλών, ο στρατός της Σπάρτης εντυπωσίαζε σαν αστραφτερή μηχανή.
Ακόμη και πριν φύγουν για τη μάχη, οι Σπαρτιάτες δημιουργούσαν ένα οπτικό σκηνικό σχεδιασμένο για να εντυπωσιάζει.
Ο Ξενοφών έγραψε γι’ αυτό το απόλυτο θέ­αμα:
«Από αυτό που μπορούσες να δεις καθώς οι στρατιώτες της Σπάρτης γυμνάζονταν και προετοίμαζαν τις πανοπλίες, αληθινά πίστευες ότι η πόλη είναι ένα πολεμικό εργαστήρι».
Αιώνες αργότερα, όταν η Σπάρτη είχε γίνει μια μικροσκοπική μονάδα στη Ρωμαϊκή Αυτοκρατορία, τα οπτικά μαθήματα συνεχίστηκαν.
Τουρίστες έρχονταν, για να παρακολουθήσουν τα αγόρια της Σπάρτης να υποφέρουν σιωπηρά, πολλές φορές να πεθαίνουν από το μαστίγωμα στον ιερό χώρο της Ορθίας Αρτέμιδος.
Το πλέον αξιομνημόνευτο ε­πιχείρημα των Σπαρτιατών παρέμενε το δικό τους σώμα, έντεχνα παρουσιαζόμενο.
Παράλληλα με την επιδέξια οπτική προπαγάνδα πήγαινε και μια άλλη πολύ γνωστή σε όλους σύγ­χρονη τεχνική.
Το μεγάλο ψέμα: πιθανά όλες οι κοινωνίες παράγουν ψεύδη.
Αλλά οι απάτες της Σπάρτης οργανώνονταν με ολοκληρωτική διάνοια.
Σήμερα μελετώνται από τους λογίους σαν μια μορ­φή τέχνης.
Δύο φορές πριν από τη μάχη Σπαρτιάτες αρχηγοί είχαν πάρει ειδήσεις για μια ήττα κάπου αλλού. Αλλά δεν έλεγαν την αλήθεια στους στρα­τιώτες.
Αντίθετα. διέταζαν έναν «αγγελιαφόρο» να έρθει στεφανωμένος, για να φέρει τα νέα για μια «νίκη». Γίνονταν θυσίες για να ευχαριστήσουν τους θεούς.
Πίστευαν ότι οι στρατιώτες ενθαρρυμένοι με ψεύτικα νέα θα πολεμούσαν καλύτερα.
Ο Ξενοφών, ένας θαυμαστής της Σπάρτης, αρεσκόταν να πιστεύ­ει ότι τον καιρό της ειρήνης η Σπάρτη ήταν αυστη­ρά τίμια στη διπλωματία της.
«Αλλά ένας Σπαρτιάτης βασιλιάς», έγραφε περήφανα ο Ξενοφών, «απ' τη στιγμή που κηρυσσόταν ο πόλεμος, και η εξα­πάτηση γινόταν αποδεκτή στη θρησκεία, υπερτε­ρούσε εξ ολοκλήρου του εχθρού του σε δόλο».
Παραδοσιακά, η μελέτη της Σπάρτης έχει νο­σηρά διαχωριστεί μεταξύ αντιπάλων Ζηλωτών.
Οι υποστηρικτές των δικτατοριών του 20ού αιώνα θαύμαζαν τη Σπάρτη για την ήπια κυριαρχία της, τη σύνθλιψη του ακατάλληλου ατόμου.
Οι ερα­στές της ελευθερίας ένιωθαν φρίκη με τις μεθό­δους της.
Καμία πλευρά δεν μπόρεσε να ερευνή­σει ήρεμα την ικανότητα της Σπάρτης να πετυχαί­νει τους σκοπούς της.
Ισως μόνο τώρα, σε μια καλ­λιεργημένη αλλά όλο πιο πολύ οπτική κοινωνία, να μπορέσουμε να κοιτάξουμε πιο βαθιά, με κα­τανόηση αλλά όχι πλήρη θαυμασμό, το σκοτεινό πλανήτη που επισκίασε τον αθηναϊκό ήλιο.
Μετάφραση: Χρήστος Σταθάτος

Λυκούργος της Σπάρτης - Έργο και Νομοθεσία


Κατά τη διάρκεια του 8ου, 7ου και 6ου π.Χ, αιώνα κυριαρχούσα πολιτεία στην Ελλάδα ήταν η Σπάρτη.
