10 Οκτωβρίου 2015

Οι γυμνές γυναίκες της Σπάρτης...

...που πάλευαν, έτρεχαν και πέταγαν ακόντιο μπροστά στους άνδρες.
Το τέχνασμα των Σπαρτιατών για να είναι οι νέοι πάντα «πρόθυμοι ερωτικά» και να τεκνοποιούν

Οι Σπαρτιάτισσες είναι οι γυναίκες που έχουν υμνηθεί, αλλά και συκοφαντηθεί περισσότερο απ΄ όλες τις Ελληνίδες, από την αρχαιότητα έως σήμερα.
Ήταν οι μόνες Ελληνίδες για τις οποίες η πολιτεία είχε φροντίσει τη δημόσια εκπαίδευσή τους, η οποία έδινε κυρίαρχη θέση στη σωματική άσκηση.
Όλοι οι άντρες της Σπάρτης εκπαιδεύονταν για να γίνουν πολεμιστές και το κύριο καθήκον των γυναικών ήταν να γεννήσουν πολεμιστές.
Απαγορευόταν όμως να επιδίδονται σε βάναυσες χειρωνακτικές εργασίες ή εργασίες με σκοπό το κέρδος.
Οι Σπαρτιάτισσες ήταν οι μόνες γυναίκες που αθλούνταν γυμνές, όπως οι άντρες που εξασκούνταν και έκαναν άθλητισμό σε μόνιμη βάση.
Σύμφωνα με τον Πλούταρχο και τον Ξενοφώντα και τα κορίτσια στη Σπάρτη λάμβαναν αθλητική εκπαίδευση.
Τα νιόπαντρα ζευγάρια συχνά δεν κοιμόντουσαν μαζί, ενώ υπήρχε η συνήθεια να ντύνεται η νύφη με αντρικά ρούχα.
Γυναίκα Σπαρτιάτισσα...
Περιγράφει ο Πλούταρχος: «Ο Λυκούργος (νομοθέτης και βασιλιάς της Σπάρτης) πρώτα σκληραγώγησε σωματικά τα κορίτσια βάζοντάς τα να τρέχουν, να παλεύουν, να πετάνε δίσκο και ακόντιο.
Με αυτόν τον τρόπο τα έμβρυα που θα γεννιούνταν έκαναν μια δυνατή αρχή σε σφριγηλά σώματα και έτσι θα αναπτύσσονταν καλύτερα, ενώ οι ίδιες οι γυναίκες θα έφερναν σε πέρας την εγκυμοσύνη τους με σθένος.
Απέρριψε κάθε σεμνοτυφία, την υπερπροστασία των παιδιών από τους γονείς και τη μαλθακότητα κάθε είδους.
Ανάγκασε τα νέα κορίτσια το ίδιο όπως και τα αγόρια, να μεγαλώνουν συνηθίζοντας να κάνουν πορεία γυμνά, καθώς επίσης να χορεύουν και να τραγουδούν σε ορισμένες γιορτές μπροστά στους νέους άντρες και κάτω από τα βλέμματά τους.
Σε ορισμένες περιπτώσεις τα κορίτσια μπορούσαν να κάνουν πειράγματα στα αγόρια κριτικάροντάς εποικοδομητικά τα λάθη τους.
Δεν υπήρχε τίποτα αισχρό και ατιμωτικό στη γύμνια των κοριτσιών.
Ήταν τελείως αθώα και δεν υπήρχε ίχνος ανηθικότητας.
Αντιθέτως ενθάρρυνε την απλότητα, τον λιτό τρόπο ζωής και την άθληση δίνοντας στο γυναικείο φύλο μια γεύση ανδρικής γενναιότητας.
Αποτέλεσμα αυτού ήταν οι γυναίκες να μιλούν και να σκέφτονται με τον τρόπο που λέγεται ότι μίλησε η γυναίκα του Λεωνίδα, η Γοργώ.
Όταν κάποια γυναίκα ξένη της είπε, «εσείς οι Σπαρτιάτισσες είστε οι μόνες που μπορείτε να εξουσιάζετε τους άντρες» εκείνη της απάντησε «γιατί είμαστε οι μόνες που γεννάμε άντρες».
Το έθιμο της απαγωγής της νύφης 
Υπήρχε επίσης δέλεαρ για τους άντρες να παντρευτούν.
Οι παρελάσεις των κοριτσιών και η γύμνια στους αγώνες, που παρακολουθούσαν οι νέοι άντρες, παρακινούμενοι από μια ώθηση όχι πνευματικού τύπου, αλλά από μια ερωτική έλξη.
Ο Λυκούργος στέρησε ορισμένα πολιτικά δικαιώματα σε εκείνους που έμεναν ανύπαντροι, αφού τους απέκλεισε από το θέαμα των γυμνοπαιδιών.
Το έθιμο ήταν να απαγάγουν τις γυναίκες για να τις νυμφευθούν, όταν ήταν στην ακμή της νιότης τους και έτοιμες για γάμο.
Η αποκαλούμενη «νυμφεύτρια» αναλάμβανε το αιχμάλωτο κορίτσι.
Πρώτα ξύριζε τελείως το κεφάλι της μετά την έντυνε με αντρικά ρούχα και σανδάλια και την ξάπλωνε μόνη της σε ένα στρώμα, στα σκοτεινά.
Ο γαμπρός που δεν ήταν μεθυσμένος, αλλά νηφάλιος, έπρεπε πρώτα να δειπνήσει στο συσσίτιο και μετά μπορούσε να γλιστρήσει στο δωμάτιο, να λύσει τη ζώνη της και να τη μεταφέρει στο κρεβάτι.
Οι Σπαρτιάτες έβλεπαν τις γυναίκες στο φως της ημέρας όταν έκαναν παιδιά
Αφού περνούσε λίγη ώρα μόνο μαζί της, έπρεπε να αναχωρήσει διακριτικά για να κοιμηθεί εκεί όπου κοιμόταν συνήθως, δηλαδή μαζί με άλλους άντρες.
Και αυτή ήταν η πρακτική που θα ακολουθούσε από τούδε και στο εξής.
Μπορούσε να επισκέπτεται κρυφά τη νεόνυμφη, φοβισμένος και παίρνοντας όλες τις προφυλάξεις, γιατί ήταν ντροπή να τον αντιληφθεί κάποιος στο σπίτι.
Η νύφη ταυτοχρόνως μηχανεύονταν τεχνάσματα και τον βοηθούσε να καταστρώσει σχέδια, ώστε να μπορούν να συναντιούνται απαρατήρητοι τις κατάλληλες στιγμές.
Κι αυτό δε γινόταν για ένα μικρό διάστημα, αλλά όσο ήταν απαραίτητο μέχρι να αποκτήσουν παιδιά. Νωρίτερα δεν μπορούσαν να δουν τις γυναίκες τους στο φως της ημέρας.
Τέτοιες συναντήσεις δεν ήταν μόνο μια άσκηση αυτοελέγχου και αυτοσυγκράτησης, αλλά σκοπό είχαν να είναι οι σύντροφοι γόνιμοι, πρόθυμοι για έρωτα και έτοιμοι για συνουσία, αντί να είναι κορεσμένοι και χλωμοί από την απεριόριστη ερωτική δραστηριότητα.
Επιπλέον, κάποια άσβεστη φλόγα πόθου και αγάπης έμενε πάντα και στους δύο»
Πλούταρχος, Βίος Λυκούργου
ΠΗΓΗ: Οι γυναίκες στον αρχαίο κόσμο, Elaine Fantham, Helene Peet Foley, Natalie Boumel, εκδόσεις ΠΑΤΑΚΗ...
mixanitouxronou.gr

9 Οκτωβρίου 2015

"Τα γράμματα Ύψιλον και Έψιλον, και η σχέση τους με τα Ελευσίνια μυστήρια"


Σύμφωνα με τον Πλάτωνα και Αριστοτέλη τα γράμματα χωρίζονται σε τρείς κατηγορίες:

Α) Ήχοι και εικόνες που οφείλονται στο φυσικό ανθρώπινο περιβάλλον, γεωγραφικός και φυσικός χώρος ( κλίμα – χλωρίδα – πανίδα).
Β) Ήχοι και εικόνες που προεκλήθησαν από τις δραστηριότητες (έργα) του ανθρώπου (εργαλεία-όπλα- εκμετάλλευση φυσικών πηγών κ.α.).
Γ) Ήχοι και εικόνες που οφείλονται στις υποστάσεις τους.

Με την ευκαιρία της προ ημερών Φθινοπωρινής Ισημερίας η οποία συνέπιπτε στην αρχαιότητα με τις σεπτές και άρρητες τελετουργίες ων Ελευσινίων μυστηρίων, όπως επίσης και των πρόσφατων πρώτων βροχών, στο παρόν άρθρο θα κάνω (όπως υποσχέθηκα), μία απόπειρα ερμηνείας των γραμμάτων Ύψιλον και Έψιλον.
Το γράμμα Ύψιλον συνδέεται τόσο με τα Υγρά και την βροχή, όσο και με την λέξη που αναφωνούσαν οι μύστες στα Ελευσίνια : “ΥΕ – ΚΥΕ”. Το ΥΕ (βρέξε) απευθυνόταν στο Δία, ενώ το ΚΥΕ (κυοφόρησε) στη Δήμητρα…

Το γράμμα Ύψιλον είναι το 20ο γράμμα του Ελληνικού αλφαβήτου και το 22ο του αρχαίου Ελληνικού (το οποίο είχε 28 γράμματα ένα για κάθε σεληνιακό μήνα).
Τα τέσσερα γράμματα τα οποία δεν έχουν συμπεριληφθεί στο νέο αλφάβητο των 24 γραμμάτων είναι, το Στίγμα (ς) το Δίγαμμα (F) – και τα δύο – στην 6 (στ) θέση, το Kόππα (Q) στην 18η, και το Σανπί στην 27η.
Το γράμμα Ύψιλον ως σχήμα υποδυκνύει την κοιλότητα, όπου συγκρατούνται τα υγρά. Κατ’ αυτόν τον τρόπο λέξεις που περιέχουν το γράμμα αυτό, σχετίζονται με το κοίλο ή το κυρτό σχήμα είτε με τα υγρά, όπως λ.χ Υγρό, Ύδωρ, Υάδες (βροχή), Υδρία, Υδρα Ύδρευσις, Ρύσις, Ρυνική κοιλότητης, Κύπελλο, Χύτρα, Υδρώτας, ψύχος, ψυχή, κύπελλο κ.λ.π . Φυσικά δεν είναι τυχαίο πως το γράμμα Ύψιλον το συναντάμε και ως Μινωικό ιδεόγραμμα όπου επίσης σήμαινε Υγρό.

