19 Οκτωβρίου 2015

Λακωνία: Σημαντικές ανακαλύψεις σε δύο ανασκαφές

Από τις αρχαιολογικές ανασκαφές στον λόφο του Αγ. Βασιλείου,στο χωριό Ξηροκάμπι Λακωνίας.INTIME NEWS/ΥΠ. ΠΟΛΙΤΙΣΜΟΥ
Ένα νέο μυκηναϊκό ανάκτορο φέρνουν στο φως στην πεδιάδα της Σπάρτης οι αρχαιολογικές έρευνες που πραγματοποιούνται από το 2009 στον λόφο του Αγίου Βασιλείου, κοντά στο χωριό Ξηροκάμπι Λακωνίας.
Ανευρέθηκαν, επίσης, πολλές πινακίδες Γραμμικής Β΄ Γραφής, της πρώτης δηλαδή καταγραφής της ελληνικής γλώσσας.
Οι γραπτές αυτές μαρτυρίες συνιστούν το πολυτιμότερο εύρημα της ανασκαφής, που καθίσταται ακόμη πιο σημαντικό καθώς εντάσσεται στη σφαίρα της πρωτοϊστορίας για τον ελληνικό χώρο, όπου τα γραπτά τεκμήρια είναι ελάχιστα.
Η ανασκαφή στον Άγιο Βασίλειο διεξάγεται τα τελευταία χρόνια υπό τη διεύθυνση της επίτιμης Εφόρου Αρχαιοτήτων κας Αδαμαντίας Βασιλογάμβρου και χαρακτηρίζεται ως μία από τις πιο σπουδαίες συστηματικές ανασκαφές στον τομέα της ελληνικής πρωτοϊστορίας.
Τον χώρο της ανασκαφής επισκέφθηκε την περασμένη Παρασκευή η αν. γενική γραμματέας του υπουργείου Πολιτισμού, Μαρία Ανδρεαδάκη - Βλαζάκη, όπως και μια δεύτερη σημαντική ανασκαφή που διεξάγεται στην ευρύτερη περιοχή της Σπάρτης, αυτή του Ιερού του Αμυκλαίου Απόλλωνα στον λόφο Αγίας Κυριακής στις Αμύκλες Λακωνίας.
INTIME NEWS/ΔΕΛΤΊΟ ΤΎΠΟΥ
Σε δύσκολες μέρες, οι Έλληνες αρχαιολόγοι καταφέρνουν να παράγουν εξαιρετικά επιστημονικά αποτελέσματα και να συμβάλλουν στην ανάπτυξη των τοπικών κοινωνιών.
Για το 2015, ξεπερνούν τις 150 οι συστηματικές ανασκαφές και οι επιφανειακές, γεωαρχαιολογικές και γεωφυσικές διεπιστημονικές έρευνες που διεξάγονται σε όλη την επικράτεια από την Αρχαιολογική Υπηρεσία, Ελληνικά Ιδρύματα με εξειδίκευση στον τομέα της αρχαιολογικής και παλαιοντολογικής έρευνας και Ξένες Αρχαιολογικές Σχολές, πάντα με την εξασφάλιση των απαραίτητων κατά τον νόμο εγκρίσεων.

Ανασκαφή Αμυκλαίου
ΑΠΕ-ΜΠΕ/STR
Η ανασκαφή του Ιερού του Αμυκλαίου Απόλλωνα διεξάγεται υπό τη διεύθυνση του ομότιμου Καθηγητή κ. Άγγελου Δεληβορριά και φέρνει στο φως ένα από τα σημαντικότερα ελληνικά Ιερά με έναρξη ζωής στα γεωμετρικά χρόνια.
Η ερευνητική ομάδα διαφωτίζει αργά αλλά με επιμονή και υπομονή το θέμα του ναού (Θρόνου) του Απόλλωνα, που έχει απασχολήσει πολλούς επιστήμονες μέχρι σήμερα.
Η έρευνα πραγματοποιείται κάτω από δυσχερείς συνθήκες, διότι το Ιερό έχει υποστεί εκτεταμένη καταστροφή κατά το παρελθόν.
ΑΠΕ-ΜΠΕ
Η συστηματική ανασκαφική έρευνα που πραγματοποιήθηκε κατά την έναρξη του πενταετούς ερευνητικού προγράμματος Αμυκλών και ολοκληρώνεται αυτόν τον μήνα, αποκάλυψε τη συνέχεια του περιβόλου κατά μήκος της δυτικής πλαγιάς του λόφου της Αγίας Κυριακής, όπου βρίσκεται το Ιερό του Αμυκλαίου Απόλλωνα, περίπου 5 χλμ. νοτίως της Σπάρτης.
Το σημαντικό αυτό εύρημα έρχεται να συμπληρώσει τα - περισσότερο από ενθαρρυντικά - πορίσματα των έως τώρα εργασιών. Σύμφωνα με τα πεπραγμένα της περιόδου 2009 - 2013, ολόκληρη η επιφάνεια του λόφου της Αγ. Κυριακής, που σχετίζεται με τη λειτουργία και τα μνημεία του Ιερού, ερευνήθηκε διεξοδικά.
Με τις έρευνες αυτές εντοπίστηκαν στην κορυφή του λόφου λείψανα του πρωτοελλαδικού - μεσοελλαδικού οικισμού και προσδιορίστηκε η πρώτη μνημειακή φάση του Ιερού στα υστερογεωμετρικά χρόνια, με την αποκάλυψη του παλαιότερου περιβόλου.
Ταυτόχρονα, όμως, άλλαξαν τα δεδομένα της έρευνας που είχαν γίνει αποδεκτά έως την έναρξη των πρόσφατων εργασιών.
Συγκεκριμένα, ο εντοπισμός της τάφρου θεμελίωσης του ναού, του λεγόμενου θρόνου του Απόλλωνα, δημιουργεί νέα δεδομένα σχετικά με τις διαστάσεις του οικοδομήματος, ενώ την εικόνα του αρχαϊκού Ιερού συμπληρώνει βορειοδυτικά ένα μνημειακό πρόπυλο.
Μαζί με τον εντοπισμό και την αποκάλυψη αυτής της εισόδου, κατά τις φετινές εργασίες ανατράπηκαν οι γνώσεις για τη μορφή του περιβόλου που έως σήμερα ήταν γνωστός ως πεταλόσχημη κατασκευή, καθώς αυτός διατρέχει ολόκληρη τη δυτική κλιτύ του λόφου σε συνολικό μήκος περίπου 50 μ. και, κατά τόπους, σε μέγιστο σωζόμενο ύψος 1,20 μ.
Η κατασκευή δεν μπορεί ακόμη να χρονολογηθεί με ασφάλεια, καθώς τόσο η στρωματογραφία όσο και τα κινητά ευρήματα είναι διαταραγμένα.
Βέβαιο είναι, όμως, ότι το τείχος δέχθηκε επεμβάσεις στην εξωτερική του πλευρά κατά την ύστερη αρχαιότητα και τα πρωτοχριστιανικά χρόνια.
Όπως προκύπτει από την ανασκαφική έρευνα στο ΒΔ τμήμα του τείχους, κοντά στη μνημειακή είσοδο προς το Ιερό, μια κατασκευή της ρωμαϊκής εποχής παραβίασε τμήμα του για τη δημιουργία μιας δεξαμενής διαστάσεων 4,00 Χ 4, 00 μ.
Στο οικοδόμημα αυτό, που σώζεται σε άριστη κατάσταση, το δάπεδο αποτελείται από τετράγωνες πήλινες πλάκες, ενώ την εσωτερική επιφάνεια των τοίχων καλύπτει υδραυλικό κονίαμα.
Ιδιαίτερη σημασία αποκτά ο χώρος αυτός και εξαιτίας ενός μοναδικού ευρήματος.
ΑΠΕ-ΜΠΕ/STR
Συγκεκριμένα, στο κέντρο και ακουμπισμένο στην επιφάνεια του δαπέδου βρέθηκε ένα ακέραιο δωρικό κιονόκρανο με υποτραχήλιο. Λόγω της ιδιαίτερης αυτής τυπολογίας μπορεί να αποδοθεί με βεβαιότητα στον ναό του Απόλλωνα, αφού συμπληρώνει ένα παρόμοιο στο αρχαιολογικό Μουσείο της Σπάρτης που βρέθηκε μαζί με άλλα θραύσματα ίδιου τύπου σε παλαιότερες έρευνες στο Ιερό.
naftemporiki.gr

Ξηροκάμπι Λακωνίας: Οι πινακίδες Γραμμικής Β΄ το «πολυτιμότερο εύρημα»
Ως το «πολυτιμότερο εύρημά τους» χαρακτηρίζουν τις πήλινες πινακίδες με Γραμμική Β΄ οι αρχαιολόγοι της ανασκαφής στον Άγιο Βασίλειο Λακωνίας.
Οι πινακίδες διασώθηκαν από προϊστορική πυρκαγιά ενώ οι περισσότερες, έστω και αποσπασματικές, διαβάζονται.
Η έρευνα πραγματοποιείται υπό την αιγίδα της Εν Αθήναις Αρχαιολογικής, τη διεύθυνση της επίτιμης εφόρου αρχαιοτήτων, Αδαμαντίας Βασιλογάμβρου και με τη συμμετοχή πολυάριθμης διεπιστημονικής ομάδας.
Λαιμός λίθινης τελετουργικής πρόχου.
«Οι πινακίδες διαβάζονται αλλά είναι αποσπασματικές.
Κάνουμε μια πρώτη μεταγραφή και μελέτη σε όσες σώζουν πληρέστερα κείμενα. Δεδομένου ότι η έρευνα στον χώρο του αρχείου βρίσκεται σε αρχικό στάδιο (προχωρεί πολύ αργά λόγω της φύσης του αρχαιολογικού στρώματος), είναι σχεδόν βέβαιο ότι θα βρεθούν περισσότερες και πολύ πιθανό να συμπληρωθούν κάποιες που ήδη έχουμε.
Το ιδιαίτερα ενδιαφέρον και σημαντικό στοιχείο είναι ότι στον χώρο που έχουμε μέχρι τώρα ανασκάψει στον Άγιο Βασίλειο η κύρια αρχιτεκτονική φάση ανήκει στον πρώτο ανακτορικό αιώνα, τον 14 αι. π.Χ., στον οποίο χρονολογείται και το αρχείο, είναι δηλαδή παλαιότερο από της Πύλου, κατά τουλάχιστον έναν αιώνα», ανέφερε η κα Βασιλογάμβρου.
Σφραγιδόλιθος με απεικόνιση ναυτίλου.
Τείχη μέχρι στιγμής δεν έχουν βρεθεί. «Είναι πιθανό να μην υπήρχαν», αναφέρει η ίδια, ενώ για τις ομοιότητες και διαφορές του Αγίου Βασιλείου με άλλα ανακτορικά κέντρα σημείωσε πως πρόκειται για «ένα κρίσιμο ερώτημα, το οποίο δεν μπορεί να απαντηθεί οριστικά και με λίγες λέξεις. Οπωσδήποτε υπάρχουν διαφορές και ομοιότητες, στο βαθμό που τις έχουμε διαγνώσει στην παρούσα φάση της ανασκαφής, αλλά κάθε απάντηση που έχουμε, ή νομίζουμε ότι έχουμε, θέτει και νέα ερωτήματα».
Ο λόφος του Αγίου Βασιλείου, κοντά στο Ξηροκάμπι Λακωνίας, αποκαλύπτει σταδιακά ένα μυκηναϊκό ανάκτορο που έρχεται στο φως με εντυπωσιακά κατάλοιπα χτισμένα περιμετρικά μιας μεγάλης κεντρικής αυλής και διακοσμημένα με τοιχογραφίες.GESAFIDIS XENIKAKIS
Όσον αφορά τα θραύσματα τοιχογραφιών, δεν έχουν βρεθεί τοιχογραφίες σε σχέση με τοίχους αλλά σε χώρους απόρριψης υλικών και στην επίχωση ενός κτηρίου.
«Έχει βρεθεί μεγάλη ποσότητα θραυσμάτων που φέρουν χαρακτηριστικά μοτίβα, όπως σπείρες, ρόδακες, οδοντωτό, το βραχώδες, αλλά και μερικά με αποσπασματικές μορφές ανθρώπων και ζώων και φανταστικών πλασμάτων, όπως ο φτερωτός γρύπας.
Έχει γίνει μια προκαταρκτική μελέτη, ενώ η συστηματική θα αποτελέσει αντικείμενο ειδικού ερευνητικού προγράμματος», εξηγεί η επίτιμη έφορος αρχαιοτήτων.
Πλαστικό ρυτό σε σχήμα κεφαλής ταύρου.
«Η φύση της ανασκαφής είναι τέτοια που χρειάζεται πολύ χρόνο.
Είναι προϊστορική ανασκαφή, πάμε πολύ προσεκτικά, κοσκινίζουμε και πλένουμε το χώμα για να πάρουμε όλες τις πληροφορίες.
Απαντάμε σύμφωνα με ό,τι έχουμε μέχρι στιγμής στα χέρια μας.
Βέβαια αυτό φέρνει στην επιφάνεια άλλες απορίες κι έτσι προχωρούμε»,
σημείωσε η κα Βασιλογάμβρου.

naftemporiki.gr

15 Οκτωβρίου 2015

Αρχαίες πηγές για την γιγαντομαχία.