Το καθεστώς της Σπάρτης αποδιδόταν στον Λυκούργο και οι κανόνες του συστήματος ονομάζονται «οι νόμοι του Λυκούργου».
Η λέξη νόμος μπορεί να μεταφραστεί «law», αν και έχει πλατύτερη έννοια απ' ό,τί αυτή η αγγλική λέξη. Περιλαμβάνει συνήθειες και έθιμα, που πρέπει ή δεν πρέπει να τηρηθούν, έστω και αν δεν ορίζονται με διάταξη ή δεν επιβάλλονται από τη δημόσια αρχή.
Όταν οι νόμοι της Σπάρτης αποδίδονται στον Λυκούργο, αυτό που εννοείται είναι ότι ο Λυκούργος διετύπωσε κανόνες και αξίωσε από τους Σπαρτιάτες να τους τηρήσουν: «εφύλαξε ταύτα μη παραβαίνειν», «σιγούρεψε ότι δεν θα τους παρέβαιναν» (Ηροδ. 1.65.5).
Το μυστικό της Πολιτείας της Σπάρτης, ήταν η παιδεία που παρείχε στα τέκνα της.
Όσο κρατήθηκε «ζωντανή» η Μεγάλη Ρήτρα του Λυκούργου και οι παραδόσεις της Σπάρτης, κανείς ξένος κατακτητής δεν κατάφερε να πατήσει το πόδι του στην Σπάρτη.
Πάντοτε προκαλούσε την απορία αλλά και τον φθόνο των υπολοίπων, πως κατάφεραν αυτά τα πέντε πλινθόκτιστα χωριά (που αποτελούσαν την πόλη της Σπάρτης), τα οποία δεν περιβάλλονταν από προστατευτικό τείχος, η μοναδική πόλη όχι μόνο στον Ελληνικό κόσμο αλλά και στα πολιτισμένα έθνη της Μεσογείου και της Ασίας που δεν διέθετε έστω μια υποτυπώδη οχύρωση, να ηγούνται όλων για μεγάλο χρονικό διάστημα.
Η ΜΕΓΑΛΗ ΡΗΤΡΑ ΤΟΥ ΛΥΚΟΥΡΓΟΥ
Οι Δωριείς της Σπάρτης άρχισαν κυρίως να επεκτείνονται μετά την εποχή του Λυκούργου.
Η Πολιτεία της Σπάρτης οφείλει πολλά από το ένδοξο μεγαλείο της στους νόμους που θέσπισε ο Λυκούργος για τους Λακεδαιμονίους.
Ωστόσο, την ευνομία που ευλαβικά προσέφερε στην Πολιτεία την πλήρωσε με την αγανάκτηση των πλούσιων πολιτών της, και λίγο έλειψε με την ίδια του τη ζωή.
Αναφέρεται χαρακτηριστικά στη βιογραφία του, που παραθέτει ο Πλούταρχος, το χτύπημα που δέχτηκε ο Λυκούργος στο πρόσωπο, από την βακτηρία του πλούσιου Σπαρτιάτη Άλκανδρου έπειτα από καταδίωξη.
"Ο Λυκούργος λίγο έλειψε να χάσει το ένα μάτι του, αλλά μπόρεσε να θεραπευτεί χάρη στην Αθηνά οφθαλμίτιδα, «Οπτιλλέτιν», γιατί οι Λάκωνες Δωριείς λέγουν τους οφθαλμούς οπτίλους και στην οποία ίδρυσε το ομώνυμο ιερό για να την ευχαριστήσει" (Πλούτ. Λυκ. 116. 55-56).
Ο Λυκούργος έζησε το πιθανότερο κατά τον 8ο αιώνα.
Κατά τον Ηρόδοτο υπήρξε επίτροπος του βασιλέως Λεωβώτου και καταγόταν από τον κλάδο των Αγιαδών.
Αντίθετα ο Αριστοτέλης (Αριστ. Πολ. Β. 10-15), τον παρουσιάζει ως επίτροπο του βασιλέως Χαρίλλου ή Χαρίλαου, έλκοντας έτσι την καταγωγή του από το γένος των Ευρυπωντιδών.
Κανείς όμως εκ των δύο προαναφερθέντων δεν αμφισβητεί την ιστορικότητα του νομοθέτη.
