11 Μαΐου 2022

Η Παναγίτσα τότε και σήμερα...

Η Παναγίτσα μεσα από Ορθοφωτογραφία του 1945.
Η Παναγίτσα μεσα από τους χαρτες Google σήμερα.

Μια χαρτογραφική αποτύπωση και παράλληλα σύγκριση τής ευρύτερης περιοχής τής Παναγίτσας με διαφορά εβδομήκοντα και επτά ετών.
Η Παναγίτσα αποτελεί έναν συνοικισμό «ξεμόνι» σύμφωνα με την Μανιάτικη απόδοση που ανήκει στην κοινότητα Δροσοπηγής. Είναι επίσης η γενετειρά μου και η κοιτίδα των "Παπαδοθωμιάνων".
Αξίζει να σημειωθεί ότι από την ορθοφωτογραφία του 1945, διαφαίνεται ότι το μεγαλύτερο ποσοστό είναι καλλιεργήσιμη γη, και όχι «δασικές εκτάσεις» όπως θέλουν να μας επιβάλλουν σήμερα.
Περισσότερες πληροφορίες για την Παναγίτσα εδώ, αλλά και στο σχετικό άρθρο μου στην Βικιπαίδεια.


1 Απριλίου 2022

Παναγιώτης Καβαλιεράκης - Κοσονάκος......

...στρατηγός του 1821 από την Καρυούπολη της Μάνης

Του Δημήτρη Μαριόλη
ιστορικού – νομικού
Οπλαρχηγός 3ης τάξης το 1837 (Αντισυνταγματάρχης) http://army.gr/

Νότια του Γυθείου βρίσκεται ο παλαιός δήμος Καρυουπόλεως, ο οποίος περιλάμβανε τις, ακόμη παλαιότερες, επαρχίες Φωκά και Τρυγονά. Οι ονομασίες των επαρχιών αυτών, παραπέμπουν αντίστοιχα στις δύο ομώνυμες αρχοντικές οικογένειες, που από τα χρόνια του Βυζαντίου κατοικούσαν σ’ αυτές.
Στα χρόνια της Ενετοκρατίας στην Πελοπόννησο (1685 – 1715), στην περιοχή αυτή διακρίθηκε ο Θωμάς Φωκάς, ο οποίος λόγω των υπηρεσιών του προς την Βενετία, κατά τον πρόσφατο τότε Βενετοτουρκικό πόλεμο, ονομάστηκε Ιππότης (Kavalier) του Αγίου Μάρκου. Έκτοτε, οι απόγονοι του, εκτός του αρχικού επωνύμου, έφεραν και το επώνυμο »Καβαλιεράκης», αρκετοί δε από αυτούς πρόσφεραν πολύτιμες υπηρεσίες κατά τον Αγώνα της Εθνεγερσίας.
Από τους σημαντικότερους της οικογένειας αυτής, υπήρξε ο Παναγιώτης Καβαλιεράκης – Κοσονάκος, ο οποίος χάριν των αγώνων του προάχθηκε από τις επαναστατικές κυβερνήσεις δις σε στρατηγό (το 1823 και το 1825). Ο αγωνιστής γεννήθηκε το 1803 στον οικισμό της Καρυούπολης και ήταν έγγαμος με την Μαρία Μαυρομιχάλη, μία από τις τρεις κόρες του ηρωικού Κυριακούλη.
Πήρε μέρος σε νεαρή ηλικία και ευθύς εξαρχής στον απελευθερωτικό αγώνα, ως αρχηγός μανιάτικου εκστρατευτικού σώματος στην πολιορκία της Μονεμβασιάς, της Τριπόλεως (1821), στην απόκρουση του Δράμαλη στο Άργος (1822), στις επιχειρήσεις κατά των Τούρκων, όταν αυτοί πολιορκούσαν το Μεσολόγγι κατά την πρώτη πολιορκία, καθώς και στις μάχες στη Δυτική Στερεά Ελλάδα (Νοέμβριος 1822 – Φεβρουάριος 1823, σε Δραγαμέστο, Μαχαλά, Ασπροπόταμο, υπό τον Πετρόμπεη Μαυρομιχάλη). Πολέμησε επίσης στο πολιορκούμενο Νεόκαστρο (1825) κατά του Ιμβραήμ, καθώς και στις μάχες Βέργας Αλμυρού και Διρού στη Δυτική Μάνη (Ιούνιος 1826), Μηνιάκοβας και Πολυαράβου στην Ανατολική Μάνη (Αύγουστος 1826).
Μετά την Επανάσταση, επί Κυβερνήτη Ι. Καποδίστρια, ο Κοσονάκος ακολούθησε το υπό τους Μαυρομιχαλαίους αντικυβερνητικό στρατόπεδο και ήταν ένα από τα μέλη της »Συνταγματικής Διοικητικής Επιτροπής της Σπάρτης», ενώ το 1832 πήρε μέρος ως πληρεξούσιος της επαρχίας Φωκά στην Εθνοσυνέλευση της Προνοίας.
Επί Όθωνα υπηρέτησε ως λοχαγός στο Πεζικό (Ακροβολιστές), ενώ στη συνέχεια (1844) προάχθηκε σε ταγματάρχη και μετατέθηκε στην προικοδοτημένη Φάλαγγα. Το επόμενο έτος (1845) προάχθηκε σε αντισυνταγματάρχη, ενώ το 1848 μεταφέρθηκε από την προικοδοτημένη στην ενεργητική Φάλαγγα, στην οποία υπηρέτησε μέχρι το τέλος του βίου του. Τιμήθηκε επίσης με το αργυρό μετάλλιο του Αγώνος.
Πύργος και συγκρότημα Φωκά Καβαλιεράκη – Κοσονάκου https://www.exploring-greece.gr/

– Αξιόλογη πηγή για τη δράση του Παναγιώτη Κοσονάκου, κατά την Επανάσταση του 1821 αλλά και αργότερα, αποτελεί η υπηρεσιακή αναφορά του με συνημμένα διάφορα πιστοποιητικά, που ο ίδιος υπέβαλε στην Διοίκηση του τάγματος όπου υπηρετούσε τον Δεκέμβριο του 1842, με τελικό αποδέκτη το Υπουργείο Στρατιωτικών και με σκοπό την περαιτέρω προαγωγή του σε ανώτερο βαθμό. Το κείμενο της αναφοράς έχει ως εξής (ΓΑΚ, Αρχείο Υπουργείου Εξωτερικών Οθωνικής Περιόδου, Φ. 77) :

«Ο Λοχαγός διοικητής του Α’ λόχου των εκλεκτών του 5ου πεζικού Τάγματος (Ακροβολισταί)

Προς :

Την Β. Διοίκησιν του αυτού Τάγματος ενταύθα, περί προβιβασμού και μεταθέσεως, Μεθώνη την 24 Δεκεμβρίου 1842

