Ιστορία, οπλισμός, και κατάλογος των φυλών τους. (13ος-12ος αιών π.χ.)
ΒΙΒΛΙΟΓΡΑΦΙΑ
(1) ANCIENT HISTORY- First edition, Cambridge University Press, 1925-1930.
(2) ANCIENT HISTORY- New edition, Cambridge University Press, 1989-1999.
(3) Desborough V.R.: THE LAST MYCENAEANS AND THEIR SUCCESORS, Oxford, 1964.
(4) Breasted, J.H., ANCIENT RECORDS OF EGYPT, vols. III, IV, Chicago, 1906.
(5) ARCHAEOLOGIA HOMERICA, vols. I-III, Gottingen, 1967-1970.
Περικλης Δεληγιάννης
periklisdeligiannis.wordpress.com/
30/11/2012
Μία εξαίρετη απεικόνιση από τον Igor Dzis, της ναυμαχίας ανάμεσα σε Λαούς της Θάλασσας και Αιγυπτίους, στο Δέλτα του Νείλου (Copyright: Igor Dzis 2010) |
Οι «Λαοί της Θάλασσας» (όπως αναφέρονται στα αιγυπτιακά αρχεία αλλά και στα κλασσικά ελληνικά ως «Πελασγοί» το οποίο σημαίνει ακριβώς ο «Λαός του Πελάγους») υπηρξαν μία ένωση φυλών του Αιγαίου και της δυτικής Μικράς Ασίας, της οποίας οι εισβολές στην ανατολική Μεσόγειο περί το 1229-1187 π.Χ. προκάλεσε καταστροφές πόλεων, κρατών και αυτοκρατοριών (Χιττιτικής) και αμέτρητα θύματα. Λίγο μετά την καταστροφή της Τροίας VΙ (μάλλον η ομηρική Τροία) από τους Αχαιούς, μάλλον στα μέσα του 13ου προχριστιανικού αιώνα, άρχισε η διάλυση του Μυκηναϊκού κόσμου λόγω της επικρατούσας σιτοδείας και αναρχίας. Οι εν λόγω συνθήκες οφείλονταν σε ευρύτερες κοινωνικοοικονομικές, πολιτικές, εμπορικές και κλιματολογικές αιτίες, εμφανιζόμενες και στη Μικρά Ασία, μάλλον νωρίτερα από τον μυκηναϊκό χώρο. Τα εντυπωσιακά ανάκτορα των Μυκηνών, Πύλου και άλλων μυκηναϊκών ακροπόλεων ανήκουν κυρίως στον 13ο αι., δίνοντας μία «ψευδή» εικόνα ακμής για αυτές. Παρά ταύτα ήταν μία εποχή παρακμής, όπως δείχνουν τα αρχαιολογικά ευρήματα. Οι Αχαιοί άνακτες είχαν οικονομικά προβλήματα, καθώς τα εργαστήρια τους παρήγαν περίπου τα μισά προϊόντα συγκριτικά με την παραγωγή του 14ου αι πΧ. Είχαν έλλειψη εξειδικευμένων τεχνιτών και σκλάβων, παρότι οι επικράτειες τους μαστίζονταν από υπερπληθυσμό. Οι εμπορικοί δρόμοι που ακολουθούσαν, ήταν πλέον ανασφαλείς λόγω των αυξανόμενων πειρατειών και επιδρομών, και οι θησαυροί τους εξανεμίζονταν. Οι μονάρχες και οι αριστοκράτες ήταν αναγκασμένοι να αναζητήσουν νέες περιοχές πρώτων υλών, νέους πόρους, εργάτες και δούλους, πιθανώς εδάφη για αποικισμό, να λεηλατήσουν τα αγαθά άλλων χωρών και να ανακαλύψουν νέες εμπορικές οδούς. Γι’ αυτό εκμηδένισαν την Τροία, όμως λίγο αργότερα εγκατέλειψαν μαζικά την Ελλάδα λόγω της τελικής αποτυχίας τους. Οι Αχαιοί/Μυκηναίοι και άλλοι θαλασσοπόροι του Αιγαίου που υπέστησαν αυτή την πολιτικοοικονομική κατάρρευση, στράφηκαν στην ανοικτή θάλασσα, και έγιναν οι περίφημοι Λαοί της Θάλασσας ήδη από το πρώτο μισό του 13ου αι. πΧ. Η Βρετανή αρχαιολόγος Ελίζαμπεθ Φρεντς (French, Πανεπιστήμιο Μάντσεστερ), πρότεινε την αργολική Τίρυνθα, το τελευταίο μυκηναϊκό ανάκτορο που εγκαταλείφθηκε (εκτός της Αθήνας), ως τη βάση των Λαών της Θάλασσας. Στήριξε τη θεωρία της στην αρχαιολογική διαπίστωση ότι η Τίρυνθα είχε γνωρίσει τη μέγιστη ακμή της (περίπου 1200 π.