Βαραίνει επάνω μας του Αλέξανδρου η “κατάρα” σαν το αναπάντητο ερώτημα της γοργόνας... “Πλην Λακεδαιμονίων” σπεύδουμε, με τη συνείδηση πανάλαφρη, να στιγματίσουμε τον αποστάτη, τον προδότη, τον φυγόμαχο...
Και παρακάμπτουμε, εξίσου ανάλαφρα, την τελεσίδικη διαθήκη που όρισε πως του προδότη το όνομα είναι ένα: Εφιάλτης!Όποιος πιστεύει ακόμα πως ο Αλέξανδρος, μ’ εκείνη την θανατερή ετυμηγορία του, περιφρόνησε τη Σπάρτη, ύπνο βαθύ κοιμάται. Αυτός ο Μέγας, που ταπεινά παραμέρισε για να μην κρύψει τον ήλιο του Διογένη... Αυτός ο γίγαντας της στρατηγικής και ο τυφώνας της πολεμικής αρετής που τιμούσε τη γενναιότητα και τον πατριωτισμό των αντιπάλων του, ποτέ δεν θα μπορούσε να νιώσει περιφρόνηση για τους ρωμαλέους μαχητές της Σπάρτης.
Πόνο βαθύ και ανείπωτο ένιωσε... Γιατί, καλά δασκαλεμένος, ήξερε ότι χωρίς τη Σπάρτη, οι θησαυροί του θα’ ναι άνθρακες κι αργά ή γρήγορα οι Μήδοι θα διαβούνε...
Το είπε ο Καβάφης στο ποίημά του στα 200 π.Χ. και το μαχαίρι της ειρωνίας του σκίζει σήμερα, όσο ποτέ άλλοτε, την ψυχή μας:
Κι απ’ την θαυμάσια πανελλήνιαν εκστρατεία,
την νικηφόρα, την περίλαμπρη,
την περιλάλητη, την δοξασμένη
ως άλλη δεν δοξάσθηκε καμιά,
την απαράμιλλη: βγήκαμ’ εμείς
ελληνικός καινούριος κόσμος μέγας.
Εμείς οι Αλεξανδρείς, οι Αντιοχείς,
οι Σελευκείς, κ’ οι πολυάριθμοι
επίλοιποι Έλληνες Αιγύπτου και Συρίας,
κ οι εν Μηδία, κ’ οι εν Περσίδι, κι όσοι άλλοι.
Με τες εκτεταμένες επικράτειες,
με την ποικίλη δράσι των στοχαστικών προσαρμογών.
Και την Κοινήν Ελληνική Λαλιά
ως μέσα στη Βακτριανή την πήγαμεν, ως τους Ινδούς.
Για Λακεδαιμονίους να μιλάμε τώρα!
Κι ακόμα σφαγερότερος, ο καθηγητής Δημήτρης Λιαντίνης, πάνω σ’ αυτό το ποίημα θα κάνει την ορθή κρίση, αφήνοντας μετεξεταστέους τους επιδερμικούς σχολιαστές του Αλεξανδρινού μας ποιητή:
“Το Ελληνικός καινούριος κόσμος, μέγας, για τους επίγονους, κρύβει την καταφρόνια του Καβάφη για όλα τα ελληνιστικά βασίλεια. Καταφρόνια, που τη φανερώνει στον ίδιο βαθμό ο στίχος του από το ποίημα «Η δόξα των Πτολεμαίων»:
«Είναι γελοίος ο Σελευκίδης με την αγοραία του τρυφή».
Η τραγωδία του Αλέξανδρου δεν έχει γραφτεί ακόμα...
Γιατί άλλο πράμα ήταν το θηρίο της μοίρας του κι άλλος ο ηγεμόνας της ψυχής του.
Εκεί, στου Γρανικού τα στοιβαγμένα τρόπαια, στη νικηφόρα μέθη, στην αιματοβαμμένη του σκηνή, εκάθισε και ζύγισε. Ψυχρά, όπως αρμόζει σε μεγάλο στρατηλάτη, πήρε της λογικής το δρόμο και την ψυχή του απόθεσε στου Άρη το βωμό. Το ανάθημα «Αλέξανδρος Φιλίππου και οι Έλληνες πλην Λακαιδεμονίων» με τις 300 ασπίδες που έστειλε στην Ακρόπολη, ένα σκοπό είχε μόνο: Να κολακεύσει και να συσπειρώσει τους παραδομένους στο άρμα του Έλληνες και να απομονώσει στην ορφάνια τους, τους απροσκύνητους Σπαρτιάτες... Ωστόσο, οι Σπαρτιάτες ήξεραν αυτό που και ο Αλέξανδρος «πλην των λοιπών Ελλήνων» γνώριζε:
πως όλα τα κάστρα της Ανατολής και της ωραίας Δύσης, δεν κάνουνε μια χούφτα χώμα απ’ την πατρώα σου γη...
