Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Μυθολογία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Μυθολογία. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

23 Αυγούστου 2011

Οι Νηρηίδες Νύμφες της Ελληνικής Μυθολογίας


Οι Νηρηίδες, κατά την ελληνική μυθολογία, ήταν νύμφες, που προσωποποιούσαν τις καταστάσεις και τα χαρακτηριστικά της θάλασσας. Ήταν κόρες του Νηρέα και της Ωκεανίδας Δωρίδας και εξ αυτής εγγονές του Ωκεανού. Ήταν γύρω στις πενήντα, ενώ έφταναν και τις εκατό, κατά άλλη άποψη. Οι Νηρηίδες ζούσαν στο βυθό της θάλασσας, στο παλάτι του πατέρα τους και περνούσαν τη μέρα τους κολυμπώντας και παίζοντας με δελφίνια, ή καθισμένες σε χρυσούς θρόνους ή βράχους τραγουδώντας και υφαίνοντας ή στεγνώνοντας τα πλούσια και μακριά μαλλιά τους. Δεν επέτρεπαν σε καμία θνητή να παραβάλλεται με αυτές στην ομορφιά. Είχαν τη δύναμη να ταράζουν τη θάλασσα αλλά και να την ηρεμούν. Γενικά ήταν πάντοτε περιχαρείς για την αθανασία τους και συνόδευαν τά άρματα των ενάλιων θεών.
Οι πιο γνωστές από αυτές είναι η Αμφιτρίτη, η οποία ήταν γυναίκα του Ποσειδώνα και μητέρα του Τρίτωνα, ηΘέτις (η μελλοντική μητέρα του ήρωα Αχιλλέα), η Ψαμάθη (γυναίκα του Αιακού) και η Γαλάτεια (γυναίκα του κύκλωπα Πολύφημου).
Τα ονόματα των Νηρηίδων που συναντούται στη Θεογονία του Ησίοδου αναφέρονται στις διάφορες καταστάσεις και χάρες της θάλασσας. Υπενθυμίζουν τα ευεργετήματα της θάλασσας, τα πλούτη που δίνει στον άνθρωπο και την ευκολία που παρέχει στο εμπόριο. Τα ονόματα των 50 Νηρηίδων (κατά τον Ησίοδο) ήταν τα εξής: Αγαύη, Ακταία, Αλία, Αλιμήδη, Αμφιτρίτη, Αυτονόη, Γαλάτεια, Γαλήνη, Γλαύκη, Γλαυκονόμη, Δυναμήνη, Δωτώ, Ερατώ, Ευαγόρη, Ευάρνη, Ευδώρη, Ευκράτη, Ευλιμένη, Ευνίκη, Ευπόμπη, Ηιόνη, Θεμιστώ, Θέτις, Θόη, Ιπποθόη, Ιππονόη, Κλυμένη, Κυματολήγη, Κυμοδόκη, Κυμοθόη, Κυμώ, Λαομέδεια, Λειαγόρη, Λυσιάνασσα, Μελίτη, Μενίππη, Νημερτής, Νησαία, Νησώ, Πανόπη, Πασιθέα, Πολυνόη, Ποντοπόρεια, Προνόη, Πρωτομέδεια, Πρωτώ, Σαώ, Σπειώ, Φέρουσα, Ψαμάθη.
Οι Νηρηίδες στη τέχνη τόσο στα μελανόμορφα αγγεία όσο και στα ερυθρόμορφα αλλά και στη γλυπτική κατέχουν την πλέον αξιόλογη θέση σε εμπνεύσεις επικής δραματικής και λυρικής ποίησης απεικονιζόμενες με σεμνότητα μορφής και ενδυμάτων ενίοτε και γυμνές παίζοντας με τους Ερωτιδείς αλλά και σε παραστάσεις με υπαινιγμό σε μεταθάνατο ζωή στις νήσους των Μακάρων.
Για τις Ναϊάδες, ιδιαίτερα, υπάρχουν πολλοί μύθοι, που αφορούν τις ερωτικές τους περιπέτειες. Έλεγαν ότι κάποτε ο Ύλας, σύντροφος του Ηρακλή, πλησίασε σε μια πηγή, για να γεμίσει την υδρία του. Εκεί συνήθιζαν να μαζεύονται οι Νύμφες και να τραγουδούν ύμνους στην Άρτεμη ολονυχτίς. Ο Ύλας είχε φτάσει ακριβώς την ώρα που οι Νύμφες άρχισαν να συγκεντρώνονται και μια απ' αυτές, η Εφυδάτια, που κατοικούσε μέσα στην πηγή, σήκωσε το κεφάλι της και τον αντίκρισε. Θαμπώθηκε από τη θεϊκή του ομορφιά και τον ερωτεύτηκε. Εκείνος, σκυμμένος είχε βουτήξει την υδρία του μέσα στο νερό, χωρίς να υποπτεύεται πως κάποιος τον παρακολουθεί με προσοχή. Η Νύμφη θέλησε ν' αρπάξει την ευκαιρία και να τον φιλήσει· τον αγκάλιασε από το λαιμό και τον τράβηξε μαζί της στο βυθό. Οι σύντροφοί του έψαξαν να τον βρουν, μα δεν μπορούσαν με κανένα τρόπο να εξηγήσουν την εξαφάνισή του. Πολύ γνωστές επίσης ήταν οι ιστορίες των ερώτων των Νυμφών με βοσκούς, που συνήθως έβοσκαν τα πρόβατά τους στις όχθες των ποταμών. Έπειτα οι Νύμφες έφερναν στον κόσμο γιους θνητούς, αλλά σοφούς και γενναίους...
