31 Ιουλίου 2011

Οι απόγονοι των Μανιατών της Κριμαίας.

Τι κι αν η Ελλάδα βρίσκεται σε δύσκολη θέση…
Τι κι αν οι Έλληνες περνάνε μια δύσκολή καμπή στην ιστορία τους….
Ο Ελληνισμός πραγματικά αναγεννάτε από τις στάχτες του.
Οι απανταχού της γης Έλληνες επιζητούν τώρα στην δύσκολη χρονική περίοδο, όσο ποτέ άλλοτε την επαφή, και την επανασύνδεση με την Μητρόπολη.
Δεν είναι μόνο οι Μανιάτες στο Καργέζε της Κορσικής, οί Μανιάτες στη Μοντρέστα της Σαρδηνίας, οι Σπαρτιάτες στον Τάραντα της κάτω Ιταλίας, οι πρόγονοι των Ιταλών, οι Αραουκάνοι της Χιλής....
….. είναι και οι Μανιάτες της Κριμαίας.
Μεγάλο ενδιαφέρον παρουσιάζει το θέμα της μετεγκατάστασης,  κλάδων της ιστορικής πατριάς των Μαυρομιχαλαίων της Μάνης, στην Ρωσία.
Τρεις κλάδοι της Μαυρομιχάλες εγκαταστάθηκαν στα τέλη του 18ου αιώνα στη Ρωσία, γεγονός παντελώς άγνωστό στους ιστορικούς κύκλους της Ελλάδας.
Οι Μανιάτες εγκαταστάθηκαν στην Κριμαία, Μπαλακλάβα το 1775.
Επικεφαλής της μετεγκατάστασης ήταν ο Στέφανος Μαυρομιχάλης (1734, Μάνη – 12/2/1801 Κριμαία, Μπαλακλάβα)
Αυτό επάνω είναι το πορτραίτο του.
Μια πολύ ενδιαφέρουσα λιθογραφία. Blaclava 25 Αυγούστου 1837, Ed.Auguste Bry (Παρίσι) ΠΑΕ Brothers, 1848.
Αξιωματικοί και οπλίτες του Ελληνικού τάγματος πεζικού της Μπαλακλάβα.
Μιχαήλ Τσακνής (1818-18730 υπολοχαγός, Αταμάν του Κουμπάν Cossak του στρατού, και επικεφαλής της περιοχής Kuban.
Πέρασε το μεγαλύτερο μέρος της ζωής του στην υπηρεσία, στην περιοχή του Καυκάσου.
Ήταν γιός του Αργύρη Τσακνή, που πριν την μετεγκατάσταση, ζούσε στην Πελοπόννησο.
Άποψη της Μπαλακλάβα από ψηλά
Оι Ελληνίδες υποδέχονται την αυτοκράτειρα Αικατερίνη Β 'στην είσοδο της Μπαλακλάβα. 1787.
Άποψη χωριό Τσόργουν (Chorgun) της Μπαλακλάβα. Αυτή η γη από το 1794 ανήκε στην οικογένεια Μαυρομιχάλη.
Υπαξιωματικός και μέλος του πρώτου ελληνικού τάγματος πεζικού (1779 - 1796).
Έλενα Μαυρομιχάλη (1816 - 1889), εγγονή του Στεφάνου Μαυρομιχάλη.

Η έρευνα συνεχίζεται, και έχει πολλά να παρουσιάσει για τους Μανιάτες στην Κριμαία.


Ευχαριστώ τον φίλο Ιγκορ Μοσχούρη για την ευγενική προσφορά στοιχείων από την έρευνά του.
Ο Ιγκορ είναι  ιστορικός και περισσότερα από 20 χρόνια αφιερώθηκε στη μελέτη της ιστορίας των Ελλήνων της Σεβαστούπολης και Μπαλακλάβας, που προέρχονται από την Μάνη, την Πελοπόννησο, τα Ιόνια Νησιά, και το Ελληνικό Αρχιπέλαγος.
Το 2005 εξέδωσε τον πρώτο τόμο της μονογραφίας του «Οι Έλληνες στην ιστορία της Σεβαστούπολης» (634 σελίδες). Στο βιβλίο αυτό περιγράφει λεπτομερώς τα γεγονότα του 1770 στο Μοριά, και τις μάχες των Ελλήνων με τη ρωσική πλευρά...κατά των Τούρκων.