Ο Απολλόδωρος αναφέρει ότι μετά την Τιτανομαχία οι Ολύμπιοι θεοί αντιμετώπισαν και νίκησαν με μεγάλη δυσκολία ένα φοβερό γένος ανθρωπο-ερπετικών όντων, τους πανίσχυρους Γίγαντες:

«Η Γή δε, αγανακτούσα για τους Τιτάνες, γεννά από τον Ουρανό τους Γίγαντες, ανυπερβλήτους στο μέγεθος των σωμάτων και ασυναγωνίστους στην δύναμη, οι οποίοι φαίνονταν φοβεροί στην όψη, με μακρά κόμη και γένια κρεμάμενα εκ της κεφαλής τους, και είχαν στο κάτω μέρος τους φολίδες δρακόντων.
Γεννήθηκαν δε, όπως λέγουν κάποιοι στις Φλέγρες (της Χαλκιδικής), κατ’ άλλους δε, στην Παλλήνη (της Χαλκιδικής).
Εξακόντιζαν δε στον ουρανό βράχους και φλεγόμενες δρυς.
Υπερείχαν δε εκ πάντων αυτών ο Πορφυρίων και ο Αλκυονεύς, ο οποίος μάλιστα, εφ’όσον μαχόταν στην γη όπου είχε γεννηθεί, ήταν αθάνατος.
Επίσης, αυτός άρπαξε από την Ερύθεια τις αγελάδες του Ηλίου.
Είχε δοθεί δε χρησμός στους θεούς ότι ουδείς των Γιγάντων μπορούσε να φονευθεί απ’αυτούς, αλλά αν συμμαχούσε μαζί τους κάποιος θνητός, εκείνοι θα πέθαιναν.
Αφού δε η Γη πληροφορήθηκε τούτο, αναζητούσε ένα βότανο, για να μη μπορούν, δι’αυτού, οι Γίγαντες να φονευθούν ούτε από θνητό.
Αλλά ο Ζεύς, αφού απαγόρευσε στην Ηώ, την Σελήνη και τον Ήλιο να φανούν, πρόλαβε να κόψη ο ίδιος αυτός το βότανο και κάλεσε δια της Αθηνάς ως σύμμαχο τον Ηρακλή.
Και εκείνος πρώτα μεν τόξευσε τον Αλκυονέα, ο οποίος όμως, όσο έπεφτε στην γη, τόσο και ανέκαμπτε.
Αλλά κατόπιν συμβουλής της Αθηνάς ο Ηρακλής τον έσυρε έξωθεν της Παλλήνης.
Και εκείνος μεν πέθανε ούτως, ενώ ο Πορφυρίων όρμησε κατά την μάχη εναντίον του Ηρακλέους και της Ήρας.
Αλλά ο Ζεύς του ενέβαλε πόθο για την Ήρα, η οποία, ενώ αυτός έσχιζε τα πέπλα της, θέλοντας να την βιάση, ζητούσε βοήθεια.
Και αφού ο Ζεύς κεραυνοβόλησε αυτόν, ο Ηρακλής τον τόξευσε και τον φόνευσε.
Όσον αφορά δε τους υπολοίπους Γίγαντες, ο Απόλλων τόξευσε τον αριστερό οφθαλμό του Εφιάλτη και ο Ηρακλής τον δεξιό. Τον Εύρυτο δε φόνευσε ο Διόνυσος δια θύρσου, τον Κλυτίο η Εκάτη δια δαδών και τον Μίμαντα ο Ήφαιστος ρίχνοντάς του μύδρους (=διάπυρα σίδερα).Η Αθηνά δε έριξε επάνω στον Εγκέλαδο, ο οποίος είχε τραπεί εις φυγή, την νήσο Σικελία και αφού έγδαρε το δέρμα του Πάλλαντος, κάλυψε δι’αυτού κατά την μάχη το ίδιο το σώμα της.
Ο Πολυβώτης δε, καταδιωκόμενος δια θαλάσσης από τον Ποσειδώνα, έφθασε στην Κώ.
Τότε δε, ο Ποσειδών απέσπασε ένα μέρος της νήσου, το ονομαζόμενο Νίσυρο, και το έριξε επάνω του.
Ο Ερμής δε, φορώντας κατά την μάχη την κυνή του Άδη, φόνευσε τον Ιππόλυτο, η Άρτεμις τον Γρατίωνα και οι Μοίρες, μαχόμενες δια χαλκίνων ροπάλων, τον Άγριο και τον Θόωνα.
Τους άλλους δε Γίγαντες φόνευσε ο Ζεύς, ρίχνοντάς τους κεραυνούς.
Και όλους, ενώ πέθαιναν, τους τόξευσε ο Ηρακλής».
(Βιβλιοθήκη, Α.6.1-2).
Από τα ανάγλυφα του βωμού της Περγάμου μαθαίνουμε τι εννοούσε ο Απολλόδωρος λέγοντας ότι οι Γίγαντες «είχαν στο κάτω μέρος τους φολίδες δρακόντων»:
Εις αυτά λοιπόν, με εξαίρεση τον Λέοντα, οι Γίγαντες απεικονίζονται ως ανδρόμορφοι μέχρι και τους γλουτούς, αλλά με δύο σπείρες οφιοειδών δρακόντων αντί ποδιών
Ο Ησίοδος αναφέρει ότι οι Γίγαντες γεννήθηκαν από το αίμα του Ουρανού που χύθηκε στην Γαία όταν ο Κρόνος απέκοψε τα αιδοία αυτού, αλλά δεν μνημονεύει καθόλου την Γιγαντομαχία (όπως είναι γνωστή η σύγκρουσις των Ολυμπίων θεών με τους Γίγαντες: «Και αυτά (τα αιδοία του Ουρανού) δεν έφυγαν μάταια από το χέρι (του Κρόνου). Διότι όσες αιμάτινες σταγόνες χύθηκαν τις δέχθηκε όλες η Γαία.
Και κατά το κυκλικό πέρασμα των ενιαυτών (=μακρών χρονικών περιόδων) γέννησε τις κρατερές (=κραταιές) Ερινύες, τους μεγάλους Γίγαντες -οι οποίοι έλαμπαν στα όπλα τους, μακρά δόρατα έχοντας στα χέρια τους- και τις Νύμφες που Μελίες ονομάζουν στην άπειρη γαία».
(Θεογονία, 182-187).

Ο Έλλην ποιητής του 3ου αιώνος π.Χ. Απολλώνιος ο Ρόδιος αναφέρει ότι ο Μίμας φονεύθηκε όχι από τον Ήφαιστο, αλλά από τον Άρη
(Αργοναυτκά, Γ.1226).

Τούτο συμφωνεί με μία Αθηναϊκή αγγειογραφία της Κλασσικής εποχής, στην οποία όμως ο Μίμας αναφέρεται ως Μίμων και απεικονίζεται όχι ως ημιερπετοειδής, αλλά ως ανθρωπόμορφος οπλίτης.

Ο Έλλην ιστορικός του 1ου αιώνος π.Χ. Διόδωρος ο Σικελιώτης αναφέρει ότι κατά τους Αιγυπτίους ο Ηρακλής που πολέμησε στην Γιγαντομαχία δεν ήταν ο υιός του Διός και της Αλκμήνης (ο οποίος είναι γνωστός ως Αμφιτρυωνιάδης Ηρακλής), αλλά ένας άλλος, πολύ αρχαιότερος Ηρακλής: «Διότι, καθώς ομολογούν όλοι ότι ο Ηρακλής αγωνίσθηκε μαζί με τους Ολύμπιους θεούς κατά τον πόλεμό τους εναντίον των γιγάντων, λέγουν (οι Αιγύπτιοι) ότι ουδόλως αρμόζει στην γη να έχει γεννήσει τους γίγαντες κατά την εποχή που λέγουν οι Έλληνες ότι γεννήθηκε ο Ηρακλής, μία γενεά, δηλαδή, προ των Τρωϊκών (του Τρωϊκού πολέμου), αλλά μάλλον, όπως λέγουν αυτοί, κατά την εποχή της γενέσεως των ανθρώπων.Διότι απ’εκείνη έως σήμερα οι Αιγύπτιοι μετρούν περισσότερα από 10.000 έτη, ενώ από τα Τρωϊκά λιγότερα από 1.200…».
(Βιβλιοθήκη Ιστορική, Α.24).

Τούτο είναι αδιαμφισβητήτως ορθό, αφού η Γιγαντομαχία διεξήχθη λίγο μετά την Τιτανομαχία-η οποία ήταν πολύ αρχαιότερη του Τρωϊκού πολέμου-ενώ ο Αμφιτρυωνιάδης Ηρακλής φόνευσε δύο τερατώδη τέκνα του μεταγενεστέρου της Γιγαντομαχίας Τυφώνος, την Λερναία Ύδρα και τον Όρθο. Προφανώς δε, ο Αμφιτρυωνιάδης Ηρακλής ήταν μετενσάρκωση του αρχαιότερου Ηρακλέους, και ακριβώς δια τούτο τους συγχέουν οι Ελληνικοί μύθοι.

Ο Έλλην γεωγράφος και ιστορικός των 1ου π.Χ-1ου μ.Χ αιώνων Στράβων αναφέρει ότι κατά κάποιους (προφανώς, κυρίως κατοίκους της Ιταλίας) η Γιγαντομαχία διεξήχθη όχι στην Χαλκιδική, αλλά στο Φλεγραίο πεδίο (ή Φλέγρα) της Καμπανίας της Ιταλίας, την πεδιάδα πέριξ της μετέπειτα πόλεως Κύμης.
(Γεωγραφικά, Ε.5.4.4-5.4.6-ΣΤ.3.5).