Οι Νηρηίδες παραμένουν μέχρι και σήμερα στις δοξασίες των Ελλήνων με μικρή παραφθορά του ονόματος ως νύμφες "Νεράιδες". Νηρηίδες ήταν ο πιο αρχαίος τύπος του ονόματος όπως τον μεταφέρει ο Όμηρος, ο Ησίοδοςκ.α. Οι δύο αυτές λέξεις, "νεράιδα" και "Νηρηίδα", ανάγονται στον όρο Nerti , που σημαίνει «βυθίζω». Η παρετυμολογία του ονόματος, σύμφωνα με την οποία το "νεράιδα" προέρχεται από τη λέξη "νερά", αποδίδει επίσης τη στενή τους σχέση με το νερό. Άλλωστε οι νεράιδες των παραμυθιών μοιάζουν εξ ορισμού υδάτινες. Όπως και οι νύμφες ζουν στα βουνά, στα δάση, στα ποτάμια, σε βρύσες, σε συντριβάνια, σε σπηλιές, σε όλη τη φύση, και αποκαλούνται με πολλά ονόματα : ανεράδες, ανεραγόδες, νεράισσες, ξεραμένες, αβραγίδες κτλ. Κινούνται σε χώρους κυκλικούς (αλώνι, συντριβάνι, λίμνη, στέρνα), όπως κυκλικές είναι οι κινήσεις τους στον χορό ή στο γνέσιμο. Ο χορός τους αφήνει κυκλικά χνάρια στο χορτάρι σύμφωνα με τις παραδόσεις πολλών λαών. Είναι όμορφες με μακριά ξανθά μαλλιά συνήθως πράσινα μάτια φορούν λευκά φουστάνια με λευκό μαντήλι και τις βλέπουν μόνο οι σαββατογεννημένοι και οι ελαφρό ίσκιοτοι .
Αρχηγός τους είναι η Κάλω και έχουν πολλά ονόματα όπως Αστέρω, Ουρανία, Λαμπετία, Κανέλα, Κάλω κ.α.. Τους αρέση ο χορός και συχνά αρπάζουν τους λυράδες για να τους παίξουν και να χορέψουν , και συνήθως βγαίνουν τα μεσάνυχτα μπαίνουν στα σπίτια και κλέβουν τα ρούχα των γυναικών. Σαν γυναίκες, προκαλούν του άνδρες, τους θέλγουν και ύστερα τους ξεφεύγουν, μέσα από μία διχασμένη έκφραση της σεξουαλικότητάς τους. Παρά την υπερφυσική τους προέλευση οι δραστηριότητές τους ταυτίζονται με τις παραδοσιακά γυναικείες: φροντίζουν για την καθαριότητα του σώματος και αγαπούν γενικά το νερό. Οι Νεράιδες παντρεύονται με Νεράιδους κάνουν παιδιά ενώ σε κάποιες παραδόσεις υφαίνουν. Η νεράιδα αναπαριστά την ιδανική και τρομακτική θηλυκότητα. Συγκεντρώνει πολυάριθμες γυναικείες ιδιότητες : οι αναπαραστάσεις της παραπέμπουν στη συμβολική του νερού, του γνεσίματος και του νοικοκυριού, στις αναπαραστάσεις της νύφης, στον πόθο και στον θάνατο.
Οι Νεράιδες στην Ομήρου Ιλιάδα
Είπε, κι εκείνον τον περίζωσε σα μαύρο γνέφι ο πόνος·
και διπλοπάλαμα αθαλόσκονη φουχτώνοντας τη ρίχνει
πα στο κεφάλι, και την όψη του μολεύει την πανώρια'
κι η στάχτη απά στο μοσκομύριστο του κάθουνταν χιτώνα'
κι αυτός μακρύς φαρδύς ξαπλώθηκε και κοίτουνταν στη σκόνη,
και με τα χέρια του ανασκάλευε μαδώντας τα μαλλιά του.
Κι οι σκλάβες, που ο Αχιλλέας κι ο Πάτροκλος είχαν κουρσέψει,
έσυραν τρανή φωνή, απ' τον πόνο που 'νιωσαν, και δράμαν απ' τις πόρτες
30 στον Αχιλλέα το γαύρο ολόγυρα, και χεροπάλαμα όλες
κρούγαν τα στήθη τους, και λύθηκαν της κάθε μιας τα γόνα.
θρηνούσε κι απ' την άλλη ο Αντίλοχος, πνιγμένος μες στο κλάμα,
τον Αχιλλέα στα χέρια πιάνοντας—κι αυτός βαριά εβογγούσε—
τι έτρεμε μπας και με το σίδερο θερίσει το λαιμό του.
Κι έσκουξεν άγρια" ευτύς τον άκουσεν η σεβαστή του η μάνα,
που πλάι στο γέρο κύρη εκάθουνταν, στα βάθη του πελάγου,
κι αρχίνησε το θρήνο' γύρα της μεμιάς εμαζωχτηκαν
όσες θεές νεράιδες έμεναν στου πελάγου τα βάθη·
η Κυμοθόη κι η Γλαύκη εκεί 'τανε, κι η Θάλεια κι η Νησαία
40 κι η βοϊδομάτα Αλία κι η Φέρουσα κι η Θόη κι η Κυμοδόκη·
ήταν ακόμα κι η Λιμνώρεια κι η Αμφιθόη κι η Ακταίη
με τη Μελίτη και την Ίαιρα, την Αγαυή, τη Μαίρα,
και την Πρωτώ καί την Ιάνασσα, τη Σπειώ και την Πανόπη
και τη Δωτώ και την Καλλιάνειρα, την ξακουστή Γαλάτεια,
τη Δυναμένη, την Καλλιάνασσα καί τη Δωρίδα' κι ήταν
κι η Νημερτή μαζί και η Ιάνειρα, μαζί τους κι η Αμφινόμη·
κι η Ωρείθεια κι η Κλυμένη κι η Άψευδη μες στη σπηλιά βρεθήκαν,
κι η Αμάθια ακόμα η καλοπλέξουδη κι η Δεξαμενή, κι άλλες,
όσες θεές νεράιδες έμεναν στου πελάγου τα βάθη.
