«Τα εις -έας και εις -άκης είναι φύσει Μανιατάκης,
τα εις -έας και εις -άκος είναι πάντα Μανιατάκος,
τα εις -όπουλος και –πούλος είναι μπάσταρδος και μούλος»
Είναι λαϊκή έκφραση στη Μάνη
|
Πολύ περισσότερο, πιστεύουμε, αυτή είναι αναγκαία για την κατανόηση των θεσμών της Μάνης, γιατί εδώ τα επώνυμα παίζουν σπουδαιότατο ρόλο στη συνοχή τη συγκρότηση των διαφόρων συγγενικών ομάδων.
Ο πυρήνας του μανιάτικου επωνύμου προέρχεται, στο μεγαλύτερο ποσοστό, όπως και σε άλλες περιοχές της Ελλάδας, από πατρώνυμο, παρωνύμιο (παρατσούκλι), επαγγελματικό ή εθνικό όνομα (πατριδωνυμικό) με την προσθήκη, συνήθως, των παραγωγικών καταλήξεων -άκης, -έας, -άκος και σπανιότατα -άρος, -ούνης (ούνιας).
Άλλες καταλήξεις, γνωστές από ορισμένες περιοχές της Ελλάδας, όπως -ούδης, -ίδης, -πούλος, συναντώνται σε πολύ μικρό αριθμό στη Μάνη (Νικολούδης, Κουταλίδης από τη Μηλιά και τη Σελίνιτσα του τέως δήμου Λέκτρου, Στεφανόπουλος, η γνωστή οικογένεια από το Οίτυλο, Παπαδόπουλος από τη μεγάλη Καστάνια, Γεωργόπουλος από τους Πιόντες κ.ά.).
Πάντως, η γενικότερη αντίληψη είναι πως τα επώνυμα των τελευταίων τύπων δεν είναι γνήσια μανιάτικα.
Στην κατηγορία των τυπικών μανιάτικων επωνύμων πρέπει να προστεθούν επιπλέον όσα σχηματίζονται με το πατρώνυμο και το βαπτιστικό· π.χ. Γιαννακόδημος (δηλαδή ο Δήμος του Γιαννάκου), ή με το όνομα του παππού και το συνθετικό εγγόνας· π.χ. Γιαννόγγονας (Πετράγγονας). Τα τελευταία είναι συνηθισμένα στη Μέσα και Νότια Προσηλιακή Μάνη.
Εκτός από τα ανωτέρω τυπικά ονόματα με τις γνωστές καταλήξεις υπάρχουν, σε μεγάλη έκταση, και επώνυμα που προέρχονται, όπως σημείωσα, από παρωνύμια (παρατσούκλια), χωρίς αυτές τις καταλήξεις· π.χ. Κελεπούρης, Κουλουμπέρης κ.ά., καθώς και αυτά που σχηματίζονται με το παρωνύμιο και το βαπτιστικό Καλογερόγιαννης (Καλόγερο + Γιάννης), Βαβουλόγιαννης (Βαβουλάς + Γιάννης), Κουτσολιάς (Κουτσός + Ηλίας), Κουφογιάννης (Κουφός + Γιάννης) κ.ά.
- Από τη μελέτη των επωνύμων των γενεαλογιών που συγκέντρωσα, τα τυπικά σε -άκης, -έας και -άκος επώνυμα έχουν συχνότητα γύρω στα 60%,
- ενώ τα άτυπα γύρω στα 40%,
- επίσης, επώνυμα, που ήταν αρχικά παρωνύμια (παρατσούκλια) ή προέρχονται απ’ αυτά, φθάνουν γύρω στα 65%,
- αυτά που προέρχονται από επαγγελματικά ονόματα σε 5% και 5) εκείνα που προέρχονται από πατρώνυμα γύρω στα 30%.
