26 Φεβρουαρίου 2020

Από την Τσεροβά μεχρι την Δροσοπηγή....

Cerova
Το τοπωνύμιο του οικισμού είναι σλάβικο (<Cerova<cer,βουλγ. Δρυς).
Αναφέρεται για πρώτη φορά στο χάρτη του B.Agnese (1554) ως Carva, και στην συνέχεια στις πηγές από το 1695, ως το 1829.
Ο οικισμός δεν είχε πάντοτε την ίδια θέση.
Αρχική του κοιτίδα υπήρξε η «Παλιά Τσεροβά», στα νότια της σημερινής θέσης.
Ακριβής χρονολόγηση της μεταφοράς του δεν έχει γίνει, αλλά θεωρούμε πολύ πιθανό ότι συντελέστηκε στην διάρκεια του 18ου αιώνα.
Πάντως ο παλιός οικισμός δεν αναφέρεται στις απογραφές του 19ου αιώνα.
Συνεπώς μπορούμε να υποθέσουμε ότι είχε ερημώσει εντελώς.
Αντίθετα την ίδια εποχή ο νέος οικισμός εμφανίζεται ακμαίος από πληθυσμιακή άποψη.

Απογραφές
1844 Τσοροβάς 226 ψυχές Ι. Ραγκαβης Ελλ.
1853 Τζοροβάς 226
1861 Τσιροβά 274
1889 Τσεροβάς 318
1896 και Ιω. Νουχακις. Χωρογραφία( 3η εκδ.1901) 343
1907 337
1920 328
1928 328
1940 342
1951 204
1955 μετονομασία του οικισμού από Τσεροβα η, σε Δροσοπηγή, η (ΒΔ 20/9/1955, ΦΕΚ Α287/1955)
1961 148 ψυχές (συμπεριλαμβάνεται και η δική μου)
1971 93 ψυχές (συμπεριλαμβάνεται και η δική μου)
1981 66 ψυχές

Drivola (divola)
Ερημωμένος οικισμός σήμερα κοντά στην Τσεροβά.
Είναι πιθανό το τοπωνύμιο να συνδέεται με το γένος των Δηβολιάνων του Πολεμίτα στην Bassa Maina.
Στην περίπτωση αυτή θα πρέπει να υποθέσουμε μετακίνηση πληθυσμού προς την περιοχή του οικισμού.
Αναφέρεται πρώτη φορά στην απογραφή του Grimani 1700, και σε άλλα σύγχρονα της Βενετικά τεκμήρια, και για τελευταία στο σημειωματάριο του Παπαδάκη χωρίς χρονολογία.
Κατά συνέπεια η ερήμωσή του συντελέστηκε στην διάρκεια του 18ου αιώνα.

Panagia di Vacha
Εμφανίζεται για μοναδική φορά στον κατάλογο (1618).
Τον ταυτίζουμε με την θέση Παναγίτσα στα ανατολικά του Βαχού.

Catrona (Cottrona)
Απαντάται στο Υπόμνημα (1655) και στην Notta delle ville.
Στην συνέχεια εξαφανίζεται από τις πηγές.
Λαμβάνοντας υπ όψιν την κατάσταση στους δύο παραπάνω πίνακες την ταυτίζουμε με την θέση Κοτρώνα, στα βορειοδυτικά της Δροσοπηγής (Τσεροβάς).

Από,
Πληθυσμός και οικισμοί της Μανης 15ος – 19ος αιώνας
Κώστας Κόμης Β΄ΕΚΔΟΣΗ
ΙΩΑΝΝΙΝΑ 2005
Πανεπιστήμιο Ιωαννίνων
Επιστημονική Επετηρίδα Φιλοσοφικής Σχολής
Δωδώνη Παράρτημα αρ 57

Και η αναλυση του τοπονυμίου από τον υπογράφοντα
Τσεροβά-Τσερουβά σημαίνει Κλειδίον.
Το χωριό του στενού της Τσερουβάς από τους Τούρκους ονομαζόταν, Καρά-Ντουρού = Μαύρη Ράχη. Πιθανότατα από την αρχαίο-μακεδονική λέξη Άρραβα =πύλη-θύρα, η και την λέξη Χεραβός = χάσμα - άνοιγμα γης, όπως κατά Ησύχιον και την Καραβός = πύλη.

25 Φεβρουαρίου 2020

Aναγλυφη επιγραφή και η τοποθεσία Λαγκάδα.

Σε επιγραφή που βρίσκεται στο Μουσείο της Σπάρτης υπάρχει το παρακάτω κείμενο:

….ΕΙΝΑΙ ΙΔΙΑ ΑΝΑΠΟΣΠΑΣΤΑ ΚΑΙ ΑΙΟΝΙΑ ΑΝΑΚΑΜΠΤΙΚΩΣ
ΑΠΟ ΜΕΝ ΤΗΣ ΕΠΙΣΚΟΠΗΣ ΑΜΥΚΛΙΟΥ ΤΟ ΑΜΠΕΛΙΟΝ ΤΟΥ ΓΕΡΑΝΟΥ
ΑΠΟ ΔΕ ΤΟΥ ΚΡΑΝΟΥΠΟΛΕΩΣ ΤΟ ΑΓΡΙΑΜΠΕΛΟΝ ΤΗΣ ΔΑΨΝΟΥ
ΚΑΙ ΕΞ ΑΓΟΡΑΣ ΤΩΝ ΒΡΥΣΙΟΤΟΝ ΕΙΣ ΤΗΝ ΑΥΤΗΝ ΤΟΠΟΘΕΣΙΑΝ ΧΩΡΑΦΙΑ ΚΑΙ ΑΓΡΙΑΜΠΕΛΑ ΕΛΕΥΘΕΡΑ
ΙΝΑ ΕΚΤΕΛΗ ΕΙ ΘΕΊΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΕΣ ΕΝΤΟΣ ΤΡΙΣΙ ΤΗΣ ΕΥΔΟΜΑΔΟΣ ΗΜΕΡΑΣ ΔΕΥΤΕΡΑΝ ΤΡΙΤΗ ΚΑΙ ΠΕΜΠΤΙ ΕΝ ΤΕ ΤΩ ΝΑΩ ΚΑΙ ΕΝ ΤΩ ΤΑΦΩ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ
ΕΙ ΔΕ ΤΙΣ ΚΑΙ ΤΟΛΜΗΣΕΙ ΑΠΟΣΠΑΣΑΙ ΤΙ ΕΚ ΤΩΝ ΕΙΡΗΜΕΝΩΝ ΚΤΗΜΑΤΩΝ ΤΟΥ ΝΑΟΥ
ΕΧΕΤΩ ΤΑΣ ΑΡΑΣ ΤΩΝ ΤΙ Η ΘΕΟΦΟΡΩΝ ΠΑΤΕΡΩΝ ΤΩΝ ΕΝ ΝΙΚΑΙΑ ΚΑΙ ΕΜΟΥ ΤΟΥ ΑΜΑΡΤΩΛΟΥ.

ΕΤΟΥΣ ΙΝΔΙΚΤΙΟΝΟΣ…..