Όταν η Σπάρτη έχασε τη δύναμή της, η ψυχή των Ελλήνων έχασε το σώμα της. Το πληθωρικό τους πνεύμα, έχασε τον ρωμαλέο ναό του. Το πνευματικό περίσσευμα δεν είχε πλέον αντίβαρο που να το εγκαλεί στην τάξη, κάθε φορά που φλυαρούσε ανούσια. Δεν είχε αντίπαλον δέος για να αντιμάχεται, να ερεθίζεται από τη διαφορετικότητα και να εμπνέεται απ’ αυτήν... Δεν είχε έναν λόγο σοβαρό να πολεμάει για να γίνεται καλύτερο. Δεν είχε αντίλογο... αλλά ούτε και προστασία για να γεννάει απερίσπαστο έπη και τέχνη και σοφία... Η φωνή του Ελληνικού πνεύματος αντιλαλούσε στα φαράγγια της Ηχούς και έσβηνε αποκαμωμένη από τη μονοτονία των μονολόγων της... Εκεί στην κορυφή που είχε φτάσει, δεν είχε με ποιόν να αναμετρηθεί και να πετύχει νέους άθλους... Εκείνο ήταν στον Όλυμπο κι οι άλλοι όλοι στη στέπα...
Και είχε χάσει το έτερόν του ήμισυ... Άλλο δεν απέμενε πια, παρά να πουληθεί η παραγωγή... Να φύγει από τ’ αμπάρια η πραμάτεια, να μη σαπίσει και θαφτεί... Αργά ή νωρίς, ο Αλέξανδρος κατάλαβε τον ιστορικό του ρόλο... Ο “πραματευτής”, ο θαρραλέος “πωλητής”...
Κι έφυγε ανθός απ’ τη ζωή, προτού φανερωθεί η απόγνωση στα φλογερά του μάτια...
Και οι Ρωμαίοι διάβηκαν... Και τα ελληνιστικά βασίλεια σαρώθηκαν... Και της ανατολής τα δόγματα ετρύπωσαν απ’ τις κερκόπορτες που έμειναν αφύλαχτες... Και οι τούρκοι και οι φράγκοι διάβηκαν... Και η Μικρασία ρημάχτηκε...
Γιατί, στα 222 π.Χ. οι άλλοι Έλληνες" είχαν, από άγνοια και επιπολαιότητα, πετάξει στον Καιάδα το ΜΟΛΩΝ ΛΑΒΕ...
Τώρα λοιπόν, που και την Μακεδονία την ξακουστή την παραδώσαμε στου πλανητάρχη την σκακιέρα για να την παίζει πιόνι όπως γουστάρει...
Τώρα, που απ’ τα λαμπρά Αλεξανδρινά βασίλεια της Ισκαντάρ-Ανατολής θερίζουμε τα ψίχουλα κάποιων ξεχασμένων απογόνων στα υψίπεδα του Τατζικιστάν και στα δυσπρόσιτα οροπέδια του Ινδικού Καυκάσου...
Τώρα, που οι χάρτες του παγκοσμιοποιημένου μας πλανήτη, δίνουν τη Ρόδο μας στην Αίγυπτο, την Κρήτη μας στην Αφρική...
Τώρα, που θησαυρίζουν τα μουσεία τους με την καταλεηλατημένη μας προγονική περιουσία...
Τώρα, που καταχωρήσαμε όλα τα μνημεία μας στην παγκόσμια κληρονομιά... λες και τα φτιάξαμε μαζί τους...
Τώρα, που και το τελευταίο μας όπλο, η γλώσσα η αρχαιότερη και τελειότερη του κόσμου, υπέκυψε στον οικουμενικό βωμό της greeklish αηδίας...Τώρα, που ξαναγράφουν όπως θέλουν την ιστορία μας στα Hollywood και στις εικονικές πραγματικότητες...
Τώρα, που από κάθε άλλη φορά πιο βασανιστική έγινε η ανάγκη της αρετής των Λακεδαιμονίων...
Τώρα, επιτέλους, ας λυτρώσουμε το στοιχειωμένο των ηρώων μας παράπονο και ας ζητήσουμε, Συγγνώμη από τη Σπάρτη!
