Θρύλοι, μύθοι και παραμύθια και αφόρητα κλισέ στροβιλίζονται γύρω της εδώ και αιώνες.
«Τόση φασαρία για έναν βράχο;», θα σκεφτείς.
Μα, όπως όλοι, θα υποκύψεις και θα υποκλιθείς.
Και θα πεις κι «ευχαριστώ» γιατί «γνωρίζεις τι της οφείλεις» που έγραφε κι ο ποιητής.
Είναι που σου κάνει τη χάρη… και κρατιέται ακόμη στη στεριά και δεν σαλπάρει!
Ο μπαρμπα-Μήτσος στηρίζεται στις επάλξεις να ξαποστάσει και πίσω του το φιδωτό καλντερίμι εξαφανίζεται μέσα στις «δρομικές».
Είναι ένας από τους 8 κατοίκους του κάστρου, του μοναδικού, για την ακρίβεια, αδιάκοπα κατοικημένου κάστρου στην Ευρώπη, της Μονεμβασιάς.
Αποκαλεί εαυτόν «μοναχογιό της Μονεμβάσιας» καθώς είναι ο μοναδικός γηγενής κάτοικος.
Οι διηγήσεις του εντείνουν το ταξίδι στον χρόνο.
Και αλλάζουν όσα ήξερες μέχρι τώρα για τη Μονεμβάσια.
Εκείνος δεν μιλά για ειδυλλιακά ηλιοβασιλέματα και παραμύθια με ιππότες και νεράιδες, δεν έχει να θυμάται από εδώ αξέχαστες διακοπές και ρομαντικά σαββατοκύριακα.
Δεν αποκαλεί τη Μονεμβασιά «πέτρινο καράβι», «Γιβραλτάρ της Ανατολής», «μενεξεδένια καστροπολιτεία» ή «υπερνεφελές φρούριο».
Μιλά για τον αέρα που σφυρίζει στα περάσματα όταν φθινοπωριάζει, για την αντάρα του ουρανού και τα αστροπελέκια που κάνουν τον βράχο να τρίζει τον χειμώνα.
Για τους θρύλους που γεννήθηκαν πίσω από τις «δρομικές» (θόλοι) και τα άυλα πλάσματα που δονούν τον βράχο και σχηματίζουν σκιές.
«Εγώ εδώ γεννήθηκα, εδώ έζησα όλη τη ζωή μου, εδώ θα πεθάνω» λέει. «Κι όλο το Τατόι να μου έδιναν τη Μονοβάσια μου δεν θα την άλλαζα!
Για μένα το εξωτερικό είναι μετά τη γέφυρα!».
Θυμάται τα λόγια των ιστορικών και σου μιλά για τους Βυζαντινούς και τους Ενετούς, τα λόγια των παλιών που περιέγραφαν τις μέρες των Τούρκων αλλά και τα συναισθήματά του όταν το άγρυπνο βλέμμα των Γερμανών τον παραφυλούσε πίσω από τις στοές καθώς πετούσε κουραμάνες στα χωράφια «για να τις βρουν οι κακόμοιροι οι Μονεμβασιώτες να μην πεθάνουνε».
Την είπαν πόλη-άγαλμα και πόλη-μουσείο. Μέγα λάθος.
Ούτε προθήκες ούτε η ακινησία του μαρμάρου υπάρχουν εδώ.
Η πέτρινη πολιτεία που γέννησε τον Ρίτσο ζει ακόμη σε ενεστώτα χρόνο.
Ο Μονεμβασιώτης ποιητής παρομοίασε τον βράχο με πέτρινο καράβι, ο Στρατής Μυριβήλης με πελώριο πολεμικό κράνος, ο Νίκος Καζαντζάκης με θεριό που ενεδρεύει.
Θα συμφωνήσεις με όλους (πώς αλλιώς;) και φυσικά δεν θα τολμήσεις να ψάξεις για άλλες παρομοιώσεις. Για την ύπαρξη αυτού του εντυπωσιακού βράχου που ενέπνευσε μεγάλους συγγραφείς και ταπεινούς επισκέπτες ευθύνεται ένας σεισμός, εκείνος του 375 μ.Χ. που καταβύθισε πολλές αρχαίες λακωνικές πόλεις και απέκοψε το βράχο από την Πελοπόννησο.
Οι πρώτοι οικιστές του βράχου ήταν Λακεδαίμονες oι οποίοι ίδρυσαν, τον 6ο αιώνα, την Ανω Πόλη, που παρείχε ασφάλεια από τις επιδρομές των βαρβαρικών φύλων.
Η θέση και η ιδιαιτερότητα της Μονεμβασιάς την κατέστησαν φυσικό οχυρό το οποίο δεν θα μπορούσε παρά να αποτελεί «μήλον της Εριδος» για τους κατακτητές.