Η επιγραφή είναι χαραγμένη σε κιονίσκο, ο οποίος έχει ύψος 0,35 εκατοστά και διάμετρο 0,14 εκατοστά.
Σώζονται δέκα επτά σειρές από τις οποίες οι δέκα τέσσερεις ολόκληρες.
Η χρονολόγηση της είναι πριν από το 1449 μ.Χ., επειδή τότε παραχωρούνται τα κτήματα των Βρυσιοτών στον Ανδρόνικο Γεμιστό, υιό του Πλήθωνα, με χρυσόβουλο από τον Κωνσταντίνο Παλαιολόγο.
Αυτή η πράξη προϋποθέτει την προγενεστέρα μεταβίβαση από την μητρόπολη Λακεδαίμονος στο κράτος.
Ο "ΓΕΡΑΝΟΣ" που αναφέρεται είναι ό σημερινός Αγερανός.
Η "ΚΡΑΝΟΥΠΟΛΙΣ" είναι η παλιά Καρυούπολις, και περιοχή των ΒΡΥΣΙΟΤΟΝ" η Φράγκα.
Μένει να ταυτοποιηθεί η τοποθεσία για την περιοχή "ΔΑΨΝΟΥ".
Ας εξετάσουμε λοιπόν τον Παυσανία γυρνωντας στο παρελθόν περίπου 1.650 χρόνια.
"Από δε του Καρνειου Σταδίους προελθόντι ως τριάκοντα, έστιν εν χωρίω Υψοις εν όροις ήδη Σπαρτιατών ιερόν Ασκληπιού και Αρτέμιδος επίκλησιν Δαφναίας."
Παυσανια Λακωνικά ΧΧΙV8
Kαι η μετάφραση :
Περίπου 5,5 χιλιόμετρα από το τον Κάρνειο, δηλαδή την παριοχή του Πασσαβά, υπήρχει μιά περιοχή που  ονόμαζαν "Υψοι", στα σύνορα με τούς Σπαρτιάτες, η πιο ελεύθερα από εκεί που ξεκινούσαν τα ορεινά τής περιοχής που οριζόταν από τους Σπαρτιάτες. Εκεί λοιπόν υπήρχε ιερό του Ασκληπιού και τής "ΔΑΦΝΑΙΑΣ" Αρτέμιδος.
όρος < αρχαία ελληνική ο ὅρος < το ὅριον (σημασία: όριο)
όρος < αρχαία ελληνική το ὄρος < ρήμα: ὄρνυμι (σημασία: σηκώνομαι)
Ας περιηγηθούμε και την περιοχή σήμερα:
Κατευθυνόμενοι πρός το Γύθειο, πριν φτάσουμε στα Ντεμιριάνικα, πηγαίνοντας προς Φράγκα, στα δεξιά μας ψηλά στο βουνό είναι το ξεμόνι Μοναστήρι ή Καταφύγγι, ή Γκρεμός.
Το 1618 βρίσκουμε στην επιστολή προς τον Δούκα του Νεβέρ την υπογραφή του Ιώσαφου
ιερομόναχου και ηγούμενου του Χέλμου(Γκρεμού).
Χαμηλά περνάμε τα λεβιάνικα τα Δεμιριάνικα και φτάνουμε στην περιοχή του "Κολαρά" (που παλιά αναφέρεται ότι υπήρχε "Χάνι"), και στου πασά την βρύση.
Η διαδρομή που προαναφέρεται λέγόταν και ισως λέγεται ακόμα"Λαγκάδα".
Πρόκειται για ενα στενό πέρασμα (φαράγγι) που το καλύπτει σε όλο του το μήκος ο ποταμός Σκύρας.
Είναι σχετικά αποδεκτό από εμενα ότι το περιγραφικό κείμενο του Παυσανία αλλα και η δική μου έρευνα και περιήγηση, συνάδουν προς την κατεύθυνση ότι προκειται για την ίδια περιοχή.
Προσθέτει σε αυτό η απόσταση απο την ΛΑΑΣ (5,5χλμ)που είναι η αυτή, αλλα και και η ονοματολογία, που ταυτίζεται.
Αρα τα ΥΨΟΙ και ο ΓΚΡΕΜΟΣ είναι ενα και το αυτό με διαφορά 16 αιώνων.
Εκείνο που χρήζει ερευνας είναι το είδος των σχέσεων Λααων και Σπαρτιατών, καθώς φαίνεται πώς ενας θύλακας η Λαας υπήρχε μέσα στην περιοχή ελέγχου των Σπαρτιατών.
Το πιθανόν είναι πώς οπως και με τούς άλλους περίοικους υπήρχε μια ιδιόμορφη αγαστή σχέση.

4 Φεβρουαρίου 2020

Το μυστήριο με τα ανάκτορα του Μενελάου, φτερωτοί γρύπες, Μυκηναίοι στρατιώτες.



Ευρήματα στην πεδιάδα της Σπάρτης αποδεικνύουν την ύπαρξη του ηγεμονικού κέντρου του μυκηναϊκού πολιτισμού.
Τα έχει όλα. Αρχείο με πινακίδες της Γραμμικής Β γραφής, όπου καταγράφονταν όλες οι παραγωγικές και εμπορικές δραστηριότητες. Οπλα, και μάλιστα σε εξαιρετικά μεγάλο αριθμό.
Κτίρια τοιχογραφημένα με χαρακτηριστικά μυκηναϊκά θέματα.
Στενές επαφές με τη Μινωική Κρήτη. Και ακόμη, τη σωστή θέση: στην πεδιάδα της Σπάρτης, όπου δεσπόζει, έχοντας οπτική επαφή με τις μυκηναϊκές εγκαταστάσεις στο Παλαιοπύργι, το Αμυκλαίο και το Μενελάιο.
Αυτό το εύρημα στον Αγιο Βασίλειο της Σπάρτης πληροί για τους επιστήμονες διεθνώς όλες τις προϋποθέσεις για να χαρακτηριστεί το μείζον ηγεμονικό κέντρο του μυκηναϊκού πολιτισμού στη Λακωνία στη μέγιστη ακμή του!
Με άλλα λόγια, και αν οι μύθοι βγαίνουν αληθινοί, σε αυτό το μυκηναϊκό ανάκτορο στην κοιλάδα του Ευρώτα θα μπορούσε να κυβερνά ο Μενέλαος έχοντας δίπλα του την Ωραία Ελένη.
Άλλωστε καμία άλλη μυκηναϊκή θέση στην περιοχή δεν έχει δώσει ως τώρα ενδείξεις ότι μπορεί να είναι το ανακτορικό κέντρο της.
Μπορεί λοιπόν να έφθασε η στιγμή που η επιστήμη θα «αγγίξει» τους μυθικούς ήρωες των ομηρικών επών φθάνοντας στην αφετηρία τους.
«Κοίλη» και «κητώεσσα» χαρακτηρίζει ο Όμηρος τη Λακεδαίμονα με την κλειστή πεδιάδα, τους γύρω ορεινούς όγκους και τα φαράγγια της στον περίφημο Κατάλογο των Νεών (Ιλιάδα, Ραψωδία β Δ, στ. 581-587), δηλαδή των πλοίων που είχαν στείλει οι ελληνικές πόλεις εναντίον της Τροίας.
Σε μια χαμηλή λοφοσειρά αυτής της πεδιάδας και σε απόσταση περίπου 12 χλμ. από την πόλη είχε αναπτυχθεί το ανακτορικό κέντρο.
Και όπως φαίνεται, η εγκατάσταση εδώ είχε αρχίσει από τον 17ο-16ο αιώνα π.Χ.