Κατ’αυτή δε την εκδοχή, κάποιοι Γίγαντες διεσώθησαν στην νοτιοανατολική Ιταλία, στην περιοχή της μετέπειτα μικρής πόλεως Λευκά: «Είναι και αυτή (τα Λευκά) πολίχνη, όπου δείχνεται πηγή δυσώδους ύδατος.Μυθολογούν δε ότι τους Γίγαντες που επέζησαν στην Φλέγρα της Καμπανίας, οι οποίοι ονομάζονταν Λευτέρνιοι, τους εξεδίωξε ο Ηρακλής, και κατέφυγαν εκεί, όπου καλύφθηκαν από την γη. Εκ των χώρων τους δε έχει τέτοιο ρεύμα η εν λόγω πηγή.Και δια τούτο ονομάζουν αυτή την παραλία Λευτερνία…».
(Στράβων, Γεωγραφικά, ΣΤ.3.5).

Επίσης, ο Στράβων αναφέρει-κατά την κρατούσα, Χαλκιδική εκδοχή της Γιγαντομαχίας-ότι κάποιοι Γίγαντες διέφυγαν στην Μύκονο, αλλά εξοντώθηκαν και αυτοί από τον Ηρακλή: «Η Μύκονος δε είναι αυτή υπό την οποία μυθολογούν ότι κείνται οι ύστατοι των Γιγάντων, οι οποίοι εξοντώθηκαν από τον Ηρακλή…».
(Γεωγραφικά, Ι.5.9).

Επίσης, ο Στράβων αναφέρει για τον Πολυβώτη τα ίδια με τον Απολλόδωρο: «Λέγουν δε ότι η Νίσυρος είναι αποσπασθέν μέρος της Κώ, προσθέτοντας και τον μύθο ότι ο Ποσειδών, καταδιώκοντας έναν εκ των Γιγάντων, τον Πολυβώτη, απέσπασε δια της τρίαινάς του ένα τεμάχιο της Κω και το έριξε επάνω αυτόν.Και το βληθέν έγινε η Νίσυρος, η οποία έχει κείμενο κάτωθέν της αυτόν τον γίγαντα. Κάποιοι όμως λέγουν ότι αυτός κείται κάτωθεν της Κω».
(Γεωγραφικά, Ι.5.16).

Ο Ρωμαίος ποιητής του 1ου αιώνος μ.Χ. Στάτιος αναφέρει ότι «όταν ο Εγκέλαδος προσπαθεί να αλλάξει πλευρό, άνωθεν του το φλογερό όρος (η Αίτνα) βροντά από τα έγκατά του και οι κορυφές του πλημμυρίζουν (από λάβα)».
(Θηβαϊς, 3.594).

Δηλαδή, θεωρεί ότι ο Εγκέλαδος είναι καταπλακωμένος από την Αίτνα, αλλά δεν έχει πεθάνει και προκαλεί δια των κινήσεών του τις ηφαιστειακές εκρήξεις της.Το ίδιο δε αναφέρει και ο Έλλην ποιητής του 4ου αιώνος μ.Χ. Κόϊντος Σμυρναίος, αποκαλώντας μάλιστα τον Εγκέλαδο «αθάνατο».
(Τα μεθ’Όμηρον, ΙΔ.581).

Ο Έλλην μυθογράφος των 1ου-2ου αιώνων μ.Χ. Πτολεμαίος Ηφαιστίων αναφέρει ότι ο Γίγας που φονεύθηκε από τον Ηρακλή όταν επιτέθηκε στην Ήρα, δηλαδή ο Πορφυρίων, ήταν «πυρίπνοος (=είχε πύρινη αναπνοή)».
(Φώτιος,.Επιτομή της Καινής Ιστορίας του Πτολεμαίου Ηφαιστίωνος, 12).

Επίσης, ο Πτολεμαίος Ηφαιστίων αναφέρει έναν Γίγαντα ονόματι Λέοντα: «Ο Ηρακλής φορούσε την δορά όχι του λέοντος του Νεμέας, αλλά του Λέοντος, ενός εκ των Γιγάντων, ο οποίος φονεύθηκε από τον Ηρακλή αφού τον προκάλεσε εις μονομαχία».
(Φώτιος,.Επιτομή της Καινής Ιστορίας του Πτολεμαίου Ηφαιστίωνος, 37).

Αυτός ο Γίγας ταυτίζεται με έναν λεοντοκέφαλο, και κατά τα λοιπά ανδρόμορφο, Γίγαντα που απεικονίζεται στα ανάγλυφα του βωμού της Περγάμου. Προφανώς λοιπόν, ήταν ημιλεοντόμορφος, ενώ ο Ηρακλής που φορούσε την δορά του ήταν βεβαίως όχι ο Αμφιτρυωνιάδης, αλλά ο πρεσβύτερος Ηρακλής.
Από τον ναό του Διός της ελληνικής Περγάμου η Γιγαντομαχία ένας Λέων και η Κητώ – 175 π.Χ.
Επίσης, ο Πτολεμαίος Ηφαιστίων αναφέρει έναν Γίγαντα ονόματι Δάμυσο: «Εκείνος (ο κένταυρος Χείρων) ξέθαψε το σώμα του Γίγαντος Δαμύσου, το οποίο έκειτο στην Παλλήνη (ο Δάμυσος ήταν ο ταχύτερος εξ όλων των Γιγάντων), και αφαίρεσε τον αστράγαλό του, τον οποίον προσάρμοσε και ενσωμάτωσε δια φαρμάκων στο (αριστερό) πόδι του Αχιλλέως…».
(Φώτιος,. Επiτομή της Καινής Ιστορίας του Πτολεμαίου Ηφαιστίωνος, 45).

Ο Ρωμαίος μυθογράφος του 2ου αιώνος μ.Χ. Υγίνος αναφέρει ότι η Γαία γέννησε τους Γίγαντες όχι από τον Ουρανό, αλλά με τον Τάρταρο: «Από την Γαία και τον Τάρταρο γεννήθηκαν οι Γίγαντες: Ο Εγκέλαδος, ο Κοίος, ο Ελέντης, ο Μόρφιος, ο Αστραίος, ο Πέλωρος, ο Πάλλας, ο Έμφυτος, ο Ροίκος, ο Ιένιος, ο Άγριος, ο Αλέμων, ο Εφιάλτης, ο Εύρυτος, ο Εφφρακόρδων, ο Θεομίσης, ο Θεοδάμας, ο Ώτος, ο Τυφών, ο Πολυβώτης, ο Μεεφριάρος, ο Άβησος, ο Κολοφώνος και ο Ιαπετός».
(Μύθοι, Προοίμιο)

Αυτή η εκδοχή όμως είναι αδιαμφισβητήτως εσφαλμένη, αφού ο Ησίοδος-στον οποίον και βασίζεται ο Απολλόδωρος ως προς την καταγωγή των Γιγάντων-και είναι πολύ αρχαιότερος του Υγίνου, ήτοι εγγύτερος προς τα μυθολογικά γεγονότα, και-όπως ο ίδιος δηλώνει-διδάχθηκε την Θεογονία από τις θεές Μούσες
(Θεογονία, 22-34).

Ο Υγίνος σφάλλει ως προς πέντε από τα 24 ονόματα Γιγάντων που αναφέρει: Ο Κοίος και ο Ιαπετός είναι Τιτάνες και ο Αστραίος υιός του Τιτάνος Κριού και της Ευρυβίας, θυγατρός του Πόντου, ο Ώτος ήταν μεν γίγας, αλλά υιός του Ποσειδώνος και της Ιφιμέδειας, και ο Τυφών είναι μεν γίγας και υιός του Ταρτάρου και της Γαίας, αλλά δεν ανήκει στους Φλεγραίους (ή Παλληνίους) Γίγαντες.
Επίσης, ο Υγίνος αναφέρει ότι κατά κάποιους η Γιγαντομαχία συνδέεται με τον αστερισμό του Δράκοντος: «Κάποιοι δε λέγουν ότι αυτός ο δράκων (ο αστερισμός του Δράκοντος) ρίφθηκε από τους Γίγαντες κατά της Αθηνάς, όταν αυτή μαχόταν εναντίον τους.Αλλά η Αθηνά άρπαξε τον περιελισσόμενο δράκοντα, τον εκσφενδόνισε στα άστρα και τον τοποθέτησε ακριβώς στον πόλο του ουρανό.Ούτως, μέχρι και σήμερα αυτός φαίνεται με το σώμα του περιελιγμένο, σαν να έχει μόλις μεταφερθεί στα άστρα».
(Αστρονομικά, 2.3).

Ο Έλλην σοφιστής των 2ου-3ου αιώνος μ.Χ Φιλόστρατος παραθέτει την άποψη που είχε περί των Γιγάντων ο θείος Έλλην φιλοσόφος του 1ου αιώνος μ.Χ. Απολλώνιος ο Τυανεύς: «Διότι εκείνοι (οι ποιητές) λέγουν ότι έχει δεθεί υπό του όρους (της Αίτνας) κάποιος Τυφών ή Εγκέλαδος και ότι αργοπεθαίνοντας αποπνέει ασθμαίνοντας τούτο το πύρ (της Αίτνας).Εγώ δε παραδέχομαι ότι έχουν υπάρξει γίγαντες και ότι αποκαλύπτονται τέτοια σώματα εις πολλά σημεία της γής, όταν διαρρηγνύονται τάφοι, όχι όμως ότι αυτοί συγκρούσθηκαν με τους θεούς, αλλά ότι πιθανώς προσέβαλαν τους ναούς και τα τεμένη τους.Το ότι δε οι Γίγαντες πήδησαν πάνω στον ουρανό και προσπάθησαν να εκδιώξουν από εκεί τους θεούς είναι παρανοϊκό τόσο να το λέγει κανείς, όσο και να το πιστεύει…».
(Τα ες τον Τυανέα Απολλώνιον, Ε.16).

Επίσης, ο Φιλόστρατος αναφέρει ότι μερικό καιρό πρό της εποχής του ανακαλύφηκε στην Κώ o σκελετός ενός Φλεγραίου Γίγαντος: «Και μάλιστα, προ τεσσάρων ετών ο Ύμναιος ο Πεπαρήθιος, ο οποίος είναι φίλος μου, έστειλε έναν εκ των υιών του για να ερωτήσει δια εμού τον Πρωτεσίλαο περί ομοίου θαύματος.Διότι όταν έτυχε να σκάβει αμπέλια στην νήσο Κώ-η οποία είναι ολόκληρη ιδιοκτησία του-η γη αντήχησε στους σκάβοντες σαν κενή. Όταν λοιπόν διάνοιξαν εκείνο το σημείο, ευρήκαν κείμενο έναν δωδεκάπηχο νεκρό (ύψους 5,5 μέτρων), στο κρανίο του οποίου κατοικούσε ένας (οφιοειδής) δράκων. Ο εν λόγω νεαρός λοιπόν ήλθε να μας ερωτήσει τι έπρεπε να πράξουν με αυτόν, και ο Πρωτεσίλαος απάντησε “Ας καλύψουμε εντελώς τον ξένο”, προτρέποντας προφανώς να ξαναθάψουν τον νεκρό και να μην τον αφήσουν εκουσίως ακάλυπτο. Είπε επίσης ότι αυτός ήταν ένας εκ των ριγμένων (από τους Ολυμπίους θεούς) Γιγάντων…».
(Ηρωϊκός, 670).

Επίσης, ο Φιλόστρατος αναφέρει ότι πολλοί εκ των Γιγάντων ρίφθηκαν από τους Ολυμπίους θεούς κάτωθεν του ηφαιστειακού όρους Βεζουβίου (το οποίο ευρίσκεται στο νότιο άκρο της Καμπανικής Φλέγρας): «Οι Νεαπολίτες δε που κατοικούν στην Ιταλία (στην Νεάπολη της Καμπανίας) θεωρούν θαυμαστά τα οστά του Αλκυονέως. Λέγουν μάλιστα ότι έχουν ριφθεί εκεί (από τους Ολυμπίους θεούς) πολλοί εκ των Γιγάντων και ότι το όρος Βέσβιο (ο Βεζούβιος) καπνίζει επ’αυτών…».
(Ηρωϊκός, 671).