Ετσι, πέρασε συνεχείς περιόδους κατοχής κατά τις οποίες Φράγκοι, Ενετοί, Τούρκοι εναλλάσσονταν διαρκώς μεταξύ τους, αφήνοντας βεβαίως στο κάστρο και τα σημάδια τους, που παραμένουν ορατά μέχρι σήμερα.
Οι περισσότεροι την ξέρουν ως Μονεμβασιά, τα γεωγραφικά λεξικά την αναφέρουν ως Μονεμβασία και για τους ντόπιους είναι η Μονοβάσια ή Μονομπάσια.
Οι Ενετοί την έλεγαν Μαλβάζια ή Μαλβαζία, οι Φράγκοι Μαλβουαζί, οι Αραβες Μπενεφσέ, δηλαδή βιολέτα, και οι Τούρκοι Μενεξέ Καλεσί (Κάστρο των λουλουδιών).
Η μοναδική είσοδος («μόνη έμβασις») που ευθύνεται για την εύστοχη ονομασία της είναι η γέφυρα που την ενώνει με την υπόλοιπη Πελοπόννησο και οδηγεί στην ισχυρή πύλη του κάστρου. Κατασκευάστηκε στις αρχές του 20ού αιώνα αντικαθιστώντας την ανασυρόμενη του 6ου αιώνα με τους 14 θόλους.
Αυτή η μοναδική «έμβαση» κυριολεκτικά και συμβολικά, λειτούργησε και λειτουργεί για τη σύνδεση ή τον αποκλεισμό του κάστρου, ανάλογα με την ιστορική στιγμή ή… τη διάθεση των επισκεπτών. Δεν είναι η μοναδική αντίφαση:
το χθες και το σήμερα, τα δεσμά και η ελευθερία, η ζωή και ο θάνατος, συγκρούονται αδιάκοπα στη Μονεμβασιά, αιώνες τώρα.
Σαράντα εκκλησίες υπήρχαν στη Μονεμβασιά σύμφωνα με το θρύλο. Βεβαίως ο αριθμός δεν αποδεικνύεται καθώς έχουν καταγραφεί περί τους 24 ναούς, εντούτοις σύμφωνα πάντα με τους ερευνητές, αν συνυπολογιστούν οι εκτός των τειχών ναοί καθώς και οι κατεστραμμένοι που αναφέρονται στις ιστορικές πηγές, ο αριθμός μοιάζει πιθανός.
«Τόση φασαρία για έναν βράχο;», θα σκεφτείς.
Μα, όπως όλοι, θα υποκύψεις και θα υποκλιθείς.
Και θα πεις κι «ευχαριστώ» γιατί «γνωρίζεις τι της οφείλεις» που έγραφε κι ο ποιητής.
Είναι που σου κάνει τη χάρη… και κρατιέται ακόμη στη στεριά και δεν σαλπάρει!
Ο μπαρμπα-Μήτσος στηρίζεται στις επάλξεις να ξαποστάσει και πίσω του το φιδωτό καλντερίμι εξαφανίζεται μέσα στις «δρομικές».
Είναι ένας από τους 8 κατοίκους του κάστρου, του μοναδικού, για την ακρίβεια, αδιάκοπα κατοικημένου κάστρου στην Ευρώπη, της Μονεμβασιάς.
Αποκαλεί εαυτόν «μοναχογιό της Μονεμβάσιας» καθώς είναι ο μοναδικός γηγενής κάτοικος.
Οι διηγήσεις του εντείνουν το ταξίδι στον χρόνο.
Και αλλάζουν όσα ήξερες μέχρι τώρα για τη Μονεμβάσια.
Εκείνος δεν μιλά για ειδυλλιακά ηλιοβασιλέματα και παραμύθια με ιππότες και νεράιδες, δεν έχει να θυμάται από εδώ αξέχαστες διακοπές και ρομαντικά σαββατοκύριακα.
Δεν αποκαλεί τη Μονεμβασιά «πέτρινο καράβι», «Γιβραλτάρ της Ανατολής», «μενεξεδένια καστροπολιτεία» ή «υπερνεφελές φρούριο».
Μιλά για τον αέρα που σφυρίζει στα περάσματα όταν φθινοπωριάζει, για την αντάρα του ουρανού και τα αστροπελέκια που κάνουν τον βράχο να τρίζει τον χειμώνα.
Για τους θρύλους που γεννήθηκαν πίσω από τις «δρομικές» (θόλοι) και τα άυλα πλάσματα που δονούν τον βράχο και σχηματίζουν σκιές.
«Εγώ εδώ γεννήθηκα, εδώ έζησα όλη τη ζωή μου, εδώ θα πεθάνω» λέει. «Κι όλο το Τατόι να μου έδιναν τη Μονοβάσια μου δεν θα την άλλαζα!