50 Και γέμισε η σπηλιά η κρουστάλλινη, κι αυτές έδερναν όλες
τα στήθη τους· και πρώτη η Θέτιδα κινάει το μοιρολόγι:
« Νεράιδες αδερφές μου, ακούστε με, καλά να ξέρετε όλες
γρικώντας, πόσους κρύβω μέσα μου βαθιά καημούς και πόνους.
Αλί κι αλί σε με την άμοιρη πικρολεβεντομάνα!
Γέννησα γιο τρανό, αψεγάδιαστο, στους αντρειωμένους πρώτο,
κι ως τρυφερό κλωνάρι ανάδωσε' κι εγώ, που ανάστησα τον
σα ροδαμό που ξεπετάχτηκε στου χωραφιού τον όχτο,
πάνω στα πλοία τα δρεπανόγυρτα στην Τροία τον έχω στείλει,
τους Τρώες να πολεμήσει. Αλίμονο, δε θα τον δω να γέρνει
60 στο πατρικό ξοπίσω σπίτι του, να τον καλωσορίσω!
Μα κι όσο ακόμα ζει και χαίρεται το φως του γήλιου, πάντα
τραβάει καημούς, κι ουδέ πηγαίνοντας μπορώ να τον συντράμω.
Κι όμως θα πάω να ιδώ το τέκνο μου, ποια συφορά ν' ακούσω
το 'χει πλακώσει, από τον πόλεμο μακριά κι ας μένει τώρα.»
Είπε, και τη σπηλιά παράτησε, κι εκείνες δακρυσμένες
ομάδι της τραβούσαν κι άνοιγε της θάλασσας το κύμα
τρογύρα, ως πια στην Τροία που φτάσανε την παχιοχωματούσα'
κι αράδα στο γιαλό ξεπρόβαλαν, κει που ήταν τραβηγμένα
πυκνά των Μυρμιδόνων τ' άρμενα, στον Αχιλλέα τρογύρα'
70 κι ως εβογγούσε κείνος, σίμωσεν η σεβαστή του η μάνα'
σέρνει φωνή μεγάλη, εφούχτωσε την κεφαλή του γιου της,
και μες στα κλάματα ανεμάρπαστα του συντυχαίνει λόγια:
« Τι κλαις, παιδί μου; Ποιος σου ετάραξε καημός τα σπλάχνα τώρα;
Για μίλα μου ανοιχτά, μην κρύβεσαι· σου τα 'χει ο Δίας τελέψει
τα όσα πιο πριν τον παρακάλεσες με σηκωμένα χέρια,
να στριμωχτούν οι Αργίτες σύψυχοι μπροστά απ' των πλοίων τις πρύμνες
και στενεμένοι απ' την ανάγκη σου φριχτά κακά να πάθουν.»

20 Ιανουαρίου 2011

Οι Μυθολογικοί Βασιλείς της αρχαίας Σπάρτης και Λακωνίας

O νομός Λακωνίας είναι ο νοτιότερος νομός της Πελοποννήσου και της ηπειρωτικής Ελλάδας. Βρέχεται από το Αιγαίο Πέλαγος (Μυρτώο Πέλαγος), το Μεσσηνιακό κόλπο και το Λακωνικό κόλπο. Έχει δύο κύριες οροσειρές, του Ταϋγέτου που είναι και η υψηλότερη κορυφή της Πελοποννήσου (2.407 μέτρα) και του Πάρνωνα (1.961 μέτρα). Ανάμεσα τους βρίσκεται η κοιλάδα του ποταμού Ευρώτα, και η πρωτεύουσα του νομού, Σπάρτη. Συνορεύει στα βόρεια με το νομό Αρκαδίας, και στα δυτικά με το νομό Μεσσηνίας. Στον νομό Λακωνίας ανήκει και το μοναδικό κατοικημένο νησί της Πελοποννήσου, η Ελαφόνησος.
Όπως όλοι οι νομοί της Ελλάδος είναι ποτισμένοι με την πλούσια Ελληνική ιστορία και μυθολογία, έτσι και η Λακωνία δεν θα μπορούσε να αποτελεί εξαίρεση. Σας παρουσιάζουμε τους Βασιλείς της αρχαίας Σπάρτης και Λακωνίας, όπως και τις αναφορές τους μέσα στην Ελληνική μυθολογία:
Λέλεγας
Ο Λέλεγας ή Λέλεξ, σύμφωνα με τον Παυσανία, ήταν ο πρώτος βασιλιάς της Λακωνίας, που έδωσε το όνομά του στη χώρα, Λελεγία, και τους κατοίκους της, Λέλεγες. Θεωρείται επίσης γενάρχης των κατοίκων της Μεσσηνίας. Είχε τρία παιδιά από τη σύζυγό του Κλεοχάρεια, τον Μύλη ο ο οποίος επινόησε τον Μύλο, τον Πολυκάονα και τη Θεράπνη. Όταν πέθανε ο Μύλης την εξουσία την κληρονόμησε ο γιος του Ευρώτας. Ο Ευρώτας, είχε μια κόρη, την Σπάρτη, που παντρεύτηκε με τον Λακεδαίμονα, γιο του Δία και της Ταϋγέτης.