Σε ορισμένα μάλιστα χωριά της Έξω Μάνης του τέως Δήμου Καρδαμύλης η απόδοση των παρωνυμιών χαρακτηρίζεται από ολόκληρη «τελετουργία».
Συγκεντρώνονται όλοι στο καφενείο, όπου καλούν και τον υποψήφιο, χωρίς να το γνωρίζει, για το χαρακτηρισμό.
Εκεί προσπαθούν να ξεχωρίσουν κάτι περίεργο από τη συμπεριφορά του και τη μορφή του.
Όποιος το εντοπίσει πρώτος, σηκώνει το ποτήρι και λέει:
«να μας ζήσεις τάδε (παρατσούκλι)», βλ. λεπτομέρειες: Σ.Λ. χφ 1647, σ. 181-185 (Γεωργ. Μπεσμπέα, Εξωχώρι Καλαμάτας 1972).
Πρέπει, εξάλλου, να αναφέρουμε πως ένας Μανιάτης μπορεί να έχει, εκτός από το επίσημο επώνυμο με το οποίο «γράφεται», περισσότερα ονόματα (παρεπώνυμα), που προέρχονται από την ονομασία των γενούν και των διάφορων κλάδων και υποκλάδων τους, η χρήση τους όμως είναι διαφορετική.
Τα εις -άκης είναι τα παλαιότερα.
Από τα επώνυμα με τις τυπικές μανιάτικες καταλήξεις αυτά που καταλήγουν σε -άκης είναι τα παλαιότερα.
Τα συναντάμε ήδη σε διάφορα έγγραφα που έχουν φτάσει ως εμάς και χρονολογούνται απ’ το 1600 και εξής.
Τα ανωτέρω επώνυμα είχαν αρχικώς υποκοριστική σημασία, που αργότερα εξελίχθηκε σε πατρωνυμική.
Ο σχηματισμός τους έπαψε, καθώς φαίνεται, οριστικά γύρω στα 1800, οπότε τα επώνυμα αυτά αντικαταστάθηκαν από εκείνα που έχουν καταλήξεις -έας και -άκος, τα γνωστά τυπικά μανιάτικα.
Τα επώνυμα με τις καταλήξεις σε -άκης διατηρούνται μέχρι τελευταία στη μανιάτικη αποικία της Κορσικής, γιατί η ιστορική μοίρα των Μανιατών αυτών υπήρξε διαφορετική.
Γνωρίζουμε βέβαια ότι τα επώνυμα σε -άκης επιχωριάζουν σήμερα κυρίως στην Κρήτη.
Αυτός είναι ένας λόγος, που μερικοί Μανιάτες, όχι λόγιοι ασφαλώς, πιστεύουν ότι όσοι έχουν τέτοια επώνυμα, κατάγονται από το ανωτέρω νησί.
Φαίνεται ότι πολλοί οδηγήθηκαν σ’ αυτή την εσφαλμένη αντίληψη, επειδή τα ονόματα αυτά έπαψαν να σχηματίζονται κατά τη νεώτερη περίοδο.
Άλλος λόγος που προκαλεί τη σύγχυση είναι ότι και οι Μανιάτες παλαιότερα φορούσαν βράκες. Οπωσδήποτε πρέπει να εγκαταστάθηκαν Κρητικοί στη Μάνη καθώς και Μανιάτες στην Κρήτη, αλλά υστερότερα, ιδιαίτερα στις κρίσιμες ιστορικές στιγμές, όπως τα 1669 (υποταγή της Κρήτης στους Τούρκους), καθώς και στα 1715 (ανακατάληψη της Πελοποννήσου από τους Τούρκους) και 1770 (μετά τα Ορλωφικά).
Συνεπούς, τα επώνυμα αυτά δεν έχουν καμιά σχέση με τα παλαιότερα μανιάτικα, που υπήρχαν, όπως είδαμε, πριν από το 1600.