Ο ευσεβάστως υποφαινόμενος κατά προφορικήν υψηλήν διαταγήν της Α. Μεγαλειότητος, αναφέρω ταπεινώς δια της Β. Ταύτης Διοικήσεως τα ακόλουθα, τα οποία παρακαλώ να τεθώσιν υπόψιν της Α. Μεγαλειότητος.
Κατά την αρχήν της Ελληνικής Επαναστάσεως, καταγόμενος από επίσημον οικογένειαν της Λακωνίας εξεστράτευσα αμέσως με 200 στρατιώτας και επήγον εις την πολιορκίαν του Φρουρίου Επιδαύρου Λιμηράς (Μονεμβασία) όπου εχρημάτισα απ’ αρχής μέχρι της αλώσεως του, εις των διακεκριμένων πολιορκητών του, επομένως δε παρερεύθην εις την πολιορκίαν της Τριπόλεως και εις τας μάχας του Δράμαλη.
Κατά το 1822 , διέβην εις Μεσολόγγιον, με 170 στρατιώτας, όταν πολιορκείτο παρά του Κιουταχή, επομένως επέρασα εις Δραγαμέστον και παρευρέθην εις την Μάχην του Άσπρου Ποταμού (Αχελώου) όπου επνίγησαν δύο χιλιάδες Τούρκοι. Δι όλα ταύτα η προσωρινή τότε Διοίκηση της Ελλάδος με ετίμησεν με το βαθμό του Στρατηγού.
Έπειτα δε παρευρέθην εις όλας τας κατά του Ιμβραήμ Μάχας, εις τα Μεσσηνιακά Φρούρια, εις Αλμυρόν, Διρόν και Πολυάραβον.
Μετά την αισίαν άφιξην της ΑΜ εστάθην απ’ αρχής πιστός υπήκοος και ζηλωτής του ΥΒ θρόνου.
Εις τας κατά την Λακωνίαν γεννηθείσας ταραχάς, κατά το 1834 και εις τας αποστασίας της Μεσσηνίας, συνετέλεσα όσον ηδυνάμην και με δύναμην λόγου ως και με τα όπλα εις τας χείρας, έχων πάντοτε αρκετούς στρατιώτας υπό την οδηγίαν μου.
Ο πρώην Αντισυνταγματάρχης Κύριος Φέδερ, γνωρίζων εκ του πλησίον, τας προς τον θρόνον εκδουλεύσεις μου, με εσύστησε, ως η ΑΜ ευηρεστήθη να με διορίση, υπολοχαγόν διοικητή λόχου, εις το πρώτον σχηματισθέν Τάγμα της Λακωνίας, εις ο υπηρετώ ήδη οκτώ έτη, με όλον τον ζήλον και πιστήν αφοσίωσην, ούτω εδιακρίθην εις πολλάς περιστάσεις, προσθέτω δε ότι τον εκ στρατιωτών Αξίων σχηματισμόν του Λόχου μου, τον ενήργησα αυτός εγώ, όπου Μάρτυρες των λόγων μου τούτων είναι τα διασωθέντα επίσημα διπλώματα και ενδεικτικά μου, τα οποία η Β. Διοίκησις ταύτη ευαρεστήθη προ πέντε ήδη μηνών και διεύθυνε εις την Β. επί των Στρατιωτικών Γραμματείαν της Επικρατείας, συστήνουσα με ως ικανόν να αξιωθώ παρά της ΑΜ τον Σταυρόν του Σωτήρος και παρακαλώ ώστε τα ρηθέντα διπλώματα και ενδεικτικά μου να τεθώσιν υπ’ όψιν της ΑΜ ομού με την παρούσαν έκθεσιν.
Η Επιτροπή της Β. Φάλαγγος της Λακωνίας, με εσύστησεν και η ΑΜ ευηρεστήθην να με τιμήσει με τον βαθμόν του Ταγματάρχου της Φάλαγγος, αλλ’ η ρηθείσα Επιτροπή με αδίκησε, διότι φρονώ ότι μ’ ανήκει ανώτερος βαθμός.

Εξαιτούμαι δε ταπεινώς επί τέλους ίνα ήθελεν ευδοκήση η ΑΜ και με προβιβάση εις τον βαθμόν του Αντισυνταγματάρχου εις την Β. Φάλαγγα και με διορίσει εις την Α Τετραρχίαν της Αττικής.

Π. Κοσονάκος
«Λοχαγός »


– Μαζί με την παραπάνω έκθεση, ο αγωνιστής όπως προαναφέρθηκε είχε υποβάλει και μία σειρά σημαντικών πιστοποιητικών τα οποία αποδείκνυαν τη δράση του κατά την Επανάσταση. Ένα από αυτά, υπογεγραμμένο από τον Π. Μαυρομιχάλη, Θ. Κολοκοτρώνη και Νικήτα Σταματελόπουλο στις 9-8-1829 στο Άργος, έχει ως εξής :

«Ο υποφαινόμενος πιστοποιώ ότι ο Κ. Π. Κοσονάκος Καβαλιεράκης, από της αρχής του Ιερού μας αγώνος, με αρκετούς στρατιώτας, ενεφανίσθη εις την πολιορκίαν της Μονεμβασίας, συντελέσας γενναίως και εναρέτως τα χρέη του, ακολούθως εις την άλωσιν της Τριπολιτσάς, εις τον ερχομόν του Δράμαλη, εις την ΔυτικοΣτερεάν Ελλάδαν, εις το Νεόκαστρον, καθώς και εις όλας τας δοκιμάς του Ιμβραήμη εναντίον της Σπάρτης αγωνίσθη γενναίως εις όλας τας εκστρατείας και πολλάκις εκινδύνευσεν εις την εναντιότητα του εχθρού, φυλάττοντας πάντοτε ευταξίαν εξοδεύοντας και εξ ιδίων του και εκ τούτου του δίδω το παρόν μου δια να του χρησιμεύσει εις τον Σ. Κυβερνήτην. 
Την 9 Αυγούστου 1829, Εν Άργει.

Π. Μαυρομιχάλης επιβεβαιεί

Θ. Κολοκοτρώνης

Νικήτας Σταματελόπουλος

Ίσον απαράλλακτον τω πρωτοτύπω
Την 26 Απριλίου 1833
Εν Μαραθωνησίω                                                                       (Τ.Σ) Οι Δημογέροντες

                                                                                                     Π. Αντων. Γρηγοράκης

                                                                                                           Π. Ρετζέπερης »

– Ένα ακόμη, επίσης σημαντικό έγγραφο που προσκόμισε ως επικυρωμένο αντίγραφο του πρωτοτύπου, ήταν η από 15 Ιουνίου 1823 γνωστοποίηση της προαγωγής του στο βαθμό του Στρατηγού, η οποία έχει ως εξής :

«Υπουργ. Πολεμ.