Ο Πλούταρχος (Λυκ. 6), έρχεται έπειτα να βάλει και αυτός την υπογραφή του στην ιστορικότητα του Λυκούργου (όταν καταγράφοντας την Μεγάλη Ρήτρα), λέει πως καλούσε λαοσυνάξεις (Απέλλα), από καιρό σε καιρό (σε τακτικά δηλαδή διαστήματα), στο μέρος που είναι ανάμεσα στην γέφυρα Βάβυκα και τον ποταμό Κνακίωνα, το σημερινό δηλαδή ρέμα της Μαγούλας ή αλλιώς Τριπιώτικο ποτάμι.
Ο Λυκούργος όρισε ακόμη με την Ρήτρα του τη συνεδρίαση της Απέλλας κάθε πανσέληνο.
Ο Πλάτων επίσης θαύμαζε και επικροτούσε τους νόμους του, πιστεύοντας πως είναι θεϊκής προελεύσεως. Ακόμη και αρκετοί στωϊκοί φιλόσοφοι έδωσαν πίστη στον «μύθο» για την νομοθεσία του Λυκούργου.
Ένας από αυτούς που ήταν θαυμαστής του αρχαίου μεγαλείου της Σπάρτης (και είχε ο ίδιος προσωπικά μυήσει στη στωϊκή φιλοσοφία τους μεταρρυθμιστές βασιλείς Άγι τον Δ΄ και τον Κλεομένη τον Γ΄), ο φιλόσοφος Σφαίρος ο Βορυσθενίτης, σε δύο μελέτες του, Περί της Λακεδαιμονίων Πολιτείας και Περί Λυκούργου και Σωκράτους, πρόβαλε το Λυκούργειο πολίτευμα, ως το πολίτευμα που θα φέρει την ευτυχία στους ανθρώπους.
Υπάρχει επίσης μια πλειάδα αρχαίων συγγραφέων που παραδέχονται την ιστορικότητα του Λυκούργου, ανάμεσα σε αυτούς συγκαταλέγονται οι Τίμαιος, Φύλαρχος, Διόδωρος, Ερατοσθένης, Απολλόδωρος, Σιμωνίδης, Διευτυχίδας.
Για να θεσπίσει τους νόμους του ο Λυκούργος θα ακολουθήσει και θα σεβαστεί πολλές από τις ήδη υπάρχουσες παραδόσεις και θεσμούς των Σπαρτιατών, όπως για παράδειγμα τον θεσμό της διπλής βασιλείας που προϋπήρξε όπως και η διανομή της κατακτηθείσης από τους Δωριείς γης σε κλήρους. Με τη ρήτρα του χώρισε την γη των Λακεδαιμονίων σε ίσους κλήρους, ίσους σε παραγωγική απόδοση το κυριότερο όμως είναι πως τους έκανε αναπαλλοτρίωτους, δηλαδή, ο κάτοχος του κλήρου δεν είχε το δικαίωμα να πωλήσει τον κλήρο του, γιατί ανήκε στην Πολιτεία των Σπαρτιατών.
Ο θεσμός των εφόρων πιστεύεται από τους σύγχρονους ιστορικούς, πως είναι πολύ μεταγενέστερος της Ρήτρας του Λυκούργου (Ηρόδ. Ιστ. Α΄. 65).
Κατά τις εκστρατείες οι έφοροι (δύο των αριθμό), ήταν τα «μάτια της ρήτρας του Λυκούργου», χωρίς το δικαίωμα της επεμβάσεως. Βασικό τους μέλημα ήταν να ελέγχουν εάν τηρούνταν οι νόμοι του Λυκούργου.
Ένα παλίμψηστο του Βατικανού (Βατ. Ελληνικά, 2306), το οποίο αναφέρεται στις δικονομικές διαδικασίες των Λακεδαιμονίων, βεβαιώθηκε από τον J. J. Keaney “Theophrastus Greek Judicial Procedure”, ως γνήσιο και εκδόθηκε πολλές φορές, πιστοποιώντας πως: «Η Γερουσία, οι δύο βασιλείς και οι έφοροι συμπράττουν στην άσκηση της Δικαιοσύνης» (Richers 2001).
Επίσης οι έφοροι διαθέτουν δικό τους κατασκοπευτικό δίκτυο. Από την πρώιμη κλασική εποχή και μεταγενέστερα «οι έφοροι είναι υπεύθυνοι για την αστυνόμευση σε όλη την επικράτεια των Λακεδαιμονίων», (Cristien 2001).