Επίσης, αναφέρει ότι ένας εκ των καταπλακωμένων από τον Βεζούβιο Γιγάντων είναι και ο Εγκέλαδος, ο οποίος δεν έχει πεθάνει, αλλά αργοπεθαίνει διαρκώς, αποπνέοντας το πυρ του Βεζουβίου.
(Εικόνες, 2.17).

Επίσης, ο Φιλόστρατος αναφέρει ότι στην Παλλήνη διατηρούνταν μέχρι την εποχή του πολλοί σκελετοί Γιγάντων: «Και μάλιστα, στην Παλλήνη, την οποία οι ποιητές ονομάζουν Φλέγρα, η γή περιέχει πολλά τέτοια σώματα Γιγάντων, οι οποίοι είχαν στρατοπεδεύσει εκεί, και οι βροχές και οι σεισμοί αποκαλύπτουν πολλά εξ αυτών.Δεν εμπιστεύεται δε εκείνη την περιοχή ούτε ποιμήν κατά το μεσημέρι, λόγω του πατάγου που κάνουν τα φαντάσματα (των Γιγάντων) που μαίνονται εντός της γής…».
(Ηρωϊκός, 671).

Ο Νόννος αποκαλεί τους Γίγαντες «δρακοντοκόμους»
(Διονυσιακά, Α.18-ΚΕ.87)
ή «εχιδνοκόμους»
(Διονυσιακά, ΜΗ.49)
-ότι, δηλαδή, αντί μαλλιών είχαν σπείρες οφιοειδών δρακόντων-«Γηγενείς (=γεννημένους από την γή)»
(Διονυσιακά, ΚΕ.92-ΜΗ.32),
«ελισσόμενο λαό της γης»
(Διονυσιακά, ΚΕ.93)
και «οφιώδεις υιούς της γής»
(Διονυσιακά, ΚΕ.206).
Επίσης, αναφέρει ότι οι Γίγαντες είχαν συνολικά «διακόσια χέρια»-ήσαν, δηλαδή, συνολικά εκατό-και «πίεζαν δια των πολυλαίμων κεφαλών τους τον αστερόεντα κύκλο (τον ουράνιο θόλο)» (Διονυσιακά, ΚΕ.93-94),
και ότι εκατέρωθεν των ώμων τους «εξορμούσαν ύδρες, πολύ μεγαλύτερες της Ιναχίας ύδρας (της Λερναίας Ύδρας)», οι οποίες «σύριζαν ακατάπαυστα στον αιθέρα, στην γειτονιά των άστρων».(Διονυσιακά, ΚΕ.207-210).
Κατανομάζει δε άλλον έναν Γίγαντα, τον Χθόνιο
(Διονυσιακά, ΜΗ.21),
ενώ αναφέρει τον Πέλωρο ως Πελωρέα
(Διονυσιακά, ΜΗ.39).
Στα μωσαϊκά μίας Σικελικής έπαυλης του 4ου αιώνος μ.Χ. οι Γίγαντες απεικονίζονται ελαφρώς διαφορετικά: Είναι ανδρόμορφοι μέχρι και τα γόνατα και κάτωθεν αυτών έχουν δύο σπείρες όφεων
Στο Βυζαντινό Λεξικό του Σουίδα (το οποίο γράφτηκε κατά τον 10ο αιώνα και βασίζεται κυρίως εις αρχαίες Ελληνικές πηγές) αναφέρεται άλλος ένας Γίγας, ο Αρισταίος: «Αρισταίος:
Ένας εκ των Γιγάντων, ο οποίος διεσώθη (από την Γιγαντομαχία)…
Λέγουν ότι διεσώθη (από την Γιγαντομαχία) μόνο ο Γίγας Αρισταίος, στο όρος της Σικελίας που ονομάζεται Αίτνα.Και ούτε ουράνιο πυρ ήλθε εναντίον του, ούτε τον πιέζει η Αίτνα»…«Αιτναίος κάνθαρος (είδος σκαθαριού):
O μέγας.Διότι και το όρος (Αίτνα) είναι μέγα.Λέγουν ότι διεσώθη (από την Γιγαντομαχία) μόνο ο Γίγας Αρισταίος, και ούτε ουράνιο πυρ ήλθε εναντίον του, ούτε τον πιέζει η Αίτνα».Εξ αυτών των λημμάτων υποδηλώνεται ότι ο Αρισταίος διεσώθη μεταμορφωθείς από την Γαία εις Αίτναίο κάνθαρο.
Από την προαναφερθείσα Αθηναϊκή αγγειογραφία μαθαίνουμε άλλον έναν Γίγαντα, τον Φοίτιο, ενώ από άλλες τρεις Αθηναϊκές αγγειογραφίες της Κλασσικής εποχής μαθαίνουμε άλλους επτά Γίγαντες: Τον Παγκράτη, τον Ουρανίωνα, τον Εύφορβο, τον Εύβοιο, τον Υπέρβιο, τον Αγασθένη και τον Ευρύαλο.
Πάντως, εις αυτά τα αγγεία οι Γίγαντες απεικονίζονται όχι ως ημιερπετοειδείς, αλλά ως ανθρωπόμορφοι οπλίτες.
Το ίδιο δε συμβαίνει και εις όλες τις άλλες ευρεθείσες αγγειογραφίες Φλεγραίων Γιγάντων.
ΕΡΜΗΝΕΙΑ ΤΩΝ ΟΝΟΜΑΤΩΝ ΤΩΝ ΦΛΕΓΡΑΙΩΝ ΓΙΓΑΝΤΩΝ
H ονομασία Γίγας (-αντος) προέρχεται από την λέξη γή και η πρωταρχική σημασία της είναι γηγενής (=γεννημένος από την γή), δηλώνοντας ακριβώς την εκ της Γαίας προέλευση των Γιγάντων, ενώ λόγω αυτών κατέληξε να σημαίνει και γίγας, γιγάντιος, ισχυρός.
Αλλά και τα περισσότερα εκ των ονομάτων των γνωστών Φλεγραίων Γιγάντων δεν είναι καθόλου τυχαία, καθώς δηλώνουν, ή υποδηλώνουν, ιδιότητες αυτών:
AΓΑΣΘΕΝΗΣ: Eίναι σύνθετο, εκ των άγαν (=πολύ, πάρα πολύ, πέραν του δέοντος) και σθένος (=σθένος, ρώμη, δύναμις, ισχύς, ορμή αφθονία), και σημαίνει «πολύ δυνατός, πολύ ισχυρός», δηλώνοντας την μεγάλη ισχύ του Αγασθένη.
ΑΓΡΙΟΣ: Σημαίνει άγριος, δηλώνοντας την άγρια φύση του Αγρίου.
ΑΛΚΥΟΝΕΥΣ: Είναι σύνθετο, εκ των αλκή (=ρώμη, δύναμις, ισχύς, ανδρεία, τόλμη, προπύργιο, μάχη) και όνειος (=ωφέλιμος, χρήσιμος), και σημαίνει «ο ισχυρά ωφελών, βοηθών», δηλώνοντας την μεγάλη ισχύ του Αλκυονέως.
ΑΡΙΣΤΑΙΟΣ: Προέρχεται από την λέξη άριστος (=άριστος, κάλλιστος, ευγενής, εξέχων, πρώτιστος, ανδρείος), και σημαίνει άριστος, εξέχων, ανδρείος, δηλώνοντας ότι ο Αρισταίος ήταν ένας εκ των επιφανεστέρων Γιγάντων.
ΓΡΑΤΙΩΝ: Προέρχεται από την λέξη γράσος (=δυσωδία) και σημαίνει δυσώδης, υποδηλώνοντας την μιαρή, βδελυρή φύση του Γρατίωνος.
ΔΑΜΥΣΟΣ: Είναι σύνθετο, εκ των δά (=γή-στα Δωρικά) και μύσος (=μίασμα, βδέλυγμα, ακαθαρσία) και σημαίνει «μίασμα, βδέλυγμα της γής», δηλώνοντας την εκ της γής προέλευση και την μιαρή, βδελυρή φύση του Δαμύσου.
ΕΓΚΕΛΑΔΟΣ: Είναι σύνθετο, εκ των εν (το οποίο εν συνθέσει σημαίνει εντός, έχων, περιέχων, κάπως, ενώπιον, εις βάρος) και κέλαδος (=θόρυβος καταπίπτοντος ύδατος ή ανέμου, θόρυβος, πάταγος, βοή, αλαλαγμός, κραυγή, φωνή μαντείου), και σημαίνει «εσωτερικός θόρυβος, πάταγος, βοή», δηλώνοντας το αναφερόμενο από τους μύθους ότι ο Εγκέλαδος προκαλεί τις εσωτερικές βροντές της Αίτνας (η του Βεζουβίου).
ΕΜΦΥΤΟΣ: Είναι σύνθετο, εκ των εν και φυτός (=βλαστήσας, φυτρώσας, γεννηθείς, ο εκ φύσεως φυτρώσας, γεννηθείς), και σημαίνει «ο εντός φυτρώσας, γεννηθείς, εμφυτευθείς, έμφυτος», δηλώνοντας την έσωθεν, από την γή γέννηση του Εμφύτου.
ΕΥΒΟΙΟΣ: Είναι σύνθετο, εκ των ευ (το οποίο εν συνθέσει σημαίνει καλώς, ευτυχώς, επιτυχώς, ορθώς, συνοποδηλώνοντας αφθονία ή ευκολία) και βούς (=βόδι), και σημαίνει «ο έχων καλές και άφθονες, βοσκές, ευτραφής», υποδηλώνοντας το μέγα μέγεθος του Ευβοίου.
ΕΥΡΥΑΛΟΣ: Είναι σύνθετο, εκ των ευρύς (=πλατύς, ευρύχωρος, εκτεταμένος) και άλως (=περιφέρεια, δίσκος του ηλίου ή της σελήνης, περιφέρεια, αλώνι, φωλιά πτηνού), και σημαίνει «ο έχων ευρεία περιφέρεια», υποδηλώνοντας το μέγα μέγεθος του Ευρυάλου.
ΕΥΡΥΤΟΣ: Είναι σύνθετο, εκ των ευ και ρυτός (=ρέων, ρευστός, υγρός), και σημαίνει «ο καλώς και αφθόνως ρέων», υποδηλώνοντας ότι ο Εύρυτος είχε καλή και άφθονη ροή ενέργειας, ητοι ισχυρό ενεργειακό πεδίο και μεγάλη ισχύ.
ΕΥΦΟΡΒΟΣ: Είναι σύνθετο, εκ των ευ και φορβή (=τροφή, βοσκή, χόρτο), και σημαίνει ευτραφής, υποδηλώνοντας το μέγα μέγεθος του Ευφόρβου.
ΕΦΙΑΛΤΗΣ: Σημαίνει εφιάλτης, δηλώνοντας την εφιαλτική, τρομακτική φύση του Εφιάλτη.
ΘΕΟΔΑΜΑΣ: Είναι σύνθετο, εκ των θεός και δαμάω (=δαμάζω, καταβάλλω, κατατροπώνω, εξημερώνω, θέτω υπό ζυγό, νικώ, υποτάσσω, κατακτώ), και σημαίνει «ο δαμασθείς, καταβληθείς, κατατροπωθείς από τους θεούς», δηλώνοντας την κατατρόπωση του Θεοδάμαντος από τους Ολυμπίους θεούς.
ΘΕΟΜΙΣΗΣ: Είναι σύνθετο, εκ των θεός και μίσος, και σημαίνει θεομίσητος, δηλώνοντας το μίσος και την εχθρότητα μεταξύ του Θεομίση και των Ολυμπίων θεών.
ΘΟΩΝ: Προέρχεται από την λέξη θοός (=ταχύς) και σημαίνει το ίδιο με αυτή, δηλώνοντας ότι ο Θόων ήταν ταχύς.
ΙΠΠΟΛΥΤΟΣ: Είναι σύνθετο, εκ των ίππος και λύω (=λύνω, αποδεσμεύω, χαλαρώνω, αποζευγνύω, απελευθερώνω, απαλλάσσω, λυτρώνω, διαλύω, παραλύω, τελειώνω, καταργώ, δίνω λύση, αναλύω, εκπληρώνω, εκτελώ, εξιλεώνω, επανορθώνω), και σημαίνει «ο λύων, αφήνων ελευθέρους τους ίππους». Δεδομένου δε ότι στους Ελληνικούς μύθους ο ίππος υποδηλώνει συχνά τον συνδυασμό μεγάλης ταχύτητος, δυνάμεως και ορμής (π.χ. ο Πήγασος, οι ίπποι του Αχιλλέως, Ξάνθος και Βαλίος, οι ίπποι του άρματος του Ηλίου κ.λ.π.), το όνομα του Ιππολύτου υποδηλώνει ότι αυτός ήλεγχε και εξαπέλυε κάποιου είδους ισχυρές και ορμητικές ενεργειακές δυνάμεις.
ΚΛΥΤΙΟΣ: Προέρχεται από την λέξη κλυτός (=ακουστός, μεγαλόφωνος, ξακουστός, περίφημος, διάσημος, ένδοξος, μεγαλοπρεπής, σπουδαίος, θαυμαστός) και σημαίνει ξακουστός, περίφημος, ένδοξος, μεγαλοπρεπής, δηλώνοντας ότι ο Κλυτίος ήταν ένας εκ των επιφανεστέρων Γιγάντων.
ΚΟΛΟΦΩΝΟΣ: Προέρχεται από την λέξη κολοφών (=κορυφή, ύψιστο σημείο, αποκορύφωμα, τέλος) και σημαίνει κορυφαίος, δηλώνοντας ότι ο Κολοφώνος ήταν ένας εκ των κορυφαίων Γιγάντων.
ΛΕΩΝ: Σημαίνει λέων, δηλώνοντας την ημιλεόντεια μορφή του Λέοντος.
ΜΙΜΑΣ (ή ΜΙΜΩΝ): Προέρχεται από την λέξη μίμος (=μιμούμενος, υποκρινόμενος, υποδυόμενος, μιμητική κωμωδία) και σημαίνει «ο μιμούμενος», υποδηλώνοντας ότι ο Μίμας είχε την ικανότητα να μιμείται μορφές, ήτοι να μεταμορφώνεται.
ΜΟΡΦΙΟΣ: Προέρχεται από την λέξη μορφή και σημαίνει «ο των μορφών», υποδηλώνοντας ότι ο Μόρφιος είχε την ικανότητα να μεταμορφώνεται.
ΟΥΡΑΝΙΩΝ: Σημαίνει ουράνιος, δηλώνοντας την εκ του Ουρανού προέλευση του Ουρανίωνος.
ΠΑΓΚΡΑΤΗΣ: Είναι σύνθετο, εκ των πάς (=όλος, ολόκληρος) και κράτος (=δύναμις, ισχύς, εξουσία, βία, κυριότης, υπεροχή), και σημαίνει παντοδύναμος, πανίσχυρος, δηλώνοντας την τεράστια ισχύ του Παγκράτη.
ΠΑΛΛΑΣ: Προέρχεται από την λέξη πάλλω (=πάλλω, σείω, κραδαίνω, τινάζω, περιστρέφω, σείομαι, τρέμω, σκιρτώ, πηδώ, σπαρταρώ, ανακατεύω κλήρους, λαμβάνω δια κλήρου, αγωνιώ) και σημαίνει «ο πάλλων, κραδαίνων, σείων», υποδηλώνοντας ότι ο Πάλλας είχε παλμικά όπλα, βασιζόμενα εις κάποιου είδους παλμική ενέργεια.
ΠΕΛΩΡΟΣ (ή ΠΕΛΩΡΕΥΣ): Σημαίνει πελώριος, τερατώδης, δηλώνοντας το τεράστιο μέγεθος και την τερατώδη φύση του Πελώρου.
ΠΟΛΥΒΩΤΗΣ: Είναι σύνθετο, εκ των πολύς και βοτόν (=βόσκημα, κτηνοτροφικό ζώο), και σημαίνει πολύτροφος, υποδηλώνοντας την ευτροφία, ήτοι το μέγα μέγεθος του Πολυβώτη.
ΠΟΡΦΥΡΙΩΝ: Προέρχεται από την λέξη πορφυρούς (=σκουρόχρωμος, σκοτεινός, μαύρος, βαθυέρυθρος, πορφυρός, ταραχώδης) και σημαίνει ζοφερός, ταραχώδης, δηλώνοντας την ζοφερή και ταραχώδη φύση του Πορφυρίωνος.
ΡΟΙΚΟΣ: Σημαίνει κυρτός, λοξός, ελικοειδής, καμπύλος, δηλώνοντας την ελισσομένη ημιερπετική φύση του Ροίκου.
ΥΠΕΡΒΙΟΣ: Είναι σύνθετο, εκ των υπέρ (το οποίο εν συνθέσει σημαίνει υπεράνω, πέραν, υπερβολικά, υπερμέτρως, για, εξαιτίας) και βία (=ρώμη, δύναμις, βία, βιαιότης), και σημαίνει «υπερβολικά ισχυρός, υπερβολικά βίαιος», δηλώνοντας την τεράστια ισχύ και την βιαιοτάτη φύση του Υπερβίου.
ΦΟΙΤΙΟΣ: Προέρχεται από την λέξη φοιτάω (=περιφέρομαι, περιφέρομαι μανιωδώς, αγρίως, συχνάζω, φοιτώ, μεταφέρομαι, εισάγομαι, εισπράττομαι, επανέρχομαι περιοδικώς, επέρχομαι, διαδίδομαι, θρυλούμαι) και σημαίνει «ο μανιωδώς, αγρίως περιφερόμενος, μανιώδης», δηλώνοντας την άγρια και μανιώδη φύση του Φοιτίου.
ΧΘΟΝΙΟΣ: Σημαίνει χθόνιος, γήινος, προερχόμενος από την γή, δηλώνοντας την χθόνια προέλευση του Χθονίου.
Όσον αφορά δε τα ονόματα Άβησος, Αλέμων, Ελέντης, Εφφρακόρδων, Ιένιος και Μεεφριάριος, η σημασία τους είναι άγνωστη, αλλά πιθανώς αποτελούν παραφθορά των πραγματικών ονομάτων αυτών των Γιγάντων.