Συνάγεται, εξάλλου, με βάση τη μελέτη των παλαιότερων κρητικών εγγράφων, ότι ονόματα σε -άκης ουσιαστικά δεν συναντώνται στην Κρήτη πριν από το 1700.
Απ’ αυτό πρέπει να δεχτούμε ότι είναι πιθανότερη η μανιάτικη επίδραση στο σχηματισμό των κρητικών επωνύμων.
Ο λόγος της υπάρξεως των ανωτέρω επωνύμων στη Μάνη οφείλεται στο γεγονός ότι προέρχονται από ένα παλαιό βυζαντινό πολιτιστικό στρώμα.
Τα παλαιότερα αυτά ονόματα είχαν αρχική κατάληξη σε -άκιος (πρβλ. Σταυράκιος, Ισαάκιος),
που μετέπεσε σε -άκης.
Αυτά διατηρήθηκαν στην Κρήτη, ενώ στη Μάνη μετά το 1800 αντικαταστάθηκαν από τα επώνυμα σε -έας και -άκος.
Όπως ήδη αναφέραμε, τα επώνυμα σε -άκης είναι τα παλαιότερα.
Γι’ αυτό είναι πιθανό, όταν συναντούνται, να αποδίδονται σε παλαιότερα γένη της Μάνης και μάλιστα σε ιδιαίτερους σχηματισμούς με περιεκτική σημασία, όπως Ροβυθιάνοι, Μπουτζουναριάνοι, Μιχαλακιάνοι (από το Ροβυθάκης, Μπουτζουναράκης, Μιχαλακάκης) κ.ά., δηλαδή αυτοί που ανήκουν σ’ αυτό το γένος.
Οι σχηματισμοί αναφέρονται σε μια κατηγορία, σε ένα σύνολο δηλαδή μελών γένους, και δεν γίνεται συνήθους χρήση τους ως επωνύμων.
Στις ηγετικές όμως οικογένειες το πρωταρχικό όνομα του γένους αρκετά συχνά διατηρείται και ως επώνυμο, γιατί για λόγους πολιτικούς και γοήτρου, οι οικογένειες αυτές έχουν μεγαλύτερη συνοχή· π.χ. Τρουπάκης, Τρουπιάνοι, αλλά και Τρουπάκηδες.
Στις άλλες περιπτώσεις λέγεται: αυτός είναι Ροβυθιάνος – και όχι αυτός λέγεται Ροβυθάκης ή Ροβυθιάνος.
Απ’ αυτόν πάλι τον περιεκτικό τύπο έχουμε το σχηματισμό αντίστοιχων επιθέτων με τις καταλήξεις -ιάνικος -η-ο-α. π.χ. «τα Ροβυθιάνικα», δηλαδή ο μαχαλάς των Ροβυθιάνων, τα «Ξανθιάνικα αλώνια», δηλαδή τα αλώνια που ανήκουν στους Ξανθιάκους. Τα επώνυμα σε -άκης δεν συναντώνται σε μιαν ορισμένη περιοχή της Μάνης, αλλά σε όλη την έκτασή της.
Τα εις -έας Τα επώνυμα που λήγουν σε -έας δεν έχουν τόσο παλαιά επίδοση, όσο τα πρώτα.
Σε έγγραφα, που χρονολογούνται από τα 1618 και ύστερα, τα ονόματα αυτά συναντώνται σπανιότατα, για να γίνουν συχνότερα μετά το 1730 και να γενικευθούν μετά το 1800.
Ο σχηματισμός τους συνεχίζεται μέχρι σήμερα.
Υπάρχει η λαϊκή αντίληψη ότι τα ανωτέρω ονόματα είναι πολύ αρχαία και σχηματίζονται κατά τον τύπο των, Αχιλλέας, Ατρέας, Τυδέας.
Τούτο, από επιστημονική άποψη, είναι ως ένα σημείο σωστό.