Περιοδ. Β

Αρ. 474 ΠΡΟΣΩΡΙΝΗ ΔΙΟΙΚΗΣΙΣ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ

Το Υπουργείον των Πολεμικών

Προς τον Κύριον Παναγιώτην Κοσονάκον

Η Διοίκησις με διαταγήν της υπ’ αρ. 1785 χάριν ευγνωμοσύνης δια τας πιστάς προς την πατρίδα εκδουλεύσεις σου σε προβιβάζει εις τον βαθμόν της στρατηγίας. Το υπουργείον τούτο ενώ σε συγχαίρει δια τον κατ’ αξίαν προβιβασμόν σου, έχει χρηστάς ελπίδας, ότι η εκ μέρους της Διοικήσεως τιμή αύτη θέλει εξάψη εις την ψυχήν σου νέον υπέρ της πατρίδος ζήλον και περισσότερες εκδουλεύσεις.

Το παρόν επέχει τύπον διπλώματος έως ου να σοι δοθή το καθ’ αυτού τακτικότερον εν καιρώ αρμοδιοτέρω.Εν Τριπολιτσά τη 15 Ιουνίου 1823.

(Τ.Σ) Ο Γεν. Γραμματεύς και δι’ αυτού                  Ο Υπουργός των πολεμικών

Γεώργιος Γαζής Χρ. Περραιβός
Ίσον απαράλλακτον τω πρωτοτύπω
Την 26 Απριλίου 1833
Εν Μαραθωνησίω                                                             (Τ.Σ) Οι Δημογέροντες

                                                                                             Π. Αντων. Γρηγοράκης

                                                                                                   Π. Ρετζέπερης »


Η παραπάνω αναφορά και αίτησή του, εισακούσθηκε μετά από δύο χρόνια, δεδομένης της μισθολογικής του εξέλιξης, που ακολούθησε στη Φάλαγγα την περίοδο από το 1844 έως το 1848, όπως παραπάνω περιγράψαμε. Σε άλλο μεταγενέστερο υπηρεσιακό έγγραφό του, με ημερομηνία 18-12-1856, όταν οι Τετραρχίες της Φάλαγγας διαλύθηκαν, γνωστοποίησε προς το Φρουραρχείο Σπάρτης ως τόπο προσωρινής διαμονής και μισθοδοσίας του το Λιμένι του δήμου Οιτύλου Λακωνίας.
Ακόμη, υπάρχει και μία ενδιαφέρουσα μαρτυρία ότι κατά τις ταραχές που ξέσπασαν στη Μάνη επί Παπουλάκου (1852), οι ένοπλοι Μανιάτες »πότε εφώναζον ότι έρχεται ο Λεωνίδας Μαυρομιχάλης με 4.000 όπλα, πότε ο Κοσονάκος με 2.000, πότε ο Πέτρος αν και αποθαμένος και τα παρόμοια» (Αντισυνταγματάρχης Κουτσογιαννόπουλος προς Υπουργό Εσωτερικών, 20 Ιουλίου 1852, ΓΑΚ Οθωνικό Αρχείο, Γραμ. Εσωτ. Φ 182).
Ο Παναγιώτης Κοσονάκος απεβίωσε τον Ιανουάριο του 1866 έχοντας το βαθμό του αντισυνταγματάρχη της Ενεργητικής Φάλαγγας. Στο φύλλο της εφημερίδας «ΜΕΣΣΗΝΗ» της 19 Ιανουαρίου 1866, διαβάζουμε σχετικά :
«Ο Γέρων Κοσονάκος επανερχόμενος εξ Αθηνών ετελεύτησεν εν τω ατμοπλοίω. Ο Θεός μακαρίσαι την ψυχήν του και επαναπαύσαι τους υπέρ της ανεξαρτησίας αγωνισθέντας εν τοις κόλποις του Αβραάμ».
Με βασιλικό διάταγμα του Γεωργίου Α΄ (ΦΕΚ 53/13-7-1866), περί συντάξεως, απονεμήθηκε μηνιαία σύνταξη 70 δραχμών στη Μαρία χήρα του αποβιώσαντος αντισυνταγματάρχου της φάλαγγας Παναγιώτου Κοσονάκου και τα τέκνα αυτού Πέτρο ετών 19 και Ελένη 15, με αναδρομική ισχύ από 1 Φεβρουαρίου 1866. Ένα χρόνο αργότερα, ο γιος του Γεώργιος Κοσονάκος, λοχαγός εν ενεργεία και αρχηγός εκστρατευτικού σώματος, θα έβρισκε ηρωικό θάνατο ως εθελοντής στην Κρητική Επανάσταση.
Η γνήσια υπογραφή του ήρωα


ΠΗΓΕΣ – ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ

-ΣΤ. ΚΑΠΕΤΑΝΑΚΗ »ΑΡΙΣΤΕΙΑ ΤΟΥ 1821 ΣΕ ΜΑΝΙΑΤΕΣ ΑΓΩΝΙΣΤΕΣ», εκδ. Αδούλωτη Μάνη (2008), σελ. 257 – 259.
-Ι. ΛΕΚΚΑΚΟΥ »ΜΑΝΗ ΕΡΑΝΙΣΜΑΤΑ ΙΣΤΟΡΙΑΣ & ΛΑΟΓΡΑΦΙΑΣ» (2004), σελ. 69 – 70.
-ΚΑΙΤΗΣ ΑΡΩΝΗ ΤΣΙΧΛΗ »ΑΓΡΟΤΙΚΕΣ ΕΞΕΓΕΡΣΕΙΣ ΣΤΗΝ ΠΑΛΙΑ ΕΛΛΑΔΑ 1833 – 1881», εκδ. Παπαζήση (2009), σελ. 382.
-ΓΑΚ, Αρχείο Υπουργείου Εξωτερικών Οθωνικής Περιόδου, Φ. 77
-ΔΙΑΦΟΡΑ ΦΕΚ : 29/5-9-1844, 14/29-5-1845, 35/16-12-1848, 53/13-7-1866
– Εφημερίδα »ΜΕΣΣΗΝΗ» φύλλο της 19-1-1866.


maniatika.wordpress.com

3 Μαρτίου 2022

Πειρατεία εις βάρος Μανιατών το 1825

Του Γιάννη Μιχαλακάκου
εκπαιδευτικού
Το Μαραθονήσι, άποψη του χωριού και των ερειπίων του Γυθείου, χαλκογραφία του Δήμου Stephanopoli από το βιβλίο Voyage de Dimo et Nicolo Stephanopoli en Grèce..., Παρίσι 1800