Αναφορές:
1. "ὡς δὲ αὐτοὶ Λακεδαιμόνιοι λέγουσι, Λέλεξ αὐτόχθων ὢν ἐβασίλευσε πρῶτος ἐν τῇ γῇ ταύτῃ καὶ ἀπὸ τούτου Λέλεγες ὧν ἦρχεν ὠνομάσθησαν" - (Παυσανίας, Λακωνικά, Ι, 1 -2)
2. "ἀποθανόντος Λέλεγος, ὃς ἐβασίλευεν ἐν τῇ νῦν Λακωνικῇ, τότε δὲ ἀπ' ἐκείνου Λελεγίᾳ καλουμένῃ" - Παυσανίας , Μεσσηνιακά
Μύλης
Ο Μύλης ήταν γιος του Λέλεγα και τον διαδέχτηκε στον θρόνο ως ήταν ο δεύτερος μυθικός βασιλιάς της Λακωνίας. Είχε έναν αδελφό, τον Πολυκάονα, που έγινε βασιλιάς στη Μεσσηνία, και γιός του ήταν ο Ευρώτας, ο οποίος και τον διαδέχτηκε. Σύμφωνα με τη μυθολογία ο Μύλης ανεκάλυψε τη μυλόπετρα, που χρησιμοποιείται για την άλεση σιτηρών, και ονομάσθηκε έτσι απο το όνομά του.
Αναφορές:
1. «Λέλεγος δὲ γίνεται Μύλης καὶ νεώτερος Πολυκάων. Πολυκάων μὲν δὴ ὅποι καὶ δι' ἥντινα αἰτίαν ἀπεχώρησεν, ἑτέρωθι δηλώσω: Μύλητος δὲ τελευτήσαντος παρέλαβεν ὁ παῖς Εὐρώτας τὴν ἀρχήν» - (Παυσανίας, Λακωνικά, Ι, 1 -2)
2. «ἀποθανόντος Λέλεγος, ὃς ἐβασίλευεν ἐν τῇ νῦν Λακωνικῇ, τότε δὲ ἀπ' ἐκείνου Λελεγίᾳ καλουμένῃ, Μύλης μὲν πρεσβύτερος ὢν τῶν παίδων ἔσχε τὴν ἀρχήν, Πολυκάων δὲ νεώτερός τε ἦν ἡλικίᾳ καὶ δι' αὐτὸ ἰδιώτης» - Παυσανίας, Μεσσηνιακά
Ευρώτας
Διαδέχτηκε τον πατέρα του Μύλη και ήταν ο τρίτος μυθικός βασιλιάς της Λακωνίας. Γυναίκα του ήταν η Ευρυδίκη και μαζί της έκανε μιά κόρη, την Σπάρτη, από την οποία πήρε το όνομα της η ομώνυμη πόλη, και η οποία παντρεύτηκε τον Λακεδαίμονα, ο οποίος και τον διαδέχτηκε. Ο Ευρώτας ένα από τα έργα που έκανε ήταν να ρυθμίσει την κοίτη του ποταμού που διέσχιζε την Λακωνία και αργότερα πήρε και το όνομα του. Σύμφωνα με τη μυθολογία, θέλησε να δώσει διέξοδο στα λιμνάζοντα νερά γύρω από τη Σπάρτη, γι'αυτό άνοιξε διώρυγα και διοχέτευσε τα νερά προς τη θάλασσα. Έτσι δημιουργήθηκε το ποτάμι, που πήρε το όνομα του, Ευρώτας. Άλλη παράδοση αναφέρει ότι ο Ευρώτας μετά από μια ατιμωτική ήττα από τους Αθηναίους, έπεσε στο ποτάμι και πνίγηκε και έτσι πήρε το όνομα του.
Αναφορές:
1. «Μύλητος δὲ τελευτήσαντος, παρέλαβεν ὁ παῖς Εὐρώτας τὴν ἀρχήν. Οὗτος τὸ ὕδωρ τὸ λιμνάζον ἐν τῷ πεδίῳ διώρυγι κατήγαγεν ἐπὶ θάλασσαν· ἀπορρυέντος δὲ (ἦν γὰν δὴ τὸ ὑπόλοιπον ποταμοῦ ῥεῦμα), ὠνόμασεν Εὐρώταν. Ἅτε δὲ οὐκ ὄντων αὐτῷ παίδων ἀρρένων, βασιλεύειν καταλείπει Λακεδαίμονα, μητρὸς μὲν Ταυγέτης ὄντα, ἀφ' ἧς καὶ τὸ ὄρος ὠνομάσθη, ἐς Δία δὲ πατέρα ἀνήκοντα κατὰ τὴν φήμην. Συνῴκει δὲ ὁ Λακεδαίμων Σπάρτῃ θυγατρὶ τοῦ Εὐρώτα.» - (Παυσανία, Λακωνικά, Ι, 1 -2)
2. «ἀποθανόντος Λέλεγος, ὃς ἐβασίλευεν ἐν τῇ νῦν Λακωνικῇ, τότε δὲ ἀπ' ἐκείνου Λελεγίᾳ καλουμένῃ, Μύλης μὲν πρεσβύτερος ὢν τῶν παίδων ἔσχε τὴν ἀρχήν, Πολυκάων δὲ νεώτερός τε ἦν ἡλικίᾳ καὶ δι' αὐτὸ ἰδιώτης, ἐς ὃ Μεσσήνην τὴν Τριόπα τοῦ Φόρβαντος ἔλαβε γυναῖκα ἐξ Ἄργους.» - (Παυσανία, Μεσσηνιακά, 1 -2)
Λακεδαίμονας
O Λακεδαίμονας ήταν ο τέταρτος μυθικός βασιλιάς της Λακωνίας. Ήταν γιος του Δία και της νύμφης Ταϋγέτης που για την τιμήσει έδωσε στο βουνό το όνομα της. Ήταν παντρεμένος με την Σπάρτη κόρη του Ευρώτα τον οποίο και διαδέχτηκε στον θρόνο . Από το όνομά του ονομάστηκε και η περιοχή σε Λακεδαιμονία και οι κάτοικοι της αρχαίας Σπάρτης Λακεδαίμονες και θεωρείται γενάρχης τους, από αυτόν ονομάστηκε η πόλη Σπάρτη για να τιμήσει την γυναίκα του.