Χ.) όταν οι άλλες μυκηναϊκές ακροπόλεις είχαν καταστεί ερείπια ή φυτοζωούσαν. Αποψη του γράφοντος είναι ότι η Τίρυνθα υπήρξε μάλλον το ορμητήριο των δύο φύλων που έδωσαν πιθανώς το έναυσμα για το Υστερο «κύμα» των Λαών της Θάλασσας, δηλαδή των Πελεσέτ/Φιλισταίων (αιγυπτ. Peleset/Pulasti) και των Ντενυέν/Ντανούνα (Denyen/Danuna).
Εντυπωσιακή αναπαράσταση Μυκηναίων μαχίμων της Υστερης περιόδου από σύλλογο Ιστορικών αναπαραστάσεων (Reenactment). Ο οπλισμός και η εμφάνιση των Λαών της Θάλασσας ελάχιστα διέφερε από τα μυκηναϊκά αντίστοιχα, λόγω της ενότητας της οπλοσκευής στον χώρο του Αιγαίου και της δυτικής Μικράς Ασίας. Εξάλλου οι Μυκηναίοι συνιστούσαν μεγάλο ποσοστό των Λαών της Θάλασσας. Παρατηρείστε τις αρθρωτές πανοπλίες οι οποίες αποτελούνται από ορειχάλκινα ελάσματα επενδυμένα εσωτερικά με δέρμα, και οι οποίες προέρχονται σχεδιαστικά από την πανοπλία των Δενδρών. Ανήκουν στον ίδιο τύπο θωράκισης με τη μεταγενέστερη lorica segmentata, την αρθρωτή πανοπλία των Ρωμαίων. Επίσης παρατηρείστε το κερασφόρο ορειχάλκινο κράνος του αριστερού μαχίμου και το χαρακτηριστικό μινω-μυκηναϊκό κράνος απο χαυλιόδοντες του δεξιού, τις επίσης χαρακτηριστικές πελτοειδείς ασπίδες, το υστερομυκηναϊκό ξίφος, τις ορειχάλκινες κνημίδες και τα σάνδαλα. Ολη η οπλοσκευή βασίζεται σε ευρήματα, αυτούσια ή εικαστικά (π.χ. οι κνημίδες αποτελούν ανακατασκευή ευρήματος από την Αχαϊα) (αναπαράσταση από τον Οργανισμό www.mpfilmcraft.com ). |
Οι Λαοί της Θάλασσας είχαν αρχίσει να λυμαίνονται την Αίγυπτο από τις βασιλείες των φαραώ Αμένοφη Γ΄ και Ραμσή Β΄ (14ος-13ος αι. π.Χ.). Ο τελευταίος είχε αιχμαλωτίσει μερικούς Σερντέν (Λαός της Θάλασσας) που λαφυραγωγούσαν το Δέλτα, και τους ενέταξε στον στρατό του. Ομως η πρώτη επικίνδυνη επίθεση των συγκεκριμένων λαών στην Αίγυπτο πραγματοποιήθηκε κατά τη βασιλεία του Μερνεφθά (περίπου 1237-1223 π.Χ.). Τότε οι Βορειοαφρικανοί Λίβυες (Labu/Libu) επιτέθηκαν στην Αίγυπτο από τα δυτικά, με τη σύμπραξη μερικών Λαών της Θάλασσας τους οποίους μνημονεύουν οι αιγυπτιακές πηγές, δηλαδή των Λούκκα (Λούβιοι, Λύκιοι), των Σερντέν/Σαρντάνα (Σαρδώνιοι Λυδίας;), των Τερές/Τούρσα (Τυρσηνοί-Τυρρηνοί Λυδίας), των Σεκελές/Σακαλάσα/Σακαράσα (από τη Σαγαλασσό της Πισιδίας;) και των Ακαϊβάσα/Εκβές (Akaiwasha/Eqwesh). Οι Ακαϊβάσα συνδέονται συχνά με τους Αχαιούς (τους Αχιγιάβα των χιττιτικών αρχείων) ή τους νησιώτες της Κέας ή της Κω.