20 Ιουνίου 2011

Η Πεταλούδα του Ιονίου.

Τώρα που κατακάθισε ο κουρνιαχτός από την μάχη…
Τώρα που όλα κρίθηκαν, όπως οι μοίρες τα όρισαν…
Τώρα μπορώ να ερμηνεύσω τα σημεία και να σου μιλήσω μέσα από μένα για σένα και μέσα από σένα για μένα.
Δεν υπάρχει κάτι σκοτεινό, δεν υπάρχει τίποτα που να μην λύθηκε μέσα στο είναι μου και τίποτα που να μην ανακάλυψα μέσα σε σένα.
Το Απολλώνιο φώς της Μάνης, που λάτρεψες, ο φωτεινός Ταΰγετος, ο ίδιος ο Απόλλωνας που γύρευες για λύτρωση…σε τύλιξε γλυκά με τα πέπλα του, ο χρόνος τελείωσε, και μαζί του τελείωσε και η αγωνία, για την ποιότητα της εφήμερης μας ζωής.
Αλλά και η Παναγία η Γιάτρισσα σε γιάτρεψε όπως της το ζήτησες.
Στο περιβόλι της δεν υπάρχει πόνος, προσμονή, άγχος, μόνο χιλιάδες πεταλούδες.
Γλυκεία μου πεταλούδα, έγινες έτσι απλά, και θαρρετά, η πεταλούδα του Ιονίου.
Έκλαιγα ο ανόητος όταν μού έλεγες «εγώ η πεταλούδα του Ιονίου, πώς μπορώ να είμαι κάτι διαφορετικό».
Γατούλα μου, που επειδή νιαούριζες ναζιάρικα, δεν κατάλαβα ποτέ πώς είχα δίπλα μου μια λιονταρίνα.
Ψυχούλα μου πόσο λίγος είμαι μπροστά στην γενναιότητα σου.
«Νάσαι περήφανος για μένα, με έφτιαξες, μια γενναία Μανιατόνυφη»
Όχι μόνο περήφανος αλλά και δυνατός, ήσουν για μένα αγάπη, και τώρα είσαι λατρεία και ιδανικό.
Βουρκώνουν όμως ακόμα τα μάτια μου, που δεν θα συναντούν τα δικά σου…
Αλλά τι λέω, θα τα βλέπω στο γαλάζιο του ουρανού, και του Λακωνικού κόλπου.
Φταίω αλλά δεν μετανιώνω, που σου είπα «Σκίστονε», και εσύ το κάνες κατά γράμμα.
Δεν το κατάλαβα ψυχή μου, εννοούσα να τον ξεριζώσεις, και όχι να πολεμήσεις με το «τέρας».
Ας είναι δεν υπήρχε περίπτωση να μην τελειώσεις ότι αποφάσισες.
Πόσο ανόητος και εγωιστής που έβλεπα μια «γατούλα» και δεν έβλεπα το «λιοντάρι» εδώ και είκοσι πέντε χρόνια,
Θα σε ζηλέψει ο Διγενής, που πολέμησε τον χάροντα στα μαρμαρένια αλώνια.
Θα ζηλέψει και ο Λιαντίνης που συνάντησε τον χάροντα, για να του στερήσει την πρωτοβουλία..
Εσύ λεβέντισσα μου πρωτοτύπησες και σε αυτό, συμμάχησες με τον χάροντα για να πολεμήσεις το σκοτάδι, για να λυτρώσεις την ζωή, και να φέρεις κάθαρση σε όλα τα μιάσματα.
Σε μάγεψε εκείνο το φώς της Μάνης, εκείνο που με θαυμασμό μούλεγες και μου ξανάλεγες, εκείνο ντύθηκες αιώνια.
Τρυφερή μου μανούλα, στη σκάλα που διάλεξες, για να ανέβεις θα συναντήσεις την φυσική μου μάνα, που θα σε αγκαλιάσει με αγάπη, να γλυκάνει την ψυχούλα σου όπως ήθελες, κάτω από γλυκιά ματιά, της Παναγίας της Βαραμπέσας.
Ζηλεύω…νάνος μπροστά στο μεγαλείο σου με δίδαξες τα πάντα σε τόσο λίγο χρόνο…
Τώρα βλέπω καθαρά την ζωή, τον άνθρωπο το θεό το σύμπαν το ορατό και το αόρατο.
Η θεωρητική μου για τα πάντα έγινε πρακτική έγινε ουσία…
Χιλιάδες αυτά που νοιώθω και δεν μπορώ να εκφράσω…
Η μόνη μου έκφραση αγαπημένη μου, η βαθειά ατέλειωτη μου αγάπη για σένα..