Αναφορά:
1. "ἅτε δὲ οὐκ ὄντων: αὐτῷ παίδων ἀρρένων βασιλεύειν καταλείπει Λακεδαίμονα, μητρὸς μὲν Ταϋγέτης ὄντα, ἀφ' ἧς καὶ τὸ ὄρος ὠνομάσθη, ἐς Δία δὲ πατέρα ἀνήκοντα κατὰ τὴν φήμην: συνῴκει δὲ ὁ Λακεδαίμων Σπάρτῃ θυγατρὶ τοῦ Εὐρώτα. τότε δὲ ὡς ἔσχε τὴν ἀρχήν, πρῶτα μὲν τῇ χώρᾳ καὶ τοῖς ἀνθρώποις μετέθετο ἀφ' αὑτοῦ τὰ ὀνόματα, μετὰ δὲ τοῦτο ᾤκισέ τε καὶ ὠνόμασεν ἀπὸ τῆς γυναικὸς πόλιν, ἣ Σπάρτη καλεῖται καὶ ἐς ἡμᾶς." - (Παυσανία, Λακωνικά, Ι, 1 -2)
Αμύκλας
Ο Αμύκλας ήταν ο πέμπτος μυθικός βασιλιάς της Λακεδαίμονος ή Λακεδαίμονας.
Ήταν γιος του Λακεδαίμονα και το διαδέχτηκε όταν πέθανε, ήταν ο 5ος μυθικός βασιλιάς στην Λακωνία. Όταν έγινε βασιλιάς έχτισε τις Αμύκλες και την έκανε πρωτεύουσα του κράτους του. Παντρεύτηκε την Διομήδη και έκανε μαζί της τρία παιδιά τον Υάκινθο, τον Άργαλο και τον Κυνόρτα. Τον διαδέχτηκε ο Άργαλος και αυτόν ο Κυνόρτας.
Αναφορά:
1. "Ἀμύκλας δὲ ὁ Λακεδαίμονος, βουλόμενος ὑπολιπέσθαι τι καὶ αὐτὸς ἐς μνήμην, πόλισμα ἔκτισεν ἐν τῇ Λακωνικῇ. Γενομένων δέ οἱ παίδων, Ὑάκινθον μὲν νεώτατον ὄντα καὶ τὸ εἶδος κάλλιστον κατέλαβεν ἡ πεπρωμένη πρότερον τοῦ πατρός, Καὶ Ὑακίνθου μνῆμά ἐστιν ἐν Ἀμύκλαις ὑπὸ τὸ ἄγαλμα τοῦ Ἀπόλλωνος. Ἀποθανόντος δὲ Ἀμύκλα, ἐς Ἄργαλον τὸν πρεσβύτατον τῶν Ἀμύκλα παίδων, καὶ ὕστερον ἐς Κυνόρταν, Ἀργάλου τελευτήσαντος, ἀφίκετο ἡ ἀρχή." - Παυσανία, Λακωνικά, κεφάλαιο Α΄
Άργαλος
Ο Άργαλος ήταν ο έκτος στη σειρά μυθικός βασιλιάς της Λακεδαιμονίας. Ήταν ο μεγαλύτερος γιος του Αμύκλα , τον οποίο και διαδέχτηκε, και της Διομήδης. Είχε δύο αδελφούς, τον Υάκινθο και τον Κυνόρτα, ο οποίος ήταν και διάδοχος του.
Αναφορά:
1. "Ἀποθανόντος δὲ Ἀμύκλα, ἐς Ἄργαλον τὸν πρεσβύτατον τῶν Ἀμύκλα παίδων, καὶ ὕστερον ἐς Κυνόρταν, Ἀργάλου τελευτήσαντος, ἀφίκετο ἡ ἀρχή." - Παυσανία, Λακωνικά, κεφάλαιο Α΄
Κυνόρτας
Ο Κυνόρτας ήταν μυθικός ήρωας και ο έβδομος μυθικός βασιλιάς της Λακεδαιμονίας.
Ήταν γιος του Αμύκλα και της Διομήδης, αδελφός του Υάκινθου, ενώ ήταν πατέρας του Λακεδαίμονα. Κατά μια εκδοχή είχε γιο και τον Οίβαλο.
Αναφορά:
1. «Ἀποθανόντος δὲ Ἀμύκλα, ἐς Ἄργαλον τὸν πρεσβύτατον τῶν Ἀμύκλα παίδων, καὶ ὕστερον ἐς Κυνόρταν, Ἀργάλου τελευτήσαντος, ἀφίκετο ἡ ἀρχή. Κυνόρτα δὲ ἐγένετο Οἴβαλος». - Παυσανία, Λακωνικά κεφάλαιο Α΄
Οίβαλος
Ο Οίβαλος στην ελληνική μυθολογία ήταν ο όγδοος μυθικός βασιλιάς της Σπάρτης, απόγονος του Λέλεγα και του Λακεδαίμονα. Σύμφωνα με τις λακωνικές παραδόσεις, ο Οίβαλος ήταν γιος του Κυνόρτα και πατέρας της Αρήνης, συζύγου του Αφαρέως. Σύμφωνα με άλλες αναφορές, ο Οίβαλος ήταν γιος του Περιήρους και πατέρας απο την Γοργοφόνη, του Ικαρίου, της Άρνης και του Τυνδάρεω. Ακόμα, ο Ιπποκόων λέγεται ότι ήταν νόθος γιος του απο μια ερωμένη του.