Οι αναφερόμενοι Πρώιμοι Λαοί της Θάλασσας εκτός των Ακαϊβάσα ήταν Μικρασιάτες, κυρίως Λούβιοι, οι οποίοι έπλευσαν στην Κυρηναϊκή. Εκεί ενώθηκαν με τις λιβυκές φυλές Λαμπού, Μεσβές και Κεχέκ, παλαιούς εχθρούς των Αιγυπτίων. Αν οι Ακαϊβάσα ήταν οι Αχαιοί, τότε γνώριζαν καλά την Κυρηναϊκή, και ενδεχομένως εκείνοι ήταν οι «μεσάζοντες» για τη σύμπτυξη συμμαχίας ανάμεσα σε Μικρασιάτες και Λίβυες. Οι Λίβυες πολεμιστές, ενδεχομένως και οι Λαοί της Θάλασσας, μετέφεραν μαζί τους τα γυναικόπαιδα τους, τα κοπάδια και τα υπάρχοντα τους. Προφανώς ο στόχος τους ήταν να εγκατασταθούν στην Αίγυπτο, και όχι απλά να τη λεηλατήσουν. Οι εισβολείς εισχώρησαν ορμητικά στο αιγυπτιακό έδαφος φθάνοντας έως την Οαση Φαράφρα και τον Κανωπικό βραχίονα του Νείλου (Δέλτα). Ο φαραώ Μερνεφθά κινητοποίησε τον στρατό, αντιμετώπισε τους εισβολείς και τους νίκησε προκαλώντας τους βαριές απώλειες (1229 π.Χ.).
Λίγο μετά το 1200 πΧ, η εντεινόμενη κατάσταση πείνας και αναρχίας στο μυκηναϊκό Αιγαίο και στη δυτική Μικρά Ασία, επέφερε τη συγκρότηση του Υστερου «κύματος» των Λαών της Θάλασσας. Πλήθη αποκαρδιωμένων ανθρώπων από αυτές τις περιοχές, άρχισαν να συγκεντρώνονται στις δυτικές μικρασιατικές ακτές συγκροτώντας μία «ανθρώπινη χιονοστιβάδα» όπως έχει χαρακτηρισθεί. Οι λαοί που σχημάτισαν τη νέα φυλετική ένωση ήταν οι Πελεσέτ/Πουλαστί (Φιλισταίοι/Πελασγοί), Σακαλάσα/Σεκελές (από τη Σαγαλασσό της Πισιδίας;), Ντενυέν/Ντανούνα (μάλλον Δαναοί), Βεσβές (Weshwesh, από τη δυτικομικρασιατική Ιασό ή την Ασσό;), Καρκίσα (Καρία-Κάρες;) και Τζεκκέρ (Τεύκροι/Τρώες ή Θράκες;). Είναι αποδεκτό ότι οι Πελεσέτ/Φιλισταίοι και πιθανώς και οι Ντενυέν κατείχαν σημαντική ή αρχηγική θέση μεταξύ των εισβολέων, όπως διακρίνεται στα αιγυπτιακά ανάγλυφα και πηγές και στη μετέπειτα πορεία των Φιλισταίων. Συγκροτήθηκε μία ισχυρή χερσαία στρατιά Λαών της Θάλασσας, η οποία άρχισε να μετακινείται τόσο προς το εσωτερικό της Μικράς Ασίας, στη χιτιττική επικράτεια, όσο και κατά μήκος των νοτίων ακτών της. Παράλληλα με όσους βάδιζαν κατά μήκος των