Η κοιλάδα του Αγίου Βασιλείου της Σπάρτης με τον αρχαιολογικό χώρο – όπου βρίσκονται τα ανάκτορα – να εκτείνεται γύρω από τον βυζαντινό ναό.
Για πρώτη φορά συναντάει κανείς πινακίδες Γραμμικής Β γραφής στη Λακωνία, πρώτη φορά έρχονται στο φως Μυκηναϊκές τοιχογραφίες στην περιοχή, ενώ εντοπίστηκαν μεγάλα κτίρια και άλλα στοιχεία, που δείχνουν ότι εκεί αναπτύχθηκε μια σημαντική εγκατάσταση που παρουσιάζει χαρακτηριστικά διοικητικού ανακτορικού κέντρου.
Οικοδομήματα που καταλαμβάνουν έκταση περίπου 25 στρεμμάτων στον κεντρικό λόφο, ο οποίος έχει πάρει το όνομά του από τον βυζαντινό ναό του Αγίου Βασιλείου, έδειξε η γεωφυσική διασκόπηση.
Όσο για τη συνολική έκταση της μυκηναϊκής εγκατάστασης, εκτιμάται ότι υπερέβαινε τα 200 στρέμματα.

Από την εποχή του Σλήμαν αναζητείται το μυκηναϊκό ανάκτορο της Σπάρτης.
Έτσι, όταν πριν από λίγα χρόνια η αρχαιολόγος κυρία Αδαμαντία Βασιλογάμβρου ανακοίνωσε την ανεύρεση, καταμεσής της πεδιάδας, τριών πινακίδων Γραμμικής Β γραφής, των πρώτων στη Λακωνία, η είδηση έκανε κυριολεκτικώς πάταγο.
Γιατί το βασικό εργαλείο της διοίκησης στη Μυκηναϊκή Εποχή ήταν τα γραπτά αρχεία.
Έτσι, αυτά και μόνο μπορεί να πιστοποιήσουν και σήμερα την ανακτορική-διοικητική φύση μιας εγκατάστασης και την υψίστη ιεραρχία της έναντι άλλων.

Άγιος Βασίλειος Ξηροκαμπίου. Πήλινη πινακίδα Γραμμικής Γραφής Β΄ (AV Rb1 ) στην οποία αναφέρεται με- γάλος αριθμός (τουλάχιστον 500) όπλων.
Διακρίνεται καθαρά η λέξη e-pi-zo-ta, η οποία είναι δυνατό να αναφέρεται είτε σε όπλα (εγχειρίδια ή κοντά ξίφη), είτε σε σχετικά με αυτά αντικείμενα, όπως οι κολεοί (θήκες).


Όπως όλα τα ανακτορικά κέντρα επομένως, έτσι και αυτό της Σπάρτης θα είχε τους δικούς του γραφείς, που έγραφαν τα κείμενα των πινακίδων, των ετικετών και των σφραγισμάτων, θα διαχειριζόταν τα αγαθά της επικράτειάς του και θα είχε κοινά χαρακτηριστικά αλλά και σχέσεις με τα υπόλοιπα μεγάλα ανακτορικά κέντρα του Αιγαίου της ίδιας εποχής, ενώ θα διατηρούσε και διεθνείς επαφές εντός και εκτός του μυκηναϊκού κόσμου.
ΤΑ ΔΩΜΑΤΙΑ ΤΩΝ ΟΠΛΩΝ ΚΑΙ ΤΟΥ ΣΥΜΠΟΣΙΟΥ
Ένα μεγάλο οικοδόμημα του 14ου αιώνα π.Χ. που καταστράφηκε από πυρκαγιά ήρθε στο φως, με τουλάχιστον επτά δωμάτια, που έδωσαν σπουδαία ευρήματα.
Στο «δωμάτιο των όπλων», όπως ονομάστηκε, βρέθηκαν συγκεντρωμένα χάλκινα ξίφη, εύρημα που συνδέεται με το κείμενο μιας από τις πινακίδες Γραμμικής Β γραφής όπου αναφέρονται τουλάχιστον 600 όπλα.
Όπως σημειώνει η κυρία Βασιλογάμβρουστον τόμο «Αρχαιολογία - Πελοπόννησος» (εκδόσεις Μέλισσα), «βρέθηκαν, όπως είχαν τακτοποιηθεί, πιθανόν μέσα σε ξύλινο κιβώτιο, δεκαεπτά χάλκινα ξίφη με λίθινα ή ελεφαντοστέινα επίμηλα και καρφιά καλυμμένα με λεπτότατο φύλλο χρυσού, κοντό εγχειρίδιο, χάλκινες και λίθινες αιχμές βελών και χάλκινο κωνικό σκεύος άγνωστης χρήσης».
Άγιος Βασίλειος Ξηροκαμπίου. Στο δωμάτιο του συμποσίου του Κτηρίου Α, μέσα σε πυκνό στρώμα από κα- μένα οστά ζώων, βρέθηκαν δύο μεγάλα χάλκινα αγγεία, που πι- θανόν περιείχαν κρασί. Μαζί με αυτά πήλινα αγγεία σερβιρίσματος και πόσης (αρύταινα και κύλικες).
Στο μεγαλύτερο δωμάτιο είχαν απομείνει πολλά και σημαντικά ευρήματα: ένα τροχήλατο ειδώλιο ταύρου, ένας αιγυπτιακός σκαραβαίος, τρεις σφραγιδόλιθοι με παραστάσεις, χάλκινο μαχαίρι, ψήφοι από φαγεντιανή, αντικείμενα από ελεφαντόδοντο, χρυσά ελάσματα, τμήμα ενός λίθινου αγγείου για τελετουργική χρήση, ένα μεγάλο λίθινο σφυρί, ειδώλια ζώων και ακόμη ένα μεγάλο ρυτό αγγείο με μορφή κεφαλής ταύρου.
Σε άλλο δωμάτιο βρέθηκε ένα πιθάρι με απανθρακωμένους σπόρους κριθαριού, ενώ σε χαμηλότερο επίπεδο εντοπίστηκε το «δωμάτιο του συμποσίου», μία ακόμη επιβεβαίωση της σημασίας του κτιρίου, καθώς το συμπόσιο αποτελούσε για τον μυκηναϊκό πολιτισμό μια σημαντική δραστηριότητα που κατείχε κεντρική θέση στη θρησκευτική και κοινωνική ζωή και παράλληλα το μέσον των ηγεμόνων για την άσκηση πολιτικής και εξουσίας.
Πυκνό στρώμα από καμένα οστά ζώων βρισκόταν σε αυτό το δωμάτιο και ανάμεσά τους δύο μεγάλα χάλκινα αγγεία, τα οποία προφανώς περιείχαν κρασί, όπως άλλωστε δείχνουν και μερικά αγγεία σερβιρίσματος, όπως η αρύταινα και οι κύλικες για την πόση. Και τα ενδιαφέροντα δεν σταματούν εδώ, γιατί κάτω από αυτό το κτίριο εντοπίστηκε και άλλο στρώμα κατοίκησης που πηγαίνει πίσω στον 17ο-16ο αιώνα π.Χ.


ΦΤΕΡΩΤΟΙ ΓΡΥΠΕΣ, ΜΥΚΗΝΑΙΟΙ ΣΤΡΑΤΙΩΤΕΣ
Θραύσματα από τοιχογραφίες, και μάλιστα σε μεγάλη ποσότητα, βρέθηκαν γύρω από ένα ακόμη κτίριο με πολλά δωμάτια, που έχει ανασκαφεί ελάχιστα.
Κυρίως όμως εντοπίστηκαν σε ένα μικρό διάσελο, που κατά τον 14ο αιώνα π.Χ. χρησιμοποιήθηκε ως αποθέτης (απλούστερα, μια χωματερή) για την απόρριψη οικοδομικών υλικών και κεραμικής που προερχόταν από τις επισκευές των κτιρίων.