Ας δούμε τώρα τι μας αποκαλύπτει η αρχαία Ελληνική Φιλοσοφία και μυσταγωγία σχετικά με το Ύψιλον. Σύμφωνα με την ‘μυστική’ διδακαλία του Πυθαγόρα, οι δύο κεραίες του γράμματος ( Υ ) συμβολίζουν τις δύο διαφορετικές οδούς της αρετής και την κακίας.
Η προς τα δεξιά κεραία οδηγεί στην Αρετή στα Ηλύσια Πεδία, στην πύλη της Σελήνης που είναι στραμμένη προς τον Ήλιο και χαρίζει την Απολλώνια νίκη, την Ευδαιμονία, και έχει ως έπαθλο τον στέφανο της Αρετής.
Η αριστερή στην Κακία στην Άβυσσο, στην πηγή της λήθης, στις πύλες της σελήνης που στρέφονται στην Γη, στα πεδία της Περσεφόνης η οποία μας προετοιμάζει για την κάθοδο πρός την Ύ – λη.

Ο Πρόκλος αναφέρει ότι το γράμμα Ύψιλον αντιστοιχεί στον αριθμό 400 και ότι η λέξη Ψυχή βρίσκεται ανάμεσα στο ψυχρό Ψ και στο θερμό γράμμα Χ, γεγονός που δείχνει ότι η ψυχή είναι μία μεσότης μεταξύ δύο μερών του ‘κοσμικού νού και της ‘μεριστής ουσίας’, και ότι η ουσία της ψυχής ανατείνει σε δύο μέρη. Για αυτό αποκάλεσαν το γράμμα αυτό Φιλόσοφο…!
Θα μπορούσαμε λοιπόν να υποστηρίξουμε πως το Ύψιλον συμβολίζει την κάθοδο του πνεύματος στην Ύλη, καθώς η ατομική ψυχή αποσπάται από την κοσμική, και εξατομικεύεται εισερχόμενη σε υλική ύπαρξη. Για να δώσουμε ένα παράδειγμα η ψυχή προσομοιάζεται με την σταγόνες της βροχής που φεύγουν από την πηγή τους, το σύννεφο.
Όπως ανέφερα παραπάνω, κατά την διάρκεια των Ελευσινίων μυστηρίων οι μύστες αναφωνούσαν : “ΥΕ (βρέξε) – ΚΥΕ(κυοφόρησε) ”.
Βλέπουμε πως το Ύψιλον σχετίζεται και συνδιάζεται με το γράμμα Έψιλον (εκτός του ότι είναι τα δύο μοναδικά ψιλά γράμματα της αλφαβήτου), ένα άλλο εξαιρετικά συμβολικό και σημαντικό γράμμα.
Το Έψιλον όπως γνωρίζουμε βρισκόταν στην κορυφή του αετώματος της κεντρικής ανατολικής πύλης του ναού του Απόλλωνα στους Δελφούς , μαζί με το “ΓΝΩΘΙ ΣΕΑΥΤΟΝ” στην κάτω αριστερή γωνία, και το “ΜΗΔΕΝ ΑΓΑΝ” στην κάτω δεξιά του ιδίου αετώματος.

Το Έψιλον είναι το πέμτο γράμμα του Ελληνικού αλφαβήτου. Είναι προφανές πως το Δελφικό Έψιλον σχετιζόταν με την μύηση και την ‘φώτιση’ του ανθρώπου, ο οποίος αναγνώριζε στο σχήμα του:
Α) την ένωση στον μικρόκοσμο του άνθρωπου, της ύλης της ψυχής και του πνεύματος και στον μακρόκοσμου της θεικής κοσμογονικής Τριαδικότητας (τρεις παράλληλες γραμμές ενωμένες),αλλά και ως αριθμού:
Β) τα πέντε κοσμογονικά στοιχεία Γη, Αέρας, Νερό, Πυρ και τον Αιθέρα (πεμπτουσία).

To Έψιλον ως αριθμός (πέντε) λέγεται και ‘φύσις’, διότι με τον πολλαπλασιασμό με τον εαυτό του, τελειώνει πάντα στον εαυτό του.
Κατά τον ίδιο τρόπο και η φύση – πού από το σπόρο μετά από διάφορες μεταμορφώσεις, αποδίδει πάλι σπόρο – πάντα τελειώνει στον εαυτό της.
Όταν δε το πέντε (Ε) προστίθεται στον εαυτό του, γεννά εκ περιτροπής ή τον εαυτό του ή την δεκάδα, κι αυτό γίνεται επ’ άπειρον.
Η ένωση λοιπόν της Πεντάδος (Έψιλον) με τον εαυτό της δεν γεννά τίποτε ατελές ή αλλιώτικο, αλλ’ έχει καθορισμένες μεταβολές.
Γεννά ή τον αριθμό τού είδους της ή τον τέλειο αριθμό. Εδώ ακριβώς βρίσκεται το κοινόν με τον Απόλλωνα, γιατί ο Θεός υμνείται ως ζωοδότης αιώνιος, και άφθαρτος από την ίδια του την φύση.
Το Έψιλον ως σχήμα έχει τρείς παράλληλες γραμμές συμβολίζοντας το Τρισυπόστατου του Θείου ενωμένα ( ώσις πρό τό ΕΝ – ώθηση προς τή Θεία Νόηση), ίσως γι’ αυτό αφιερώθηκε, μαζί με τα παραγγέλματα ‘Γνώθι σ’αυτόν’ και ‘Μηδέν Άγαν’, που αφορούν την συνειδητή ανθρώπινη προσπάθεια υπέρβασης του εγωκεντρισμού και της προσκόλησης στα ανθρώπινα πάθη.
Αυτό το στοιχείο της Ένωσης του Ανθρώπου με το Θείο, συνηγορεί προς την ονομασία ‘Γάμος’ (ένωση), που έδωσαν στο Έψιλον, οι Πυθαγόρειοι.
Περιττό να αναφερθεί πως ο Ιερός γάμος ήταν ένα από τα σημαντικά δρώμενα των Ελευσινίων μυστηρίων.
Από τα παραπάνω μπορούμε να αντιληφθούμε πως σχετίζονται τα γράμματα και οι φράσεις που αυτά συνθέτουν με τις Ελευσίνιες τελετουργίες…
Το Έψιλον συμβόλιζε το Θείο ενώ το ύψιλον την κάθοδο του Θείου σπινθήρα στην ύλη.
Ας συνεχίσουμε όμως μόνο με το Ύψιλον πρός το παρόν.
Στην Αλχημεία το γράμμα Ύψιλον αντιπροσωπεύει τον Ερμαφρόδιτο συμβολίζοντας το θετικό και το αρνητικό, το άρρεν και το Θήλυ.
Αστρολογικά το γράμμα Υ συνδέεται με ζώδιο του Υδροχόο και την Θεά Ηρά, καθώς ο Υδροχόος είναι γνωστός και ως «αστήρ της Ήρας».
Το γράμμα Ύψιλον συμβολίζει επίσης το σταυροδρόμι ή το τρίστρατο κατά την Λαική παράδοση. Τα τρίστρατα στις εσωτερικές παραδόσεις των αρχαίων λαών έχουν σχέση με τις π – ύλες (πέρασμα στην ύλη) , μεταβάσεις δηλαδή συνείδησης από ένα επίπεδο σε άλλο, με Θεούς που κρατούν κλειδιά για να ανοίξουν αυτές τι πύλες, όπως η Εκάτη η Άρτεμις, η Περσεφόνη που άνοιγε με τα κλειδιά τις τέσσερις εποχές, τα Ηλιο- στάσια και τις Ιση- μερίες.
Ο Πλάτωνας αναφέρει στον Γοργία πως στα τρίστρατα δικάζουν οι Θεοί τους ανθρώπους μετά τον θάνατο, κρατώντας τα κλειδιά των Ουράνων πυλών.
Εκεί αναμένουν ο Μίνωας ο Ραδάμανθης και ο Αιακός για να δικάσουν τους νεκρούς και να τους οδηγήσουν ανάλογα με τις πράξεις τους στους δύο δρόμους , σε αυτόν που οδηγεί στα Ηλύσια πεδία και στον άλλο που οδηγεί στα Τάρταρα.
Τα τρίστρατα και οι διχάλες έχουν σχέση με τον Θεό Ερμή, τον προστάτη των Φιλοσόφων με το κηρύκειο του, το οποίο συμβολίζει την ζεύξη των αντιθέτων, και το οποίο κρατά ως Ψυχοπομπός, επαναφορέας των ψυχών στην πηγή από την οποία προήλθαν.
Το δισκοπότηρο επίσης έχει το σχήμα του Ύψιλον, και συμβολίζει τα ύδατα της ζωής, την πηγή της ζωής και την Αθανασία, το κύπελλο του μυστικού Δείπνου.
Το δισκοπότηρο συμβολίζει το ύδωρ – νερό, το οποίο είναι ένα θηλυκό στοιχείο.
Το δισκοπότηρο μοιάζει με την μήτρα της γυναίκας και ως εκ τούτου θεωρείται ότι είναι το σύμβολο της αναπαραγωγικής λειτουργίας των θηλέων και της πηγής της ζωής.
Πρόκειται για ένα σφαιρικό σύμβολο γονιμότητας, δώρο μιας γυναίκας για κυοφορία και δημιουργία της ζωής.

Σε όλες τις θρησκείες το Δισκοπότηρο είναι το σύμβολο που ενώνει το φυσικό μας κόσμο με το Θείο Πνεύμα, για τον λόγο αυτό σωστά το αποκαλούμε το δοχείο της ανάμειξης, καθώς μέσα σε αυτό ενώνεται η ατομική ψυχή με την κοσμική, το εφήμερο με το αιώνιο.
Το μυστήριο του Δισκοπότηρου βρίσκεται κρυμμένο μέσα μας.
Είναι αυτό που προκαλεί την επιθυμία αναζήτησης του πνευματικού μας λίκνου, και της πληρότητας. Η αναζήτηση του δισκοπότηρου συμβολίζει την ενάρετη ζωή, την αναζήτηση της αρμονίας, την επιστροφή στον Παράδεισο, το πνευματικό κέντρο του ανθρώπου και του σύμπαντος, ακολουθόντας το σύμβολικό δρόμο της μύησης μέσω δοκιμασιών και αντιμετώπισης θανάτου στην έρευνα για το κρυμμένο νόημα και το μυστήριο της ζωής.
Στον Χριστιανισμό, το δισκοπότηρο είναι το σύμβολο της Θείας Κοινωνίας όπως ήταν το κρασί που συμβολίζει το αίμα του Χριστού, ενώ στην Αλχημεία το Άγιο Δισκοπότηρο αφορά την αναζήτηση της Φιλοσοφικής Λίθου, συμβολίζοντας την ένωση με το θείο και τη μεταμόρφωση των στοιχείων…
Αναζητώντας και Φιλοσοφώντας λοιπόν, ίσως καταφέρουμε να κατακτήσουμε την ΕΥ- δαιμονία, την οποία πολλοί αναζήτησαν ελάχιστοι όμως κατέκτησαν…..!!
Ως επίλογο μία φωτογραφία που βρήκα στο διαδίκτυο, και την οποία βρήκα ΕΥυέστατη..!!!