Αναφορά:
1. "...Κυνόρτα δὲ ἐγένετο Οἴβαλος..." - Παυσανία, Λακωνικά , κεφάλαιο Β΄
Ιπποκόων
Ο Ιπποκόων ήταν πρόσωπο της αρχαίας ελληνικής μυθολογίας, νόθος γιος του Οιβάλου, βασιλιά της Σπάρτης, και της νύμφης Βατείας (ή της βασίλισσας Γοργοφόνης, και άρα νόμιμος, κατ' άλλη εκδοχή). Επομένως ο Ιπποκόων ήταν ετεροθαλής αδελφός του Ικαρίου και του Τυνδάρεω. Το όνομα «Ιπποκόων» σημαίνει «αυτός που καταλαβαίνει τους ίππους». Μεγαλύτερος στην ηλικία από τα αδέλφια του, ο Ιπποκόων, μόλις απεβίωσε ο πατέρας τους, τα έδιωξε από τη Σπάρτη και σφετερίσθηκε έτσι την εξουσία. Είχε ήδη τότε 12 γιούς, τους Ιπποκοωντίδες, που τον βοήθησαν στο άνομο αυτό έργο του. Στην Αινειάδα, αναφέρεται ότι συμμετέσχε στον διαγωνισμό τοξοβολίας στη μνήμη του Αγχίση.
Γενικά, ο Ιπποκόωντας και οι γιοί του ήταν άνθρωποι βίαιοι και αδίστακτοι. Μετά από χρόνια, κίνησαν την οργή του Ηρακλή. Τότε ο Ηρακλής εισέβαλε στη Λακεδαίμονα, αλλά τραυματίσθηκε και υποχρεώθηκε να επιστρέψει στη βάση του. Αφού πέρασε λίγος καιρός, ο Ηρακλής συμμάχησε με τον Κηφέα και τους γιούς του, και επέστρεψε στη Λακωνία. Σε μάχη που επακολούθησε, ο Ιπποκόων και τα παιδιά του σκοτώθηκαν. Αμέσως μετά ο Ηρακλής αποκατέστησε τον Τυνδάρεω στον θρόνο του.
Αναφέρεται από τον Παυσανία (Γ΄ 15, 3) ότι στη Σπάρτη υπήρχε ιερό του Ηρακλέους με άγαλμα που παρίστανε τον ήρωα να κρατά όπλα, πράγμα που συμβόλιζε τον αγώνα του εναντίον του Ιπποκόωντα και υπέρ του Τυνδάρεω.
Αναφορά:
1. " ᾧ περὶ τῆς βασιλείας Ἱπποκόων ἠμφισβήτει, καὶ κατὰ πρεσβείαν ἔχειν ἠξίου τὴν ἀρχήν. Προσλαβὼν δὲ Ἰκάριον καὶ τοὺς στασιώτας παρὰ πολύ τε ὑπερεβάλετο δυνάμει Τυνδάρεων, καὶ ἠνάγκασεν ἀποχωρῆσαι δείσαντα, ὡς μὲν Λακεδαιμόνιοί φασιν, ἐς Πελλάναν· Μεσσηνίων δέ ἐστιν ἐς αὐτὸν λόγος, Τυνδάρεων φεύγοντα ἐλθεῖν ὡς Ἀφαρέα ἐς τὴν Μεσσηνίαν, εἶναί τε Ἀφαρέα τὸν Περιήρους, ἀδελφὸν Τυνδάρεω πρὸς μητρός· καὶ οἰκῆσαί τε αὐτὸν τῆς Μεσσηνίας φασὶν ἐν Θαλάμαις, καὶ τοὺς παῖδας ἐνταῦθα οἰκοῦντι αὐτῷ γενέσθαι. (5) Χρόνῳ δὲ ὕστερον κατῆλθέ τε ὑπὸ Ἡρακλέους Τυνδάρεως, καὶ ἀνενεώσατο τὴν ἀρχὴν·" - Παυσανία, Λακωνικά, κεφάλαιο Α΄
Τυνδάρεως
Στην ελληνική μυθολογία ο Τυνδάρεως ήταν γιος του Περιήρους (ή του Οιβάλου) και της Γοργοφόνης, κόρης του Περσέα. Ο Τυνδάρεως ήταν σύζυγος της Λήδας και ο πατέρας της Ελένης και της Κλυταιμνήστρας (η Λήδα γέννησε επίσης με τον Δία τους Διόσκουρους). Ο Τυνδάρεως ήταν βασιλιάς της Λακεδαίμονος και αδελφός του Λευκίππου, του Αφαρέως και του Ικαρίου.
Σύμφωνα με τον Ησίοδο, όταν κάποτε ο Τυνδάρεως θυσίασε στους θεούς παρέλειψε την Αφροδίτη, γι' αυτό και εκείνη έκανε τις θυγατέρες του άπιστες και επιπόλαιες γυναίκες. Εξάλλου, ο Τυνδάρεως συνδέεται και με τον κύκλο του Ηρακλή: Ο Ικάριος και ο Τυνδάρεως εκδιώχθηκαν από τον ετεροθαλή αδελφό τους Ιπποκόωντα, οπότε κατέφυγαν στην Πλευρώνα, στο ανάκτορο του Θεστίου, όπου παρέμειναν και τον βοήθησαν να αντιμετωπίσει τους γείτονες εχθρούς του. Αργότερα, ο Ηρακλής σκότωσε τον Ιπποκόωντα και τους γιούς του, και επανέφερε τον Τυνδάρεω στον θρόνο της Σπάρτης. Σε αυτή τη μάχη ο Ηρακλής έχασε τον αδελφό του, τον Ιφικλή.