ακτών, κινείτο ο πολυάριθμος και καλά εξοπλισμένος στόλος των Λαών της Θάλασσας. Η πάλαι ποτέ πανίσχυρη Χιττιτική «αυτοκρατορία» ήταν το πρώτο θύμα της ανθρώπινης «θεομηνίας». Το Χιττιτικό Κράτος εξαφανίσθηκε, σύντομα και ο ίδιος ο λαός των Χετταίων, και η πρωτεύουσα Χαττούσας μετατράπηκε σε πυρπολημένα ερείπια. Σύντομα την ίδια τύχη είχε η Ουγκαρίτ, η λαμπρότερη χαναανική πόλη, και άλλες πλούσιες πόλεις της Συρίας-Φοινίκης: οι Καρχεμίς, Αλέππο (Χαλέπι), Ζιντσιρλί (σύγχρονη ονομασία), Αλαλάχ, Χαμάθ, Τελλ Αμπού Χαουάμ (σύγχρονη ονομασία), Σιδών, Τελλ Σουκάς (σύγχρονη ονομασία) κ.ά. Οι Λαοί της Θάλασσας διέλυσαν και τα φυλετικά βασίλεια της περιοχής, όπως το Αμουρρού των Αμορραίων. Τα στίφη των εισβολέων σάρωσαν και τις μεταγενέστερες Φοινίκη και Παλαιστίνη, καταλύοντας τον αιγυπτιακό έλεγχο σε αυτές. Η σειρά της ίδιας της Αιγύπτου πλησίαζε. Οπως έδειξε η αρχαιολογική έρευνα, η καταστροφή των μικρασιατικών και χαναανικών πόλεων υπήρξε ριζική. Οι εισβολείς άφησαν πίσω τους στάχτες και ερείπια, χωρίς να εγκατασταθούν στις εκτάσεις που κατέστρεψαν.
Απεικόνιση πολεμικού πλοίου των Λαών της Θάλασσας (άνω) και των Αιγυπτίων (κάτω) από τη ναυμαχία μεταξύ τους. Προέρχεται από αιγυπτιακά ανάγλυφα του ανακτόρου του Ραμσή Γ΄ στο Μεντινετ Χαμπου.
Περί το 1190 π.Χ. ή λίγο αργότερα, οι εισβολείς διάβηκαν τα ανατολικά αιγυπτιακά σύνορα, πιθανώς κοντά στο μεταγενέστερο Πηλούσιο. Εκεί δόθηκε η αποφασιστική χερσαία μάχη και σχεδόν ταυτόχρονα δόθηκε η αποφασιστική ναυμαχία στον ποταμό Νείλο, όπου είχε διεισδύσει ο στόλος των Λαών της Θάλασσας. Οι πολεμιστές και ο στόλος των τελευταίων βρέθηκαν αντιμέτωποι με τον πανέτοιμο αιγυπτιακό στρατό και στόλο του φαραώ Ραμσή Γ΄. Μετά από μία αμφίρροπη και πολυαίμακτη σύγκρουση στον Νείλο και στην ξηρά, με πολλά θύματα κυρίως από την πλευρά των Λαών της Θάλασσας, οι Αιγύπτιοι συνέτριψαν και διασκόρπισαν τους εισβολείς. Η Αίγυπτος ήταν η μόνη χώρα της ανατολικής Μεσογείου που διασώθηκε από τις μεταναστεύσεις και τις εισβολές των περίφημων Λαών της Θάλασσας.