Θραύσματα από μικρής κλίμακας εικονιστικές τοιχογραφίες από το Κτήριο Β. α. Γυναικεία μορφή στο εσωτερικό οικοδομήματος, από όπου πιθανόν παρακολουθεί κάποια δρώμενα.
Η μορφή ενός μυκηναίου στρατιώτη με οδοντόφρακτο κράνος, οι περικνημίδες ενός άλλου, μια γυναίκα που παριστάνεται μέσα σε ένα οικοδόμημα διακρίνονται σε αυτά τα μικρά θραύσματα των τοιχογραφιών. Παρά την αποσπασματικότητά τους, εξάλλου, παρουσιάζουν όλα τα χαρακτηριστικά της μυκηναϊκής ζωγραφικής, όπως είναι γνωστή από τα ανακτορικά κέντρα της Πελοποννήσου και της Θήβας. Φτερωτοί γρύπες, ζώα, φυτικά κοσμήματα, «βραχώδες τοπίο», σπείρες, ρόδακες, οδοντωτό είναι τα θέματά τους.

Κνήμη με περικνημίδα μυκηναίου στρατιώτη

Σε «υψερεφές μέγα δώμα», όπως λέει ο Όμηρος (Οδύσσεια Ραψωδία δ'), σε πεντάψηλο παλάτι δηλαδή, ζούσε ο Μενέλαος στη Σπάρτη, όταν υποδέχθηκε τον Τηλέμαχο, που έφθασε με το άρμα του αναζητώντας πληροφορίες για τον πατέρα του τον Οδυσσέα. Και ήταν η Ωραία Ελένη πρώτη που παρατήρησε την ομοιότητά τους, αναγνωρίζοντάς τον.
Θα αναγνωρίσει άραγε η αρχαιολογική έρευνα κάποιο στοιχείο που θα ταυτίσει σαφώς το μέγα δώμα του Μενελάου με το ανακτορικό κέντρο, που έρχεται στο φως στη Σπάρτη;
Για πολλούς η απάντηση θεωρείται θέμα χρόνου.
ΤΑ ΣΥΜΒΟΛΑ ΤΗΣ ΕΞΟΥΣΙΑΣ
Όπλα, υφάσματα, ένα όνομα. Τόσο λίγα αλλά απείρως σημαντικά, τα κείμενα των πινακίδων Γραμμικής Β γραφής από το μυκηναϊκό ανάκτορο της Σπάρτης αποτελούν αδιάψευστο τεκμήριο της σπουδαιότητάς του.
Όταν η μεγάλη πυρκαγιά το κατέστρεψε, ό,τι βρισκόταν μέσα σε αυτό κάηκε. Μόνο με τα αρχεία του υπήρξε φιλική η φωτιά, αφού οι πήλινες πινακίδες πάνω στις οποίες ήταν καταγεγραμμένα ψήθηκαν και διασώθηκαν στον χρόνο.
Μικρά κομμάτια από πηλό με χαραγμένα σύμβολα: e - pί - zota, wi - ti - mi - jo, TELA+ΡΑ, ti - jo - ko, δηλαδή επίζωστα, ίσθμια, υφαντά, Αντίοχος. Γιατί οι άνθρωποι που ζούσαν στο παλάτι από τον 14ο ως τον 12ο αιώνα π.Χ. είχαν όπλα και ασκούσαν υφαντικές δραστηριότητες, όπως συνέβαινε σε όλα τα μυκηναϊκά ανακτορικά κέντρα.

Δεκαεπτά χάλκινα ξίφη, όπως βρέθηκαν στο Κτήριο Α. Ακόμη, ένα κοντό εγχειρίδιο, χάλκινες και λίθινες αιχμές βελών και ένα χάλκινο κωνικό σκεύος άγνωστης χρήσης.
Από ένα ιδεόγραμμα ξίφους με την αιχμή προς τα κάτω συνοδεύεται η λέξη επίζωστα (από το ρήμα επιζώννυμι), που αναφέρεται σε εγχειρίδια μαχαίρια ή κοντά ξίφη.
Αλλά εκείνο που εντυπωσιάζει είναι ο αριθμός τους, αφού σημειώνονται τουλάχιστον 500! Τεράστιος οπλισμός, δηλαδή, άγνωστος από άλλα αρχεία, ο οποίος ασφαλώς και θα ήταν ιδιοκτησία του ανακτόρου και του άνακτος.
Σε έναν εντελώς διαφορετικό τομέα των μυκηναϊκών δραστηριοτήτων, την κατεργασία μαλλιού και την παραγωγή πλεκτών υφασμάτων και προϊόντων υφαντουργίας, εισάγουν οι άλλες πινακίδες.
Μια σύνθεση συμβόλων μάλιστα αφορά ένα υφαντό ύφασμα το οποίο αφιερωνόταν και σε ιερά, γεγονός που αποκτά ιδιαίτερη σημασία, καθώς συνδέεται και με τη θρησκευτική σφαίρα.
Τέλος, σε άλλες πινακίδες αναφέρονται πρώτες ύλες για την παρασκευή αρωμάτων και τριποδικά αγγεία, το ιδεόγραμμα των οποίων συνοδεύεται από τη λέξη «χρυσούς».