Ελένη A. Παπαδοπούλου
Δημοσιογράφος






Παρ’ όλα αυτά φαίνεται πώς τα γεγονότα τελείωσαν με κάποια συνθηκολόγηση, και ή επισφράγιση της ήταν ή δημιουργία των δύο ιερών, προς τιμήν των παιδιών της Λητούς που είχαν σημαντικό ρόλο και επιρροή σε όλη την περιοχή όπως φαίνεται από το μέγεθος της λατρείας που τους απέδιδαν. Σαν αποτελέσματα της κατακτήσεως αυτής μπορούν να θεωρηθούν δύο τουλάχιστον αρχαίες πόλεις της περιοχής, η Τευθρώνη, ο σημερινός Κότρωνας και ή Ίππολα στην περιοχή του Κάβο Γκρόσο χωρίς ορισμένη ακριβώς την τοποθεσία.. Για την Τευθρώνη μνημονεύεται σαν ιδρυτής της ο Αθηναίος Τεύθρας, ενώ για την Ίππολα είναι σαφές ότι η ονομασία της παραπέμπει στην Ιππολύτη ή στον υιό της Ιππόλυτο. Επιπλέον στην Ίπολλα λατρευόταν ή Ιππολαϊτιδα Αθηνά και υπήρχ
Το σημερινό χωριό Κάβαλλος και ή ευρύτερη περιοχή έχει ταυτιστεί με την θέση που βρισκόταν η παλιά πόλις. Ο Κάβαλλος απέχει από την Αρεόπολη 6 χλμ, και είναι κτισμένος αριστερά της εισόδου πεδιάδας, στο δρόμο με κατεύθυνση το χωριό Χιμάρα. Η ταύτιση επιδέχεται αμφισβήτηση, διότι δεν υπάρχουν συγκεκριμένες αποδείξεις. Η πλέον λογική παραδοχή είναι, πώς η πόλη βρισκόταν ίσως κάπου εντός της κοιλάδας που φτάνει μέχρι την Χιμάρα, και ίσως να συμπεριλάμβανε περισσότερους από έναν οικισμούς. Ακόμη τίποτε δεν αποκλείει και την εκτός της κοιλάδας ύπαρξη οικισμού ή ακρόπολης της πόλης. Περιοχή κοντά στην Χιμάρα, όπου και το νεκροταφείο ονομάζεται Πούρκος, πιθανόν παράφραση της λέξης Πύρριχος. Με αυτή την βάση η πόλη μετατοπίζεται ανατολικότερα από τον Κάβαλλο, σε περιοχή μεγαλύτερης στρατηγικής σημασίας.
Επίσης, σύμφωνα με τον Παυσανία, η ύδρευση των κατοίκων γινόταν από πηγάδι. Το φρέαρ αυτό, «δούναι δε σφίσι τον Σιληνόν νομίζουσι»,θεωρούσαν ότι το προσέφερε ο Σιληνός σαν δώρο στην πόλη. Πράγματι το νερό είναι το πολυτιμότερο δώρο για την περιοχή. Επίσης η σύζυγος του Ναιάς, προσέφερε την ομώνυμη πηγή, στην περιοχή του Κότρωνα. Ακόμα και σήμερα στον οικισμό του Πύρριχου. υπάρχουν δύο πηγάδια, και πιστεύεται ότι σε κάποιο από αυτά αναφέρεται ο περιηγητής. Βέβαια είναι ελάχιστο το δώρο του Σιληνού, σε σχέση με το δώρο της συζύγου του. Θα μπορούσε όμως το φρέαρ να ερμηνευθεί σαν πηγή και όχι πηγάδι. Υπάρχει όμως πηγή στην ευρύτερη περιοχή; Η απάντηση είναι θετική υπάρχει κάτω από την Παλιοκοτρώνα η βρύση της Δροσοπηγής, που από σύμπτωση ονομάζεται μέχρι σήμερα Σελινάρι. Κατά μία εκδοχή η πόλη πήρε το όνομά της από τον Πύρριχο έναν Λάκωνα ή Κρητικό, κατά τον Πολυδεύκη,( IV, 99).Ο Πύρριχος ήταν ήρωας ή χορευτής, πιθανόν ο Σιληνός με άλλη ονομασία του, που ανατράφηκε κατά την παράδοση στα βουνά της περιοχής. Να σημειωθεί ότι ο Σιληνός υπήρξε φίλος του Διονύσου που λατρευόταν επίσης στην περιοχή. Το όνομα Πύρριχος προσθέτει, πού στην εποχή του συνηθιζόταν στη Λακωνία, υπάρχει ακόμη και σήμερα, φυσικά στην νέα του έκφραση «ρούσος» και σε παράγωγα.