Οι εισβολές των Λαών της Θάλασσας δεν είχαν προηγούμενο, επειδή σάρωσαν μία μακροχρόνια «παραδοσιακή» αυτοκρατορία, τη Χιττιτική, εξαφάνισαν από το πρόσωπο της γης πανάρχαιες και ισχυρές πόλεις οι οποίες δεν επανιδρύθηκαν ποτέ και αλλοίωσε τη σύνθεση του πληθυσμού της Μικράς Ασίας, της Χαναάν, και της Ιταλίας και των νησιών της. Σταδιακά οι φρυγικοί λαοί κατέλαβαν τη Χώρα του Χάττι (Χιττιτικός εδαφικός πυρήνας), οι Φιλισταίοι και άλλοι Λαοί της Θάλασσας εγκαταστάθηκαν στην Παλαιστίνη. Αρκετές ομάδες Λαών της Θάλασσας (μάλλον Σερντέν, Σεκελές, Τερές και Λούκκα) φαίνεται πως έπλευσαν στην ιταλική περιοχή, μην έχοντας άλλη επιλογή. Δεν μπορούσε να υπάρξει επιστροφή στις κατεστραμμένες πατρίδες τους και οι Αίγυπτος και Λιβύη έμειναν «κλειστές» για εκείνους μετά την ήττα τους. Η μόνη διέξοδος ήταν η δυτική Μεσόγειος και ειδικά οι πλησιέστερες χώρες, δηλαδή η Ιταλία και τα περιβάλλοντα νησιά.
Ο ΟΠΛΙΣΜΟΣ ΤΩΝ ΛΑΩΝ ΤΗΣ ΘΑΛΑΣΣΑΣ
Οι Λαοί της Θάλασσας απεικονίζονται ικανοποιητικά στα αιγυπτιακά ανάγλυφα, αν και η εμφάνιση αρκετών από αυτούς παραμένει αντικείμενο διαφωνιών, περισσότερο για τους Λούκκα, Εκβές και Βεσβές. Υπάρχουν επίσης αντιστοιχίες των απεικονίσεων αυτών με εκείνες των ίδιων μάλλον λαών σε παλαιότερα χιττιτικά ανάγλυφα (αρκετοί υπήρξαν σύμμαχοι των Χετταίων). Το κύριο κοινό ενδυματολογικό στοιχείο τους ήταν το πτυχωτό ή θυσανωτό περίζωμα, κοινό σε πολλές παραλλαγές στις μυκηναϊκή Ελλάδα, Μικρά Ασία και Χαναάν. Μερικοί πολεμιστές ίσως έφεραν και δερμάτινες ή λινές προστατευτικές λωρίδες (πτέρυγες) πάνω από το συγκεκριμένο ένδυμα. Οι Πελεσέτ, Σερντέν και ίσως οι Τζεκκέρ και Ντενυέν, φορούν μεταλλικούς ή βύρσινους (δερμάτινους) θώρακες. Οι Σεκελές και Τερές φορούν μάλλον αρθρωτές θωρακίσεις από λινό ή δέρμα.
Πολεμιστές Σερντέν από τα ανάγλυφα του ανακτόρου του Ραμσή Γ΄. |
Το «υψηλό στέμμα» όπως έχει αποκληθεί, το οποίο φέρουν οι Ντενυέν, Πελεσέτ και Τζεκκέρ, μάλλον δεν ήταν κατασκευασμένο από φτερά όπως είχε θεωρηθεί εσφαλμένα, αλλά συνιστούσε έναν κεφαλόδεσμο ο οποίος περιέκλειε απολήξεις δερμάτινων ή λινών λωρίδων, ή αλογότριχες ή τα μαλλιά του πολεμιστή που στέκονταν όρθια-άκαμπτα με τη χρήση λεμονοχυμού ή ασβεστόνερου. Ο κεφαλόδεσμος που συγκρατούσε τις απολήξεις όποιου υλικού, ήταν μάλλον δερμάτινος και ίσως διακοσμημένος, και δενόταν με δερμάτινους ιμάντες κάτω από το πηγούνι. Το συγκεκριμμένο «στέμμα» συναντάται και σε απεικονίσεις Μικρασιατών συμμάχων των Χετταίων, σε μυκηναϊκές απεικονίσεις (π.χ. ο πρώτος πολεμιστής στο περίφημο «Αγγείο των Πολεμιστών») και αργότερα είναι χαρακτηριστικό των Φιλισταίων της Παλαιστίνης.