Ο Φαίδων Κουκουλές υποστηρίζει ότι τα μανιάτικα αυτά επώνυμα προέρχονται από παλαιά επαγγελματικά ονόματα και μεγεθυντικά επίθετα σε -έας, ενώ για τα άλλα που προέρχονται από πατρώνυμα πιστεύει ότι σχηματίζονται κατ’ αναλογία προς τα προηγούμενα απ’ τον πληθυντικό των γενών π.χ. Αντωναίοι – Αντωνέας.
Τα παράγωγα επίθετα από τα επώνυμα αυτού του είδους σχηματίζονται με τις καταλήξεις -έικος -η-ο-α, π.χ. τα Αντωνέικα (συνοικία χωριού), τα Χρηστέικα (οικισμός της Έξω Μάνης).
Τα επώνυμα σε -έας εξαπλώνονται από την περιοχή της Καλαμάτας και φτάνουν νότια ως το Οίτυλο και ανατολικά ως την Αράχοβα και τη μεγάλη Καστάνια.
Στα βόρεια, ίχνη επωνύμων με τέτοια κατάληξη συναντώνται ως την Αλαγονία.
Τα εις -ακος Η τρίτη κατηγορία των επωνύμων σε -άκος ακολουθεί την εξέλιξη των επωνύμων σε -άκης τα οποία αντικαθιστά.
Αρκετές φορές μάλιστα έχουμε και μετατροπές επωνύμων με καταλήξεις -άκης σε αντίστοιχα με -άκος (πρβ. Νηφάκης – Νηφάκος, Ροζάκης – Ροζάκος κ.ά.).
Και αυτά τα επώνυμα είναι υποκοριστικά, που μεταβάλλονται σε πατρωνυμικά.
Ετυμολογικά η κατάληξη -άκος βασίζεται στην παλαιότερη κατάληξη -άκιος με αποβολή του ιώτα. Ο σχηματισμός της όμως είναι μεταγενέστερος της καταλήξεως -άκης.
Τα αντίστοιχα περιεκτικά και αυτών των επωνύμων σχηματίζονται με την κατάληξη -ιάνοι, π.χ. Πουλικάκος – Πουλικιάνοι.
Τα επίθετα από τα επώνυμα αυτά σχηματίζονται, όπως και τα αντίστοιχα σε -άκης, με κατάληξη -ιάνικος, -η -ο -α, δηλαδή Πουλικιάνος, Πουλικιάνικα (συνοικία) κτλ.
Τα επώνυμα αυτής της κατηγορίας συναντώνται στην περιοχή της Μηλέας του τέως Δήμου Λεύκτρου και στο Οίτυλο, στη Μέσα και Προσηλιακή Μάνη και φτάνουν μέχρι τα Μπαρδουνοχώρια και την Επίδαυρο Λιμηρά, περιλαμβάνοντας ουσιαστικά όλη τη νότια Λακωνία.
Τα επώνυμα σε -έας και -άκος, ως μεταγενέστερα, από ομάδες ή υποδιαιρέσεις παλαιότερων γενών με επώνυμα συνήθως σε -άκης, ή σε γένη που έχουν δημιουργηθεί πρόσφατα με απόσχιση.
Ένας λόγος, που τα επώνυμα σε -έας και -άκος είναι τόσο διαδεδομένα, είναι ότι η ανάπτυξή τους συνέπεσε με τη δημιουργία των μητρώων των δήμων και των δημοτολογίων μετά το 1840, οπότε έπρεπε οι δημότες να δηλώσουν ποιο επώνυμο επιθυμούσαν να κρατήσουν και φυσικά αυτοί προτιμούσαν εκείνο, με το οποίο ήταν περισσότερο γνωστοί ή διακρίνονταν, δηλαδή της υποομάδας ή γενιάς του γένους.
Από άποψη εθνική, τα επώνυμα είναι, κατά το μεγαλύτερο ποσοστό, ελληνικής ετυμολογίας.