ΛΕΝΤΖΟΣ ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ 2012
ΕΙΚΟΝΟΓΡΑΦΙΑ ΑΡΧΑΙΟΓΝΩΜΩΝ
Συντάκτης nave
ellinondiktyo.hellinon.net

10 Οκτωβρίου 2015

Οι γυμνές γυναίκες της Σπάρτης...

...που πάλευαν, έτρεχαν και πέταγαν ακόντιο μπροστά στους άνδρες.
Το τέχνασμα των Σπαρτιατών για να είναι οι νέοι πάντα «πρόθυμοι ερωτικά» και να τεκνοποιούν

Οι Σπαρτιάτισσες είναι οι γυναίκες που έχουν υμνηθεί, αλλά και συκοφαντηθεί περισσότερο απ΄ όλες τις Ελληνίδες, από την αρχαιότητα έως σήμερα.
Ήταν οι μόνες Ελληνίδες για τις οποίες η πολιτεία είχε φροντίσει τη δημόσια εκπαίδευσή τους, η οποία έδινε κυρίαρχη θέση στη σωματική άσκηση.
Όλοι οι άντρες της Σπάρτης εκπαιδεύονταν για να γίνουν πολεμιστές και το κύριο καθήκον των γυναικών ήταν να γεννήσουν πολεμιστές.
Απαγορευόταν όμως να επιδίδονται σε βάναυσες χειρωνακτικές εργασίες ή εργασίες με σκοπό το κέρδος.
Οι Σπαρτιάτισσες ήταν οι μόνες γυναίκες που αθλούνταν γυμνές, όπως οι άντρες που εξασκούνταν και έκαναν άθλητισμό σε μόνιμη βάση.
Σύμφωνα με τον Πλούταρχο και τον Ξενοφώντα και τα κορίτσια στη Σπάρτη λάμβαναν αθλητική εκπαίδευση.
Τα νιόπαντρα ζευγάρια συχνά δεν κοιμόντουσαν μαζί, ενώ υπήρχε η συνήθεια να ντύνεται η νύφη με αντρικά ρούχα.
Γυναίκα Σπαρτιάτισσα...
Περιγράφει ο Πλούταρχος: «Ο Λυκούργος (νομοθέτης και βασιλιάς της Σπάρτης) πρώτα σκληραγώγησε σωματικά τα κορίτσια βάζοντάς τα να τρέχουν, να παλεύουν, να πετάνε δίσκο και ακόντιο.
Με αυτόν τον τρόπο τα έμβρυα που θα γεννιούνταν έκαναν μια δυνατή αρχή σε σφριγηλά σώματα και έτσι θα αναπτύσσονταν καλύτερα, ενώ οι ίδιες οι γυναίκες θα έφερναν σε πέρας την εγκυμοσύνη τους με σθένος.
Απέρριψε κάθε σεμνοτυφία, την υπερπροστασία των παιδιών από τους γονείς και τη μαλθακότητα κάθε είδους.
Ανάγκασε τα νέα κορίτσια το ίδιο όπως και τα αγόρια, να μεγαλώνουν συνηθίζοντας να κάνουν πορεία γυμνά, καθώς επίσης να χορεύουν και να τραγουδούν σε ορισμένες γιορτές μπροστά στους νέους άντρες και κάτω από τα βλέμματά τους.
Σε ορισμένες περιπτώσεις τα κορίτσια μπορούσαν να κάνουν πειράγματα στα αγόρια κριτικάροντάς εποικοδομητικά τα λάθη τους.
Δεν υπήρχε τίποτα αισχρό και ατιμωτικό στη γύμνια των κοριτσιών.
Ήταν τελείως αθώα και δεν υπήρχε ίχνος ανηθικότητας.
Αντιθέτως ενθάρρυνε την απλότητα, τον λιτό τρόπο ζωής και την άθληση δίνοντας στο γυναικείο φύλο μια γεύση ανδρικής γενναιότητας.
Αποτέλεσμα αυτού ήταν οι γυναίκες να μιλούν και να σκέφτονται με τον τρόπο που λέγεται ότι μίλησε η γυναίκα του Λεωνίδα, η Γοργώ.
Όταν κάποια γυναίκα ξένη της είπε, «εσείς οι Σπαρτιάτισσες είστε οι μόνες που μπορείτε να εξουσιάζετε τους άντρες» εκείνη της απάντησε «γιατί είμαστε οι μόνες που γεννάμε άντρες».
Το έθιμο της απαγωγής της νύφης 
Υπήρχε επίσης δέλεαρ για τους άντρες να παντρευτούν.
Οι παρελάσεις των κοριτσιών και η γύμνια στους αγώνες, που παρακολουθούσαν οι νέοι άντρες, παρακινούμενοι από μια ώθηση όχι πνευματικού τύπου, αλλά από μια ερωτική έλξη.
Ο Λυκούργος στέρησε ορισμένα πολιτικά δικαιώματα σε εκείνους που έμεναν ανύπαντροι, αφού τους απέκλεισε από το θέαμα των γυμνοπαιδιών.
Το έθιμο ήταν να απαγάγουν τις γυναίκες για να τις νυμφευθούν, όταν ήταν στην ακμή της νιότης τους και έτοιμες για γάμο.
Η αποκαλούμενη «νυμφεύτρια» αναλάμβανε το αιχμάλωτο κορίτσι.
Πρώτα ξύριζε τελείως το κεφάλι της μετά την έντυνε με αντρικά ρούχα και σανδάλια και την ξάπλωνε μόνη της σε ένα στρώμα, στα σκοτεινά.
Ο γαμπρός που δεν ήταν μεθυσμένος, αλλά νηφάλιος, έπρεπε πρώτα να δειπνήσει στο συσσίτιο και μετά μπορούσε να γλιστρήσει στο δωμάτιο, να λύσει τη ζώνη της και να τη μεταφέρει στο κρεβάτι.
Οι Σπαρτιάτες έβλεπαν τις γυναίκες στο φως της ημέρας όταν έκαναν παιδιά
Αφού περνούσε λίγη ώρα μόνο μαζί της, έπρεπε να αναχωρήσει διακριτικά για να κοιμηθεί εκεί όπου κοιμόταν συνήθως, δηλαδή μαζί με άλλους άντρες.
Και αυτή ήταν η πρακτική που θα ακολουθούσε από τούδε και στο εξής.
Μπορούσε να επισκέπτεται κρυφά τη νεόνυμφη, φοβισμένος και παίρνοντας όλες τις προφυλάξεις, γιατί ήταν ντροπή να τον αντιληφθεί κάποιος στο σπίτι.
Η νύφη ταυτοχρόνως μηχανεύονταν τεχνάσματα και τον βοηθούσε να καταστρώσει σχέδια, ώστε να μπορούν να συναντιούνται απαρατήρητοι τις κατάλληλες στιγμές.
Κι αυτό δε γινόταν για ένα μικρό διάστημα, αλλά όσο ήταν απαραίτητο μέχρι να αποκτήσουν παιδιά. Νωρίτερα δεν μπορούσαν να δουν τις γυναίκες τους στο φως της ημέρας.
Τέτοιες συναντήσεις δεν ήταν μόνο μια άσκηση αυτοελέγχου και αυτοσυγκράτησης, αλλά σκοπό είχαν να είναι οι σύντροφοι γόνιμοι, πρόθυμοι για έρωτα και έτοιμοι για συνουσία, αντί να είναι κορεσμένοι και χλωμοί από την απεριόριστη ερωτική δραστηριότητα.
Επιπλέον, κάποια άσβεστη φλόγα πόθου και αγάπης έμενε πάντα και στους δύο»
Πλούταρχος, Βίος Λυκούργου
ΠΗΓΗ: Οι γυναίκες στον αρχαίο κόσμο, Elaine Fantham, Helene Peet Foley, Natalie Boumel, εκδόσεις ΠΑΤΑΚΗ...
mixanitouxronou.gr