Είναι γενικά γνωστό πως την περίοδο της Τουρκοκρατίας στον ελλαδικό χώρο η δράση των πειρατών μουσουλμάνων και χριστιανών ήταν ανεξέλεγκτη. Για τον λόγο αυτό οι περισσότεροι οικισμοί κατά την διάρκεια της περιόδου αυτής τόσο για να αποφεύγουν τους πειρατές όσο και τους Τούρκους βρίσκονταν σε ορεινά και ημιορεινά μέρη. Παρά ταύτα η ανάγκη για εμπόριο και ευημερία ήταν επιβεβλημένη. Τα χρήματα που δημιουργούνταν από τις εμπορικές συναλλαγές των Ελλήνων με τις χώρες του εξωτερικού οδήγησαν σε ακμή πολλές περιοχές (Ύδρα, Σπέτσες, κ.ά.). Έτσι πολλά λιμάνια παρά την επικίνδυνη θέση τους συνέχισαν να κατοικούνται και να ευημερούν και κατά την περίοδο της Τουρκοκρατίας. Μάλιστα μετά τα Ορλοφικά όπου δόθηκαν και κάποια προνόμια για εμπορικούς σκοπούς, όπως για παράδειγμα τα πλοία να φέρουν μικρό οπλισμό για προστασία, η ανάπτυξη του εμπορίου και της οικονομικής ακμής ήταν εκρηκτική.
Το λιμάνι του Γυθείου (Μαραθονήσι όπως λεγόταν τότε), δεν αποτέλεσε εξαίρεση σε αυτόν τον κανόνα. Παρότι οι Μανιάτες δεν ασχολούνταν ιδιαίτερα με το εμπόριο η οικογένεια Γρηγοράκη με τους επιμέρους κλάδους της εκμεταλλευόμενη το λιμάνι αυτό, το οποίο κατά πολλούς ήταν το σημαντικότερο της Λακωνίας την εποχή εκείνη, πλούτισε και ισχυροποιήθηκε. Ωστόσο δεν πρέπει να συγχέουμε το σημερινό Γύθειο με εκείνο του 1821. Κάθε άλλο παρά τον πλούτο και την αίγλη ενός σύγχρονου λιμανιού είχε. Οι περιγραφές ξένων περιηγητών κατά καιρούς μας δίνουν μια εικόνα ενός μικρού οικισμού (100 σπίτια περίπου), προχειροφτιαγμένου με κύρια απασχόληση την ναυτιλία (εμπόριο, ψάρεμα). Μάλιστα οι περιγραφές είναι άκρως κατατοπιστικές και ως προς τις κοινωνικές συνθήκες που επικρατούσαν. Το σύστημα ήταν καθαρά φεουδαρχικό με τον άρχοντα Γρηγοράκη να χτίζει πύργο στην κορυφή του λόφου (1805). Να σημειωθεί βέβαια πως η περιοχή του Γυθείου εντάχθηκε τελευταία στην περιοχή της Μάνης (μετά το 1750) με αποτέλεσμα να υπάρχει γενικότερη αίσθηση ανασφάλειας καθώς οι Τουρκικές επιθέσεις ήταν συχνές.
Μέσα σε αυτό το ιστορικό πλαίσιο ιδιαίτερο ενδιαφέρον παρουσιάζει το ακόλουθο περιστατικό. Στις 7 Οκτωβρίου του 1825 στο Βουλευτικό αναγνώστηκε επιστολή του Μιχάλη Λιναρά και του Παπά Φώτη Σακελλαρίου (Λάκωνες αμφότεροι) στην οποία αναφερόταν ότι ο Γεώργιος Λαλεχός προσορμίστηκε στο Μαραθονήσι και άρπαξε τα υπάρχοντα τους. Μάλιστα εσωκλείονται αναλυτικές πληροφορίες για το τι ακριβώς εκλάπη από το μαρτήγο (είδος πλοίου το αποκαλούν και γολετόμπρικο) το οποίο είχαν κατά την διάρκεια της νύκτας στον λιμένα. Το πλοίο του καπετάν Λαλεχού κατευθυνόταν προς ενίσχυση της φρουράς του Μεσολογγίου όταν για άγνωστους λόγους παρέκλινε της πορείας του και προσορμίστηκε στο Γύθειο προχωρώντας σε πειρατεία.
Το παραπάνω περιστατικό είναι πολύ ενδιαφέρον από διάφορες απόψεις. Πρώτα από όλα κατανοούμε πως μπορεί να βρισκόμαστε εν μέσω ενός απελευθερωτικού αγώνα, μπορεί ο Ιμπραήμ να έχει αποβιβαστεί λίγους μήνες στην Πελοπόννησο, ωστόσο κάποιες συνήθειες του παρελθόντος όπως η πειρατεία ήταν βαθιά ριζωμένη στην συνείδηση των ναυτικών της εποχής. Όπως ο αρματολός μπορούσε να περάσει από την νομιμότητα στην παρανομία και να γίνει κλέφτης έτσι και ο έμπορος μπορούσε να περάσει στην πειρατεία. Όπως έλεγε για τους κατοίκους της Αρεόπολης ο Νικήτας Νηφάκης

“….. Στα φανερά πραματευτές και στα κρυφά κουρσάροι ….”

Αξιόλογο επίσης είναι το θράσος - θάρρος που είχε ο καπετάν Λαλεχός γνωρίζοντας ότι πιθανόν να γίνει αντιληπτός και να καταδιωχτεί σε μια περιοχή με μεγάλη πολεμική παράδοση και πειρατική δράση. Να σημειωθεί εδώ πως ο λόγος που είχε προσορμιστεί το μαρτήγο των Λακώνων στο Γύθειο ήταν για λόγους ασφαλείας από τον εχθρό που περιπολούσε στην περιοχή καθώς το λιμάνι ήταν οχυρωμένο. Δεν σκέφτηκαν καν ότι ελληνικό πλοίο θα προέβαινε σε τέτοια ενέργεια. Έτσι οι Μανιάτες από θύτες έπεσαν θύματα της ίδιας τους της συνήθειας.
Υδραίοι ναυτικοί. Λιθογραφία του A. Friedel