Ανέκαθεν οι Σπαρτιάτες κοιτούσαν με νοσταλγία το παρελθόν, τον καιρό που έζησε ο νομοθέτης τους, αναπολώντας την ευνομία των παρελθόντων ετών.
Τον Λυκούργο τίμησαν ως ημίθεο και τον περιέβαλαν με συμβολικές μορφές, τελούσαν δε προς τιμήν του ειδική ενιαύσιο εορτή τα Λυκούργεια.
Στην πόλη της Σπάρτης υπήρχε και ναός του νομοθέτη, πίσω από τον οποίο βρισκόταν ο τάφος του υιού του Ευκόσμου.
Όπως σχολιάζει ο Ξενοφών οι νόμοι του Λυκούργου, αν και γράφτηκαν στην απώτατη αρχαιότητα, ήταν πάντα επίκαιροι.
Εμπνεύστηκαν από τον νομοθέτη την εποχή των πρώτων απογόνων των Ηρακλειδών και μέχρι τις ημέρες του Ξενοφώντος ήταν «ζωντανοί» και κατάλληλοι για όλες τις περιστάσεις.
Οι νόμοι του Λυκούργου γαλουχούσαν τους αρχιστράτηγους – πολέμαρχους ώστε να έχουν κοντά στο μαχητικό και στρατηγικό πνεύμα.
Πολλοί από τους νόμους που είχε θεσπίσει ο Λυκούργος ήταν δυσδιάκριτοι ανάμεσα στις παραδόσεις των Σπαρτιατών.
Στην προ Λυκούργου εποχή, υπάρχουν αναφορές πως οι Σπαρτιάτες πλούτιζαν από το εμπόριο και ανθούσε η βιοτεχνία, καλλιεργούνταν δε συστηματικά οι καλές τέχνες.
Η Μεγάλη Ρήτρα του Λυκούργου σφυρηλατεί την ιδανική Πολιτεία.
Ο Λυκούργος για να προστατεύσει τους ευπατρίδες και τις οικογένειές τους (ενώ παράλληλα θα θελήσει να κρατήσει το στράτευμα των Σπαρτιατών αλώβητο), θα περάσει στην εφαρμογή αυτών των μέτρων για να τους διασφαλίσει.
Ο νομοθέτης προσπάθησε να δομήσει κατά τέτοιον τρόπο την κοινωνία της πόλεως, ώστε η καθημερινότητά τους να περιστρέφεται γύρω απ’ την ζωή της τιμής.
Ο Σπαρτιάτης με γνώμονα την πολεμική αρετή ξεκινούσε έναν μεγάλο κύκλο, εκπαιδεύσεως που είχε ως αφετηρία του την παιδική ηλικία των επτά ετών.
Ο νομοθέτης βρέθηκε μεταξύ σφύρας και άκμονος, όταν προσπάθησε να επιβάλει στην Πολιτεία τα νέα του νομοσχέδια (Μεγάλη Ρήτρα), με στόχο, ο πολίτης της Σπάρτης όταν συμπλήρωνε τα τριάντα του έτη να έχει πλήρη πολιτικά δικαιώματα, ώστε να μπορεί, με την αξία του πλέον, να διεκδικήσει κάθε στρατιωτικό και πολιτικό αξίωμα […].
Μόλις στα είκοσι του έτη ο νέος της Σπάρτης ήταν απόφοιτος της μοναδικής για την εποχή, Ακαδημίας του Πολέμου και γινόταν μέλος μιας από τις φοβερότερες πολεμικές μηχανές που υπήρξαν ποτέ, με παγκόσμια φήμη.
Κύριος προσανατολισμός του Λυκούργου ήταν να δημιουργήσει καλούς και αγαθούς πολίτες, δηλαδή ανδρείους, καταδικάζοντας την μαλθακότητα και την πολυτέλεια, με τη λογική πως για να φθάσει στο επιθυμητό αποτέλεσμα ο πολίτης, πρέπει να αφιερωθεί εξολοκλήρου στον τρόπο ζωής που ήθελε να εφαρμόσει για τους Σπαρτιάτες.