9 Οκτωβρίου 2015

"Τα γράμματα Ύψιλον και Έψιλον, και η σχέση τους με τα Ελευσίνια μυστήρια"


Σύμφωνα με τον Πλάτωνα και Αριστοτέλη τα γράμματα χωρίζονται σε τρείς κατηγορίες:

Α) Ήχοι και εικόνες που οφείλονται στο φυσικό ανθρώπινο περιβάλλον, γεωγραφικός και φυσικός χώρος ( κλίμα – χλωρίδα – πανίδα).
Β) Ήχοι και εικόνες που προεκλήθησαν από τις δραστηριότητες (έργα) του ανθρώπου (εργαλεία-όπλα- εκμετάλλευση φυσικών πηγών κ.α.).
Γ) Ήχοι και εικόνες που οφείλονται στις υποστάσεις τους.

Με την ευκαιρία της προ ημερών Φθινοπωρινής Ισημερίας η οποία συνέπιπτε στην αρχαιότητα με τις σεπτές και άρρητες τελετουργίες ων Ελευσινίων μυστηρίων, όπως επίσης και των πρόσφατων πρώτων βροχών, στο παρόν άρθρο θα κάνω (όπως υποσχέθηκα), μία απόπειρα ερμηνείας των γραμμάτων Ύψιλον και Έψιλον.
Το γράμμα Ύψιλον συνδέεται τόσο με τα Υγρά και την βροχή, όσο και με την λέξη που αναφωνούσαν οι μύστες στα Ελευσίνια : “ΥΕ – ΚΥΕ”. Το ΥΕ (βρέξε) απευθυνόταν στο Δία, ενώ το ΚΥΕ (κυοφόρησε) στη Δήμητρα…

Το γράμμα Ύψιλον είναι το 20ο γράμμα του Ελληνικού αλφαβήτου και το 22ο του αρχαίου Ελληνικού (το οποίο είχε 28 γράμματα ένα για κάθε σεληνιακό μήνα).
Τα τέσσερα γράμματα τα οποία δεν έχουν συμπεριληφθεί στο νέο αλφάβητο των 24 γραμμάτων είναι, το Στίγμα (ς) το Δίγαμμα (F) – και τα δύο – στην 6 (στ) θέση, το Kόππα (Q) στην 18η, και το Σανπί στην 27η.
Το γράμμα Ύψιλον ως σχήμα υποδυκνύει την κοιλότητα, όπου συγκρατούνται τα υγρά. Κατ’ αυτόν τον τρόπο λέξεις που περιέχουν το γράμμα αυτό, σχετίζονται με το κοίλο ή το κυρτό σχήμα είτε με τα υγρά, όπως λ.χ Υγρό, Ύδωρ, Υάδες (βροχή), Υδρία, Υδρα Ύδρευσις, Ρύσις, Ρυνική κοιλότητης, Κύπελλο, Χύτρα, Υδρώτας, ψύχος, ψυχή, κύπελλο κ.λ.π . Φυσικά δεν είναι τυχαίο πως το γράμμα Ύψιλον το συναντάμε και ως Μινωικό ιδεόγραμμα όπου επίσης σήμαινε Υγρό.

Ας δούμε τώρα τι μας αποκαλύπτει η αρχαία Ελληνική Φιλοσοφία και μυσταγωγία σχετικά με το Ύψιλον. Σύμφωνα με την ‘μυστική’ διδακαλία του Πυθαγόρα, οι δύο κεραίες του γράμματος ( Υ ) συμβολίζουν τις δύο διαφορετικές οδούς της αρετής και την κακίας.
Η προς τα δεξιά κεραία οδηγεί στην Αρετή στα Ηλύσια Πεδία, στην πύλη της Σελήνης που είναι στραμμένη προς τον Ήλιο και χαρίζει την Απολλώνια νίκη, την Ευδαιμονία, και έχει ως έπαθλο τον στέφανο της Αρετής.
Η αριστερή στην Κακία στην Άβυσσο, στην πηγή της λήθης, στις πύλες της σελήνης που στρέφονται στην Γη, στα πεδία της Περσεφόνης η οποία μας προετοιμάζει για την κάθοδο πρός την Ύ – λη.

Ο Πρόκλος αναφέρει ότι το γράμμα Ύψιλον αντιστοιχεί στον αριθμό 400 και ότι η λέξη Ψυχή βρίσκεται ανάμεσα στο ψυχρό Ψ και στο θερμό γράμμα Χ, γεγονός που δείχνει ότι η ψυχή είναι μία μεσότης μεταξύ δύο μερών του ‘κοσμικού νού και της ‘μεριστής ουσίας’, και ότι η ουσία της ψυχής ανατείνει σε δύο μέρη. Για αυτό αποκάλεσαν το γράμμα αυτό Φιλόσοφο…!
Θα μπορούσαμε λοιπόν να υποστηρίξουμε πως το Ύψιλον συμβολίζει την κάθοδο του πνεύματος στην Ύλη, καθώς η ατομική ψυχή αποσπάται από την κοσμική, και εξατομικεύεται εισερχόμενη σε υλική ύπαρξη. Για να δώσουμε ένα παράδειγμα η ψυχή προσομοιάζεται με την σταγόνες της βροχής που φεύγουν από την πηγή τους, το σύννεφο.
Όπως ανέφερα παραπάνω, κατά την διάρκεια των Ελευσινίων μυστηρίων οι μύστες αναφωνούσαν : “ΥΕ (βρέξε) – ΚΥΕ(κυοφόρησε) ”.
Βλέπουμε πως το Ύψιλον σχετίζεται και συνδιάζεται με το γράμμα Έψιλον (εκτός του ότι είναι τα δύο μοναδικά ψιλά γράμματα της αλφαβήτου), ένα άλλο εξαιρετικά συμβολικό και σημαντικό γράμμα.
Το Έψιλον όπως γνωρίζουμε βρισκόταν στην κορυφή του αετώματος της κεντρικής ανατολικής πύλης του ναού του Απόλλωνα στους Δελφούς , μαζί με το “ΓΝΩΘΙ ΣΕΑΥΤΟΝ” στην κάτω αριστερή γωνία, και το “ΜΗΔΕΝ ΑΓΑΝ” στην κάτω δεξιά του ιδίου αετώματος.

Το Έψιλον είναι το πέμτο γράμμα του Ελληνικού αλφαβήτου. Είναι προφανές πως το Δελφικό Έψιλον σχετιζόταν με την μύηση και την ‘φώτιση’ του ανθρώπου, ο οποίος αναγνώριζε στο σχήμα του:
Α) την ένωση στον μικρόκοσμο του άνθρωπου, της ύλης της ψυχής και του πνεύματος και στον μακρόκοσμου της θεικής κοσμογονικής Τριαδικότητας (τρεις παράλληλες γραμμές ενωμένες),αλλά και ως αριθμού:
Β) τα πέντε κοσμογονικά στοιχεία Γη, Αέρας, Νερό, Πυρ και τον Αιθέρα (πεμπτουσία).