Οι πινακίδες άλλωστε είναι εκείνες που από την αρχή της αποκρυπτογράφησής τους έδωσαν πολύτιμες πληροφορίες για τη ζωή και τη δραστηριότητα των ανθρώπων της Μυκηναϊκής Εποχής. Αρχεία καθαρά διοικητικής χρήσης, κάτι σαν λογιστικά βιβλία, απέδειξαν την ύπαρξη μιας πρωτογενούς αγροτοποιμενικής οικονομίας και παράλληλα το ανεπτυγμένο εμπόριό της.
Εδειξαν δηλαδή ότι ήταν μια οικονομία που υποστηριζόταν από ισχυρή γραφειοκρατική μηχανή, με εξελιγμένη κατανομή εργασίας και μια πολυσύνθετη και αυστηρά ιεραρχημένη κοινωνική και παραγωγική δομή.
«Αν και λιγοστές και αποσπασματικά σωζόμενες, οι πρώτες πινακίδες Γραμμικής Β γραφής της Λακωνίας παρουσιάζουν ποικιλία τύπων και περιεχομένου» σημειώνει η ανασκαφέας του ανακτόρου κυρία Αδαμαντία Βασιλογάμβρου.
Και προσθέτει: «Οι γραφείς είναι έμπειροι και το προϊόν της εργασίας τους ανάλογο με αυτό των συναδέλφων τους στα ανακτορικά κέντρα της Πύλου, των Μυκηνών, της Θήβας και αλλού.
Τα κείμενα απηχούν εμπειρία γραφειοκρατικής οργάνωσης, δηλώνουν ένα υπόβαθρο ισχύος και δίνουν σαφή απάντηση στο ζήτημα της ύπαρξης μυκηναϊκού ανακτορικού κέντρου στην πεδιάδα της Σπάρτης».
ΤΟ ΙΣΤΟΡΙΚΟ
ΆΓΙΟΣ ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ , Η ΜΥΚΗΝΑΪΚΗ ΕΓΚΑΤΑΣΤΑΣΗ
Το 2008, η ανεύρεση για πρώτη φορά στη Λακωνία ενεπίγραφης πήλινης πινακίδας σε Γραμμική Γραφή Β΄ έστρεψε το ενδιαφέρον των αρχαιολόγων της Εφορείας στον αρχαιολογικό χώρο του Αγίου Βασιλείου Ξηροκαμπίου, μια χαμηλή λοφοσειρά στο νοτιοδυτικό τμήμα της πεδιάδας της Σπάρτης, σε απόσταση περίπου 12 χλμ. από την πόλη. Ο χώρος αυτός, αν και κηρυγμένος από τη δεκαετία του 1960, δεν είχε μέχρι τότε ερευνηθεί ανασκαφικά. Η γεωφυσική διασκόπηση που έγινε στον κεντρικό λόφο έδειξε οικοδομήματα σε έκταση περίπου 25 στρεμμάτων, ενώ η συνολική έκταση της μυκηναϊκής εγκατάστασης εκτιμάται ότι θα υπερέβαινε τα 200 στρέμματα. Η θέση δεσπόζει στο νοτιοδυτικό τμήμα της πεδιάδας της Σπάρτης και έχει οπτική επαφή με τις μυκηναϊκές θέσεις στο Παλαιοπύργι, το Αμυκλαίο και το Μενελάιο.
Η σωστική έρευνα του 2008 και 2009 έφερε στο φως τέσσερις ακόμη πινακίδες Γραμμικής Γραφής B΄, η παρουσία των οποίων δηλώνει την ύπαρξη αρχείου, παραπέμπει σε διοικητικές λειτουργίες και προσδίδει στην μυκηναϊκή εγκατάσταση του Αγίου Βασιλείου χαρακτηριστικά διοικητικού - ανακτορικού κέντρου. Τα κείμενα αναφέρονται σε μεγάλο αριθμό όπλων (τουλάχιστον 500 εγχειρίδια ή κοντά ξίφη), υφαντά υφάσματα, πιθανόν ένα κύριο όνομα και πρώτες ύλες για την παρασκευή αρωμάτων (εικ. 7). Από το 2010, η ανασκαφή συνεχίζεται ως συστηματική υπό την αιγίδα της Εν Αθήναις Αρχαιολογικής Εταιρείας, τη διεύθυνση της τ. διευθύντριας της Ε΄ Εφορείας Αδαμαντίας Βασιλογάμβρου και χρηματοδότηση από το Institute for Aegean Prehistory (ΙNSTAP).
H εγκατάσταση ξεκίνησε κατά τους χρόνους της μετάβασης από τη μεσοελλαδική στην υστεροελλαδική εποχή, όπου χρονολογείται νεκροταφείο κτιστών κιβωτιόσχημων τάφων που ήλθε στο φως στην κορυφή του λόφου. Νότια από αυτό βρίσκεται το Κτήριο Α, ένα μεγάλο οικοδόμημα με τουλάχιστον επτά δωμάτια που καταστράφηκε από πυρκαγιά, χάρη στην οποία διατηρήθηκαν τμήματα των εσωτερικών τοίχων του από ωμοπλίνθους. Η κατασκευή του ανάγεται στην υστεροελλαδική Ι-ΙΙ περίοδο, ενώ η χρήση του συνεχίστηκε κατά την υστεροελλαδική ΙΙΙΑ, στην οποία χρονολογείται η καταστροφή του.
Παρά την καταστροφή και τις μεταγενέστερες επεμβάσεις που έχει υποστεί, είναι σαφές ότι πρόκειται για ένα σημαντικό κτήριο. Σε ένα από τα δωμάτιά του βρέθηκαν συγκεντρωμένα 17 χάλκινα ξίφη, πιθανόν τοποθετημένα μέσα σε κιβώτιο από οργανικό υλικό (εικ. 8). Στο διπλανό προς B. δωμάτιο βρέθηκε πιθάρι με απανθρακωμένους σπόρους κριθαριού, ενώ στο μεγαλύτερο, νότιο δωμάτιο είχαν απομείνει πολλά σημαντικά και πολύτιμα ευ- ρήματα, όπως λαιμός λίθινου τελετουργικού αγγείου με διπλό χείλος, τροχήλατο ειδώλιο ταύρου, κεφαλάκι μικρού ειδωλίου από ελεφαντόδοντο, αιγυπτιακός σκαραβαίος, μικρά χρυσά ελάσματα κ.ά.
Σε μια γωνία του ίδιου δωματίου, σε χαμηλότερο επίπεδο, βρέθηκαν υπολείμματα συμποσίου .
Το Κτήριο Β, σε μικρή απόσταση ανατολικά του Κτηρίου Α, αποτελείται από πολλά δωμάτια διαφόρων διαστάσεων, τα οποία αναπτύσσονται διαδοχικά κατά τους δύο άξονές του. Από το μικρό τμήμα του που έχει ανασκαφεί προέκυψε μεγάλη ποσότητα κεραμικής της υστεροελλαδικής ΙΙΙΑ και χαρακτηριστικά θραύσματα τοιχογραφιών (εικ. 10-11).
Μεγάλη ποσότητα θραυσμάτων από μυκηναϊκές τοιχογραφίες με χαρακτηριστικά θέματα (φτερωτοί γρύπες, ζώα, φυτικά κοσμήματα, «βραχώδες τοπίο», σπείρες, οδοντωτό) έφεραν στο φως οι διερευνητικές τομές δυτικά των κτηρίων, κοντά στο μικρό διάσελο που συνδέει τον κυρίως λόφο με τον επόμενο προς τα νοτιοδυτικά.
Ένα μεγάλο κτήριο που υπήρχε εκεί φαίνεται ότι είχε κυριολεκτικά «ξυριστεί» κατά το 14ο αιώνα και ο χώρος αυτός χρησιμοποιήθηκε για την απόρριψη κεραμικής και οικοδομικού υλικού που προέρχονταν από μετατροπές ή επισκευές των μυκηναϊκών κτηρίων.
Αν και λιγοστές και αποσπασματικά σωζόμενες, οι πρώτες πινακίδες Γραμμικής Γραφής Β΄ της Λακωνίας παρουσιάζουν ποικιλία τύπων και περιεχομένου. Τα κείμενα απηχούν εμπειρία γραφειοκρατικής οργάνωσης και δηλώνουν ένα υπόβαθρο ισχύος, συστατικά απαραίτητα για την άσκηση διοικητικής και πολιτικής εξουσίας και δίνουν σαφή απάντηση στο ζήτημα της ύπαρξης μυκηναϊκού ανακτορικού κέντρου στην πεδιάδα της Σπάρτης.