Στο σημείο όμως αυτό ενδιαφέρον έχει να δούμε μερικά βιογραφικά στοιχεία για τα εμπλεκόμενα πρόσωπα:
Ο Μιχάλης Λιναράς καταγόταν από το Μαυροβούνι της Μάνης. Ήταν σύμμαχος και ανιψιός της ισχυρής οικογένειας Γρηγοράκη του Γυθείου. Με τον τρόπο αυτό η οικογένεια του αναδείχτηκε από της επιφανείς – προκριτικές οικογένειες της περιοχής. Κατά την διάρκεια της ελληνικής επανάστασης είχε συμμετάσχει ενεργά από τις αρχές της ενώ πολλά μέλη της οικογένειας του χαρακτηρίστηκαν ως οπλαρχηγοί ενώ ο συγγενής του Νικόλαος Λιναράς ήταν εκπρόσωπος της ανατολικής Μάνης στην Εθνοσυνέλευση το 1831. Αργότερα στην ελεύθερη Ελλάδα τον βρίσκουμε στο χωριό Δρυ.
Ο Παπά Φώτης Σακελλαρίου καταγόταν από την Καλογωνιά της Λακεδαίμονος (εξού και Καλογωνιάτης). Από αρχή του αγώνα της ελευθερίας συμμετείχε ενεργά στην πολιτική αλλά και στρατιωτική οργάνωση του αγώνα. Τον Μάρτιο του 1821 ήταν επικεφαλής των συγχωριανών του και μαζί με τον παπά Καλομοίρη από την Βορδόνια οργάνωσαν την επαναστατική κίνηση της περιοχής. Μάλιστα τον Μάιο του 1821 υπογράφει ως ένας από τους πρώτους οργανωτές της Πελοποννησιακής Γερουσίας στην ουσία του πρώτου πολιτικού οργάνου της επανάστασης. Αναγνωρίστηκε και επίσημα ως οπλαρχηγός Ε Τάξης (Λοχαγός) μετά την επανάσταση για τις υπηρεσίες του.
Ο Γεώργιος Λαλεχός και όχι Νικόλαος όπως πιθανότατα λανθασμένα αναφέρει η πρώτη αναφορά στο Βουλευτικό, καταγόταν από την Ύδρα. Ήταν γόνος ισχυρής ναυτικής οικογένειας με παράδοση στο εμπόριο. Στις 20/4/1795 υπάρχει άφιξη του Γεώργιου Λαλεχού ως καπετάνιου του πλοίου Παναγιά της Ύδρας στο λιμάνι του Λιβόρνο στην Ιταλία. Η οικογένεια Λαλεχού από την αρχή της ελληνικής επανάστασης ήταν στις επάλξεις. Μάλιστα αναφορά του Λάζαρου Λαλεχού, Ανδρέα Βούλγαρη και του Μιαούλη ενημερώνουν τους κατοίκους της Ύδρας στις 30/03/1822 «την χαροποιάν μεγάλην είδησιν», για την καταστροφή της τουρκικής ναυαρχίδας ως αντίποινα για την καταστροφή της Χίου. Ο ίδιος καπετάνιος συγγενής του Γιώργου υπογράφει σε διάφορα έγγραφα της εποχής ως ναύαρχος (επικεφαλής στολίσκου), ενώ συμμετείχε σε δεκάδες ναυτικές επιχειρήσεις σε όλη την διάρκεια του αγώνα. Τον Ιανουάριο του 1826 ο Γιώργος και Ιωάννης Λαλεχός είναι μέρος της Υδραίικης ναυτικής μοίρας στο Μεσολόγγι. Το 1829 από τα αρχεία της ελληνικής παλιγγενεσίας βλέπουμε πως και οι δύο ανήκαν στους σημαντικούς κατοίκους (δημογεροντία) της Ύδρας οι οποίοι ζητούσαν αποζημιώσεις για τις εκδουλεύσεις τους κατά την διάρκεια του αγώνα.
Γίνεται λοιπόν αντιληπτό πως όλοι οι εμπλεκόμενοι σε αυτό το περιστατικό πειρατείας δεν ήταν τυχαίοι. Όλοι τους ήταν την δεδομένη χρονική περίοδο αναγνωρισμένοι αγωνιστές. Η χρονική επίσης περίοδος είναι πολύ σημαντική καθώς το Μεσολόγγι βρίσκεται υπό στενή πολιορκία. Παρά ταύτα οι ανάγκες για πλουτισμό αλλά και επιβίωση είναι σημαντικές. Δεν πρέπει να ξεχνάμε πως μετά από πέντε χρόνια αγώνα τα χρήματα έχουν τελειώσει και τα πληρώματα των πλοίων αναζητούν τις πληρωμές τους. Η γκρίνια είναι διάχυτη από τις ελλείψεις. Στα ναυτικά ημερολόγια του Σαχτούρη και του Σαχίνη διαβάζουμε πως την επίμαχη περίοδο Ιούλιος – Νοέμβριος του 1825 ο στόλος της Ύδρας και ο καπετάν Λαλεχός βρισκόταν ανοικτά της Μάνης (κάβο Ματαπά). Στο ημερολόγιο αναφέρεται επανειλημμένα «έλλειψης άρτου» από τις 9 Ιουλίου. Μάλιστα ο Λάζαρος Λαλεχός στις 23 Νοεμβρίου ημέρα Δευτέρα δεν άντεξε άλλο την πείνα και σηκώθηκε κι έφυγε για την Ύδρα (ημερολόγιο Σαχίνη). Είναι λοιπόν πολύ πιθανόν αίτιο της πειρατείας να ήταν η αναζήτηση τροφής αλλά και χρημάτων για την ικανοποίηση των πληρωμάτων.
Η αναχώρηση του Λάζαρου Λαλεχού για Ύδρα λόγω πείνας. (Ημερολόγιο Σαχίνη πλοίο Μιλτιάδης).

Έχοντας υπ όψιν τα βιογραφικά των εμπλεκομένων σε αυτή την ιστορία και την κρισιμότητα της ιστορικής περιόδου που διαδραματίζονταν αντιλαμβανόμαστε και την ταχύτητα της απόφασης του Βουλευτικού που αναγνώστηκε την ίδια μέρα 7η Οκτωβρίου 1825. «…το Βουλευτικόν προβάλλει προς το Σ. Εκτελεστικόν να μεταχειρισθεί όλους τους δυνατούς τρόπους δια να μην διασπαρούν τα αρπαχθέντα πράματα….». Από τα παραπάνω συνάγεται το συμπέρασμα πως υπήρχε άμεση αντίδραση και διαταγή στην εκτελεστική εξουσία να διορθωθεί η αδικία καθώς οι στιγμές ήταν κρίσιμες αλλά προφανώς και τα άτομα που επλήγησαν σημαντικά.
Απόφαση του Βουλευτικού στο Αρχείο Παλιγγενεσίας τόμος 8ος σ. 335


Πηγές
https://www.antikrizontas-tin-eleftheria.gr/catalog/index.html#p=222
http://www.mastrantonis-istiofora.gr/?page_id=94
  1. Δήμου Stephanopoli από το βιβλίο Voyage de Dimo et Nicolo Stephanopoli en Grèce..., Παρίσι 1800
  2. William Martin Leake, Travels in Northern Greece, I-IV, Λονδίνο 1835
  3. Καπετανάκη Στ. «Αριστεία του 1821 σε Μανιάτες αγωνιστές», εκδόσεις Αδούλωτη Μάνη, Αρεόπολη 2008
  4. Καπετανάκη Στ. «Μανιάτες αγωνιστές του 1821», έκδοση συλλόγου Μανιατών, Καλαμάτα 2005
  5. Σούτσου Αλέξανδρου «Η Τουρκομάχος Ελλάς», εκδ. Αγγελόπουλου, Αθήνα 1850
  6. Σιγαλός Διονύσης «Η Σπάρτη και η Λακεδαίμων», ιδιωτική έκδοση Αθήνα 1962
  7. Αρχεία Παλιγγενεσίας τόμος 1ος Αθήνα 1857 σ. 412
  8. Αρχεία Παλιγγενεσίας τόμος 4ος σ. 538
  9. Αρχεία Παλιγγενεσίας τόμος 7ος σ. 348
  10. Αρχεία Παλιγγενεσίας τόμος 8ος σ. 335
  11. Φραντζή Αμβρόσιου «Επίτομη ιστορία της αναγεννηθείσας Ελλάδος», τόμος 4ος Αθήνα 1841
  12. Σαχτούρη Γεώργιου «Ιστορικά Ημερολόγια του Ναυτικού Αγώνος του 1821», εκδ. Κουσολίνος και Αθανασιάδης, Αθήνα 1890
  13. Σαχίνη Γιώργου «Ημερολόγιο των κατά θάλασσα εκστρατειών εκ της νήσου Ύδρας», Εβγήκαμεν εις τα πανιά, επιστημονική υπεύθυνη Αμαλία Παπά, ΓΑΚ, Αθήνα 2020
  14. Πίτσιος, Κώστας Μ. Λακωνικές Σελίδες. - Αθήνα: Καρυάτιδες, 1971
  15. Συλλογικό Έργο, Η Ναυτιλία των Ελλήνων 1700 – 1821, επιμέλεια Τζελίνα Χαρλαύτη, Κατερίνα Παπακωνσταντίνου εκδ. Κέδρος, Αθήνα 2013

