Η συμμετοχή των Μανιατώνστην επανάσταση της Βλαχίας από τον Υψηλάντη όπως εμφανίζεται από διασωθείσα επιστολή στο αρχείο Τζανετάκη.
Την Ευγενία σου καπετάν Γιωργάκη ασπάζομαι
Την σήμερον πήρα το γράμμα της αφεντιάς σου και με ευχαρίστησε η καλή σας υγεία σας. Είδα να γράφης για τον πρίτζιπα και να μ΄εξουσιάζης να νιτεριαστώ(κάνω συμφωνία) για λόγου σου με την αφεντιά του. Αυτά μηνεύονται για το πολυκαιρινό που μου γράφεις, αλλέως μάθε ότι φωτιά χιούθη στη φυλή μας και χάθημε. Οί Μόσκοβοι πατήσανε τις υποσκέσες τους και κάμασι ψυχαδερφοσύνη με τους άπιστους. Το λοιπόν τις προάλλες, ο Υψηλότατος πρίτζιπας μας θ΄αγροικηθή από την αφεντιά σου, σήκωσε παντιέρα(επαναστάτησε) και ξέγραψε τη πόρτα από τη Βασιλεύουσα και από την Ελλαδική γρεκιά. Από το κάμωμα του πρίτζιπα, πολύ κακοφανισμός(δυσαρεστήθηκε) του Σουλτάνου και του Οφφικιάλουνε(αξιωματούχοι) και λοβό(άσχημο) φέρσιμο, και κινήσασι λεφούσια να πιούσι γρέκικο αίμα και να μας ερημάξουσι. Κάνασι γραφή και στο Μόσκοβι(Ρωσία).
Τις προάλλες βαρέθημε στη Βλαχία, κείνοι μερμήγκια(πολλοί) , μας φάγασι, τα παιδιά του ιερού ορδίου ξεκληρήθηνα(διαλυθήκανε), τα πλειώτερα χαντακωμένα και ψυχομαχητό και αγκομαχητό, πόνος καρδιάς. Ο καπετάν Γιωργάκης και καπετάν Θανάσης χάθηκαν(σκοτώθηκαν). Τον καπετάν Φαρμάκη τον εφάγασι με χωσία(ενέδρα) του ποσκέθηνα(υποσχέθηκαν) λευτεριά, πίστεψε, βγήκε και τον εφάγασι άτιμα. Χάθηνα στο στέκο του τόπου και ο Αναγνώστης ο Μπεηζαντάκος Παναγιωτάκης. Τρείς λαβωματιές στο κεφάλι ο δάσκαλος. Βολίμι στην γκαρδιά ο Θοδωρής Ξαρχάκος, και λαβώθηνα ο καπετάν Τζωρτζάκης Γρηγοριάνος από το ιερό ορδί(ιερός λόχος) του πρίτζιπα. Λαβώθη με βολίμι πέρα περού(διαμπερές) στα νεφρά κατάψαχνα(στο ψαχνό) και έναι στα ρούχα(είναι στο κρεβάτι).Ο Καβαλιεράκης τον έκοψε ζαλωτα(τον πήρε στην πλάτη) μέχρι το σταυρί γιατήτανε αμετασάλοτος(δεν μπορούσε να περπατήση). Ο καλόγερος τούβαλε αλοιφή και πάει καλειώτερα η λαβωμιά. Αν δεν τον εσήκωνε ο Κωσταντής, πήγαινε μαγκουφιασμένος(παρατημένος μόνος). Οί λυσσσιάριδες άπιστοι σκιούζανε(έσκιζαν) τους λαβωμένους και πατούσασι στα κορμιά τους. Κατάκαψέ τους Άγιε Χριστέ με φωτιά και πυρί. Ο Παπαχρήστος είχενε φαγωμένους πολλούς κι ένα οφφικιάλο, λαβώθη ξόπετσα(ξόφαλτσα). Ο Δημητράκης Ντερεβάκος λαβώθη. Τον εφέραμε κουβαλητά με τον Γιώργη Θωμιάκο, δεν βάσταξε, ξεψύχησε οχτές, μούγκριζε από τα κοψίματα, τον εθάψαμε.Είχε βολίμια δύο στην κιουλιά(κοιλιά) και τόνα έπιασε μπόχα(μολύνθηκε). Τούβαλε ο καλόγερος φασκιά(επίδεσμος), μαζεύτηνα χαημός σκουλίκια, δε σώθη, εκάηνα τα σωτικά(σωθικά) του.Μ΄άφησε μια μπιστόλα , δύο ασημοπάτρονα(τουφέκια) κ΄ένα χατζάρι τούρκικο να τα δώκω στο ρφανό του για να τονε δικιώση(εκδικηθεί). Ο Δημητράκης Καπετανάκος βάρεσε(χτυπήθηκε), βαρέθη βερέμικα, έφαγε Τουρκόπαπα, βαρέθη από γύφτο Οβραίο. Ο πρίτζιπας μέχρις τελευταία ωρμήνευε, απέ έγινε άοικος(εξαφανίσθηκε), λέει ο καλόγερος πάει στο Μόσκοβι, ένας λαβωμένος του ορδίου λέει πάει στη Φράτζα. Οί Μόσκοβοι έναι κερατάδες, ξέκαρδοι, αντίχριστοι και θα πληρώσουνε τές ζευγαρωτές ατιμίες τους.
Αυτά αδελφέ και άμποτες(όταν) βολευτούνε οι λαβωμένοι, ερχόμαστε.
Αυτά αδελφέ και άμποτες(όταν) βολευτούνε οι λαβωμένοι, ερχόμαστε.
Ταύτα μένω.
Τη φαμελιά σας προσκυνώ.
Της ευγενίας σας δούλος
Τζαννέτος Κυβελάκος
Από Άγιον Γεώργιον Ιουλίου 2, 1821
Πηγή : Ιστορία τής Μάνης, Ανάργυρου Γ. Κουτσιλιέρη (εκδόσεις Παπαδήμα)