tapantareinews.gr/

11 Νοεμβρίου 2019

Νέα ευρήματα της υποβρύχιας αρχαιολογικής έρευνας από το ναυάγιο των Αντικυθήρων


Τον Οκτώβριο του 2019 ενεργοποιήθηκε εκ νέου η υποβρύχια αρχαιολογική έρευνα στο εμβληματικό ναυάγιο των Αντικυθήρων, με αποκλειστική πλέον ελληνική συμμετοχή υπό την διεύθυνση της Δρ. Αγγελικής Γ. Σίμωσι, Διευθύντριας της Εφορείας Αρχαιοτήτων Ευβοίας...
Η επιχείρηση στέφθηκε με μεγάλη επιτυχία, παρά τις αντίξοες καιρικές συνθήκες και τον περιορισμένο χρόνο διάρκειας του σωστικού χαρακτήρα της έρευνας. Η έρευνα υποστηρίχθηκε από το Ίδρυμα Αικατερίνης Λασκαρίδη με τη συνδρομή του πλοίου «Typhoοn», το οποίο παραχωρήθηκε από το Κοινωφελές Ίδρυμα Αθανασίου Λασκαρίδη για το διάστημα των ερευνών επί του πεδίου.
Άνδρας της Ομάδας Ειδικών Καταδύσεων της Μονάδας Υποβρυχίων Αποστολών του Λιμενικού Σώματος συμμετέχει στο τελικό στάδιο της ανέλκυσης σάκου με άμμο από την ανασκαφή του ναυαγίου Αντικυθήρων
Αρχικά έγινε εντοπισμός εκ νέου του χώρου του ναυαγίου και νέα οριοθέτηση μετά από την τελευταία έρευνα του Σεπτεμβρίου 2017. Ανελκύστηκαν πέντε σάκοι με άμμο, που είχαν αφεθεί στον βυθό από την προηγούμενη ανασκαφική περίοδο, τα προϊόντα των οποίων κοσκινίστηκαν με μεγάλη προσοχή από εξειδικευμένη συντηρήτρια της Εφορείας Εναλίων Αρχαιοτήτων και παρουσία δύο αρχαιολόγων. Κατά τη διαδικασία του διαχωρισμού συλλέχθηκαν οστά, τα οποία πρέπει να αναλυθούν, πυρήνες κατά πάσα πιθανότητα ελιάς, χάλκινα καρφιά από το πλοίο καθώς και ένας μπρούτζινος δακτύλιος άγνωστης προς το παρόν χρήσης.
Άνδρας της Ομάδας Ειδικών Καταδύσεων της Μονάδας Υποβρυχίων Αποστολών του Λιμενικού Σώματος συμμετέχει στο τελικό στάδιο της ανέλκυσης σάκου με άμμο από την ανασκαφή του ναυαγίου Αντικυθήρων
Επιπρόσθετα ανελκύστηκε πλαστικός κάλαθος διαστάσεων 110x110x45 εκατοστών, γεμάτος με τμήματα αμφορέων, βάσεις, λαιμούς και σώματα σωζόμενα από την κοιλία του αγγείου ως τη βάση. Ανάμεσα στα ευρήματα βρέθηκε ένα σιδερένιο στέλεχος με κυκλική απόληξη.
Σημαντικό είναι το γεγονός ότι μεταξύ των βάσεων των αμφορέων, που προέρχονται από την νήσο Κω, εντοπίστηκε και ένας τύπος διαφορετικός, η προέλευση του οποίου δεν είναι ακόμη γνωστή και απαιτείται η ταύτισή του. Επιφανειακά επί του βυθού από τον χώρο του ναυαγίου ανελκύστηκαν τρεις λαιμοί αμφορέων, δύο του τύπου Laboglia 2 από την Κάτω Ιταλία και ενός Κώου, καθώς και ένας ακέραιος Κώος αμφορέας ελλιπής ως προς τη μία λαβή.
Εντυπωσιακό εύρημα αποτελεί ένα τμήμα ξύλου πιθανώς στατικό στοιχείο του ναυαγίου που φέρει 4 χάλκινα καρφιά. Όλα τα ευρήματα μεταφέρθηκαν στα εργαστήρια της Εφορείας Εναλίων Αρχαιοτήτων για συντήρηση.
Το ερευνητικό πλοίο «ΤΥΦΩΝΑΣ» στον χώρο του ναυαγίου των Αντικυθήρων σε λειτουργία αυτόματης διατήρησης θέσης δίχως αγκυροβόλιο (Dynamic Positioning) κατά τη διάρκεια της έρευνας. 
Με την παρούσα έρευνα συμπληρώθηκε με την μέθοδο της φωτογραμμετρίας η σχεδιαστική αποτύπωση του χώρου του ναυαγίου, η οποία παρέμενε ημιτελής.Από πλευράς Εφορείας Εναλίων Αρχαιοτήτων συμμετείχαν ο Δρ Γεώργιος Κουτσουφλάκης ως επιστημονικός υπεύθυνος, Τμηματάρχης, η Αικατερίνη Ταγωνίδου, καταδυόμενη αρχιτέκτων, και η Χρύσα Φουσέκη, καταδυόμενη συντηρήτρια, των οποίων η παρουσία συνετέλεσε τα μέγιστα στην επιτυχία της αποστολής και τους οποίους η Διευθύντρια της έρευνας ευχαριστεί θερμά.
Ανελκύσεις φορτίου κεραμικής από το ναυάγιο των Αντικυθήρων, συμμετέχει το ερευνητικό πλοίο «ΤΥΦΩΝΑΣ» το οποίο διέθεσε το Ίδρυμα Αικατερίνης Λασκαρίδη και εικοσαμελής ερευνητική ομάδα, υπό την διεύθυνση της Δρ Αγγ.
Στην υποβρύχια έρευνα έλαβαν μέρος επίσης για πρώτη φορά τέσσερις δύτες του Λιμενικού Σώματος: οι Δημήτριος Σταμούλης, Γεώργιος Λυτρίβης, Δημήτριος Χατζηασλάν και Αθανάσιος Κειτζής, οι τεχνικοί βυθού Αλέξανδρος Σωτηρίου, Νίκος Γιαννουλάκης και Αθανάσιος Χρονόπουλος, καθώς και δύο ενάλιοι αρχαιολόγοι, οι Ορέστης Μανούσος και Αχιλλέας Διονυσόπουλος.
Όλες οι εργασίες της έρευνας καλύφθηκαν από τον εικονολήπτη Μιχαήλ Τσιμπερόπουλο. Επιχειρησιακά υπεύθυνος της έρευνας ήταν ο Αλέξανδρος Παλατιανός, Αρχιπλοίαρχος (ε.α.) του Πολεμικού Ναυτικού.
Κεραμική από το φορτίο του ναυαγίου των Αντικυθήρων. Aνελκύστηκε στο κατάστρωμα του ερευνητικού πλοίου «ΤΥΦΩΝΑΣ» με την καθοδήγηση της διευθύντριας της έρευνας Δρ Αγγελικής Γ. Σίμωσι.
Η Διευθύντρια της έρευνας, καταδυόμενη αρχαιολόγος Δρ Αγγελική Γ. Σίμωσι, καταδύθηκε και παρέμεινε στο πεδίο καθόλη τη διάρκεια των ερευνών της εικοσαμελούς αποστολής, το μέγεθος της οποίας θεωρείται για πρώτη φορά τόσο εντυπωσιακό, αφού πέραν των συμμετεχόντων, που διέθεταν άρτια εκπαίδευση αλλά και καταδυτική εμπειρία στα βάθη του ναυαγίου, υπήρξε υποστήριξη των επιχειρήσεων από το σκάφος «Τyphoon». Το μοναδικό στο Αιγαίο αυτό σκάφος είναι μήκους 72 και πλάτους 16 μέτρων, και είναι εξοπλισμένο με υπερσύγχρονα μέσα ναυτικής πλοήγησης. Στην επιχειρησιακή πλατφόρμα του φιλοξενούνται πέντε μεγάλα φουσκωτά, σε επιφυλακή ανά πάσα στιγμή για τις απαιτούμενες ανελκύσεις.
Άνδρες της Ομάδας Ειδικών Καταδύσεων της Μονάδας Υποβρυχίων Καταστροφών του Λιμενικού Σώματος επιχειρούν σε βάθος μεγαλύτερο των 50μ με συσκευές κατάδυσης μικτών αερίων νέας τεχνολογίας.
Με την επιστημονική αυτή αποστολή του Οκτωβρίου 2019 ολοκληρώθηκε το πρώτο πενταετές ερευνητικό πρόγραμμα. Βάσει των αποτελεσμάτων της τελευταίας έρευνας ξεκινάει άμεσα η προετοιμασία για το νέο πενταετές πρόγραμμα, αρχής γενομένης από τον Μάιο του 2020, με την συνέχιση της ανασκαφικής έρευνας σε διάφορους χώρους του ναυαγίου, όπου υπάρχουν βάσιμες ενδείξεις ότι θα έρθουν στο φως νέα εντυπωσιακά ευρήματα.
Ύστερα από την κατάθεση της πρώτης ανασκαφικής έκθεσης των πέντε χρόνων έρευνας επίκειται η δημοσίευση των αποτελεσμάτων του συνολικού ερευνητικού προγράμματος της πρώτης πενταετίας.
Ο επιστημονικά υπεύθυνος της έρευνας Δρ Γεώργιος Κουτσουφλάκης μετακινεί αμφορέα από το φορτίο του ναυαγίου των Αντικυθήρων. Παρακολουθεί ο τεχνικά υπεύθυνος Αλέξανδρος Σωτηρίου.
Ευχαριστίες οφείλονται στους χορηγούς της έρευνας, το Ίδρυμα Αικατερίνης Λασκαρίδη, την ελβετική ωρολογοποιία Hublot και το Κοινωφελές Ίδρυμα Αθανασίου Λασκαρίδη, στον Δήμαρχο Κυθήρων Αντικυθήρων Ευστράτιο Χαρχαλάκη, καθώς και στους κατοίκους του νησιού, που στηρίζουν εδώ και χρόνια την έρευνα, για τους οποίους τα μέλη της αποστολής πραγματοποίησαν ειδική εκδήλωση ενημέρωσης.