Οι Σερντέν φορούν ένα χαρακτηριστικό κράνος με κέρατα, το οποίο φέρεται και από τους Μυκηναίους της περιόδου και υπάρχει σε αγάλματα πολεμικών θεών από τη Σαρδηνία, την Κορσική και την Κύπρο, δηλαδή νησιά στα οποία εγκαταστάθηκαν οι πρώτοι. Εντυπωσιακά είναι τα επιμήκη ξίφη των Σερντέν, με μήκος πιθανώς άνω του ενός μέτρου, κατάλληλα περισσότερο για διατρητικό πλήγμα. Κατά τα άλλα, είναι οπλισμένοι με ακόντια και στρογγυλές ασπίδες μετρίου μεγέθους. Οι τελευταίες ήταν πιθανώς από ξύλινο στέλεχος καλυμμένο με δέρμα (μερικές ίσως καλυμμένες με ορείχαλκο) και ενισχυμένες με ορειχάλκινους ομφαλούς. Τα ίδια περίπου όπλα φέρουν και οι άλλοι βαριά οπλισμένοι μάχιμοι των Λαών της Θάλασσας (κυρίως Πελεσέτ και Ντενυέν) αλλά τα κράνη είναι διαφορετικά και τα ξίφη τους ήταν συνήθως μικρότερου μήκους. Γενικά, τα κράνη των Λαών της Θάλασσας ήταν είτε ορειχάλκινα, είτε δερμάτινα.
Οι θώρακες που φορούν κυρίως οι Σερντέν και οι Πελεσέτ είναι μάλλον ορειχάλκινοι ή (λιγότερο πιθανό) βύρσινοι. Είναι ουσιαστικά όμοιοι με τους υστερομυκηναϊκούς θώρακες της εποχής, και ομοιάζουν πολύ με τους θώρακες του πολιτισμού των «Πεδίων των τεφροδόχων Υδριών» της κεντρικής Ευρώπης. Όπως έχει υποτεθεί, οι συγκεκριμένοι θώρακες προέρχονται απευθείας από την περίφημη μυκηναϊκή αρματική πανοπλία των Δενδρών που ανασκάφηκε στην Αργολίδα, από την οποία αφαιρέθηκε το περιλαίμιο έλασμα και η θωράκιση του σώματος από τη μέση και κάτω, και διατηρήθηκε μόνο η θωράκιση του κορμού. Οι νέες συνθήκες πολεμικής τέχνης που επικράτησαν, κατέστησαν σχεδόν άχρηστα τα ελάσματα που αφαιρέθηκαν. Όπως φαίνεται, οι ορειχάλκινες επιωμίδες και το κάτω μέρος του θώρακα των Λαών της Θάλασσας και των Μυκηναίων, ακολουθούν την ανθρώπινη ανατομία.
Μυκηναϊκή πανοπλία Δενδρών. |
Η απόδοση των Λαών της Θάλασσας στα αιγυπτιακά ανάγλυφα, όπου φαίνονται λυγερόκορμοι (με λεπτοφυή κορμό), με καλή σωματική διάπλαση και μάλλον δολιχοκέφαλοι, δεν αφήνει αμφιβολία ότι η συντριπτική πλειοψηφία τους ανήκε στον μεσογειακό ανθρωπολογικό τύπο. Είναι ο μορφολογικός τύπος που επικρατούσε τη συγκεκριμένη περίοδο στη δυτική Μικρά Ασία, στο Αιγαίο, στη Θράκη και στην Ελλάδα. Επίσης επικρατούσε στην Ιταλία, στα περιβάλλοντα νησιά και στη δυτικότερη Ευρώπη, αλλά η πιθανότητα καταγωγής μερικών Λαών της Θάλασσας από εκεί, τείνει να απορριφθεί.
Οι περισσότεροι πολεμιστές ήταν πεζοί, αλλά υπήρχαν και σώματα αρμάτων.