Μενέλαος
Στην ελληνική μυθολογία, ο Μενέλαος ήταν αδελφός του Αγαμέμνονα και σύζυγος της Ωραίας Ελένης. Κατά την κυρίαρχη εκδοχή (Ιλιάδα) ήταν γιος του Ατρέως και της Αερόπης, εγγονός του Πέλοπα και της Ιπποδάμειας.
Σύμφωνα με άλλη, μεταγενέστερη, εκδοχή, ο Μενέλαος και ο Αγαμέμνονας ήταν γιοί του Πλεισθένους και εγγονοί του Ατρέα, τους ανάθρεψε όμως ο παππούς τους. Σε κάποια περίσταση διώχθηκαν από τις Μυκήνες και κατέφυγαν στη Σπάρτη, όπου βασιλιάς ήταν ο Τυνδάρεως. Διαγωνιζόμενος εκεί με άλλους μνηστήρες, ο Μενέλαος πήρε ως σύζυγο την Ωραία Ελένη, κόρη του Τυνδάρεω. Μετά λοιπόν και τον θάνατο των Διοσκούρων, ο Τυνδάρεως έδωσε το βασίλειό του στον Μενέλαο και την Ελένη.
Από τον γάμο του Μενελάου και της Ελένης γεννήθηκαν η Ερμιόνη και ο Νικόστρατος. Μεταγενέστεροι συγγραφείς αναφέρουν ότι παιδιά τους ήταν και οι: Αιθιόλας, Θρόνιος, Μορράφιος, Πλεισθένης ο Νεότερος και Μελίτη.
Ακολούθησε η εκστρατεία των Ελλήνων στην Τροία για την Ωραία Ελένη, που οδήγησε στον Τρωικό Πόλεμο.Ο ίδιος ο Μενέλαος πήρε μέρος στην εκστρατεία με εξήντα πλοία, αλλά δεν έγινε ο γενικός αρχηγός της εξαιτίας του ήπιου χαρακτήρα του, οπότε η αρχηγία πέρασε στον βίαιο αδελφό του, τον Αγαμέμνονα. Ο Μενέλαος ήταν ένας από εκείνους που κρύφθηκαν μέσα στον Δούρειο Ίππο.
Ορέστης
Στην ελληνική μυθολογία, ο Ορέστης ήταν γιος του Αγαμέμνονα και της Κλυταιμνήστρας, αδερφός της Ηλέκτρας και της Ιφιγένειας. Μετά τη δολοφονία του Αγαμέμνονα από την Κλυταιμνήστρα και τον Αίγισθο, η Ηλέκτρα τον φυγάδευσε στη Φωκίδα, στο βασιλιά Στρόφιο, που ήταν θείος του. Ύστερα από χρόνια, ο Ορέστης επέστρεψε στις Μυκήνες με το φίλο και ξάδελφό του Πυλάδη, και εκδικήθηκε το θάνατο του πατέρα του σκοτώνοντας την Κλυταιμνήστρα και τον εραστή της.
Οι Ερινύες, όμως, οι θέες της εκδίκησης, άρχισαν να τον καταδιώκουν, μέχρι που έφτασε στην Αθήνα και δικάστηκε στον Άρειο Πάγο, όπου με την ψήφο της θεάς Αθηνάς αθωώθηκε. Για να εξιλεωθεί, ωστόσο, ο Ορέστης θα έπρεπε να φέρει στην Αθήνα το άγαλμα της θεάς Άρτεμης από την Ταυρίδα. Στη χώρα των Ταύρων, ο Ορέστης και ο Πυλάδης παραλίγο να θυσιαστούν στο βωμό της θεάς από την ίδια την Ιφιγένεια. Αφού τα δυο αδέρφια αναγνωρίστηκαν, με ένα τέχνασμα που σκαρφίτηκε η Ιφιγένεια κατάφεραν να ξεφύγουν από το βασιλιά της χώρας, Θόα, και να γυρίσουν πίσω σώοι στην Αθήνα.
Σύμφωνα με το μύθο, ο Ορέστης παντρεύτηκε την Ερμιόνη, κόρη του Μενέλαου και της Ωραίας Ελένης. Ήταν βασιλιάς του Άργους, των Μυκηνών και της Λακεδαίμονας. Σκοτώθηκε κατά την κάθοδο των Δωριέων, στην τελική μάχη που έγινε. Γιος του ήταν ο Τισαμενός.
Τισαμενός
O Τισαμενός ήταν ο τελευταίος μυθικός βασιλιάς της Λακεδαιμονίας και του Άργους.
Ήταν γιος του Ορέστη και της Ερμιόνης. Ο πατέρας ήταν βασιλιάς του Άργους των Μυκηνών και της Σπάρτης αλλά σκοτώθηκε στην τελική μάχη με τους ηρακλείδες . Ο Τισαμενός έχασε το βασίλειο της Σπάρτης απο τον Αριστόδημο με δόλο και αμαχητί αφού από προδοσία αποσύρθηκε αρχικά στις Αμύκλες και μετά εκδιώχτηκε εντελώς από το βασίλειο του. Ο Τισαμενός κινήθηκε μαζί με τον λαό του στην Αχαία που ζούσαν Ίωνες και είχαν κοινή καταγωγή, εκεί έγινε δεκτός από τους κατοίκους και επιτράπηκε η κατοίκηση τους στις Ιωνικές πόλεις της Αχαΐας. Η συγκατοίκηση αυτή δεν κράτησε πολύ, οι Αχαιοί φοβούμενοι τον Τισαμενό μην καταλάβει τον θρόνο αποφάσισαν να τον διώξουν μαζί με τον λαό του , η διαμάχη αυτή οδήγησε σε πόλεμο τον οποίο νίκησαν οι Αχαιοί και Τισαμενός έχασε την ζωή του και τάφηκε στην Ελίκη. Αργότερα τα οστά του μεταφέρθηκαν και τάφηκαν στην Σπάρτη.