24 Οκτωβρίου 2019

Η θέση της γυναίκας στην αρχαία Σπάρτη

Η Γοργώ (506 π.Χ. - μετά το 480 π.Χ.) ήταν θρυλική βασίλισσα της Σπάρτης, κόρη του βασιλιά Κλεομένη Α' και σύζυγος του Λεωνίδα της μάχης των Θερμοπυλών
https://el.wikipedia.org/wiki/
Σε καμία Ελληνική πόλη στην αρχαία Ελλάδα οι γυναίκες δεν απολάμβαναν την ίδια ελευθερία και κοινωνική θέση όπως οι Σπαρτιάτισσες.
Μόνο στη Σπάρτη οι γυναίκες διέθεταν οικονομική δύναμη και επιρροή.
Τα κορίτσια ασχολούνταν με τον αθλητισμό και ελάμβαναν δημόσια εκπαίδευση εν αντιθέσει με άλλες πόλεις, όπου οι περισσότερες γυναίκες ήσαν τελείως αγράμματες.
Επισκέπτες από άλλες Ελληνικές πόλεις σχολίαζαν για τις Σπαρτιάτισσες ότι όχι μόνο είχαν άποψη, που δεν φοβόντουσαν να εκφράσουν δημόσια, αλλά σε ορισμένες περιπτώσεις ανάγκαζαν τους συζύγους τους να τις αποδεχθούν!
Η θέση της γυναίκας στο μεγαλύτερο τμήμα του αρχαίου Ελληνικού κόσμου και ιδιαίτερα στην Αθήνα, ήταν παρόμοια με την σημερινή κατάσταση των γυναικών στα υπανάπτυκτα κράτη.
Οι γυναίκες νυμφεύονταν αποκλειστικά για σκοπούς τεκνοποίησης των νόμιμων κληρονόμων, καθώς η σεξουαλική ευχαρίστηση αναζητείτο στον αγοραίο έρωτα σε σαφώς μονόπλευρες σχέσεις στις οποίες κυριαρχούσε το ενήλικο αρσενικό.
Οι σύζυγοι και κόρες των πολιτών αποκλείονταν από όλες τις δημόσιες και πνευματικές δραστηριότητες, παρέμεναν εντός της οικίας και δεν είχαν τη δυνατότητα να ασκηθούν.
Οι γυναίκες δεν μπορούσαν να κληρονομήσουν, ή να έχουν περιουσία και δεν θεωρείτο αναγκαίο να τους παρασχεθεί η στοιχειώδης εκπαίδευση.
Νεανίδα της Σπάρτης
Η κατάσταση των γυναικών στην Σπάρτη κρίνεται με βάση το σκηνικό αυτού του ουσιαστικά «εχθρικού» περιβάλλοντος, όπου οι γυναίκες θεωρούντο «κατάρα για την ανθρωπότητα» και «πανούκλα χειρότερη από πυρκαγιά ή οποιαδήποτε οχιά» (Ευριπίδης).
Οι αρχαίες Σπαρτιάτισσες δεν ήταν τόσο ελεύθερες όσο οι σύγχρονες γυναίκες.
Οι κύριοι ρόλοι τους στην κοινωνία, ήταν της συζύγου και μητέρας. Οι πατέρες επέλεγαν τους συζύγους γι’ αυτές και δεν είχαν το δικαίωμα του εκλέγειν και εκλέγεσθαι. Παρ’ όλα αυτά, απολάμβαναν τέτοιας κοινωνικής θέσης και δικαιωμάτων που ήταν «σκανδαλώδη» για το σύνολο του αρχαίου κόσμου.
Η ελευθερία και κοινωνική υπόσταση των Σπαρτιατισσών άρχιζε από την γέννησή τους.
Οι νόμοι της Σπάρτης απαιτούσαν τα θηλυκά βρέφη και παιδιά να έχουν την ίδια φροντίδα και ανατροφή, όπως τα αδέρφια τους – σε αντίθεση με άλλες Ελληνικές πόλεις, όπου τα κορίτσια είχαν περισσότερες πιθανότητες να «απορριφθούν» κατά τη γέννηση, καθότι τρεφόντουσαν με λιγότερο θρεπτικές τροφές από τους αδελφούς τους και δεν τους επιτρεπόταν να ασκηθούν.
Επιπλέον όπως και τα αδέλφια τους, τα κορίτσια στην Σπάρτη παρακολουθούσαν δημόσιο σχολείο, αν και για μικρότερο χρονικό διάστημα από ότι τα αγόρια.
Στο σχολείο είχαν τη δυνατότητα και ενθαρρύνονταν να συμμετέχουν στις αθλητικές δραστηριότητες. Αλλά όπως επισημαίνει ο Πλάτων στον Πρωταγόρα (342d) η εκπαίδευση δεν ήταν καθαρά σωματική. Στην Σπάρτη «δεν ήταν μόνο οι άνδρες αλλά και οι γυναίκες που υπερηφανεύονταν για την πνευματική καλλιέργειά τους».
Αυτό ήταν κάτι περισσότερο από απλή παιδεία…….ήταν συστηματική εκπαίδευση στη ρητορική και φιλοσοφική σκέψη.
Aρχαία Σπαρτιάτισσα σε κεραμικό 4ος αιώνας π.Χ
Όταν τα κορίτσια έφθαναν σε σεξουαλική ωριμότητα δεν βιαζόντουσαν να έλθουν σε γάμο, σε αντίθεση με τα κορίτσια στον υπόλοιπο αρχαίο κόσμο, τα οποία υπέφεραν ψυχολογικά και σωματικά, υφιστάμενα σωματικές βλάβες από το πρόωρο σεξ και συχνά πέθαιναν κατά την λοχεία.
Αντίθετα οι Σπαρτιατικοί νόμοι ανέφεραν ρητά ότι τα κορίτσια πρέπει να παντρεύονται μόνο εφόσον ήταν σε ηλικία κατάλληλη να «απολαύσουν τον έρωτα».
Η λογική ήταν απλή…..για τα νεαρά κορίτσια που δεν ήταν ακόμη έτοιμα ψυχολογικά για σεξουαλική επαφή, το σεξ αποτελούσε ουσιαστικά μια «πράξη βίας».
Είναι πολύ σημαντικό το γεγονός ότι οι Σπαρτιάτες καταδίκαζαν τη βία στο γάμο και θεωρούσαν το σεξ με παιδιά ως «πράξη βίας».