(Map copyright: Ian Mladjov) |
ΠΙΝΑΚΑΣ: ΟΙ ΛΑΟΙ ΤΗΣ ΘΑΛΑΣΣΑΣ ΚΑΙ ΛΙΒΥΕΣ ΣΥΜΜΑΧΟΙ ΤΟΥΣ
Οι τέσσερις πρώτες στήλες περιλαμβάνουν τα εθνωνύμια των Λαών της Θάλασσας και των Λιβύων που μνημονεύουν οι αιγυπτιακές πηγές κατά τη βασιλεία των αναφερόμενων φαραώ. Η πέμπτη στήλη περιλαμβάνει τα αντίστοιχα εθνωνύμια των χιττιτικών πινακίδων της πρωτεύουσας Χαττούσας. Η τελευταία στήλη περιλαμβάνει τις συνηθέστερες ταυτοποιήσεις των αναφερόμενων λαών με χώρες, έθνη ή πόλεις των ελληνικών Κλασσικών πηγών. Τα εθνωνύμια σημειώνονται ακριβώς όπως αναγνώσθηκαν στην αιγυπτιακή ιερογλυφική και χιττιτική γραφή.
Αμένοφις Γ΄
|
Ραμσής Β΄
|
Μερνεφθά
|
Ραμσής Γ΄
|
Χαττούσας
|
Ταυτοποίηση
|
Lukka
|
Lukka
|
Lukka
|
–
|
Lukka
|
Λύκιοι, Λούβιοι
|
Sharden
|
Sherden
|
Sharden
|
–
|
–
|
Σαρδώνιοι Λυδίας, Σάρδεις, ν.Σαρδηνία, Κόρσοι (Κορσική)
|
–
|
–
|
Eqwesh, Akaiwasha
|
–
|
–
|
Αχαιοί, ν. Κέως, ν. Κως
|
–
|
–
|
Teresh
|
–
|
Taruisa
|
Τυρρηνοί Λυδίας, Τυρρηνοί/Τυρσηνοί-Ετρούσκοι/Τούσκοι (Τοσκάνη)
|
–
|
–
|
Shekelesh
|
Shekelesh
|
Sikalayu
|
Σαγαλασσός Πισιδίας, Σίκουλοι (Σικελία)
|
–
|
Qarqisha
|
–
|
Qayqusha
|
Karkisa
|
Κάρες
|
–
|
–
|
–
|
Weshwesh
|
–
|
Ιασός, Ασσος Τρωάδας (Wassos)
|
Danuna
|
–
|
–
|
Danyen
|
Daniyawana
|
Δαναοί
|
–
|
–
|
–
|
Tjekker
|
–
|
Τεύκροι (Τρώες), Θράκες
|
–
|
–
|
–
|
Peleset
|
–
|
Φιλισταίοι, Πελασγοί, Φλεγύες, Πύλιοι
|
–
|
Labu
|
Labu
|
Labu
|
–
|
Λίβυες (το ομώνυμο φύλο)
|
Meshwesh
|
–
|
Meshwesh;
|
Meshwesh
|
–
|
Μάξυες Κυρηναϊκής
|
–
|
–
|
–
|
Asbata
|
–
|
Ασβύσται Κυρηναϊκής
|
–
|
–
|
–
|
Shayu
|
–
|
;
|
–
|
–
|
–
|
Hasa
|
–
|
Αύσαι Λιβύης
|
–
|
–
|
–
|
Baqan
|
–
|
;
|
(1) ANCIENT HISTORY- First edition, Cambridge University Press, 1925-1930.
(2) ANCIENT HISTORY- New edition, Cambridge University Press, 1989-1999.
(3) Desborough V.R.: THE LAST MYCENAEANS AND THEIR SUCCESORS, Oxford, 1964.
(4) Breasted, J.H., ANCIENT RECORDS OF EGYPT, vols. III, IV, Chicago, 1906.
(5) ARCHAEOLOGIA HOMERICA, vols. I-III, Gottingen, 1967-1970.
Περικλης Δεληγιάννης
periklisdeligiannis.wordpress.com/