Μωρό μου η αγάπη σου με βοηθά κάθε στιγμή, το νοιώθω πώς είσαι δίπλα μου, νοιώθω πώς με κατευθύνεις, αντιλαμβάνομαι την προστασία σου.
Με συντροφεύουν, πορτοκαλοκίτρινες πεταλούδες σε κάθε μου βήμα.
Από και πέρα όλες οι εποχές θα γίνουν άνοιξη, «γλυκύ μου έαρ».
Δεν είμαι γενναίος, όπως εσύ αλλά είμαι δυνατός…
Μου λείπεις, και όμως είσαι στο πλευρό μου στο κάθε μου βήμα, και μου το δηλώνεις την κάθε στιγμή, πάνω μου, γύρω μου, στό σπίτι, στην δουλειά, σε όλη την Ελλάδα....παντού και πάντα.
Υπέροχη μανούλα σε βλέπω και σε αγγίζω μέσα από την γέννα σου, ζεις μέσα στο βλαστάρι σου, το ψυχωμένο παληκάρι, που στάθηκε, στέκεται και θα σταθεί, έτσι όπως αξίζει να στέκονται γιοι που τού έτυχαν τόσο μεγάλες Μάνες.
Γλυκεία μου πιστός στην θέληση σου, σε αποθέτω στην αγκαλιά του Ταΰγετου, και είμαι ήσυχος.
Τα ιερά χώματα, το εκτυφλωτικό φώς και οι λατρεμένοι πρόγονοι, θα κάνουν ότι αρμόζει.
Και όταν σε αφήνει ο Πλούτωνας, να κατηφορίζεις, από τον Αχέροντα στο Γλυκύ, και μετά, γραμμή για Γιάννενα.
Παμβώτιδα, μόλος, νησί, παλιά πόλη, Μέτσοβο, και όλα τα Ζαγοροχώρια, γραμμή απνευστί πετώντας με τα αετόπουλα, όπως μόνο εσύ ξέρεις…
Να δροσίζεσαι στα γάργαρα νερά του Bοϊδομάτη…και όταν γέρνει ο ήλιος πάλι στα λατρεμένα σου Γιάννενα…που με πονάνε τόσο.
Να σταματάς στης Πάργας τον ανήφορο και να ρεμβάζεις από το κάστρο, φυλακίζοντας τις στιγμές, και τις εικόνες.
Α…μην ξεχάσεις το Συρράκο, που δεν τόλμησες να επισκεφτείς..
Τώρα αλήθεια…μάλλον πλάκα ήταν πώς φοβόσουν τους γκρεμούς...τί τραγικό!
Έγινες στ’ αλήθεια Πεταλούδα του Ιονίου που λάτρεψες, και θα ταξιδεύεις ασταμάτητα, από την Κέρκυρα, που σε περιμένε, μέχρι την Πύλο, με τα δελφίνια του Αρίωνα.
Αρχόντισσα μου πόσο μου άρεσε που ήμουν ο αλήτης σου..
Καλά μην θυμώνεις… ήμουν ο άγγελός σου, και εσύ το αστέρι μου.
Δεν σου χάλασα ποτέ χατίρι…και ήξερες πως είχες υπασπιστή που…αλλοίμονο δεν κατάλαβε την αντάρα της μάχης και το πολεμικό σχέδιο.
Τα μαρμαρένια αλώνια ήταν για σένα, τα πέτρινα «αλωνάκια» της Αρεόπολης
Και οδηγός σου το δακρυσμένο ηλιοβασίλεμα στο Λιμένι, αγναντεύοντας την Κορώνη…κορώνα μου.