Πηγή: maiandros.blogy.gr
ellaniapili.blogspot.gr

8 Οκτωβρίου 2015

Μανιάτικα επώνυμα: “Πες το όνομα ζου να σε που ποίου είσαι”!!!

«Τα εις -έας και εις -άκης είναι φύσει Μανιατάκης,
τα εις -έας και εις -άκος είναι πάντα Μανιατάκος,
τα εις -όπουλος και –πούλος είναι μπάσταρδος και μούλος»
Είναι λαϊκή έκφραση στη Μάνη
Η μελέτη των επωνύμων είναι απαραίτητη για την κατανόηση της κοινωνικής οργανώσεως και του όλου πολιτισμού ενός λαού.
Πολύ περισσότερο, πιστεύουμε, αυτή είναι αναγκαία για την κατανόηση των θεσμών της Μάνης, γιατί εδώ τα επώνυμα παίζουν σπουδαιότατο ρόλο στη συνοχή τη συγκρότηση των διαφόρων συγγενικών ομάδων.
Ο πυρήνας του μανιάτικου επωνύμου προέρχεται, στο μεγαλύτερο ποσοστό, όπως και σε άλλες περιοχές της Ελλάδας, από πατρώνυμο, παρωνύμιο (παρατσούκλι), επαγγελματικό ή εθνικό όνομα (πατριδωνυμικό) με την προσθήκη, συνήθως, των παραγωγικών καταλήξεων -άκης, -έας, -άκος και σπανιότατα -άρος, -ούνης (ούνιας).
Άλλες καταλήξεις, γνωστές από ορισμένες περιοχές της Ελλάδας, όπως -ούδης, -ίδης, -πούλος, συναντώνται σε πολύ μικρό αριθμό στη Μάνη (Νικολούδης, Κουταλίδης από τη Μηλιά και τη Σελίνιτσα του τέως δήμου Λέκτρου, Στεφανόπουλος, η γνωστή οικογένεια από το Οίτυλο, Παπαδόπουλος από τη μεγάλη Καστάνια, Γεωργόπουλος από τους Πιόντες κ.ά.).
Πάντως, η γενικότερη αντίληψη είναι πως τα επώνυμα των τελευταίων τύπων δεν είναι γνήσια μανιάτικα.
Στην κατηγορία των τυπικών μανιάτικων επωνύμων πρέπει να προστεθούν επιπλέον όσα σχηματίζονται με το πατρώνυμο και το βαπτιστικό· π.χ. Γιαννακόδημος (δηλαδή ο Δήμος του Γιαννάκου), ή με το όνομα του παππού και το συνθετικό εγγόνας· π.χ. Γιαννόγγονας (Πετράγγονας). Τα τελευταία είναι συνηθισμένα στη Μέσα και Νότια Προσηλιακή Μάνη.
Εκτός από τα ανωτέρω τυπικά ονόματα με τις γνωστές καταλήξεις υπάρχουν, σε μεγάλη έκταση, και επώνυμα που προέρχονται, όπως σημείωσα, από παρωνύμια (παρατσούκλια), χωρίς αυτές τις καταλήξεις· π.χ. Κελεπούρης, Κουλουμπέρης κ.ά., καθώς και αυτά που σχηματίζονται με το παρωνύμιο και το βαπτιστικό Καλογερόγιαννης (Καλόγερο + Γιάννης), Βαβουλόγιαννης (Βαβουλάς + Γιάννης), Κουτσολιάς (Κουτσός + Ηλίας), Κουφογιάννης (Κουφός + Γιάννης) κ.ά.
  1. Από τη μελέτη των επωνύμων των γενεαλογιών που συγκέντρωσα, τα τυπικά σε -άκης, -έας και -άκος επώνυμα έχουν συχνότητα γύρω στα 60%, 
  2. ενώ τα άτυπα γύρω στα 40%, 
  3. επίσης, επώνυμα, που ήταν αρχικά παρωνύμια (παρατσούκλια) ή προέρχονται απ’ αυτά, φθάνουν γύρω στα 65%, 
  4. αυτά που προέρχονται από επαγγελματικά ονόματα σε 5% και 5) εκείνα που προέρχονται από πατρώνυμα γύρω στα 30%.
Από τα ποσοστά αυτά φαίνεται ότι τα παρωνύμια στη Μάνη, όπως και σε άλλες περιοχές της Ελλάδας, παίζουν σπουδαίο ρόλο για το σχηματισμό του επωνύμου.
Σε ορισμένα μάλιστα χωριά της Έξω Μάνης του τέως Δήμου Καρδαμύλης η απόδοση των παρωνυμιών χαρακτηρίζεται από ολόκληρη «τελετουργία».
Συγκεντρώνονται όλοι στο καφενείο, όπου καλούν και τον υποψήφιο, χωρίς να το γνωρίζει, για το χαρακτηρισμό.
Εκεί προσπαθούν να ξεχωρίσουν κάτι περίεργο από τη συμπεριφορά του και τη μορφή του.
Όποιος το εντοπίσει πρώτος, σηκώνει το ποτήρι και λέει:
«να μας ζήσεις τάδε (παρατσούκλι)», βλ. λεπτομέρειες: Σ.Λ. χφ 1647, σ. 181-185 (Γεωργ. Μπεσμπέα, Εξωχώρι Καλαμάτας 1972).
Πρέπει, εξάλλου, να αναφέρουμε πως ένας Μανιάτης μπορεί να έχει, εκτός από το επίσημο επώνυμο με το οποίο «γράφεται», περισσότερα ονόματα (παρεπώνυμα), που προέρχονται από την ονομασία των γενούν και των διάφορων κλάδων και υποκλάδων τους, η χρήση τους όμως είναι διαφορετική.
Τα εις -άκης είναι τα παλαιότερα.
Από τα επώνυμα με τις τυπικές μανιάτικες καταλήξεις αυτά που καταλήγουν σε -άκης είναι τα παλαιότερα.
Τα συναντάμε ήδη σε διάφορα έγγραφα που έχουν φτάσει ως εμάς και χρονολογούνται απ’ το 1600 και εξής.
Τα ανωτέρω επώνυμα είχαν αρχικώς υποκοριστική σημασία, που αργότερα εξελίχθηκε σε πατρωνυμική.
Ο σχηματισμός τους έπαψε, καθώς φαίνεται, οριστικά γύρω στα 1800, οπότε τα επώνυμα αυτά αντικαταστάθηκαν από εκείνα που έχουν καταλήξεις -έας και -άκος, τα γνωστά τυπικά μανιάτικα.
Τα επώνυμα με τις καταλήξεις σε -άκης διατηρούνται μέχρι τελευταία στη μανιάτικη αποικία της Κορσικής, γιατί η ιστορική μοίρα των Μανιατών αυτών υπήρξε διαφορετική.
Γνωρίζουμε βέβαια ότι τα επώνυμα σε -άκης επιχωριάζουν σήμερα κυρίως στην Κρήτη.
Αυτός είναι ένας λόγος, που μερικοί Μανιάτες, όχι λόγιοι ασφαλώς, πιστεύουν ότι όσοι έχουν τέτοια επώνυμα, κατάγονται από το ανωτέρω νησί.
Φαίνεται ότι πολλοί οδηγήθηκαν σ’ αυτή την εσφαλμένη αντίληψη, επειδή τα ονόματα αυτά έπαψαν να σχηματίζονται κατά τη νεώτερη περίοδο.
Άλλος λόγος που προκαλεί τη σύγχυση είναι ότι και οι Μανιάτες παλαιότερα φορούσαν βράκες. Οπωσδήποτε πρέπει να εγκαταστάθηκαν Κρητικοί στη Μάνη καθώς και Μανιάτες στην Κρήτη, αλλά υστερότερα, ιδιαίτερα στις κρίσιμες ιστορικές στιγμές, όπως τα 1669 (υποταγή της Κρήτης στους Τούρκους), καθώς και στα 1715 (ανακατάληψη της Πελοποννήσου από τους Τούρκους) και 1770 (μετά τα Ορλωφικά).
Συνεπούς, τα επώνυμα αυτά δεν έχουν καμιά σχέση με τα παλαιότερα μανιάτικα, που υπήρχαν, όπως είδαμε, πριν από το 1600.
Συνάγεται, εξάλλου, με βάση τη μελέτη των παλαιότερων κρητικών εγγράφων, ότι ονόματα σε -άκης ουσιαστικά δεν συναντώνται στην Κρήτη πριν από το 1700.
Απ’ αυτό πρέπει να δεχτούμε ότι είναι πιθανότερη η μανιάτικη επίδραση στο σχηματισμό των κρητικών επωνύμων.
Ο λόγος της υπάρξεως των ανωτέρω επωνύμων στη Μάνη οφείλεται στο γεγονός ότι προέρχονται από ένα παλαιό βυζαντινό πολιτιστικό στρώμα.
Τα παλαιότερα αυτά ονόματα είχαν αρχική κατάληξη σε -άκιος (πρβλ. Σταυράκιος, Ισαάκιος),
που μετέπεσε σε -άκης.
Αυτά διατηρήθηκαν στην Κρήτη, ενώ στη Μάνη μετά το 1800 αντικαταστάθηκαν από τα επώνυμα σε -έας και -άκος.
Όπως ήδη αναφέραμε, τα επώνυμα σε -άκης είναι τα παλαιότερα.
Γι’ αυτό είναι πιθανό, όταν συναντούνται, να αποδίδονται σε παλαιότερα γένη της Μάνης και μάλιστα σε ιδιαίτερους σχηματισμούς με περιεκτική σημασία, όπως Ροβυθιάνοι, Μπουτζουναριάνοι, Μιχαλακιάνοι (από το Ροβυθάκης, Μπουτζουναράκης, Μιχαλακάκης) κ.ά., δηλαδή αυτοί που ανήκουν σ’ αυτό το γένος.
Οι σχηματισμοί αναφέρονται σε μια κατηγορία, σε ένα σύνολο δηλαδή μελών γένους, και δεν γίνεται συνήθους χρήση τους ως επωνύμων.
Στις ηγετικές όμως οικογένειες το πρωταρχικό όνομα του γένους αρκετά συχνά διατηρείται και ως επώνυμο, γιατί για λόγους πολιτικούς και γοήτρου, οι οικογένειες αυτές έχουν μεγαλύτερη συνοχή· π.χ. Τρουπάκης, Τρουπιάνοι, αλλά και Τρουπάκηδες.
Στις άλλες περιπτώσεις λέγεται: αυτός είναι Ροβυθιάνος – και όχι αυτός λέγεται Ροβυθάκης ή Ροβυθιάνος.
Απ’ αυτόν πάλι τον περιεκτικό τύπο έχουμε το σχηματισμό αντίστοιχων επιθέτων με τις καταλήξεις -ιάνικος -η-ο-α. π.χ. «τα Ροβυθιάνικα», δηλαδή ο μαχαλάς των Ροβυθιάνων, τα «Ξανθιάνικα αλώνια», δηλαδή τα αλώνια που ανήκουν στους Ξανθιάκους. Τα επώνυμα σε -άκης δεν συναντώνται σε μιαν ορισμένη περιοχή της Μάνης, αλλά σε όλη την έκτασή της.
Τα εις -έας Τα επώνυμα που λήγουν σε -έας δεν έχουν τόσο παλαιά επίδοση, όσο τα πρώτα.
Σε έγγραφα, που χρονολογούνται από τα 1618 και ύστερα, τα ονόματα αυτά συναντώνται σπανιότατα, για να γίνουν συχνότερα μετά το 1730 και να γενικευθούν μετά το 1800.
Ο σχηματισμός τους συνεχίζεται μέχρι σήμερα.
Υπάρχει η λαϊκή αντίληψη ότι τα ανωτέρω ονόματα είναι πολύ αρχαία και σχηματίζονται κατά τον τύπο των, Αχιλλέας, Ατρέας, Τυδέας.
Τούτο, από επιστημονική άποψη, είναι ως ένα σημείο σωστό.
Ο Φαίδων Κουκουλές υποστηρίζει ότι τα μανιάτικα αυτά επώνυμα προέρχονται από παλαιά επαγγελματικά ονόματα και μεγεθυντικά επίθετα σε -έας, ενώ για τα άλλα που προέρχονται από πατρώνυμα πιστεύει ότι σχηματίζονται κατ’ αναλογία προς τα προηγούμενα απ’ τον πληθυντικό των γενών π.χ. Αντωναίοι – Αντωνέας.
Τα παράγωγα επίθετα από τα επώνυμα αυτού του είδους σχηματίζονται με τις καταλήξεις -έικος -η-ο-α, π.χ. τα Αντωνέικα (συνοικία χωριού), τα Χρηστέικα (οικισμός της Έξω Μάνης).
Τα επώνυμα σε -έας εξαπλώνονται από την περιοχή της Καλαμάτας και φτάνουν νότια ως το Οίτυλο και ανατολικά ως την Αράχοβα και τη μεγάλη Καστάνια.
Στα βόρεια, ίχνη επωνύμων με τέτοια κατάληξη συναντώνται ως την Αλαγονία.
Τα εις -ακος Η τρίτη κατηγορία των επωνύμων σε -άκος ακολουθεί την εξέλιξη των επωνύμων σε -άκης τα οποία αντικαθιστά.
Αρκετές φορές μάλιστα έχουμε και μετατροπές επωνύμων με καταλήξεις -άκης σε αντίστοιχα με -άκος (πρβ. Νηφάκης – Νηφάκος, Ροζάκης – Ροζάκος κ.ά.).
Και αυτά τα επώνυμα είναι υποκοριστικά, που μεταβάλλονται σε πατρωνυμικά.
Ετυμολογικά η κατάληξη -άκος βασίζεται στην παλαιότερη κατάληξη -άκιος με αποβολή του ιώτα. Ο σχηματισμός της όμως είναι μεταγενέστερος της καταλήξεως -άκης.
Τα αντίστοιχα περιεκτικά και αυτών των επωνύμων σχηματίζονται με την κατάληξη -ιάνοι, π.χ. Πουλικάκος – Πουλικιάνοι.
Τα επίθετα από τα επώνυμα αυτά σχηματίζονται, όπως και τα αντίστοιχα σε -άκης, με κατάληξη -ιάνικος, -η -ο -α, δηλαδή Πουλικιάνος, Πουλικιάνικα (συνοικία) κτλ.
Τα επώνυμα αυτής της κατηγορίας συναντώνται στην περιοχή της Μηλέας του τέως Δήμου Λεύκτρου και στο Οίτυλο, στη Μέσα και Προσηλιακή Μάνη και φτάνουν μέχρι τα Μπαρδουνοχώρια και την Επίδαυρο Λιμηρά, περιλαμβάνοντας ουσιαστικά όλη τη νότια Λακωνία.
Τα επώνυμα σε -έας και -άκος, ως μεταγενέστερα, από ομάδες ή υποδιαιρέσεις παλαιότερων γενών με επώνυμα συνήθως σε -άκης, ή σε γένη που έχουν δημιουργηθεί πρόσφατα με απόσχιση.
Ένας λόγος, που τα επώνυμα σε -έας και -άκος είναι τόσο διαδεδομένα, είναι ότι η ανάπτυξή τους συνέπεσε με τη δημιουργία των μητρώων των δήμων και των δημοτολογίων μετά το 1840, οπότε έπρεπε οι δημότες να δηλώσουν ποιο επώνυμο επιθυμούσαν να κρατήσουν και φυσικά αυτοί προτιμούσαν εκείνο, με το οποίο ήταν περισσότερο γνωστοί ή διακρίνονταν, δηλαδή της υποομάδας ή γενιάς του γένους.
Από άποψη εθνική, τα επώνυμα είναι, κατά το μεγαλύτερο ποσοστό, ελληνικής ετυμολογίας.
Πολλά μάλιστα έχουν βυζαντινή προέλευση.
Μερικά έχουν αρβανίτικη και αρβανιτοβλάχικη ετυμολογία ή προέλευση (όπως Σουλέας, Γκινάκης, Λεωτσάκος, Νταβάκης, Δριβάκος, Μερκούρης κ.ά.), καθώς και τουρκική (όπως Μπουγιουγκλάκης, Γιολντασέας, Γαρδάσης κ.ά.).
Συναντούνται επίσης, ελάχιστα με ιταλοβενετσιάνικη αφετηρία (όπως Βενετσανάκης, Πιερράκος, Λιμπεράκης, Καμπάνης) και πολύ λιγότερα με εβραϊκή (Αβραμάκης, Βρεόπουλος, Σολωμονάκης).
Μπορούμε, λοιπόν, να πούμε, ότι στα μανιάτικα επώνυμα είναι δυνατό να παρακολουθήσουμε την εξέλιξη της κοινωνικής συγκροτήσεως και του πολιτισμού της Μάνης, καθώς και τις ξένες επιδράσεις που η περιοχή δέχτηκε κατά καιρούς.