maniatika

17 Δεκεμβρίου 2021

Η Νίκη των Μανιατών στο Σκουτάρι.

Μετά την αποτυχημένη επανάσταση των Ορλωφικών (1770), στην οποία συμμετείχαν οι Μανιάτες, οι Τουρκαλβανοί λεηλάτησαν ολόκληρη την Πελοπόννησο, Ο πασάς της Πελοποννήσου, Χατζή Οσμάν, θεώρησε ότι ήταν καλή ευκαιρία να καταλάβει την Μάνη, προκειμένου να εντυπωσιάζει τον Σουλτάνο. Έτσι, συγκέντρωσε μεγάλες ένοπλες ομάδες Τουρκαλβανών για να τον συνοδεύσουν στην εκστρατεία του.
Οι Μανιάτες δημιούργησαν μεγάλο στρατό, κάτω από τις εντολές του Έξαρχου Γρηγοράκη και του ανιψιού του, Τζανέτου Γρηγοράκη, μέλη της μεγάλης οικογένειας Γρηγοράκη με καταγωγή από τον Αγερανό και το Σκουτάρι και στρατοπέδευσαν στα βουνά πάνω από το χωριό Παρασυρός, περιμένοντας τους Οθωμανούς.
Ο Χατζή Οσμάν πασάς ξεκίνησε από την Μεσσηνία με σκοπό να εισβάλει στα ενδότερα τής Μάνης, και δια πυρός και σιδήρου να υποδουλώσει την υπερήφανό χώρα. Αλλά η μεγίστη αντίσταση και ανδρεία των Μανιατών το πλήθος των φονευθέντων στρατιωτών του, και το δύσβατο της περιοχής, που συνάντησε κατά την μικρή πορεία του, τον ανάγκασαν να αναλογισθεί ότι εφόσον σε βατούς τόπους είχε τόσες απώλειες, εάν προχωρούσε στα δυσπρόσιτα βουνά, πολεμώντας τούς Μανιάτες μαχόμενους υπέρ βωμών και εστιών, θα υφίστατο πανωλεθρία. Λαμβάνοντας υπόψιν του αυτή την κατάσταση επανήλθε στον Αλμυρό, και με δόλιες διαπραγματεύσεις, και πολλές υποσχέσεις προσπαθούσε να προσελκύσει και τελικά να υποτάξει τούς Μανιάτες.
Αλλά οι Μανιάτες είχαν διαφορετικά σχέδια, έτσι σε τρείς μέρες συγκεντρωθήκαν τέσσερεις χιλιάδες στο στρατόπεδο του Πώρου, και αποφάσισαν την προσεχή νύχτα να επιτεθούν στους Τούρκους.
Την συμφωνηθείσα ώρα αφού κατέβηκαν απαρατήρητοι, από το υπερκείμενο του Αλμυρού βουνό τής Σέλιτσας, επιτέθηκαν στο τουρκικό στρατόπεδο από τρείς πλευρές, με αλαλαγμούς και πυροβολισμούς. Οι Τούρκοι κατελήφθησαν στον ύπνο και λόγω του αιφνιδιασμού, μετά από μικρή αντίσταση ετράπησαν σε άτακτη φυγή, καταδιωκόμενοι από τούς Μανιάτες μέχρι την Καλαμάτα.
Οι τουρκικές απώλειες ήταν 700 νεκροί και πολλοί τραυματίες, ενώ από τούς Μανιάτες 36 νεκροί άνδρες και 3 γυναίκες. Μετα την νικη τους περιχαρείς οι Μανιάτες επειδή εξεδίωξαν τούς Τούρκους και εκδικήθηκαν για τούς νεκρούς, επανήλθαν στον Αλμυρό. 
Ο Χατζή Οσμαν καταντροπιασμένος επανήλθε στην Καλαμάτα και συγκαλώντας σύσκεψη με τούς ντόπιους άρχοντες, εν μέσω ύβρεων και απειλών, τούς είπε ότι θα αναφέρει το γεγονός στο Δοβλέτι (Τουρκική κυβέρνηση). Εκείνοι βέβαια δικαιολογήθηκαν λέγοντας ότι δεν είχαν ενημερωθεί για την επίθεση εναντίον τής Μάνης.
Ο Χατζη Οσμάν παρέμεινε στην Καλαμάτα και μετά από συνεχή συμβούλια, ελήφθη η απόφαση να επιτεθεί στην Μάνη από την Ανατολική πλευρά, που ήταν εδαφικά ομαλότερη και ευκολότερη για τον τουρκικό στρατό. Για τον σκοπό αυτό, και θέλοντας να εκδικηθεί τούς Μανιάτες, διέταξε τον στρατό του να ξεκινήσει από δύο διαφορετικούς δρόμους. Το πεζικό μέσω του Ταϋγέτου από το δύσβατο στενό τής Λαγκάδας που ήταν ο συντομότερος δρόμος και το Ιππικό και πυροβολικό από την βόρεια πλευρά του Ταϋγέτου. Μετά από πέντε μέρες πορεία ολόκληρο το εκστρατευτικό σώμα, αποτελούμενο από δέκα έξι χιλιάδες άνδρες, στρατοπέδευσε στο Μυστρά.
Μετά από μικρή ανάπαυση ο ίδιος ο Χατζή Οσμαν οδηγώντας τον στρατό του, βάδισε εναντίον τής Μάνης και αφού μετά από μικρή αντίσταση, κατέλαβε όλες τίς πεδινές εκτάσεις των δήμων Μαλευρίου Γυθείου και Καρυουπόλεως, έφτασε σε μια μικρή κοιλάδα δυτικά του Σκουταρίου. Στο Σκουτάρι υπήρχε ο οχυρωμένος πύργος των Καλκαντήδων, στον οποίο εγκλείστηκαν πέντε αδέλφια και πενήντα συγγενείς, οι οποίοι για μία εβδομάδα απέκρουαν ηρωικά τίς επιθέσεις.
Δυστυχώς όμως οι Τούρκοι έσκαψαν τούνελ και με εκρηκτικά ανατίναξαν τον πύργο, στα ερείπια του οποίου ενταφιαστήκαν οι ευρισκόμενοι στο εσωτερικό του. Παρέμεινε το ακέραιο το δυτικό τείχος του πύργου το οποίο υπάρχει μέχρι σήμερα και αποτελεί μνημείο ανδρείας. Στην μικρή κοιλάδα που προ είπαμε ότι στρατοπέδευσαν οι Τούρκοι είχε πηγάδια τα οποία ονομάζονταν «αγιοπήγαδα» λόγω των ιαματικών ιδιοτήτων που περιείχαν τα νερά τους. Μετά την φονική μάχη γεμίστηκαν με τα πτώματα των Τούρκων, λίθους και επιχωματώσεις και έτσι παραμένουν μέχρι σήμερα, ενώ η περιοχή ονομάζεται «Βρωμοπήγαδα».Για να προχωρήσει ενδότερα στην περιοχή τής Μάνης ο Χατζη Οσμάν, χρειαζόταν να διανύσει την ανηφορική διαδρομή, που θα τον οδηγούσε στα Τρικεφάλια. Διαπιστώνοντας ότι το εγχείρημα τής ανόδου στην θέση «Τρικεφάλια», είτε δια μέσου τής «Τσεροβάς» (το χωριό Δροσοπηγή) είτε δια μέσου του «Κότσινου» (πηγάδι που βρίσκεται χαμηλότερα από τα «Τρικεφάλια», ήταν εξαιρετικά δύσκολο, λόγω τής ανωφέρειας αλλά και λόγω των τριών χιλιάδων Μανιατών, οι οποίοι ευρίσκοντο στρατοπεδευμένοι στα υψηλά σημεία τής περιοχής, απέφυγε την κατά μέτωπο επίθεση και προσπάθησε να χρησιμοποιήσει την διπλωματική οδό. Έστειλε λοιπόν έναν χριστιανό από το στρατόπεδο του να διαμηνύσει στους Μανιάτες πώς σκοπεύει να συζητήσει με αυτούς για συμφιλίωση, και για αυτό να στείλουν εκπροσώπους για τίς συνομιλίες.