Κάθε γωνιά της Ελλάδας, θα σε αγκαλιάζει και εγώ θα σε σεργιανάω…παθιασμένη μου Ελληνίδα..
Στο Πήλιο, στην Μακρυνίτσα παρέα με την «δασκάλα με τα ξανθά μαλλιά» που τόσο σου έμοιαζε. Εκεί που αποθέσαμε τον μέλητα…και αρχίσαμε τα όνειρα και την δημιουργία.
Και απέναντι στην γραφική Σκόπελο, στην Θεσσαλονίκη, τις Πρέσπες, την Καστοριά και σε όλες τις γωνίτσες της γλυκείας πατρίδας, που έγραφες το όνομά σου στις πέτρες και στα δέντρα..
Ευαίσθητη μου μαργαρίτα, το αμάραντο στεφάνι της πρωτομαγιάς, θα στολίζει την πόρτα μας.
Ελεύθερη και ανέμελη μου νεράιδοπεταλούδα  πέτα στους πανσέδες και τις πετούνιες του λουλουδιασμένου σου κήπου.
Ξανθά μου μαλλιά, ουράνια μάτια, ποθητό κορμί , εσύ ήσουν η μούσα μου, οδηγούσες το πινέλο μου στο μουσαμά, κρατούσες την πένα μου, κυριαρχούσες στο πληκτρολόγιο μου.
Έτσι όπως αρχίσαμε θα τελειώσουμε είπες, με μια περιοδεία στην Πελοπόννησο.
Παραπονιέμαι…μη μου κρατάς κακία…δεν χόρτασα…ήθελα κι άλλο.
Θα θυμάμαι τις στιγμές και θα γίνονται αιώνες…
Την ανυπομονησία σου, μέχρι να φτάσει ο Αύγουστος να πραγματώσει τα όνειρα σου…
Τα όνειρα που έστηνες τα χειμωνιάτικα βράδια δίπλα στο τζάκι, ξεφυλλίζοντας, βιβλία διακοπών..
Τα όνειρα που βίωνες βλέποντας τις αγαπημένες σου Ελληνικές ταινίες…πάντα τις ίδιες.
Τα παιδιάστικα σου χοροπηδητά όταν σου ορκιζόμουν ότι θα πραγματοποιηθούν τα όνειρά ο κόσμος να χαλάσει…να όμως που βγήκα ψεύτης…
Θα σε φορέσω όμως…στο στήθος, στο μακό μπλουζάκι, και θα γυρνάμε μαζί, και πάλι όπως παλιά.
Σου γράφω μέρες και δεν θέλω να τελειώσω…
Παρεούλα μου, λατρεμένη μου γυναίκα, αυτά είναι ελάχιστα που ξεχώρισα…
Τα λόγια, και τα γραπτά δεν μπορούν να εκφράσουν τα συναισθήματα και τις σκέψεις.
Και τα δάκρυα των αναμνήσεων δεν μπορεί να τα διαβάσει κανείς μόνο οι δυό μας.
Γουτσάκι μου…πέτα ελεύθερη και όμορφη πεταλούδα, εκεί που αγαπάς…
Μα να θυμάσαι να έρχεσαι που και πού στα όνειρά μου, να βλέπω την ομορφιά, της όψης και την μεγαλοσύνη της ψυχής.
«Αυτή η θάλασσα»…...ααχ αυτή η Γυθειότικη θάλασσα…..
η στερνή σου εικόνα.