To Έψιλον ως αριθμός (πέντε) λέγεται και ‘φύσις’, διότι με τον πολλαπλασιασμό με τον εαυτό του, τελειώνει πάντα στον εαυτό του.
Κατά τον ίδιο τρόπο και η φύση – πού από το σπόρο μετά από διάφορες μεταμορφώσεις, αποδίδει πάλι σπόρο – πάντα τελειώνει στον εαυτό της.
Όταν δε το πέντε (Ε) προστίθεται στον εαυτό του, γεννά εκ περιτροπής ή τον εαυτό του ή την δεκάδα, κι αυτό γίνεται επ’ άπειρον.
Η ένωση λοιπόν της Πεντάδος (Έψιλον) με τον εαυτό της δεν γεννά τίποτε ατελές ή αλλιώτικο, αλλ’ έχει καθορισμένες μεταβολές.
Γεννά ή τον αριθμό τού είδους της ή τον τέλειο αριθμό. Εδώ ακριβώς βρίσκεται το κοινόν με τον Απόλλωνα, γιατί ο Θεός υμνείται ως ζωοδότης αιώνιος, και άφθαρτος από την ίδια του την φύση.
Το Έψιλον ως σχήμα έχει τρείς παράλληλες γραμμές συμβολίζοντας το Τρισυπόστατου του Θείου ενωμένα ( ώσις πρό τό ΕΝ – ώθηση προς τή Θεία Νόηση), ίσως γι’ αυτό αφιερώθηκε, μαζί με τα παραγγέλματα ‘Γνώθι σ’αυτόν’ και ‘Μηδέν Άγαν’, που αφορούν την συνειδητή ανθρώπινη προσπάθεια υπέρβασης του εγωκεντρισμού και της προσκόλησης στα ανθρώπινα πάθη.
Αυτό το στοιχείο της Ένωσης του Ανθρώπου με το Θείο, συνηγορεί προς την ονομασία ‘Γάμος’ (ένωση), που έδωσαν στο Έψιλον, οι Πυθαγόρειοι.
Περιττό να αναφερθεί πως ο Ιερός γάμος ήταν ένα από τα σημαντικά δρώμενα των Ελευσινίων μυστηρίων.
Από τα παραπάνω μπορούμε να αντιληφθούμε πως σχετίζονται τα γράμματα και οι φράσεις που αυτά συνθέτουν με τις Ελευσίνιες τελετουργίες…
Το Έψιλον συμβόλιζε το Θείο ενώ το ύψιλον την κάθοδο του Θείου σπινθήρα στην ύλη.
Ας συνεχίσουμε όμως μόνο με το Ύψιλον πρός το παρόν.
Στην Αλχημεία το γράμμα Ύψιλον αντιπροσωπεύει τον Ερμαφρόδιτο συμβολίζοντας το θετικό και το αρνητικό, το άρρεν και το Θήλυ.
Αστρολογικά το γράμμα Υ συνδέεται με ζώδιο του Υδροχόο και την Θεά Ηρά, καθώς ο Υδροχόος είναι γνωστός και ως «αστήρ της Ήρας».
Το γράμμα Ύψιλον συμβολίζει επίσης το σταυροδρόμι ή το τρίστρατο κατά την Λαική παράδοση. Τα τρίστρατα στις εσωτερικές παραδόσεις των αρχαίων λαών έχουν σχέση με τις π – ύλες (πέρασμα στην ύλη) , μεταβάσεις δηλαδή συνείδησης από ένα επίπεδο σε άλλο, με Θεούς που κρατούν κλειδιά για να ανοίξουν αυτές τι πύλες, όπως η Εκάτη η Άρτεμις, η Περσεφόνη που άνοιγε με τα κλειδιά τις τέσσερις εποχές, τα Ηλιο- στάσια και τις Ιση- μερίες.
Ο Πλάτωνας αναφέρει στον Γοργία πως στα τρίστρατα δικάζουν οι Θεοί τους ανθρώπους μετά τον θάνατο, κρατώντας τα κλειδιά των Ουράνων πυλών.
Εκεί αναμένουν ο Μίνωας ο Ραδάμανθης και ο Αιακός για να δικάσουν τους νεκρούς και να τους οδηγήσουν ανάλογα με τις πράξεις τους στους δύο δρόμους , σε αυτόν που οδηγεί στα Ηλύσια πεδία και στον άλλο που οδηγεί στα Τάρταρα.
Τα τρίστρατα και οι διχάλες έχουν σχέση με τον Θεό Ερμή, τον προστάτη των Φιλοσόφων με το κηρύκειο του, το οποίο συμβολίζει την ζεύξη των αντιθέτων, και το οποίο κρατά ως Ψυχοπομπός, επαναφορέας των ψυχών στην πηγή από την οποία προήλθαν.
Το δισκοπότηρο επίσης έχει το σχήμα του Ύψιλον, και συμβολίζει τα ύδατα της ζωής, την πηγή της ζωής και την Αθανασία, το κύπελλο του μυστικού Δείπνου.
Το δισκοπότηρο συμβολίζει το ύδωρ – νερό, το οποίο είναι ένα θηλυκό στοιχείο.
Το δισκοπότηρο μοιάζει με την μήτρα της γυναίκας και ως εκ τούτου θεωρείται ότι είναι το σύμβολο της αναπαραγωγικής λειτουργίας των θηλέων και της πηγής της ζωής.
Πρόκειται για ένα σφαιρικό σύμβολο γονιμότητας, δώρο μιας γυναίκας για κυοφορία και δημιουργία της ζωής.

Σε όλες τις θρησκείες το Δισκοπότηρο είναι το σύμβολο που ενώνει το φυσικό μας κόσμο με το Θείο Πνεύμα, για τον λόγο αυτό σωστά το αποκαλούμε το δοχείο της ανάμειξης, καθώς μέσα σε αυτό ενώνεται η ατομική ψυχή με την κοσμική, το εφήμερο με το αιώνιο.
Το μυστήριο του Δισκοπότηρου βρίσκεται κρυμμένο μέσα μας.
Είναι αυτό που προκαλεί την επιθυμία αναζήτησης του πνευματικού μας λίκνου, και της πληρότητας. Η αναζήτηση του δισκοπότηρου συμβολίζει την ενάρετη ζωή, την αναζήτηση της αρμονίας, την επιστροφή στον Παράδεισο, το πνευματικό κέντρο του ανθρώπου και του σύμπαντος, ακολουθόντας το σύμβολικό δρόμο της μύησης μέσω δοκιμασιών και αντιμετώπισης θανάτου στην έρευνα για το κρυμμένο νόημα και το μυστήριο της ζωής.
Στον Χριστιανισμό, το δισκοπότηρο είναι το σύμβολο της Θείας Κοινωνίας όπως ήταν το κρασί που συμβολίζει το αίμα του Χριστού, ενώ στην Αλχημεία το Άγιο Δισκοπότηρο αφορά την αναζήτηση της Φιλοσοφικής Λίθου, συμβολίζοντας την ένωση με το θείο και τη μεταμόρφωση των στοιχείων…
Αναζητώντας και Φιλοσοφώντας λοιπόν, ίσως καταφέρουμε να κατακτήσουμε την ΕΥ- δαιμονία, την οποία πολλοί αναζήτησαν ελάχιστοι όμως κατέκτησαν…..!!
Ως επίλογο μία φωτογραφία που βρήκα στο διαδίκτυο, και την οποία βρήκα ΕΥυέστατη..!!!


Πηγή: maiandros.blogy.gr
ellaniapili.blogspot.gr

8 Οκτωβρίου 2015

Μανιάτικα επώνυμα: “Πες το όνομα ζου να σε που ποίου είσαι”!!!