Σκηνή από Σπαρτιατικό γάμο
Επιπλέον τα κορίτσια στην Σπάρτη δεν παντρευόντουσαν πολύ μεγαλύτερους άνδρες, πρακτική η οποία ήταν συνήθης σε άλλες Ελληνικές πόλεις. Εκτιμάται ότι οι περισσότερες γυναίκες Σπαρτιάτισσες ήταν μόνο τέσσερα έως πέντε έτη νεώτερες από τους συζύγους τους.
Το δε γεγονός του ενδιαφέροντος της Σπάρτης για την γέννηση υγιών παιδιών δεν αναιρεί την προστασία των κοριτσιών από τις αρχές του γάμου.
Όλοι οι γάμοι στην αρχαία Ελλάδα αποσκοπούσαν στην τεκνοποίηση, αλλά σε άλλες πόλεις οι άνδρες ήταν πρόθυμοι να αποδεχθούν τα αναπόφευκτα υψηλότερα ποσοστά θανάτου από το σεξ με νεαρά κορίτσια.
Επειδή οι άρρενες πολίτες της Σπάρτης ήταν υποχρεωμένοι να αφιερώνουν τη ζωή τους στις στρατιωτικές και άλλες μορφές της δημόσιας υπηρεσίας, οι οικοδέσποινες της Σπάρτης φρόντιζαν τα κτήματα των συζύγων τους. Αυτό σήμαινε ότι οι Σπαρτιάτισσες έλεγχαν τον οικογενειακό πλούτο και στην πραγματικότητα, το σύνολο της αγροτικής οικονομίας (το εμπόριο και οι κατασκευές ήταν στην αρμοδιότητα των περίοικων). Ο Σπαρτιάτης πολίτης ήταν εξαρτώμενος από την απόδοση της γυναίκας του προκειμένου να πληρώσει το φαγητό και τα δίδακτρα του γιου του κατά τη διάρκεια της «αγωγής». Αυτή η οικονομική δύναμη ήταν ιδιαίτερα έντονη στην Σπάρτη, σε αντίθεση με πόλεις όπως η Αθήνα, όπου ήταν παράνομο για μια γυναίκα να ελέγχει περισσότερα χρήματα από ότι χρειάζεται για να αγοράσει ένα δοχείο σιτηρών.
Ή ταν ή επί τας…..Σπαρτιάτισσα δίνει την ασπίδα στον υιό της: πίνακας του Jean-Jacques-Francois Le Barbier (1738-1826), μουσείο Portland
Το σπουδαιότερο είναι ότι οι Σπαρτιάτισσες μπορούσαν να κληρονομήσουν και να μεταφέρουν τον πλούτο. Οι Αθηναίες αντίθετα δεν ήσαν ποτέ κληρονόμοι και όλα τα περιουσιακά στοιχεία περνούσαν στον επόμενο αρσενικό συγγενή, ο οποίος το πολύ να αναγκαζόταν να παντρευτεί την κληρονόμο, προκειμένου να διεκδικήσει την κληρονομιά – μια ρύθμιση που συχνά οδηγούσε τους άνδρες να απορρίπτουν προηγούμενη σύζυγό τους, αν και άμεμπτη, μόνο και μόνο για να οικειοποιηθούν την κληρονομιά ενός συγγενή.
Η εν λόγω οικονομική δύναμη είχε ως αποτέλεσμα την κοινωνική άνοδο των Σπαρτιατισσών.
Αυτό καταδεικνύεται σαφώς από τις σύγχρονες περιγραφές σύμφωνα με τις οποίες είχαν «άποψη» (ακόμη και πολιτική). Ο Αριστοτέλης υποστήριζε ότι «οι Σπαρτιάτες διοικούνταν από τις συζύγους τους» και ανέφερε την ελευθερία των Σπαρτιατισσών ως έναν από τους δύο λόγους για τους οποίους το Σύνταγμα της Σπάρτης ήταν κατακριτέο.
Όταν η σύζυγος του βασιλέα Λεωνίδα ρωτήθηκε γιατί οι Σπαρτιάτισσες ήταν οι μόνες γυναίκες στην Ελλάδα που «κυβερνούν» τους συζύγους τους, η Γοργώ απάντησε…..«επειδή είμαστε οι μόνες γυναίκες που γεννούν άνδρες».
Με άλλα λόγια, μόνο οι άνδρες που είχαν την αυτοπεποίθηση να δεχθούν τις γυναίκες ως ίσες ήσαν πραγματικοί άνδρες.
Το πρώτο καταγεγραμμένο ποίημα αγάπης γράφτηκε από Σπαρτιάτη ποιητή για τις Σπαρτιάτισσες κόρες.
Τραγούδι της κόρης (απόσπασμα)
Είναι άραγε εκδίκηση των θεών;
Όμως ευλογημένος είναι αυτός που περνά τη ζωή του χωρίς δάκρυα.
Αλλά εγώ πρέπει να υμνήσω το φώς της Αγιδούς.
Την βλέπω όπως τον ήλιο που λάμπει.
Όμως η αγαπημένη χορωδός δεν θα μου επιτρέψει να την επαινέσω και δεν την αδικώ.
Ξέρει ότι είναι εκθαμβωτική όπως το υπερήφανο άλογο ξεχωρίζει ανάμεσα σε κοπάδι σαν ένα φτερωτό όνειρο……………
Αλκμάνος 625 π.Χ»

Η Σπάρτη θεωρούσε τον εργένη ως ντροπή και ο πολίτης ο οποίος δεν είχε παντρευτεί, κατείχε κατώτερη κοινωνική θέση από κάποιον ο οποίος είχε αποκτήσει παιδιά.
Σε καμία άλλη αρχαία Ελληνική πόλη οι γυναίκες ήταν τόσο καλά ενταγμένες στην κοινωνία.
Είναι τελικά ένας από τους λόγους (ο βασικότερος) που η Σπάρτη μεγαλούργησε, μονοπώλησε την κυριαρχία στην αρχαία Ελλάδα και θεωρείται διαχρονικά η πόλη των ανδρείων.

Πηγή: http://spartareconsidered.blogspot.gr/

https://chilonas.com/