Πολλά μάλιστα έχουν βυζαντινή προέλευση.
Μερικά έχουν αρβανίτικη και αρβανιτοβλάχικη ετυμολογία ή προέλευση (όπως Σουλέας, Γκινάκης, Λεωτσάκος, Νταβάκης, Δριβάκος, Μερκούρης κ.ά.), καθώς και τουρκική (όπως Μπουγιουγκλάκης, Γιολντασέας, Γαρδάσης κ.ά.).
Συναντούνται επίσης, ελάχιστα με ιταλοβενετσιάνικη αφετηρία (όπως Βενετσανάκης, Πιερράκος, Λιμπεράκης, Καμπάνης) και πολύ λιγότερα με εβραϊκή (Αβραμάκης, Βρεόπουλος, Σολωμονάκης).
Μπορούμε, λοιπόν, να πούμε, ότι στα μανιάτικα επώνυμα είναι δυνατό να παρακολουθήσουμε την εξέλιξη της κοινωνικής συγκροτήσεως και του πολιτισμού της Μάνης, καθώς και τις ξένες επιδράσεις που η περιοχή δέχτηκε κατά καιρούς.
Τα ονόματα που σημαίνουν τον τόπο που κατάγεσαι:– ιανος, ανος
– κεχρι κεχριάνος, χωριό Κεχριάνικας.
– Μαλεύρι Μαλευριάνος, χωριό Μαλευριάνικα.
– γερακάρι Γερακαριάνος, χωριό Γερακαριάνικα όπως Νυκλιάνικα, Κριαλιάνικα, Καλαποθαριάνικα.
Αντρωνυμικά: Η γυναίκα παίρνει πάντα το όνομα του άντρα της και το βαφτιστικό και το οικογενειακό:
– ου, -αίνα όπως Βασιλού, Δημητρού, Γιαννού, Γιωργάκαινα, Νικολάκαινα.
Της νύφης με το βαφτιστικό όνομα του πεθερού Βασιλού Δημητρόνυφη, Πετρού Μεσισκλόνυφη, Τσατσουλόνυφη, Κυριαζόνυφη, από Δημητράκου – Μεσίσκλη.
Του Λευτέρη Αλεξάκη, Δ/ντή στο Κέντρο Ερεύνης
της Ελληνικής Λαογραφίας της Ακαδημίας Αθηνών
omorfimani.gr
Αυτά διατηρήθηκαν στην Κρήτη, ενώ στη Μάνη μετά το 1800 αντικαταστάθηκαν από τα επώνυμα σε -έας και -άκος.
Όπως ήδη αναφέραμε, τα επώνυμα σε -άκης είναι τα παλαιότερα.
Γι’ αυτό είναι πιθανό, όταν συναντούνται, να αποδίδονται σε παλαιότερα γένη της Μάνης και μάλιστα σε ιδιαίτερους σχηματισμούς με περιεκτική σημασία, όπως Ροβυθιάνοι, Μπουτζουναριάνοι, Μιχαλακιάνοι (από το Ροβυθάκης, Μπουτζουναράκης, Μιχαλακάκης) κ.ά., δηλαδή αυτοί που ανήκουν σ’ αυτό το γένος.
Οι σχηματισμοί αναφέρονται σε μια κατηγορία, σε ένα σύνολο δηλαδή μελών γένους, και δεν γίνεται συνήθους χρήση τους ως επωνύμων.
Στις ηγετικές όμως οικογένειες το πρωταρχικό όνομα του γένους αρκετά συχνά διατηρείται και ως επώνυμο, γιατί για λόγους πολιτικούς και γοήτρου, οι οικογένειες αυτές έχουν μεγαλύτερη συνοχή· π.χ. Τρουπάκης, Τρουπιάνοι, αλλά και Τρουπάκηδες.
Στις άλλες περιπτώσεις λέγεται: αυτός είναι Ροβυθιάνος – και όχι αυτός λέγεται Ροβυθάκης ή Ροβυθιάνος.