Η απάντηση των Μανιατών μέσω του απεσταλμένου ήταν θαρραλέα και αρνητική.
« Δεν πρόκειται να στείλουμε εκπροσώπους για διαπραγματεύσεις προς συμφιλίωση, εφόσον οι Τούρκοι βεβηλώνουν δια τής παρουσίας τους τα ιερά χώματα της Μάνης, εκτός και αν επανέλθετε στο Μυστρά».
Αυτή η απάντηση τον εξόργισε, και διέταξε τον στρατό να προχωρήσει, υπήρξαν όμως πολλές αντιδράσεις και δεν το έκαμε, ούτε όμως σε καμιά περίπτωση δεν θα οπισθοχωρούσε στον Μυστρά άπρακτος. Ξανάστειλε λοιπόν απεσταλμένους στο στρατόπεδο των Μανιατών, δύο χριστιανούς τον διερμηνέα του, τον ιδιαίτερο γραμματέα του και έναν ανώτερο αξιωματικό, με διαταγή να κατασκοπεύσουν τούς δρόμους που οδηγούν στο στρατόπεδο, το στρατόπεδο, και την δύναμη των Μανιατών. Πράγματι μετά από δύο ώρες δρόμο έφτασαν στο στρατόπεδο και αφού τούς προσέφεραν ξερά σύκα και ρακί, κατόπιν ερώτησαν για τον σκοπό τής επίσκεψής του.
Οι απεσταλμένοι έκαναν μια ύστατη προσπάθεια να τούς πείσουν, να μην προβάλλουν αντίσταση ούτως ώστε να αποφευχθεί η περαιτέρω καταστροφή για τον τόπο, προσπαθώντας να τούς τρομοκρατήσουν για την εξέλιξη των γεγονότων. Παρ όλα οι Μανιάτες απάντησαν ατάραχοι ότι θα συσκεφθούν και θα απαντήσουν. Οι Τούρκοι ανέχωρησαν αφού θαύμασαν ότι στο στρατόπεδο των Μανιατών υπήρχαν πολλές γυναίκες οπλισμένες, εκ των οποίων άλλες μαγείρευαν και άλλες βοηθούσαν στην τροφοδοσία του στρατοπέδου. Η απόφαση των Μανιατών ήταν να στείλουν εκπροσώπους για να μάθουν τίς απαιτήσεις του πασά.
Οί πληροφορίες που διέρρεαν όμως τούς καθιστούσαν επιφυλακτικούς για τέτοια αποστολή, και κανείς δεν ήθελε να μεταβεί στον Χατζή Οσμάν, διότι θεωρούσαν βέβαιο πώς οι απεσταλμένοι θα δολοφονούντο. Τότε ένας υπέργηρος και σεβάσμιος και ανδρείος ηγούμενος με το όνομα Τσατσούλης από την Αρεόπολη, πήρε την απόφαση να αναλάβει την αποστολή λέγοντας πώς ένα φονευθεί αυτό θα είναι θυσία για την πατρίδα, η οποία θα πρέπει να γίνει έναυσμα και για τούς υπόλοιπους να πολεμήσουν μέχρις εσχάτων τον εισβολέα.
Τον Πνευματικό Τσατσούλη συνόδευσε άλλος ένας υπέργηρος ιερέας, και ο γέροντας Πικουλάκης.
Οι απεσταλμένοι συνάντησαν τον πασά χωρίς να αποδώσουν το απαραίτητο προσκύνημα, και τού εξέθεσαν ότι ο λόγος τής παρουσίας τους ήταν να μάθουν και να μεταφέρουν στους καπετάνιους τής Μάνης, ποιες ήταν οι απαιτήσεις του. Εκείνος οργισθείς από την συμπεριφορά τους τούς ανακοίνωσε πώς λόγω τής συμμαχίας των καπεταναίων της Μάνης, με τούς Ρώσσους, και επειδή επαναστάτησαν, έχει απαίτηση να παραδώσουν τα όπλα, δέκα παιδιά των καπεταναίων ως ομήρους, και χαράτσι, διαφορετικά θα τούς εξολοθρεύσει και θα κατακαύσει την χώρα τους.
Η απάντηση των απεσταλμένων ήταν πως αν τολμήσουν να τούς μεταφέρουν αυτά θα λιθοβοληθούν, και πώς οι Μανιάτες δεν είναι δυνατόν να αποδεχθούν αυτούς τούς όρους αλλά προτιμούν να πεθάνουν. Μετά από αυτή την απάντηση ο Χατζή Οσμάν διέταξε να αποκεφαλισθούν οι τρείς απεσταλμένοι, τα κεφάλια των οποίων τοποθετήθηκαν σε πασσάλους, και στήθηκαν σε λόφο πάνω από το χωριό Παρασυρός, ούτως ώστε να είναι ορατά από το στρατόπεδο των Μανιατών.
Η ανόσια αυτή πράξη αντί να σπείρει φόβο, φούντωσε την φλόγα τής εκδίκησης και ενίσχυσε με άνδρες την μάχιμη δύναμη, η οποία αριθμούσε πέντε χιλιάδες άνδρες, υπό την αρχηγία του Γεωργίου Μαυρομιχάλη. Στην συνέχεια εκπονήθηκε το πολεμικό σχέδιο τής επίθεσης. Σύμφωνα με αυτό τρείς χιλιάδες άνδρες το μεσονύκτιο θα βάδιζαν εναντίον των Τούρκων, εξακόσιοι άνδρες όταν έπεφτε η νύχτα θα καταλάμβαναν την περιοχή Ξυνοκαβάλες δυτικά του Τουρκικού στρατοπέδου, και θα το πλαγιοκοπούσαν τα μεσάνυχτα ταυτόχρονα με το σώμα των τριών χιλιάδων.
Επί πλέον χίλιοι πεντακόσιοι άνδρες θα καταλάμβαναν τούς λόφους Πασσαβά, Μαστρολέου, και Πεταλέας που απέχουν περίπου μία ώρα, με σκοπό να αποδεκατίσουν τούς Τούρκους κατά την υποχώρησίν τους. Το όλο σχέδιο βασίζονταν στον αιφνιδιασμό, έτσι λοιπόν οι Μανιάτες έφτασαν απαρατήρητοι στο Τουρκικό στρατόπεδο, και με πυροβολισμούς και αλαλαγμούς επιτέθηκαν σπέρνοντας τον πανικό. Το αποτέλεσμα ήταν μετά από μικρή αντίσταση να τραπούν εις άτακτη φυγή, εγκαταλείποντας τα πάντα ακόμη και τα όπλα τους. Καταδιωκόμενοι υπό των Μανιατών έφτασαν μέχρι την μικρή πεδιάδα στο Βαθύ, αλλά η διάβαση των στενών στην Τουρκόβρυση ήταν αδύνατη, λόγω του σώματος των χιλίων πεντακοσίων.
Η νίκη ήταν σπουδαία, με μεγάλες απώλειες του εχθρού. Πολλοί αγάδες έπεσαν νεκροί στην μάχη ακόμη και ο ίδιος ο Χατζή Οσμάν πασάς.Όσοι διασώθηκαν περίπου επτά χιλιάδες έφτασαν στον Μυστρά.
Οι απώλειες των Μανιατών ήταν σαράντα νεκροί, δέκα πέντε πληγωμένοι άνδρες και δέκα οκτώ γυναίκες.