Τα ονόματα που σημαίνουν τον τόπο που κατάγεσαι:– ιανος, ανος
– κεχρι κεχριάνος, χωριό Κεχριάνικας.
– Μαλεύρι Μαλευριάνος, χωριό Μαλευριάνικα.
– γερακάρι Γερακαριάνος, χωριό Γερακαριάνικα όπως Νυκλιάνικα, Κριαλιάνικα, Καλαποθαριάνικα.


Αντρωνυμικά: Η γυναίκα παίρνει πάντα το όνομα του άντρα της και το βαφτιστικό και το οικογενειακό:
– ου, -αίνα όπως Βασιλού, Δημητρού, Γιαννού, Γιωργάκαινα, Νικολάκαινα.

Της νύφης με το βαφτιστικό όνομα του πεθερού Βασιλού Δημητρόνυφη, Πετρού Μεσισκλόνυφη, Τσατσουλόνυφη, Κυριαζόνυφη, από Δημητράκου – Μεσίσκλη.

Του Λευτέρη Αλεξάκη, Δ/ντή στο Κέντρο Ερεύνης
της Ελληνικής Λαογραφίας της Ακαδημίας Αθηνών


omorfimani.gr

2 Οκτωβρίου 2015

Λέλεγες, οι φύλακες του «ανάποδου» Νόμου.