«Τα εις -έας και εις -άκης είναι φύσει Μανιατάκης,
τα εις -έας και εις -άκος είναι πάντα Μανιατάκος,
τα εις -όπουλος και –πούλος είναι μπάσταρδος και μούλος»
Είναι λαϊκή έκφραση στη Μάνη
Η μελέτη των επωνύμων είναι απαραίτητη για την κατανόηση της κοινωνικής οργανώσεως και του όλου πολιτισμού ενός λαού.
Πολύ περισσότερο, πιστεύουμε, αυτή είναι αναγκαία για την κατανόηση των θεσμών της Μάνης, γιατί εδώ τα επώνυμα παίζουν σπουδαιότατο ρόλο στη συνοχή τη συγκρότηση των διαφόρων συγγενικών ομάδων.
Ο πυρήνας του μανιάτικου επωνύμου προέρχεται, στο μεγαλύτερο ποσοστό, όπως και σε άλλες περιοχές της Ελλάδας, από πατρώνυμο, παρωνύμιο (παρατσούκλι), επαγγελματικό ή εθνικό όνομα (πατριδωνυμικό) με την προσθήκη, συνήθως, των παραγωγικών καταλήξεων -άκης, -έας, -άκος και σπανιότατα -άρος, -ούνης (ούνιας).
Άλλες καταλήξεις, γνωστές από ορισμένες περιοχές της Ελλάδας, όπως -ούδης, -ίδης, -πούλος, συναντώνται σε πολύ μικρό αριθμό στη Μάνη (Νικολούδης, Κουταλίδης από τη Μηλιά και τη Σελίνιτσα του τέως δήμου Λέκτρου, Στεφανόπουλος, η γνωστή οικογένεια από το Οίτυλο, Παπαδόπουλος από τη μεγάλη Καστάνια, Γεωργόπουλος από τους Πιόντες κ.ά.).
Πάντως, η γενικότερη αντίληψη είναι πως τα επώνυμα των τελευταίων τύπων δεν είναι γνήσια μανιάτικα.
Στην κατηγορία των τυπικών μανιάτικων επωνύμων πρέπει να προστεθούν επιπλέον όσα σχηματίζονται με το πατρώνυμο και το βαπτιστικό· π.χ. Γιαννακόδημος (δηλαδή ο Δήμος του Γιαννάκου), ή με το όνομα του παππού και το συνθετικό εγγόνας· π.χ. Γιαννόγγονας (Πετράγγονας). Τα τελευταία είναι συνηθισμένα στη Μέσα και Νότια Προσηλιακή Μάνη.
Εκτός από τα ανωτέρω τυπικά ονόματα με τις γνωστές καταλήξεις υπάρχουν, σε μεγάλη έκταση, και επώνυμα που προέρχονται, όπως σημείωσα, από παρωνύμια (παρατσούκλια), χωρίς αυτές τις καταλήξεις· π.χ. Κελεπούρης, Κουλουμπέρης κ.ά., καθώς και αυτά που σχηματίζονται με το παρωνύμιο και το βαπτιστικό Καλογερόγιαννης (Καλόγερο + Γιάννης), Βαβουλόγιαννης (Βαβουλάς + Γιάννης), Κουτσολιάς (Κουτσός + Ηλίας), Κουφογιάννης (Κουφός + Γιάννης) κ.ά.
  1. Από τη μελέτη των επωνύμων των γενεαλογιών που συγκέντρωσα, τα τυπικά σε -άκης, -έας και -άκος επώνυμα έχουν συχνότητα γύρω στα 60%, 
  2. ενώ τα άτυπα γύρω στα 40%, 
  3. επίσης, επώνυμα, που ήταν αρχικά παρωνύμια (παρατσούκλια) ή προέρχονται απ’ αυτά, φθάνουν γύρω στα 65%, 
  4. αυτά που προέρχονται από επαγγελματικά ονόματα σε 5% και 5) εκείνα που προέρχονται από πατρώνυμα γύρω στα 30%.
Από τα ποσοστά αυτά φαίνεται ότι τα παρωνύμια στη Μάνη, όπως και σε άλλες περιοχές της Ελλάδας, παίζουν σπουδαίο ρόλο για το σχηματισμό του επωνύμου.
Σε ορισμένα μάλιστα χωριά της Έξω Μάνης του τέως Δήμου Καρδαμύλης η απόδοση των παρωνυμιών χαρακτηρίζεται από ολόκληρη «τελετουργία».
Συγκεντρώνονται όλοι στο καφενείο, όπου καλούν και τον υποψήφιο, χωρίς να το γνωρίζει, για το χαρακτηρισμό.
Εκεί προσπαθούν να ξεχωρίσουν κάτι περίεργο από τη συμπεριφορά του και τη μορφή του.
Όποιος το εντοπίσει πρώτος, σηκώνει το ποτήρι και λέει:
«να μας ζήσεις τάδε (παρατσούκλι)», βλ. λεπτομέρειες: Σ.Λ. χφ 1647, σ. 181-185 (Γεωργ. Μπεσμπέα, Εξωχώρι Καλαμάτας 1972).
Πρέπει, εξάλλου, να αναφέρουμε πως ένας Μανιάτης μπορεί να έχει, εκτός από το επίσημο επώνυμο με το οποίο «γράφεται», περισσότερα ονόματα (παρεπώνυμα), που προέρχονται από την ονομασία των γενούν και των διάφορων κλάδων και υποκλάδων τους, η χρήση τους όμως είναι διαφορετική.
Τα εις -άκης είναι τα παλαιότερα.
Από τα επώνυμα με τις τυπικές μανιάτικες καταλήξεις αυτά που καταλήγουν σε -άκης είναι τα παλαιότερα.
Τα συναντάμε ήδη σε διάφορα έγγραφα που έχουν φτάσει ως εμάς και χρονολογούνται απ’ το 1600 και εξής.
Τα ανωτέρω επώνυμα είχαν αρχικώς υποκοριστική σημασία, που αργότερα εξελίχθηκε σε πατρωνυμική.
Ο σχηματισμός τους έπαψε, καθώς φαίνεται, οριστικά γύρω στα 1800, οπότε τα επώνυμα αυτά αντικαταστάθηκαν από εκείνα που έχουν καταλήξεις -έας και -άκος, τα γνωστά τυπικά μανιάτικα.
Τα επώνυμα με τις καταλήξεις σε -άκης διατηρούνται μέχρι τελευταία στη μανιάτικη αποικία της Κορσικής, γιατί η ιστορική μοίρα των Μανιατών αυτών υπήρξε διαφορετική.
Γνωρίζουμε βέβαια ότι τα επώνυμα σε -άκης επιχωριάζουν σήμερα κυρίως στην Κρήτη.
Αυτός είναι ένας λόγος, που μερικοί Μανιάτες, όχι λόγιοι ασφαλώς, πιστεύουν ότι όσοι έχουν τέτοια επώνυμα, κατάγονται από το ανωτέρω νησί.
Φαίνεται ότι πολλοί οδηγήθηκαν σ’ αυτή την εσφαλμένη αντίληψη, επειδή τα ονόματα αυτά έπαψαν να σχηματίζονται κατά τη νεώτερη περίοδο.
Άλλος λόγος που προκαλεί τη σύγχυση είναι ότι και οι Μανιάτες παλαιότερα φορούσαν βράκες. Οπωσδήποτε πρέπει να εγκαταστάθηκαν Κρητικοί στη Μάνη καθώς και Μανιάτες στην Κρήτη, αλλά υστερότερα, ιδιαίτερα στις κρίσιμες ιστορικές στιγμές, όπως τα 1669 (υποταγή της Κρήτης στους Τούρκους), καθώς και στα 1715 (ανακατάληψη της Πελοποννήσου από τους Τούρκους) και 1770 (μετά τα Ορλωφικά).
Συνεπούς, τα επώνυμα αυτά δεν έχουν καμιά σχέση με τα παλαιότερα μανιάτικα, που υπήρχαν, όπως είδαμε, πριν από το 1600.
Συνάγεται, εξάλλου, με βάση τη μελέτη των παλαιότερων κρητικών εγγράφων, ότι ονόματα σε -άκης ουσιαστικά δεν συναντώνται στην Κρήτη πριν από το 1700.
Απ’ αυτό πρέπει να δεχτούμε ότι είναι πιθανότερη η μανιάτικη επίδραση στο σχηματισμό των κρητικών επωνύμων.
Ο λόγος της υπάρξεως των ανωτέρω επωνύμων στη Μάνη οφείλεται στο γεγονός ότι προέρχονται από ένα παλαιό βυζαντινό πολιτιστικό στρώμα.
Τα παλαιότερα αυτά ονόματα είχαν αρχική κατάληξη σε -άκιος (πρβλ. Σταυράκιος, Ισαάκιος),
που μετέπεσε σε -άκης.
Αυτά διατηρήθηκαν στην Κρήτη, ενώ στη Μάνη μετά το 1800 αντικαταστάθηκαν από τα επώνυμα σε -έας και -άκος.
Όπως ήδη αναφέραμε, τα επώνυμα σε -άκης είναι τα παλαιότερα.
Γι’ αυτό είναι πιθανό, όταν συναντούνται, να αποδίδονται σε παλαιότερα γένη της Μάνης και μάλιστα σε ιδιαίτερους σχηματισμούς με περιεκτική σημασία, όπως Ροβυθιάνοι, Μπουτζουναριάνοι, Μιχαλακιάνοι (από το Ροβυθάκης, Μπουτζουναράκης, Μιχαλακάκης) κ.ά., δηλαδή αυτοί που ανήκουν σ’ αυτό το γένος.
Οι σχηματισμοί αναφέρονται σε μια κατηγορία, σε ένα σύνολο δηλαδή μελών γένους, και δεν γίνεται συνήθους χρήση τους ως επωνύμων.
Στις ηγετικές όμως οικογένειες το πρωταρχικό όνομα του γένους αρκετά συχνά διατηρείται και ως επώνυμο, γιατί για λόγους πολιτικούς και γοήτρου, οι οικογένειες αυτές έχουν μεγαλύτερη συνοχή· π.χ. Τρουπάκης, Τρουπιάνοι, αλλά και Τρουπάκηδες.
Στις άλλες περιπτώσεις λέγεται: αυτός είναι Ροβυθιάνος – και όχι αυτός λέγεται Ροβυθάκης ή Ροβυθιάνος.
Απ’ αυτόν πάλι τον περιεκτικό τύπο έχουμε το σχηματισμό αντίστοιχων επιθέτων με τις καταλήξεις -ιάνικος -η-ο-α. π.χ. «τα Ροβυθιάνικα», δηλαδή ο μαχαλάς των Ροβυθιάνων, τα «Ξανθιάνικα αλώνια», δηλαδή τα αλώνια που ανήκουν στους Ξανθιάκους. Τα επώνυμα σε -άκης δεν συναντώνται σε μιαν ορισμένη περιοχή της Μάνης, αλλά σε όλη την έκτασή της.
Τα εις -έας Τα επώνυμα που λήγουν σε -έας δεν έχουν τόσο παλαιά επίδοση, όσο τα πρώτα.
Σε έγγραφα, που χρονολογούνται από τα 1618 και ύστερα, τα ονόματα αυτά συναντώνται σπανιότατα, για να γίνουν συχνότερα μετά το 1730 και να γενικευθούν μετά το 1800.
Ο σχηματισμός τους συνεχίζεται μέχρι σήμερα.
Υπάρχει η λαϊκή αντίληψη ότι τα ανωτέρω ονόματα είναι πολύ αρχαία και σχηματίζονται κατά τον τύπο των, Αχιλλέας, Ατρέας, Τυδέας.
Τούτο, από επιστημονική άποψη, είναι ως ένα σημείο σωστό.
Ο Φαίδων Κουκουλές υποστηρίζει ότι τα μανιάτικα αυτά επώνυμα προέρχονται από παλαιά επαγγελματικά ονόματα και μεγεθυντικά επίθετα σε -έας, ενώ για τα άλλα που προέρχονται από πατρώνυμα πιστεύει ότι σχηματίζονται κατ’ αναλογία προς τα προηγούμενα απ’ τον πληθυντικό των γενών π.χ. Αντωναίοι – Αντωνέας.
Τα παράγωγα επίθετα από τα επώνυμα αυτού του είδους σχηματίζονται με τις καταλήξεις -έικος -η-ο-α, π.χ. τα Αντωνέικα (συνοικία χωριού), τα Χρηστέικα (οικισμός της Έξω Μάνης).
Τα επώνυμα σε -έας εξαπλώνονται από την περιοχή της Καλαμάτας και φτάνουν νότια ως το Οίτυλο και ανατολικά ως την Αράχοβα και τη μεγάλη Καστάνια.
Στα βόρεια, ίχνη επωνύμων με τέτοια κατάληξη συναντώνται ως την Αλαγονία.
Τα εις -ακος Η τρίτη κατηγορία των επωνύμων σε -άκος ακολουθεί την εξέλιξη των επωνύμων σε -άκης τα οποία αντικαθιστά.
Αρκετές φορές μάλιστα έχουμε και μετατροπές επωνύμων με καταλήξεις -άκης σε αντίστοιχα με -άκος (πρβ. Νηφάκης – Νηφάκος, Ροζάκης – Ροζάκος κ.ά.).
Και αυτά τα επώνυμα είναι υποκοριστικά, που μεταβάλλονται σε πατρωνυμικά.
Ετυμολογικά η κατάληξη -άκος βασίζεται στην παλαιότερη κατάληξη -άκιος με αποβολή του ιώτα. Ο σχηματισμός της όμως είναι μεταγενέστερος της καταλήξεως -άκης.
Τα αντίστοιχα περιεκτικά και αυτών των επωνύμων σχηματίζονται με την κατάληξη -ιάνοι, π.χ. Πουλικάκος – Πουλικιάνοι.
Τα επίθετα από τα επώνυμα αυτά σχηματίζονται, όπως και τα αντίστοιχα σε -άκης, με κατάληξη -ιάνικος, -η -ο -α, δηλαδή Πουλικιάνος, Πουλικιάνικα (συνοικία) κτλ.
Τα επώνυμα αυτής της κατηγορίας συναντώνται στην περιοχή της Μηλέας του τέως Δήμου Λεύκτρου και στο Οίτυλο, στη Μέσα και Προσηλιακή Μάνη και φτάνουν μέχρι τα Μπαρδουνοχώρια και την Επίδαυρο Λιμηρά, περιλαμβάνοντας ουσιαστικά όλη τη νότια Λακωνία.
Τα επώνυμα σε -έας και -άκος, ως μεταγενέστερα, από ομάδες ή υποδιαιρέσεις παλαιότερων γενών με επώνυμα συνήθως σε -άκης, ή σε γένη που έχουν δημιουργηθεί πρόσφατα με απόσχιση.
Ένας λόγος, που τα επώνυμα σε -έας και -άκος είναι τόσο διαδεδομένα, είναι ότι η ανάπτυξή τους συνέπεσε με τη δημιουργία των μητρώων των δήμων και των δημοτολογίων μετά το 1840, οπότε έπρεπε οι δημότες να δηλώσουν ποιο επώνυμο επιθυμούσαν να κρατήσουν και φυσικά αυτοί προτιμούσαν εκείνο, με το οποίο ήταν περισσότερο γνωστοί ή διακρίνονταν, δηλαδή της υποομάδας ή γενιάς του γένους.
Από άποψη εθνική, τα επώνυμα είναι, κατά το μεγαλύτερο ποσοστό, ελληνικής ετυμολογίας.
Πολλά μάλιστα έχουν βυζαντινή προέλευση.
Μερικά έχουν αρβανίτικη και αρβανιτοβλάχικη ετυμολογία ή προέλευση (όπως Σουλέας, Γκινάκης, Λεωτσάκος, Νταβάκης, Δριβάκος, Μερκούρης κ.ά.), καθώς και τουρκική (όπως Μπουγιουγκλάκης, Γιολντασέας, Γαρδάσης κ.ά.).
Συναντούνται επίσης, ελάχιστα με ιταλοβενετσιάνικη αφετηρία (όπως Βενετσανάκης, Πιερράκος, Λιμπεράκης, Καμπάνης) και πολύ λιγότερα με εβραϊκή (Αβραμάκης, Βρεόπουλος, Σολωμονάκης).
Μπορούμε, λοιπόν, να πούμε, ότι στα μανιάτικα επώνυμα είναι δυνατό να παρακολουθήσουμε την εξέλιξη της κοινωνικής συγκροτήσεως και του πολιτισμού της Μάνης, καθώς και τις ξένες επιδράσεις που η περιοχή δέχτηκε κατά καιρούς.

Τα ονόματα που σημαίνουν τον τόπο που κατάγεσαι:– ιανος, ανος
– κεχρι κεχριάνος, χωριό Κεχριάνικας.
– Μαλεύρι Μαλευριάνος, χωριό Μαλευριάνικα.
– γερακάρι Γερακαριάνος, χωριό Γερακαριάνικα όπως Νυκλιάνικα, Κριαλιάνικα, Καλαποθαριάνικα.


Αντρωνυμικά: Η γυναίκα παίρνει πάντα το όνομα του άντρα της και το βαφτιστικό και το οικογενειακό:
– ου, -αίνα όπως Βασιλού, Δημητρού, Γιαννού, Γιωργάκαινα, Νικολάκαινα.

Της νύφης με το βαφτιστικό όνομα του πεθερού Βασιλού Δημητρόνυφη, Πετρού Μεσισκλόνυφη, Τσατσουλόνυφη, Κυριαζόνυφη, από Δημητράκου – Μεσίσκλη.

Του Λευτέρη Αλεξάκη, Δ/ντή στο Κέντρο Ερεύνης
της Ελληνικής Λαογραφίας της Ακαδημίας Αθηνών


omorfimani.gr