Αναφορές:
1. "...Κατελθόντων δὲ Ἡρακλειδῶν ἐπὶ Τισαμενοῦ τοῦ Ὀρέστου βασιλεύοντος, Μεσσήνη μὲν καὶ Ἄργος..." - Παυσανία, Λακωνικά
2. "τότε δὲ ὑπὸ Δωριέων ἐκπεπτωκότες ἔκ τε Ἄργους καὶ ἐκ Λακεδαίμονος ἐπεκηρυκεύοντο Ἴωσιν αὐτοί τε καὶ ὁ βασιλεὺς Τισαμενὸς ὁ Ὀρέστου γενέσθαι σύνοικοί σφισιν ἄνευ πολέμου: τῶν δὲ Ἰώνων τοὺς βασιλέας ὑπῄει δέος, μὴ Ἀχαιῶν ἀναμιχθέντων αὐτοῖς Τισαμενὸν ἐν κοινῷ βασιλέα ἕλωνται κατά τε ἀνδραγαθίαν καὶ γένους δόξαν. Ἰώνων δὲ οὐ προσεμένων τοὺς Ἀχαιῶν λόγους ἀλλὰ ἐπεξελθόντων σὺν ὅπλοις, Τισαμενὸς μὲν ἔπεσεν ἐν τῇ μάχῃ, Ἴωνας δὲ Ἀχαιοὶ κρατήσαντες ἐπολιόρκουν καταπεφευγότας ἐς Ἑλίκην καὶ ὕστερον ἀφιᾶσιν ἀπελθεῖν ὑποσπόνδους. Τισαμενοῦ δὲ τὸν νεκρὸν Ἀχαιῶν ἐν Ἑλίκῃ θαψάντων, ὕστερον χρόνῳ Λακεδαιμόνιοι τοῦ ἐν Δελφοῖς σφισιν ἀνειπόντος χρηστηρίου κομίζουσι τὰ ὀστᾶ ἐς Σπάρτην, καὶ ἦν καὶ ἐς ἐμὲ ἔτι αὐτῷ τάφος, ἔνθα τὰ δεῖπνα Λακεδαιμονίοις ἐστὶ τὰ Φειδίτια καλούμενα" - Παυσανία Αχαϊκά
Αριστόδημος ο Ηρακλείδης
Ο Αριστόδημος ήταν απόγονος του Ηρακλή και εγγονός του Ύλλου. Χρονικά κατατάσσεται στον 12ο αι. π.Χ., ενώ ο θάνατός του χρονολογείται το 1104 π.Χ.
Ο Αριστόδημος συμμετείχε στην κάθοδο των Δωριέων μαζί με τους αδελφούς του Τήμενο, Κρεσφόντη και τον Ιππότη ο οποίος στην πορεία εκδιώχθηκε μετά απο χρησμό της Πυθίας, εκστράτευσαν απο την Δωρίδα κατά των Αχαιών, ο Τήμενος κατέλαβε την Αργολίδα, ο Κρεσεφόντης την Μεσσηνία και ο Αριστόδημος την Λακωνία, αμαχητί αφού περιόρισε τον Βασιλιά της Λακωνίας Τισαμενό στις Αμύκλες και αργότερα με την βοήθεια προδότη τον έδιωξε και τις κατέλαβε. Αργότερα μοίρασε την Λακωνία στους δυο δίδυμους γιους του καθιερώνοντας και την συμβασιλεία. Στον Ευρυσθένη έδωσε την περιοχή των Λιμνών και στον Προκλή την Πιτάνη, οι περιοχές αυτές αργότερα ήταν δύο από τις πέντε κόμες που αποτελούσαν το Σπαρτιάτικο βασίλειο.
Αναφορά:
1. «Ἐν Λακεδαίμονι δὲ ὄντων διδύμων τῶν Ἀριστοδήμου παίδων, οἰκίαι δύο βασίλειαι γίνονται· συναρέσαι γὰρ τῇ Πυθίᾳ φασίν. Ἀριστοδήμῳ δὲ αὐτῷ πρότερον τὴν τελευτὴν συμβῆναι λέγουσιν ἐν Δελφοῖς, πρὶν ἢ Δωριέας κατελθεῖν ἐς Πελοπόννησον. οἱ μὲν δὴ ἀποσεμνύνοντες τὰ ἐς αὐτὸν τοξευθῆναι λέγουσιν Ἀριστόδημον ὑπὸ Ἀπόλλωνος, ὅτι οὐκ ἀφίκοιτο ἐπὶ τὸ μαντεῖον, παρὰ δὲ Ἡρακλέους ἐντυχόντος οἱ πρότερον πύθοιτο, ὡς ἐς Πελοπόννησον Δωριεῦσι γενήσεται ἥδε ἡ κάθοδος. Ὁ δὲ ἀληθέστερος ἔχει λόγος, Πυλάδου τοὺς παῖδας καὶ Ἠλέκτρας, ἀνεψιοὺς ὄντας Τισαμενῷ τῷ Ὀρέστου, φονεῦσαι τὸν Ἀριστόδημον. Ὀνόματα μὲν δὴ τοῖς παισὶν αὐτοῦ Προκλῆς καὶ Εὐρυσθένης ἐτέθη· δίδυμοι δὲ ὄντες διάφοροι τὰ μάλιστα ἦσαν» - Παυσανίας, Λακωνικά, Κεφάλαιο Β΄

Πηγή