Πηγή     : Ιστορία τής Μάνης, υπό του Δημητρίου Αλεξανδράκου
Έκδοση : Τυπογραφείο «ΠΑΛΑΜΙΔΗΣ» 1892

11 Νοεμβρίου 2021

Αποσπασματα εκλογικού καταλόγου Τσεροβάς 1874

23 - 26 Ιουνίου 1874

Η παραίτηση Δεληγεώργη προκάλεσαν πρόωρες εκλογές.
Τη σχετική πλειοψηφία απέσπασαν οι φίλοι του φιλοβασιλικού Δημητρίου Βούλγαρη, που συγκέντρωσαν 90 από τις 190 έδρες της Βουλής. ακυβερνησία συνεχίστηκε και προκηρύχθηκαν νέες εκλογές τον επόμενο χρόνο.

Από τα Γενικά Αρχεία του Κρατους τα ονόματα 114 ψηφοφόρων της (Τσεροβάς) Δροσοπηγής σε αυτές τίς εκλογές. (Ονομα επίθετο, ονομα πατρος, ηλικία και επάγγελμα)




Από τους εκλογικούς καταλόγους, μετά από μελέτη τής χρονικής ακολουθίας των γενεών αλλά και την ονοματοδοσία, και τα ακούσματα από τούς παλαιότερους, δύναται να εξαχθούν ορισμένα μεταδιαδικαστικά συμπεράσματα, τα οποία επέχουν θέση σεναρίου περισσότερο, παρά τεκμηρίων σχετικά με την γενεαλογία των Παπαδοθωμιάνων.
Θεώρησα πώς μεσολαβεί μια εικοσαετία μεταξύ των γεννήσεων των πρώτων παιδιών.
Πρώτη διαπίστωση αποτελεί το ότι οι Παπαδοθωμίανοι απαρτίζονται από τρεις κλάδους, τούς Παναγιωτιάνους (στον οποίο ανήκω), τούς Βασιλειάνους, και τούς Ποτιάνους.
Αυτή η διάκριση ξεκίνησε από τούς παππούδες μας, και αφορά ξαδερφική σχέση μεταξύ τους, α΄ η και β΄ βαθμού.
Με κριτήριο λοιπόν τα παραπάνω πιστεύω πώς, όσον αφορά τους Παναγιωτιάνους η εξελικτική κατάσταση θα μπορούσε να ήταν η ακόλουθη :
Αθανάσιος Παπαδοθωμακος του Ιωάννη γεννηθείς το 1809
Εγέννησε πιθανόν τον Ιωάννη Παπαδοθωμακο (πρώτο γυιό) πιθανόν γύρω στο 1830.
Αυτός εγέννησε τον Αθανάσιο Παπαδοθωμάκο (πρώτο γυιό) πιθανόν γύρω στο 1850,
και κάποια αλλά παιδία μεταξύ των οποίων τον Παναγιώτη Παπαδοθωμάκο, τον παππού μου.
Γνωρίζω από πρώτο χέρι πώς ο Παναγιώτης ήταν ο μικρότερος γυιός, πιθανόν του Ιωάννη, που πιθανόν γεννήθηκε το 1865, και πιθανολογώ του Ιωάννη διότι τον μεγαλύτερο γυιό του που γεννήθηκε περίπου το 1885.
Όσον αφορά τούς υπόλοιπους Παπαδοθωμιάνους ψηφοφόρους θεωρώ από τα ακούσματα πως ισχύουν τα παρακάτω, πάντα με τίς σχετικές επιφυλάξεις. 
Ο Γρηγόριος Παπαδοθωμάκος του Παναγιώτη που γεννήθηκε το 1833, ανήκει στον κλάδο των Βασιλειάνων.
Ο Ιωάννης Παπαδοθωμάκος του Παναγούλη που γεννήθηκε το 1838 ανήκει στον κλάδο των Ποτιάνων.

Αυτά μπορώ να καταγράψω προς το παρόν εν αναμονή επιπλέον στοιχείων για την επαλήθευση τής γενεαλογίας των Παπαδοθωμιάνων.

Γρηγόριος Παπαδοθωμάκου του Αντωνίου