Η εξοικονόμηση ελεύθερου χρόνου, επιτεύχθηκε χάρη στην Ρήτρα του Λυκούργου, που είδε πως κάποιος εργαζόμενος σε οποιαδήποτε εργασία, δεν θα μπορούσε ακόμη και αν το ήθελε να γυμνάζει συγχρόνως και το πνεύμα του.
Συν τοις άλλοις, επέβαλε την απαραίτητη πειθαρχία στο στράτευμα, ώστε να δημιουργηθεί ένας στρατός πρότυπο.
Το κυνήγι εθεωρείτο μια πολύ ευχάριστη απασχόληση για τον ομοίο.
Οι πηγές καταγράφουν την εισαγωγή του σιδερένιου νομίσματος από τον Λυκούργο.
Από τον Ξενοφώντα διαβάζουμε:
«Διότι πρώτον με τοιούτον όρισε νόμισμα, του οποίου και δέκα μόνον μνων αξίας αν εις την οικίαν μετακομιστεί, δεν θα μείνει απαρατήτητον ούτε από τους κυρίους ούτε από τους δούλους, επειδή και τόπον πολύν θα χρειαστεί και άμαξαν προς μεταφοράν (Λακ. Πολ. VII. 5).
«Εις την Σπάρτη όμως ο Λυκούργος απαγόρευσεν εις τους ελευθέρους πολίτας όλα τα είδη του χρηματισμού, ως μόνην δ’ εργασία των διέταξε να θεωρούν όσα εξασφαλίζουν την ελευθερία των πόλεων», (Ξεν. Λακ. Πολ. VII. 2).

Οι είλωτες αν και δεν ήταν ομοίοι δηλαδή πολίτες της πόλεως της Σπάρτης και συνεπώς δεν είχαν πολιτικά δικαιώματα και λόγο ή βήμα αν θέλετε, στην Απέλλα για όσα διαδραματίζονταν, εν τούτοις ήταν ένα πολύ ισχυρό κομμάτι στο πολιτικό ψηφιδωτό που είχε δημιουργήσει ο Λυκούργος.
Παραδίδεται επίσης από τον Ξενοφώντα πως ο Λυκούργος ήταν αυτός που συνέταξε και τους κανονισμούς για τη μάχη των εφήβων (στον Πλατανιστά).
Στη «μάχη» αυτή χωρίς όπλα, η οποία ήταν καθοριστικής σημασίας αλλά και ένας σημαντικός σταθμός στην εξέλιξη της ενηλικίωσης.Η «καρτερία» ήταν μια δοκιμασία επιδείξεως της αντοχής στον πόνο δημοσίως.
Θεωρείται πως εισηγητής της τελετής της διαμαστιγώσεως (αγώνας καρτερίας), ήταν ο Λυκούργος.
Σίγουρα αυτό το μυστηριώδες πρόσωπο ο Λυκούργος, που η ύπαρξή του οριοβατεί ανάμεσα στον μύθο και την πραγματικότητα, θα πρέπει να είχε μελετήσει επί μακρόν την συμπεριφορά του λύκου και της κοινωνίας του, πριν συντάξει την Μεγάλη Ρήτρα.
Άλλωστε και το όνομά του μήπως δεν παραπέμπει εκεί, κατά μια εκδοχή; Λυκούργος < λύκος + έργον>.
Επικρατέστερη άποψη βέβαια είναι το θέμα της λέξεως λυκ να προέρχεται από το ουσιαστικό λύκη, «πρωινό φως, χάραμα», συνεπώς πρέπει να εξεταστεί σοβαρά και η πιθανότητα να προέρχεται από το ουσιαστικό λυκαεργός – λυκούργειος, ο εργαζόμενος λαμπρά έργα.
Η Πυθία κατά την επίσκεψη του Λυκούργου στους Δελφούς τον είχε προσφωνήσει ως Λυκόεργε, Λυκόεργο, που ήταν επίθετα του Απόλλωνος, (Ηρόδ. Ιστορίαι. Α΄. 65).
Ο λύκος δημιουργός, ο αρχιτέκτων, ο σοφός, Sol Invictus.
Οι ομοίοι με την ενηλικίωσή τους στελέχωναν τις δωδεκαμελείς ομάδες που ονομάζονταν συσκηνίες.
Προφανώς, επειδή έμεναν μαζί σε σκηνές ή ιδιαίτερα οικήματα.