Για μένα το εξωτερικό είναι μετά τη γέφυρα!».
Θυμάται τα λόγια των ιστορικών και σου μιλά για τους Βυζαντινούς και τους Ενετούς, τα λόγια των παλιών που περιέγραφαν τις μέρες των Τούρκων αλλά και τα συναισθήματά του όταν το άγρυπνο βλέμμα των Γερμανών τον παραφυλούσε πίσω από τις στοές καθώς πετούσε κουραμάνες στα χωράφια «για να τις βρουν οι κακόμοιροι οι Μονεμβασιώτες να μην πεθάνουνε».
Την είπαν πόλη-άγαλμα και πόλη-μουσείο. Μέγα λάθος.
Ούτε προθήκες ούτε η ακινησία του μαρμάρου υπάρχουν εδώ.
Η πέτρινη πολιτεία που γέννησε τον Ρίτσο ζει ακόμη σε ενεστώτα χρόνο.
Ο Μονεμβασιώτης ποιητής παρομοίασε τον βράχο με πέτρινο καράβι, ο Στρατής Μυριβήλης με πελώριο πολεμικό κράνος, ο Νίκος Καζαντζάκης με θεριό που ενεδρεύει.
Θα συμφωνήσεις με όλους (πώς αλλιώς;) και φυσικά δεν θα τολμήσεις να ψάξεις για άλλες παρομοιώσεις. Για την ύπαρξη αυτού του εντυπωσιακού βράχου που ενέπνευσε μεγάλους συγγραφείς και ταπεινούς επισκέπτες ευθύνεται ένας σεισμός, εκείνος του 375 μ.Χ. που καταβύθισε πολλές αρχαίες λακωνικές πόλεις και απέκοψε το βράχο από την Πελοπόννησο.
Οι πρώτοι οικιστές του βράχου ήταν Λακεδαίμονες oι οποίοι ίδρυσαν, τον 6ο αιώνα, την Ανω Πόλη, που παρείχε ασφάλεια από τις επιδρομές των βαρβαρικών φύλων.
Η θέση και η ιδιαιτερότητα της Μονεμβασιάς την κατέστησαν φυσικό οχυρό το οποίο δεν θα μπορούσε παρά να αποτελεί «μήλον της Εριδος» για τους κατακτητές.
Ετσι, πέρασε συνεχείς περιόδους κατοχής κατά τις οποίες Φράγκοι, Ενετοί, Τούρκοι εναλλάσσονταν διαρκώς μεταξύ τους, αφήνοντας βεβαίως στο κάστρο και τα σημάδια τους, που παραμένουν ορατά μέχρι σήμερα.
Οι περισσότεροι την ξέρουν ως Μονεμβασιά, τα γεωγραφικά λεξικά την αναφέρουν ως Μονεμβασία και για τους ντόπιους είναι η Μονοβάσια ή Μονομπάσια.
Οι Ενετοί την έλεγαν Μαλβάζια ή Μαλβαζία, οι Φράγκοι Μαλβουαζί, οι Αραβες Μπενεφσέ, δηλαδή βιολέτα, και οι Τούρκοι Μενεξέ Καλεσί (Κάστρο των λουλουδιών).
Η μοναδική είσοδος («μόνη έμβασις») που ευθύνεται για την εύστοχη ονομασία της είναι η γέφυρα που την ενώνει με την υπόλοιπη Πελοπόννησο και οδηγεί στην ισχυρή πύλη του κάστρου. Κατασκευάστηκε στις αρχές του 20ού αιώνα αντικαθιστώντας την ανασυρόμενη του 6ου αιώνα με τους 14 θόλους.
Αυτή η μοναδική «έμβαση» κυριολεκτικά και συμβολικά, λειτούργησε και λειτουργεί για τη σύνδεση ή τον αποκλεισμό του κάστρου, ανάλογα με την ιστορική στιγμή ή… τη διάθεση των επισκεπτών. Δεν είναι η μοναδική αντίφαση:
το χθες και το σήμερα, τα δεσμά και η ελευθερία, η ζωή και ο θάνατος, συγκρούονται αδιάκοπα στη Μονεμβασιά, αιώνες τώρα.
Σαράντα εκκλησίες υπήρχαν στη Μονεμβασιά σύμφωνα με το θρύλο. Βεβαίως ο αριθμός δεν αποδεικνύεται καθώς έχουν καταγραφεί περί τους 24 ναούς, εντούτοις σύμφωνα πάντα με τους ερευνητές, αν συνυπολογιστούν οι εκτός των τειχών ναοί καθώς και οι κατεστραμμένοι που αναφέρονται στις ιστορικές πηγές, ο αριθμός μοιάζει πιθανός.