…είναι θεμιτό.
Δεν έχω διαβάσει μυθιστορία, έχω διαβάσει κάποιες αναφορές από την κλασική γραμματεία...
Και έχω άποψη, που ακουμπάει όμως μια δική μου σφαιρική αντίληψη...
Ίσως οι πηγές, και οι ιστορικές ακόμη να μην είναι αντικειμενικές (υποκειμενικά γράφουν και οι ιστορικοί).
Ίσως να υπήρχαν διαχρονικά μεθοδεύσεις, για να μην υπάρχει αντικειμενικότητα.
Πολύ πιθανόν, συναισθήματα και συμφέροντα είναι οι δολοφόνοι της αντικειμενικότητας.
Για να προσεγγίσει κάποιος μια εποχή, και μάλιστα τόσο παλιά, θα πρέπει να «βιώσει» τις συνθήκες... να ζήσει την εποχή αυθυποβάλλοντας εαυτόν.
Ο μόνος τρόπος για αυτό είναι ή να έχει κυτταρική συγγένεια, η να ζήσει μεγάλο χρονικό διάστημα τον τόπο.
Έζησα την Σπάρτη με την ευρύτερη έννοια της, ανακάλυψα την Λελεγία…
Με δίδαξε ο αέρας και το φώς της, και με ταξίδεψε.
Μπορεί για κάποιους όλα αυτά να είναι υποκειμενικά αποκυήματα φαντασίας.
Δεν απευθύνομαι σε αυτούς, αλλά στους υπόλοιπους τους λίγους που χρησιμοποιούν την αντίληψη για την Λελεγία, την Λακεδαίμονα, την Μάνη, σαν ιδέα.
Μόνο κάποιος «γέννημα θρέμμα» και επαρκής κυτταρικά, θα μπορούσε να αποτυπώσει τέτοιες καταστάσεις που έχουν να κάνουν με την ψυχοσύνθεση, αυτής της φυλής
Πιστεύω ότι ανήκω σε αυτή την κατηγορία, και έχω βιώσει την δύναμη του άγραφου νόμου, και την επιρροή της ηθικής αυτού τού νόμου... επειδή απολήξεις του ισχύουν μέχρι και σήμερα... σε μεγάλο βαθμό.
Πιστεύω, ότι μεταφέρω και κυτταρική επίγνωση όλης αυτής της κατάστασης.
Και η πίστη, από μόνη της οδηγεί, μυαλό και ψυχή, να ξεπερνούν τον χρόνο, με πηδάλιο την λιτή, και λυτή λογική.
Λιτός και λυτός ο Σπαρτιάτης, με μόνη δέσμευση στον νόμο.
Όπου νόμος, θεός, δικαιοσύνη, αρετή, φιλοσοφία, πρακτική εφαρμογή των κανόνων της ιδέας.
Το «λακωνίζειν» στην θεωρία, και την πράξη.
Ο Λεωνίδας.
Ένας βασιλιάς που επιλέγει να πεθάνει για ένα σκοπό, δεν μπορεί παρά να είναι αγαθός σε όλο το φάσμα του χαρακτήρα του.
Ένας λαός που ζει αιώνες ενάρετα, δεν μπορεί εκτός κάποιων εξαιρέσεων να είναι ανέντιμος.
Όλα τα παραπάνω είναι τεκμηριωμένα σε μένα, και όπως προαναφέρω, μερικά εξ αυτών βίωσα, διότι παραμένουν, αραιωμένα σε μεγάλο βαθμό δυστυχώς, με επηρέασαν, και τώρα οδηγούν τις φιλοσοφικές μου απόψεις αλλά και τις πράξεις.
Σε προσωπικό επίπεδο, βρίσκω συνεχώς αποδείξεις των θέσεων μου, που ενισχύουν την πίστη μου, και επιβεβαιώνουν τις θέσεις μου σε μένα.
Αυτό είναι και το κύριο για κάθε άνθρωπο, να επιβεβαιώνει την πορεία του, και να κάνει διορθωτικές κινήσεις, για τον τελικό σκοπό του.
Αφορμή για αυτή την κατάθεση, η απεικόνιση στην αναρτημένη φωτογραφία.
Δύο Σπαρτιάτες, εκπαιδεύονται για την μάχη.
Ο γεροντότερος οπλίτης ΑΡΧΙΛΟΧΙΔΑΣ, και ο νεώτερος εκπαιδευόμενος δόκιμος, (όπως φαίνεται από τα διακριτικά που τους συνοδεύουν Χ και Ο).
Δύο σημεία, ασήμαντα για τους πολλούς, η μακριά κόμη, και το γεράκι δεξιά.
Τα μακριά μαλλιά είναι πλέον επιστημονικά αποδεδειγμένο, πώς λειτουργούν σαν κεραίες, και τροφοδοτούν την έκτη αίσθηση, το τρίτο μάτι, το ένστικτο.
Χάριν αυτών οι Σπαρτιάτες, είχαν ανεπτυγμένη αντίληψη, βασική προϋπόθεση για την Λακεδαιμόνια πολιτεία και φιλοσοφία.
Τα μακριά μαλλιά ήταν άγραφος νόμος στην Λυκούργεια νομοθεσία, και ο Λυκούργος πολύ πιθανόν να μην ήταν άλλος παρά ο Ακερσεκόμης (με πλούσια κόμη) Απόλλων.
Και το σημαντικότερο για μένα σε αυτή την αγγειογραφία, αφού πρώτα αναφέρω δύο θέσεις, μια της επιστήμης και μια δική μου.
Η όραση μας βασίζεται σε ένα κοίλο φακό, που «φωτογραφίζει» το αντικείμενο και το μεταφέρει για επεξεργασία σε συγκεκριμένο κέντρο του εγκεφάλου.
Οι κοίλοι φακοί έχουν την ιδιότητα να καθρεφτίζουν το είδωλο αντεστραμμένο.
Άρα ότι βλέπουμε, είναι μια ανάποδη εικόνα για μας.
Με αυτό ως ερέθισμα, κάποια στιγμή, στις αναζητήσεις μου, επεδίωξα να σκεφτώ ανάποδα, σε πολύ μεγάλο βαθμό, όσο τουλάχιστον μπορούσα να εφαρμόσω.
Το αποτέλεσμα ήταν να ανακαλύψω αλήθειες, αρχικά δικές μου.
’Ένα μεγάλο ψέμα, μια οφθαλμαπάτη είναι ο «κάτω κόσμος».
Και η αντίθεση αυτού, η ψυχή μας «πάει» στον ουρανό.
Τι αλήθεια από τα δύο συμβαίνει;
Όλες οι εικόνες (τα είδωλα) που βλέπουμε έχουν ένα λάθος, το πάνω είναι κάτω, και το κάτω πάνω.
Ο ουρανός είναι κάτω, και η Γή πάνω.
Είμαστε όλοι κρεμασμένοι στην Γή, με μόνιμη τάση να φύγουμε στον ουρανό.
Μας συγκρατεί η βαρύτητα. Η βαρύτητα όμως είναι μια δύναμη που ελέγχει την ύλη.
Έτσι όταν πάψει να υφίσταται η ύλη, τελειώνει και η δέσμευση μας από την Γή.
Κάτω κόσμος με «χωροταξική αλήθεια» είναι ο Ουρανός, το σύμπαν, και πάνω κόσμος η Γή, όχι μόνο για εμάς που υπάρχουμε στην Γή, αλλά και για ότι υλικό υπάρχει, σε οποιαδήποτε ουράνια σφαίρα, η οποία αποτελεί τον πάνω κόσμο, ενώ κάτω κόσμος είναι ότι υπάρχει εκτός της επιρροής αυτής.
Το παραπάνω παράδειγμα, δεν θα είχε καμιά ουσία,και θα ήταν μια άποψη ατεκμηρίωτη,  αν δεν το υποστήριζε η αγγειογραφία.
Το όνομα ΑΡΧΙΛΟΧΙΔΑΣ, είναι γραμμένο ανάποδα,και με ανάποδη φορά των γραμμάτων. (Κάποιες γραφές σήμερα ακολουθούν αυτή την φορά, ποιους αντέγραψαν;)
Ti λόγο είχε ο καλλιτέχνης να το κάνει, αν δεν γνώριζε, πώς «κάποιοι» θα ερμηνεύσουν και θα συνειδητοποιήσουν το νόημα που κρύβεται σε αυτόν τον τρόπο.
Μάς υποδεικνύει έμμεσα, με το έργο του, να υιοθετήσουμε τον «ανάποδο» τρόπο σκέψης. Χαίρομαι που με καλύπτει, τόσους αιώνες νωρίτερα, και με πιστοποιεί σε μένα.
Πόρισμα πρώτον, υπάρχουν κάποιοι μύστες Λέλεγες ανάμεσα μας, οι οποίοι συνειδητά η ασυνείδητα γνωρίζουν, και μεταλαμπαδεύουν τις γνώσεις του.
Πόρισμα δεύτερον, οι δέκτες τις γνώσης «επιλέγονται» αυτόματα, όταν επικοινωνήσουν με την ψυχή τους, διαδικασία όχι τόσο εύκολη, γιατί απαιτεί εσωτερική ανατροπή, την ακύρωση όλων των ψευδών βιωμάτων, μετά από αξιολόγηση με γνώμονα τον ορθό λόγο και το ανοιχτό πνεύμα.
Μια διαδικασία που υπερισχύει του χρόνου, και καταργεί τον Κρόνο.
Ακολουθούν πολλά άλλα πορίσματα, προσωπικού χαρακτήρα για το κάθε ένα ξεχωριστά.
Το τελικό μου πόρισμα είναι, πώς αν δεν υπήρχε η Σπάρτη, δεν θα υπήρχε και η Αρετή.
Αυτό είναι και η βασική αιτία που δεν υπάρχει περίπτωση καμιά να απομυθοποιηθεί η Ιδέα «Λ».
Ορίζει μια σημαντική φυλή, ίσως την σημαντικότερη, η φυλή είναι οι ΛΕΛΕΓΕΣ... το νόημα της λέξεως τα λέει όλα,
Λ : Για τα ουράνια ο φωτισμός ο ηλιακός, για τα γήινα τα υγρά
Ε : Η εκπορευομένη δύναμις (τού φωτός)
Λ : Για τα ουράνια ο φωτισμός ο ηλιακός, για τα γήινα τα υγρά
E : Η εκπορευομένη δύναμις (τού φωτός)
Γ : Το γαιώδες σωματίδιον (ΓΑΜΑ = η γη - το γεμά-το)
Α : Αρχική δύναμις (ΑΛΦΑ = αρχικόν ηλιοφώς)
Σ : Το εσωτερικώς θεώμενον

ΕΛΛΗΝ ΛΟΓΟΣ
Και την συμπληρώνει ο Λυκούργος / Απόλλων.

ΟΥ ΤΙ ΔΑΝΟΣ
2/10/2015=11=2

30 Σεπτεμβρίου 2015

Ελληνικό αλφάβητο, τα γράμματα και η σημασία τους.


[Από τα πρώτα μαθήματα πάντα έλεγα ότι η Αρχαία Ελληνική γλώσσα είναι μαθηματική γλώσσα άρα τίποτα σε αυτήν δεν είναι τυχαίο. Επίσης σε ορισμένα μαθήματά μου έδωσα την πληροφορία στους μαθητές μου ότι όλες οι μεγάλες Γιαπωνέζικες και Αμερικάνικες εταιρείες Ηλεκτρονικών Υπολογιστών άρχισαν να ζητούν από τα υψηλόβαθμα στελέχη τους την γνώση της Αρχαίας Ελληνικής γλώσσας διότι “ανακάλυψαν” ότι οι Ηλεκτρονικοί Υπολογιστές μπορούν να δουλεύουν πολύ καλύτερα με την γλώσσα αυτή. Η παρακάτω μελέτη ίσως να εξηγεί το γιατί:]