Αρκετοί από τους θεσμούς της συντηρητικής όπως νομίζεται Σπάρτης, όπως ήταν και αυτός της συσκηνίας προέρχονταν από μια παλιά παράδοση, ίσως όχι έτσι οργανωμένοι και δομημένοι, αφού θεωρείται έργο και αυτό του Λυκούργου.
Μόνο μετά την συμπλήρωση του τριακοστού έτους της ηλικίας τους οι ομοίοι μπορούσαν να δειπνούν και να κοιμούνται στις οικίες τους με τις γυναίκες τους κάποιες ημέρες το χρόνο.
Και αυτό για τον Λυκούργο είχε σίγουρα παιδαγωγικό σκοπό, που είχε να κάνει μάλλον με την
συζυγική διαγωγή και συμπεριφορά.Ο Λυκούργος πιστεύοντας στην ευγονία των πολιτών, τους επέβαλε να γυμνάζονται.
Εκτός των νέων και οι νέες της Σπάρτης ακολουθούσαν ένα πρόγραμμα αγωγής, ώστε εκτός των άλλων ωφελειών που είχαν, να τεκνοποιούν υγιή παιδιά.
Ο Λυκούργος κατάφερε ώστε οι Σπαρτιάτες να έχουν φίλαθλο και ηρωικό πνεύμα.
Λέγεται πως ο Λυκούργος επέβαλε μέσα από την Ρήτρα άπαντες οι πολίτες της Σπάρτης να τρέφουν μακριά (μαλλιά) κόμη.
Ο Λυκούργος όπως αναφέρεται στην Μεγάλη Ρήτρα εισηγήθηκε τον ερυθρό τρίβωνα, επειδή έβλεπε πως η απόχρωση αυτή ήταν ιδανικότερη για τους άνδρες, που έχουν ως στόχο να νικούν στο πεδίο της μάχης.
Ο ίδιος ο Λυκούργος, αναφέρεται πως είχε απαντήσει, όταν τον ρώτησαν γιατί όρισε την συχνή μετακίνηση του στρατοπέδου: «Για να προκαλούμε περισσότερο κακό στους εχθρούς», (Πλούτ. Ηθικά. 24. Λυκούργος).
Αλλά και στην Λακεδαίμονα μπορεί να παρατηρήσει κανείς πως υπάρχουν πανάρχαιες αναπαραστάσεις των Διοσκούρων, ως ιππέων.
Μήπως συνάμα αποτυπώνουν την αριστοκρατική τάξη των ιππέων στην προ Λυκούργου εποχή; Υπάρχει μεγάλη πιθανότητα ο τιμητικός τίτλος ιππείς να αντανακλά στη μνήμη μιας ιδιαίτερης τάξης ευγενών, που στο παρελθόν, ίσως προ Λυκούργου υπήρξαν έξοχο ιππικό σώμα.
Η θρυλική επανίδρυση της Σπάρτης στις όχθες του Ευρώτα από τον Λυκούργο σηματοδότησε μια σειρά από κοσμογονικές αλλαγές, οι οποίες με την σειρά τους θα επηρεάσουν αλυσιδωτά και ριζικά, πολιτικά συστήματα σε πολλές χρονικές περιόδους.
Ο νομοθέτης Λυκούργος, δημιουργώντας με τις ρήτρες του μια ισορροπία εξουσιών, μεταξύ των αριστοκρατικών φατριών της πόλεως, συγχρόνως θα σημάνει την στρατιωτική πρωτοκαθεδρία της Σπάρτης.

Πηγή: Δημήτριος Θ. Κατσούλης, Εκδόσεις Παύλος, Αθήνα 2010

Τὸ ἄρθρο, δὲν ἀναφέρει γιὰ τὴν πρωτοποριακὴ του ρύθμιση
  • νὰ ἐπιτρέπεται στὶς Σπαρτιάτισσες νὰ κάνουν παιδὶ μὲ ὅποιον Σπαρτιάτη πολίτη θεωροῦσαν αὐτὲς καταλληλότερο ἀσχέτως τοῦ συζύγου τους.
  • Οὔτε ὅτι καθιέρωσε τὴν θέα τοῦ γυμνοῦ γυναικείου σώματος (στὸν ἀθλητισμό) ὥστε νὰ συνηθίζουν σὲ αὐτὸ τὰ ἀγόρια ἀπὸ νωρίς.