Απ’ αυτόν πάλι τον περιεκτικό τύπο έχουμε το σχηματισμό αντίστοιχων επιθέτων με τις καταλήξεις -ιάνικος -η-ο-α. π.χ. «τα Ροβυθιάνικα», δηλαδή ο μαχαλάς των Ροβυθιάνων, τα «Ξανθιάνικα αλώνια», δηλαδή τα αλώνια που ανήκουν στους Ξανθιάκους. Τα επώνυμα σε -άκης δεν συναντώνται σε μιαν ορισμένη περιοχή της Μάνης, αλλά σε όλη την έκτασή της.
Τα εις -έας Τα επώνυμα που λήγουν σε -έας δεν έχουν τόσο παλαιά επίδοση, όσο τα πρώτα.
Σε έγγραφα, που χρονολογούνται από τα 1618 και ύστερα, τα ονόματα αυτά συναντώνται σπανιότατα, για να γίνουν συχνότερα μετά το 1730 και να γενικευθούν μετά το 1800.
Ο σχηματισμός τους συνεχίζεται μέχρι σήμερα.
Υπάρχει η λαϊκή αντίληψη ότι τα ανωτέρω ονόματα είναι πολύ αρχαία και σχηματίζονται κατά τον τύπο των, Αχιλλέας, Ατρέας, Τυδέας.
Τούτο, από επιστημονική άποψη, είναι ως ένα σημείο σωστό.
Ο Φαίδων Κουκουλές υποστηρίζει ότι τα μανιάτικα αυτά επώνυμα προέρχονται από παλαιά επαγγελματικά ονόματα και μεγεθυντικά επίθετα σε -έας, ενώ για τα άλλα που προέρχονται από πατρώνυμα πιστεύει ότι σχηματίζονται κατ’ αναλογία προς τα προηγούμενα απ’ τον πληθυντικό των γενών π.χ. Αντωναίοι – Αντωνέας.
Τα παράγωγα επίθετα από τα επώνυμα αυτού του είδους σχηματίζονται με τις καταλήξεις -έικος -η-ο-α, π.χ. τα Αντωνέικα (συνοικία χωριού), τα Χρηστέικα (οικισμός της Έξω Μάνης).
Τα επώνυμα σε -έας εξαπλώνονται από την περιοχή της Καλαμάτας και φτάνουν νότια ως το Οίτυλο και ανατολικά ως την Αράχοβα και τη μεγάλη Καστάνια.
Στα βόρεια, ίχνη επωνύμων με τέτοια κατάληξη συναντώνται ως την Αλαγονία.
Τα εις -ακος Η τρίτη κατηγορία των επωνύμων σε -άκος ακολουθεί την εξέλιξη των επωνύμων σε -άκης τα οποία αντικαθιστά.
Αρκετές φορές μάλιστα έχουμε και μετατροπές επωνύμων με καταλήξεις -άκης σε αντίστοιχα με -άκος (πρβ. Νηφάκης – Νηφάκος, Ροζάκης – Ροζάκος κ.ά.).
Και αυτά τα επώνυμα είναι υποκοριστικά, που μεταβάλλονται σε πατρωνυμικά.
Ετυμολογικά η κατάληξη -άκος βασίζεται στην παλαιότερη κατάληξη -άκιος με αποβολή του ιώτα. Ο σχηματισμός της όμως είναι μεταγενέστερος της καταλήξεως -άκης.
Τα αντίστοιχα περιεκτικά και αυτών των επωνύμων σχηματίζονται με την κατάληξη -ιάνοι, π.χ. Πουλικάκος – Πουλικιάνοι.
Τα επίθετα από τα επώνυμα αυτά σχηματίζονται, όπως και τα αντίστοιχα σε -άκης, με κατάληξη -ιάνικος, -η -ο -α, δηλαδή Πουλικιάνος, Πουλικιάνικα (συνοικία) κτλ.