Εισαγωγή
Το αντικείμενο αυτό ανήκει σε μία επιστήμη η οποία ονομάζεται Γλωσσολογία. Βεβαίως εδώ δεν θα ασχοληθούμε με το τι πρεσβεύει η επιστήμη αυτή.
Σκοπός είναι να δούμε εάν πράγματι η Ελληνική γλώσσα είναι πραγματικά μία “Μαθηματική γλώσσα”.
Ένα γνώρισμα των Μαθηματικών είναι ότι στηρίζονται επάνω σε σύμβολα τα οποία έχουν κάποιο νόημα. Τα σύμβολα αυτά λέγονται αριθμοί που δηλώνουν ποσότητα, πρόσημα (θετικό [+], αρνητικό [-], σύμβολα πράξεων κ.λ.π.
Στην Ελληνική γλώσσα τα σύμβολα αυτά ονομάζονται γράμματα τα οποία αντιστοιχούν από μόνα τους ή σε συνδυασμό σε κάποιους φθόγγους (απλές φωνές / ήχους).
Το Ελληνικό αλφάβητο αρχίζει – όπως και σε πολλές άλλες γλώσσες του κόσμου με το γράμμα Α. Είναι όμως αιτιολογημένη η πρώτη θέση του Α για τις άλλες γλώσσες όπως είναι στην Ελληνική γλώσσα;
Επίσης το Ελληνικό αλφάβητο τελειώνει στο Ω.
Το Ω παλαιότερα γράφονταν σαν οο.
Το Ω δάνεισε την μορφή του στο μαθηματικό σύμβολο του απείρου (4) Είναι άραγε τυχαίο ότι το άπειρο έχει σύμβολο το Ω;
Θα πρέπει επίσης να τονιστεί ότι είναι τάση πολλών γλωσσολόγων και μάλιστα των “επικρατούντων” σήμερα σε πολλούς πανεπιστημιακούς χώρους, η απόλυτη αποδοχή της “συμβατικότητας” δηλαδή της μη αιτιώδους σχέσης όχι μόνο μεταξύ των λέξεων, αλλά και μεταξύ των γραμμάτων και αυτών που σημαίνουν.
Για τον λόγο αυτό δεν θεωρούν ότι αναγκαστικά υπήρξε ταυτόχρονη άνοδος γλώσσας – γραφής – πολιτισμού!
Για αυτό άλλωστε επιμένουν οι σύγχρονοι αυτοί [ας μου επιτραπεί η έκφραση] σκοταδιστές ότι, οι “τρώκτες” Φοίνικες όπως τους αποκαλεί ο Όμηρος (Οδύσσεια Ξ 293-295 σελ. 271 Εκδόσεις: ΟΕΔΒ για την Α΄ Γυμνασίου) που, ενώ ως λαός καμία ανάγκη πολιτισμού υπηρέτησε, παρά ταύτα “επινόησαν” το άχρηστο σε αυτούς αλφάβητο! [Τρώκτης= καταχραστής, κερδοσκόπος].
Γιατί όμως ονομάστηκε αλφάβητο και όχι π.χ. “αλφα-ωμέγιο” αφού αρχίζει με το γράμμα Α και τελειώνει με το γράμμα Ω;
Την απάντηση την δίνει ο Ευκλείδης λέγοντας ότι το Α εξισούμενο με το “Εν” το οποίο δεν είναι όμως αριθμός αλλά η Άγνωστη Γενεσιουργός Δύναμη της Αρχής, ακολουθείται από το Β (βήτα), το οποίο ως αριθμός ισούται με το “δύο”.
Το “δύο” όμως εκφράζει πάσα μορφή του γίγνεσθαι στην Δημιουργία, από τα απειροελάχιστα ως τα μέγιστα.
Επειδή όμως η ρευστή πορεία ενός “γίγνεσθαι” και άγνωστη αρχή έχει και βεβαίως και άγνωστο τέλος, για τον λόγο αυτό τα 24 στοιχεία δεν ονομάστηκαν – όπως είπαμε για παράδειγμα “αλφα-ωμέγιο” γιατί θα ήταν σαν να ορίζετο με τον τρόπο αυτό το πέρας (=τέλος) της Δημιουργίας, αλλά ονομάστηκαν αλφά-βητο, διότι το βήτα = γίγνεσθαι όντως παραμένει ροϊκό (=ρευστό) και άγνωστο…
Επίσης να θυμηθούμε εδώ την Τετρακτύς του Πυθαγόρα και την Πυθαγόρεια Αριθμοσοφία…
Ας δούμε όμως το πρώτο γράμμα του Ελληνικού Αλφαβήτου δίνοντας τον πρώτο λόγο στον Πλάτωνα.
Ο Πλάτωνας στον διάλογο “Κρατύλος” επιδίωκε πάντα από την ετυμολογία των λέξεων να ανακαλύψει την μεγάλη και άγνωστη δύναμη που έθεσε τα ονόματα στα πράγματα ώστε αυτά να είναι ορθά, προχώρησε στην εξέταση του ονόματος άνθρωπος, το οποίο, όπως θα αποδειχθεί, έχει ως αιτία πράγματι τον άνθρωπο (υπάρχει δηλαδή αιτιώδης σχέση σε πείσμα των συγχρόνων γλωσσολόγων Ελλήνων και ξένων):
Γιατί το όνομα που σχηματίσθηκε έχει αρχικό γράμμα το Α;
Κατά τον Πλάτωνα το όνομα “άνθρωπος” σημαίνει, ότι τα μεν άλλα θηρία “ων ορά ουδέν επισκοπεί ουδέν αναλογίζεται ουδέν αναθρεί, ο δε άνθρωπος άμα εώρακεν – τούτο δ’ έστι “όπωπε” – και αναθρεί και λογίζεται τούτο ό όπωπεν.
Εντεύθεν δη μόνον των θηρίων ορθώς ο άνθρωπος “άνθρωπος” ονομάσθη αναθρών ά όπωπε” (Κρατύλος399 c).
Το όνομα “άνθρωπος σημαίνει ότι, ενώ τα άλλα ζώα [απ’ όσα βλέπουν τίποτε δεν εξετάζουν ούτε στοχάζονται ούτε παρατηρούν με προσοχή, ο άνθρωπος όμως συγχρόνως και βλέπει – αυτό δε είναι το “όπωπε” – και παρατηρεί με προσοχή (“αναθρεί”) και στοχάζεται αυτά που έχει ιδεί.
Από αυτό λοιπόν μόνον ο άνθρωπος από όλα τα ζώα ονομάσθηκε ορθά “άνθρωπος”, διότι εξετάζει με προσοχή (και αναλογίζεται αργότερα) όσα έχει δει (“αναθρών ά όπωπε”)].
Πώς όμως η σχηματιζόμενη λέξη ανταποκρίνεται στην έννοια άνθρωπος;
Ας ξεκινήσουμε από την πρώτη στιγμή της παρουσίας του ανθρώπου, δηλαδή της εξόδου από την μήτρα της μητέρας του (της “νηδύος” στον “νήον” (σπήλαιο, ναός, ναύς(=πλοίο)) του μικρού νέου ανθρώπου, του “νη-πίου”. Και να η φωνή του νηπίου…
Είναι κανόνας χωρίς καμμία εξαίρεση ότι: όλων των θηλαστικών τα νεογέννητα, πλην του “ανθρώπου”, αμέσως μετά την έξοδο από την μήτρα δεν φωνάζουν.
Ο άνθρωπος όμως φων-ά-ζει, δηλαδή βγάζει φωνή “Α”.
Το φωνήεν Α όπως λέει και ο Πλούταρχος είναι “ο απλούστερος ανθρώπινος ήχος, διότι δεν απαιτεί καμία επίπονη προσπάθεια ούτε ακόμα την κίνηση της γλώσσας του για να εκπεμφθεί” (Συμπόσιο των επτά Σοφών βιβλίο Θ΄) Δεν χρειάζονταν λοιπόν καμία μάθηση, για να μπορέσει ο μικρός “θεός” όπως ονομάζει η “Θεογονία” τους πρώτους κατοίκους της Πελαγονικής οροσειράς και του “αιγλήεντος Ολύμπου” (στίχος 129) να φωνάξει “Α”.
Φων-ά-ζει άρα ζει, ζει άρα αναπνέει`
Πώς όμως, εάν θέλαμε να δηλώσουμε αυτό που συνέβη από την γέννηση αυτού του ζώου, θα ονομάζαμε το ζώο αυτό;
Είναι μία ερώτηση που ο Κρατύλος έθεσε (433 a) για όλα τα ζώα: “οίσθα ότι ως ομοιότατ’ αν τα ημέτερα αυτών σώματα και σχήματα εποιούμεν εκείνης” [γνωρίζεις, ότι θα εκάναμε μιμήσεις με τα σώματά μας και ακόμη σχήματα όσο το δυνατόν όμοια εκείνου του ζώου].
Με βάση αυτή την αρχή το γεννηθέν στο σπήλαιο ζώο που εφώναξε αμέσως κατά την έξοδό του “Α”, θα ήταν ορθό (=σωστό) να το ονομάζουμε ο “Α”.
Αυτό δεν γνωρίζουμε βέβαια εάν συνέβη.
Όμως το φωνήεν Α έγινε ο οδηγός του σχηματισμού της λέξης “άνθρωπος”.
Και είναι τελείως αιτιώδης η σχέση του φωνήεντος Α με τον γεννηθέντα α-νθρωπο.
Ο “Α” όμως “Ν”-οεί.
Η ιδιότητα αυτή του ανθρώπου είναι βέβαια ανεπτυγμένη, σε σημείο που μέσω αυτής επιβλήθηκε αμέσως στα άλλα ζώα, δεν είναι όμως μοναδικό χαρακτηριστικό του ανθρώπου.
Και άλλα ζώα νοούν. Ο “Α” επίσης “Θ”-εάται. Αυτή η ιδιότητα είναι ξεχωριστή διότι ο άνθρωπος παρατηρεί τις κινήσεις (“Ρ”=ροή) στον γύρω του χώρο (“Ο”) αλλά και στον Ουρανό (“Ο”) και “αναλογίζεται” αυτές. Βέβαια και άλλα ζώα θεώνται, χωρίς να γνωρίζουμε εάν αναλογίζονται, τα εξετασθέντα δηλαδή γύρω τους και στον ουρανό.
Μέχρι τώρα έχουμε σχηματίσει με τα γράμματα την λέξη Α-Ν-Θ-Ρ-Ω δηλαδή:
Ο Α/Νοεί και Θε/εάται τις Ρ/οές (κινήσεις) στον Ο/ίκο του και τον Ο/υρανό (Ω=Ο+Ο). Ο ορισμός αυτός όμως δεν είναι αρκετός διότι μας διαφεύγει ένα ιδιαίτερο χαρακτηριστικό του ανθρώπου.
Ο Αριστοτέλης στα “Πολιτικά” (Πολιτικά 1253α) συμπληρώνει χωρίς να το επιδιώκει τον ορισμό: “Εκ τούτων ουν φανερόν, ότι των φύσει η πόλις εστί και ότι ο άνθρωπος φύσει πολιτικόν ζώον, και άπολις δια φύσιν και ου δια τύχην ήτοι φαύλός εστι ή κρείττων ή άνθρωπος` ώσπερ και ο υφ’ Ομήρου λοιδωρηθείς “αφρήτωρ, αθέμιτος, ανέστιος” [Ιλιάδ. Ι-63] άμα γαρ φύσει τοιούτος και πολέμου επιθυμητής άτε πέρ άζυξ ών ώσπερ εν πεττοίς” [Από αυτά συνάγομε ότι η πόλη είναι εκ των υπαρχόντων εκ φύσεως και ο άνθρωπος είναι εκ φύσεως κοινωνικό ζώο, και ο εκ φύσεως αλλά όχι από τυχαίο περιστατικό άπολις είναι ή φαύλος ή ον ανώτερο του ανθρώπου.
Είναι ακριβώς αυτός τον οποίο χλευαστικά (προσβλητικά) αποκαλεί ο Όμηρος “χωρίς οικογένεια, νόμους, εστίες”.
Διότι αυτού του είδους άνθρωπος είναι έξω του κοινωνικού καταμερισμού, δηλαδή της λειτουργίας αυτής, καθώς συμβαίνει με τους πεσσούς (=τα ξύλινα πιόνια, τα ξόανα θα λέγαμε σήμερα)]. Πολιτικό όμως ζώο είναι όχι μόνο αυτό που κατοικεί στις πόλεις αλλά που μπορεί να αναπτύξει τον λόγο, διότι χωρίς “λόγο” ούτε πολιτισμός υπάρχει ούτε πόλεις οικίζονται.
Διακριτικό επομένως γνώρισμα (σήμα:Σ) του ανθρώπου είναι ότι πόλεις (¨Π”) οικίζει (“Ο”)