  • Οὔτε ὅτι χάρη στὸν Λυκοῦργο ἔχουμε τὸ πρῶτο ...μίνι τῆς ἱστορίας (λόγῳ ἀθλητισμοῦ τῶν γυναικῶν), ἐξ οὖ καὶ ἡ περίφημη προσωνυμία τῶν Σπαρτιατισσῶν ὡς "φαινομηρίδες"!
ellinikoarxeio.com

9 Νοεμβρίου 2015

Πυρρίχιος: Ο Πολεμικός χορός των Αρχαίων Ελλήνων

Για πολλούς αιώνες η φλόγα του πυρρίχιου έκαιγε άσβεστη.
Ο χορός χορευόταν σε μεγάλες γιορτές όπως αυτή των Παναθηναίων αλλά και αποτελούσε μέρος της στρατιωτικής εκπαίδευσης των αρχαίων Ελλήνων.
Οι Σπαρτιάτες ξεκινούσαν την εκμάθησή του από τα πέντε τους χρόνια.
Όπως γνωρίζουμε ήταν οι πρώτοι που πριν αναχωρήσουν για τον πόλεμο ή λίγο πριν την μάχη, αλλά και κατά την διάρκεια των πολεμικών αναμετρήσεων, ασκούνταν και μάθαιναν να χορεύουν τον χορό αυτό με όπλα, τόξα, ασπίδες και δόρατα για να μπορούν να είναι νικητές.
Οι χορευτές-πολεμιστές που έφεραν πολεμική εξάρτυση ήταν χωρισμένοι και κατανεμημένοι σε δύο συμπλέγματα, τους επιτιθέμενους και τους αμυνόμενους και μιμούνταν τις κινήσεις των πολεμιστών την ώρα της μάχης.
Οι Μακεδόνες τον ανήγαγαν σε χορό των δυνατών και τον αγάπησαν τόσο που ονομάστηκαν πυρριχιστές.
Στην επιστροφή των Ελλήνων πολεμιστών από την Περσία το 400 π.Χ. ο Ξενοφών περιγράφει τον Ελληνικό Πόντο και ιδιαίτερα τη γιορτή που οργάνωσαν οι κάτοικοι της Κερασούντας και των Κοτυώρων και φυσικά τον πυρρίχιο που χορεύτηκε σε αυτή.
Ας σημειωθεί ότι ο Ξενοφών αναφέρει πως τον πυρρίχιο χορό χόρεψαν όχι μόνο άνδρες αλλά και γυναίκες, κάτι που δεν ήταν ασυνήθιστο τότε.
ΠΥΡΡΙΧΙΟΣ ΧΟΡΟΣ ΣΕΡΡΑ
Τον πυρρίχιο διασώζουν σήμερα οι Πόντιοι και τον ονομάζουν και Σέρρα από τον ποταμό Σέρρα, ανατολικά της Τραπεζούντας.
Κατά τον καθηγητή Ευγ. Δρεπανίδη προήλθε από τη φράση “όρχησις εις ιερά” και από αυτό Σιέρα-Σέρρα.
Στον χορό Σέρρα δείχνει ο χορευτής την τέχνη του.
Στην αρχή η κίνηση του χορού είναι αργή.
ΑΤΣΑΠΑΤ λέγεται το αργό μέρος του.
Πάντα με το κεφάλι ψηλά οι χορευτές εκτελούν το κάθε βήμα.
Είναι χαρακτηριστικές οι κινήσεις των ώμων.
Στο δεύτερο μέρος του χορού βλέπουμε τον ρυθμό να ανεβαίνει. Και εκεί οι χορευτές κρατούν το κεφάλι τους ψηλά.
Το δεύτερο μέρος του χορού ονομάζεται ΤΡΟΜΑΧΤΟΝ.
Παλαιότερα η Σέρρα χορεύονταν κυκλικά ενώ σήμερα την βλέπουμε να χορεύεται με τους χορευτές σε ευθεία παράταξη.
Οι παραλλαγές του χορού πολλές, μαρτυρούν το πέρασμά του μέσα από το χώρο και χρόνο και το συναπάντημά του με το σήμερα.
Αυτό που δεν άλλαξε και έφτασε αναλλοίωτο ως εμάς είναι η ίδια η ουσία του χορού, η εσωτερική διονυσιακή του δύναμη που κατορθώνει να μεταλλάξει την ενεργειακή υπόσταση του χορευτή παρασύροντάς τον “σε έναν τόπο με ανέμους που ξεριζώνουν πέτρες και λυγίζουν κορμιά….”