Τα επώνυμα αυτής της κατηγορίας συναντώνται στην περιοχή της Μηλέας του τέως Δήμου Λεύκτρου και στο Οίτυλο, στη Μέσα και Προσηλιακή Μάνη και φτάνουν μέχρι τα Μπαρδουνοχώρια και την Επίδαυρο Λιμηρά, περιλαμβάνοντας ουσιαστικά όλη τη νότια Λακωνία.
Τα επώνυμα σε -έας και -άκος, ως μεταγενέστερα, από ομάδες ή υποδιαιρέσεις παλαιότερων γενών με επώνυμα συνήθως σε -άκης, ή σε γένη που έχουν δημιουργηθεί πρόσφατα με απόσχιση.
Ένας λόγος, που τα επώνυμα σε -έας και -άκος είναι τόσο διαδεδομένα, είναι ότι η ανάπτυξή τους συνέπεσε με τη δημιουργία των μητρώων των δήμων και των δημοτολογίων μετά το 1840, οπότε έπρεπε οι δημότες να δηλώσουν ποιο επώνυμο επιθυμούσαν να κρατήσουν και φυσικά αυτοί προτιμούσαν εκείνο, με το οποίο ήταν περισσότερο γνωστοί ή διακρίνονταν, δηλαδή της υποομάδας ή γενιάς του γένους.
Από άποψη εθνική, τα επώνυμα είναι, κατά το μεγαλύτερο ποσοστό, ελληνικής ετυμολογίας.
Πολλά μάλιστα έχουν βυζαντινή προέλευση.
Μερικά έχουν αρβανίτικη και αρβανιτοβλάχικη ετυμολογία ή προέλευση (όπως Σουλέας, Γκινάκης, Λεωτσάκος, Νταβάκης, Δριβάκος, Μερκούρης κ.ά.), καθώς και τουρκική (όπως Μπουγιουγκλάκης, Γιολντασέας, Γαρδάσης κ.ά.).
Συναντούνται επίσης, ελάχιστα με ιταλοβενετσιάνικη αφετηρία (όπως Βενετσανάκης, Πιερράκος, Λιμπεράκης, Καμπάνης) και πολύ λιγότερα με εβραϊκή (Αβραμάκης, Βρεόπουλος, Σολωμονάκης).
Μπορούμε, λοιπόν, να πούμε, ότι στα μανιάτικα επώνυμα είναι δυνατό να παρακολουθήσουμε την εξέλιξη της κοινωνικής συγκροτήσεως και του πολιτισμού της Μάνης, καθώς και τις ξένες επιδράσεις που η περιοχή δέχτηκε κατά καιρούς.
Τα ονόματα που σημαίνουν τον τόπο που κατάγεσαι:– ιανος, ανος
– κεχρι κεχριάνος, χωριό Κεχριάνικας.
– Μαλεύρι Μαλευριάνος, χωριό Μαλευριάνικα.
– γερακάρι Γερακαριάνος, χωριό Γερακαριάνικα όπως Νυκλιάνικα, Κριαλιάνικα, Καλαποθαριάνικα.
Αντρωνυμικά: Η γυναίκα παίρνει πάντα το όνομα του άντρα της και το βαφτιστικό και το οικογενειακό:
– ου, -αίνα όπως Βασιλού, Δημητρού, Γιαννού, Γιωργάκαινα, Νικολάκαινα.
Της νύφης με το βαφτιστικό όνομα του πεθερού Βασιλού Δημητρόνυφη, Πετρού Μεσισκλόνυφη, Τσατσουλόνυφη, Κυριαζόνυφη, από Δημητράκου – Μεσίσκλη.
Του Λευτέρη Αλεξάκη, Δ/ντή στο Κέντρο Ερεύνης
της Ελληνικής Λαογραφίας της Ακαδημίας Αθηνών
omorfimani.gr