Έτσι λοιπόν προκύπτουν τα εξής:
α) το γράμμα Α είναι ο “φύσει ήχος” του νηπίου-ανθρώπου, ο οποίος μάλιστα διακρίνει αυτόν από όλα τα άλλα θηλαστικά ζώα.
β) ο ήχος “Α”, με τον οποίο ξεκινά το Ελληνικό Αλφάβητο, είναι το αρχικό γράμμα των λέξεων εκείνων που “ονόμασαν τα βασικά στοιχεία της δομής του άπειρου κόσμου: (άλς (υγρό στοιχείο), αήρ (αέρας), άρουρα (γη, έδαφος, χώμα), αέλιος (ήλιος), άνθραξ, αιθήρ κ.λ.π.
γ) τον ρόλο του ορισμού ως προϋπόθεσης της διαδικασίας του σχηματισμού μίας νέας -τότε- λέξης όπως π.χ. “άνθρωπος” και τέλος
δ) την ιεραρχική τάξη των στοιχείων (γραμμάτων) στην σχηματιζόμενη λέξη, έτσι ώστε να προκύπτει από αυτή την τάξη το νοηματικό περιεχόμενο της λέξης.
Θα πρέπει να σημειωθεί ότι στον “Κρατύλο” η ετυμολογική ανάλυση, σύμφωνα με την οποία η λέξη άνθρωπος προκύπτει εκ του “αναθρών ά όπωπε”, είναι πράγματι πολύ κοντά, διότι το “νοείν και θεάσθαι” περικλείει το “αναθρώ” δηλαδή το κοιτάζω και εξετάζω.
Αλλά σταματά και σ’ αυτή την λέξη χωρίς να ερμηνεύει το Ρ που του ήταν γνωστό όταν έλεγε: “το “ρω” έμοιγε φαίνεται ώσπερ όργανον είναι πάσης κινήσεως”.
Θεώρησε όμως ότι η δεύτερη λέξη που συμμετείχε στον σχηματισμό της λέξης “άνθρωπος” ήταν το “όπωπε” του ρήματος “ορώ” και έτσι δεν περιέγραψε πλήρως τον δια του “λόγου” πόλεις οικίζοντα και πολιτισμούς αναπτύσσοντα ανά την οικουμένη.
Τι αποδεικνύει όμως η αποκωδικοποίηση των στοιχείων; Είναι ή δεν είναι αιτιολογημένη, για τον Ελληνικό λόγο η έναρξη του Αλφαβήτου από το Α;
Και τώρα η αφελής ερώτηση:
Πώς είναι δυνατόν να νομιμοποιείται οποιοσδήποτε άλλος λαός (σήμερα λένε ότι είναι οι Φοίνικες) για την προέλευση των στοιχείων γραμμάτων, όταν μόνο στην Ελληνική γλώσσα υπάρχει η απάντηση, δηλαδή η αιτιώδης σχέση;
Εδώ κλείνω την μικρή αυτή αναφορά στο Ελληνικό αλφάβητο.
Θα ήθελα τελειώνοντας, να αναρωτηθούμε το εξής:
Σε τι άραγε αποτελέσματα θα οδηγούμασταν εάν κάποια μέρα καθόταν μία ομάδα φιλολόγων-φιλοσόφων μαζί με μία ομάδα αναλυτών – προγραμματιστών και έδιναν αυτά τα δεδομένα (βλέπε Παράρτημα Α) σε έναν Ηλεκτρονικό Υπολογιστή με ζητούμενο να αποσυμβολίσει αρχικά όλον αυτόν τον θησαυρό της Ελληνικής Μυθολογίας -και όχι μόνο αυτή- που έχουμε από τους πανάρχαιους προγόνους μας;


Πηγές: 1. Ιστορία Γενέσεως της Ελληνικής Γλώσσας. Υπό Η. Λ. Τσατσόμοιρου. Εκδόσεις: Δαυλός Αθήνα 1991.
Ορθογραφικόν Ερμηνευτικόν Λεξικόν Υπό Δ. Δημητράκου. Εκδόσεις: Χρ. Γιοβάνη Αθήνα 1995
Ομήρου Οδύσσεια υπό Ζησίμου Σιδέρη. Εκδόσεις: Ο.Ε.Δ.Β. Αθήνα 1998.
Η Πυθαγόρεια Αριθμοσοφία υπό Νικόλα Μαριωρή. Εκδόσεις: Ομακοείο Αθηνών 1987.


ΤΑ ΓΡΑΜΜΑΤΑ ΚΑΙ ΟΙ ΣΗΜΑΣΙΕΣ ΤΟΥΣ
Α, άλφα = Άνθρωπος.
Κωδικές σημασίες: Άνθρωπος, Αρχή.
Νοηματικές προεκτάσεις: άθροισις, αφαίρεσις,
θαυμασμός, έκπληξις, οργή, χαρά.
Β βήτα = Βοή (ανέμου).
Κωδικές σημασίες: Βία – Βούλησις.
Νοηματικές προεκτάσεις: ορμή, ταραχή, έκρηξις, αναρπαγή, πλημμύρα, πυρκαγιά, ξερρίζωμα, αρπαγή, πόλεμος.
[Βία, Βίος, Βαίνω (=βαδίζω, περπατώ, εκκινώ, απέρχομαι, αποχωρώ, αποθνήσκω, παρέρχομαι, έρχομαι επακολουθώ, ίσταμαι, κείμαι, στηρίζομαι, εδράζομαι], Βαρύς, Βριθύς (=βαρύς), Βούλησις (=επιθυμία, θέληση) κ.α.]
Γ γάμμα = Χαράσσειν. (Απαρέμφατο του ρήματος χαράσσω)
Κωδικές σημασίες: Γράφειν – Γεννάν – Διανοίγειν
Νοηματικές εκφράσεις: τέμνω, κτυπώ, πελεκώ, λαξεύω, ξέω, φονεύω, αμύνομαι, διανοίγω (κατασκευάζω), γεωργώ, γράφω (οικοδομώ), γεννώ κ.α.
Δ δέλτα = Δούπος (=βαρύς κρότος, κτύπος, για κύματα ρόχθος).
Κωδικές σημασίες: Δύναμη – Δίκη.
Νοηματικές εκφράσεις: ισχύς, ευθύτητα, σκληρότητα, ακαμψία, ευθυκρισία [=η με ευθύτητα(=δικαιοσύνη, εντιμό-τητα, ειλικρίνεια) κρίση (=ικανότητα ορθής σκέψης, διανοητική διαύγεια και βαθύτητα, λογική, διαχωρισμός, ξεχώρισμα, σύγκριση δύο εννοιών ενώνοντας ή αποχωρίζοντας την μία με την άλλη, έκφραση, διατύπωση γνώμης, απόφανση)], το δωρίζειν χωρίς αμοιβή ή αντάλλαγμα, το αγαπάν, το προσφέρειν, το δραν οφέλιμα ή βλαβερά.
[Δίκη, Δεσμός, Δυγός, Διάνοια κ.λ.π]
Ε έψιλον = Ωθείν (με κραυγές “Ε!” καλείν, οδηγείν, στρέφειν).
Κωδικές σημασίες: Ελαύνειν – Εδράζειν.
Νοηματικές προεκτάσεις: εγείρω, εξέρχομαι, εγκαθιστώ, έρχομαι, ελλοχώ, ελαύνω, ένθα, εκεί, εντός, εκτός, έθος-έδος-Έλλην-ειμί κ.α.
Ζ ζήτα = ΣΔ = Σύνδεση Δυνάμεων – Ζεύξις.
Κωδικές σημασίες: Ζεύξις – Ζωή.
Νοηματικές προεκτάσεις: συνδέω, αυξάνω, συγκρατώ, δεσμεύω, συνθέτω.
[Ζεύγος, Ζυγός, Ζέω, Ζωή, ΖΕΥΣ].
Η ήτα = Φωτεινότης (= Ε μακρόν)
Κωδικές σημασίες: Φως- Ήρως (Αρετή).
Νοηματικές προεκτάσεις: ήβη, ήλιος, ημέρα, ηδονή, ήμερος, ηγάθεος, ηνεμόεις, ήπιος, ήσυχος, ήτορ (καρδιά).
[ήχος, Ήρα, Ηρακλής, Ήλεκτρον, ηγεμών, Ηώος, ήρως (ορα-τότητα, παρατήρηση, διεισδυτικότητα)].
Θ θήτα = Θρόος (= ο θόρυβος)
Κωδικές σημασίες: Θάειν (βλέπειν), Θεός.
Νοηματικές προεκτάσεις: θήραμα, θόρυβος, θραγμός, θρόος, θάμνος, θέσις, θοός, θρήνος, θέα, θήρα, θύρα, θηλειά, Θεός, θυμός, θάρρος, θάνατος κ.α.
Ι ιώτα = Οξύς ήχος – Ακτίς.
Κωδικές σημασίες: Ιθύνειν (κατευθύνειν, καθοδηγείν, καθιστάναι κάτι ευθύ), Ίσχειν (κρατείν, συγκρατείν κ.λ.π.).
Κ κάππα = Ήχος του καταφερομένου κτυπήματος (“ΚΑΓΚ”) – Κύκλος.
Κωδικές σημασίες: Με κτυπήματα Διαχωρίζειν, Κράτος – Κάρα (κεφαλή).
Νοηματικές προεκτάσεις: κάθαρση, καθαιρώ, κακός, κάλλος, καλός, κατά, κείω, κείρω, κενός, κέρας, κάλα (ξύλα), κήρυξ, κινώ, κλεις κ.α.
Λ λάβδα = Λάας ή Λας (ο ορεινός βράχος, από την σχισμή του οποίου ρέει κε-λα-ρύζον το νερό) – Λάλος = αυτός που παράγει ήχο μονότονο ως φλυαρία.
Κωδικές σημασίες: Λόγος – Λαμπρός.
Νοηματικές προεκτάσεις: λείος, λευκός, λεπτός, λιπαρός, λιγύς, λίθος, λόγος, λύρα, λύπη, λύχνος, λύω κ.α.
Μ μύ [Ιων. Μώ ή μοο] = Μόγος(=ταλαιπωρία, μόχθος) –
Οι-μώζειν (οι ωδίνες του τοκετού)
Κωδικές σημασίες: Μάτηρ (μήτηρ/μητέρα) – Μάθος (μάθηση).
Νοηματικές προεκτάσεις: μά (όρκος), μάω, μαντική, Μούσα, (ρίζα μαθ-) μανθάνω, (ρίζα μα-) μετρέω, (ρίζα ματ-) μήτις, μέλος, μουσική, μαστός, μάζα κ.α.
Ν νύ = Νη-νυ-ρίζειν = (η φωνή του νηπίου που κλαίει)
Κωδικές σημασίες: Ναίειν (κατοικείν) – Νέμειν (διανέμειν).
Νοηματικές προεκτάσεις: Νηός (σπήλαιο), Νηδύς (μήτρα), Νηνίον (παιδί), Νομός (βοσκή), Νόμος (χρήση, συνήθεια και όλα όσα έχουν διανεμηθεί ή κάποιος κατέχει ή μεταχειρίζεται), νέμω (διανέμω, μοιράζω και από την ίδια ρίζα νέμησις, νεμέτωρ, νομή, νεμεύς, νόμος, νομίζω, νόμισμα, και ίσως και Νέμεσις), Νόος, Νόστος, Νυξ κ.α.
Ξ ξί ή ξύ ή ξεί = Ξαίνειν (ξέειν)
Κωδικές σημασίες: Ξύειν, Ξένος.
Νοηματικές προεκτάσεις: Ξανθός, Ξηρός, Ξόανο, Ξύλο, Ξένος, Ξυνός κ.α.
Ο ο μικρόν = Οίκος (χώρος).
Κωδικές σημασίες: Πας χώρος – Έκταση.
Νοηματικές προεκτάσεις: Δείξιν (δεικτική αντωνυμία), διέγερσις προσοχής ο μεν… ο δε κ.λ.π χώρος, οδός, οδύνη, όγος, οίκος, οίνος, οίομαι, οιωνός, όλβιος, όλεθρος, ολίγος, Όμηρος, όναρ, όνομα, οξύς, οπή, όπλο, ορώ, όφελος κ.α.
Π πεί ή πί = Πνοή (ανέμου) – Κίνησις.
Κωδικές σημασίες: Πνοή – Πλήσσειν – Πέλαγος.
Νοηματικές προεκτάσεις: πάγος, παλαιός, πάλλω, πάλιν, πας, παρά, πηγή, πέρας, Πελασγός, πρό, προς κ.α.
[Πείθω, πάλαι, πατάσσω, πάσχω, πατήρ, πελάζω, πυκνός, πώλος (το μικρό άλογο), πωλέω (πωλώ) κ.α.]
Ρ ρώ = Ροή (κίνηση προς την θάλασσα του υγρού στοιχείου).
Κωδικές ονομασίες: Κίνηση – Ρήμα – Ρυθμός.
Νοηματικές προεκτάσεις: ράπτω, Ρέζω (ενεργώ), ρήξις, ρίζα, ριπή, ρίπτω, ρόχθος, ρυμός κ.α.
Σ σίγμα = Παλίνδρομος κίνηση.
Κωδικές ονομασίες: Σείειν – Σήμα.
Νοηματικές προεκτάσεις: Σαίνω (για τους σκύλους κουνώ την ουρά), σαυίς (θύρα = πόρτα), σάρξ (σάρκα), σάφα (φανερώς), σέβας (φόβος μετά σεβασμού), σειρήνα, Σείριος, σείω, σείσων, σεύω (ελαύνω), σήμα (σημείο), σήθω (κοσκινίζω), σίγμα (Σ= το γράμμα που σχηματίζεται με τις παλινδρομικές κινήσεις της γραφίδας), σίδηρος, σίνομαι (βλάπτω), σίτος, σχάζω (σκορπίζω), Σκέλος, σκέπας, σκήπτρο, συν κ.α.
Τ ταυ = τύπος (ο ήχος της λάξευσης)
Κωδικές ονομασίες: Τύπτειν – Τέχνη.
Νοηματικές προεκτάσεις: Τάλαντον (ζυγαριά), Τάλαρος (καθάθι που τοποθετούσαν το νέο τυρί), τάλας (πάσχων), τανύω (εκτείνω), ταράσσω (ρίζα ταραχ-), Τάρταρος (ο Ωκεανός), ταύρος, τάχα, τε (και), τείνω, Τείρεα (οι αστερισμοί στον ουρανό), τείχος, τοίχος, τέκος, τέκνων, τελαμών, τέλειος, τέλος, τέρας, τέχνη.
Υ ύ ψιλόν = Υγρόν
Κωδικές ονομασίες: Υγρόν – Κοιλότητα.
Νοηματικές προεκτάσεις: Υάδες, Υετός, Ύαλος, Ύβρις, Υδρία, Ύδωρ, Υιός, Ύλη (δάσος), Υμήν, Ύμνος (ρίζα υφ-), Υπό, Υπέρ, Ύπνος, Υφαίνω κ.α.
Φ φι = Φως.
Νοηματικές προεκτάσεις: Φάω (λάμπω), φαίνω (φέρνω στο φως) φάλος (της περικεφαλαίας), φάρος (μεγάλο τεμάχιο υφάσματος), φάρυγξ, φέρω (ρίζα φερ-), φεύγω (ρίζα φυγ-), φημί (ρίζα φα-), φθόγγος, φθίω, φιλέω, φόβος, φονή (σφαγή), φράζω (δεικνύω), φρήν (το στήθος ως έδρα των παθών αλλά και της διάνοιας), φύλαξ, φυλή, φύλο, φύσις, φύω, φωνή κ.α.
Χ χι = χαρά.
Κωδικές ονομασίες: Χειρ – χάος (ρήγμα, διάνοιξις, διαχωρισμός)
Νοηματικές προεκτάσεις: χάζω (αναγκάζω κάποιον σε αποχώρησιν), χαίρω, χαλεπός, χαλινός, χαλκός, χάλυψ (διαμάντι ή χυτοσίδηρος), χειμών, χέω, χιών, χοάνη, χορός, χόριον, χράω (επιπίπτω), χρήμα, χρησμός, χρόνος, χρυσός, χύμα, χυτός, χωρέω (κινούμαι προς τα εμπρός), χώρος (τόπος, χώρα, γη) κ.α.
Ψ ψί = Ψαύειν.
Κωδικές ονομασίες: Ψάω (ρίζα ψα-) – Ψυχή, Ψυχρός.
Νοηματικές προεκτάσεις: Ψάλλω, Ψάμμος, Ψεύδος, Ψιλός.
Ω ώ μέγα (ή οο ή ΟΥ)(ΟΥ ΤΙ ΔΑΝΟΣ) = Ωρανός (ο μέγιστος χώρος)
Κωδικές σημασίες: Μέγας χώρος – Άπειρο – Σύμπαν.
Νοηματικές προεκτάσεις: Ωκεανός, Ωκύς, Ώμος, Ώρα, Ωρίων, Ως, Ωσπερ, Ωψ.

Κατά την ανάλυση των στοιχείων (γραμμάτων) του Ελληνικού Αλφαβήτου δεν συμπεριελήφθησαν τα προ πολλού Ελληνικά γράμματα ως “παράσημα” δηλαδή κίβδηλα.Αυτά είναι με την σειρά που εικονίζονται το F (δίγαμμα), το οποίο κατείχε την 6η θέση στο Ελληνικό αλφάβητο και αντικαταστάθηκε αργότερα από το αριθμητικό σύμβολο ς΄ = 6 προφερόμενο ως “σίγμα”.
Το γράμμα αυτό βρίσκεται στις Δωρικές διαλέκτους της Λακωνικής, Ηρακλείας, Άργους, Κορίνθου, Κορκύρας, Μεγάρων, Κρήτης, Αχαΐας, Λοκρίδος, Φωκίδος, Δελφών, Θεσσαλίας, Ήλιδος, Αρκαδίας, Κύπρου, Παμφυλίας, Βοιωτίας.
Σε αυτές τις διαλέκτους (ιδιώματα) το F φαίνεται ότι είχε μεγάλη διάδοση, συναντάται δε σε πάρα πολλές επιγραφές.
Οι παλαιότεροι γραμματικοί γνώριζαν το F (από τις επιγραφές που βρίσκονταν παντού ή από τα διαλεκτικά ποιήματα) στα χρόνια δε που το σύμβολο αυτό ήταν ήδη “νεκρό”, αγνοούσαν την φύση του αλλά και το αρχαίο του όνομα, ονόμασαν αυτό δίγαμμα, που σημαίνει διπλό γάμμα, βλέποντες την εξωτερική του μορφή Το πρόφεραν δε και βου κατά το Λατινικό γράμμα V (vau), το οποίο ετυμολογικά νομίστηκε ταυτόσημο, και έτσι τότε ως φωνήεν μεν εξηλληνίζοταν δια του “ΟΥ” ως δε σύμφωνο δια του συμφωνοειδούς Υ (ευθύς, ευρύς, ευεργέτης) ή του Β.
Το “παράσημο” Q ή ή προφερόμενο ως “κόππα” του παλιού Ελληνικού αλφάβητου, το οποίο βρίσκεται μέν σε επιγραφές και σε αρκετές διαλέκτους σαν άλλο “Κ” σώθηκε δε ως “παράσημο” ή αριθμός ΄=90.
Ώφειλε δε το όνομα κόππα να γράφεται Qόππα καθ’ όσο “παν στοιχείον αφ’ εαυτού άρχεται” [Σχόλ. Εις Διονύσ. Θράκα 325,6].
Επειδή δε ως γράμμα το σύμβολο Q βρίσκεται σχεδόν πάντα πριν το Ο ή Υ (το οποίο τότε φωναζόταν ως ου), ακόμα δε και πριν από σύμφωνα, συνάγεται ότι προφερόταν όπως σε μας το “Κ” με υπό τις ίδιες συνθήκες, ήταν δηλαδή ως λαρυγγικό “Κ”. (π.χ. κάτω, κώμη, κρίσις, κτήμα).
Παραδείγματα: Qόραξ, Qοσμία, ΓλαύQος, ΓλαυQκώπιδι, ΈQτωρ, ΠάτροQλος, ΛήQυθος, κ.λ.π.
Και τέλος, το “Παρακύημα” (σαμπί), το οποίο ονομάστηκε έτσι γιατί ήταν τοποθετημένο έξω από τα 24 γράμματα του Ελληνικού αλφαβήτου και εχρησιμοποιείτο μόνο ως αριθμητικό με την τιμή 900.

Πολυζώης Γιώργος /2006
PAGAN Σχολείο: ΑΡΙΣΤΟΤΕΛΗΣ

Τάξη: Α΄ Γυμνασίου
Κύκλος Μαθημάτων: Από την Αρχαία Ελληνική Παράδοση