Θα τα ξαναπούμε…

Γούτς

1 Ιουνίου 2011

Κίνημα Αγανακτισμένων Πολιτών & Ποίηση

Κίνημα Αγανακτισμένων Πολιτών

 Ξεχειλίζει σαν ποτάμι
στις πλατείες φοβερό
το ανθρώπινο τσουνάμι
είναι τώρα φανερό!

Με μποφόρ και καταιγίδα
βαρομετρικό βαρύ
υπό λαϊκή αιγίδα
πια δεν οπισθοχωρεί!

Αγανακτισμένο πλήθος
ίδιο με κατακλυσμό
η εκδίκησή του λίθος
στον κοινοβολευτισμό

που επένδυε στο ψέμα
μ' υποσχέσεις αφειδών
και δεν έριχνε 'να βλέμμα
στο λαό που πρηνηδόν

με ιδρώτα προσπαθούσε
όρθιος λίγο να σταθεί
και σε ό,τι αντιπαθούσε
πάλι να αντισταθεί!

Όσοι φταίν' εδώ και τώρα
μέσα από τη βουλή
να πληρώσουν ήρθ' η ώρα
δίχως άλλη αναβολή!

Αρκετά η κωμωδία
πια και ο λαϊκισμός
δεν περνά η κοροϊδία
τέλος ο τραμπουκισμός!

ΠΡΟΣΚΛΗΤΗΡΙΟ!
Εγερτήριο χτυπάει
λαϊκό ξεσηκωμό
προσκλητήριο καλάει
όλους μας σε λυτρωμό!

Έλληνες! ξεσηκωθείτε!
άστε πια τον καναπέ
και αποτοξινωθείτε
'πο τσιγάρο και φραπέ!

Τον ομφάλιο το λώρο
κόψτε τον κομματικό
και στον εαυτό σας δώρο
ειν' το πιο σημαντικό!

για το μέλλον των παιδιών σας
το δικό σας το παρόν
απ' τα βάθη των καρδιών σας
στο γενναίο παρελθόν!

Διώξετε τα ¨ξένα κέντρα¨
βάλτε τους και τη φραγή
που μας πάνε με βουκέντρα
σαν τα ζώα στη σφαγή!

Με τις τύχες σας στα χέρια
ό,τι πια πιο ιερό
φτάστε όλοι στα αστέρια
και με ήλιο λαμπερό

στην Ελλάδα τραγουδήστε
'να τραγούδι χαρωπό
και στους ξένους διαμηνύστε
τούτο 'δω που θα σας πω:

Μας χρωστάτε δε χρωστάμε
μας οφείλεται πολλά
και κακία δε βαστάμε
σε αχάριστα μυαλά!


Βασίλης Βλαχάκος
Λογοτέχνης
vla.vas@hotmail.com

ΛΑΚΩΝΙΑ

10 Μαΐου 2011

Η σημερινή εποχή σε σχέση με τον έρωτα.

Δυστυχώς η εποχή μας είναι η πλέον ανευθεντική και ως εκ τούτου μακράν η χειρότερη! Το χείριστο που συμβαίνει είναι το γεγονός ότι ο έρωτας βρίσκεται στην πλέον ανευθεντική του μορφή. Και εξηγούμε :
Αρχικώς θα υπενθυμίσουμε ότι αφενός το ισχυρότερο όπλο του ανθρώπου, η σημαντικότερη δυνατότητα, που του δόθηκε στον αγώνα του να προσεγγίσει του "Είναι" (όντως ύπαρξη), την τελειότητα & το όλον, είναι ο Έρως : Άλλωστε όπως λέγει ο Σωκράτης του «Συμποσίου, 192.e.10 –  193.a.1» : «Του ολοκλήρου η επιθυμία και η ορμή έχει το όνομα έρως – τοῦ ὅλου οὖν τῇ ἐπιθυμίᾳ καὶ διώξει ἔρως ὄνομα»!. Αφετέρου ότι η ουσία της ανθρώπινης φύσης συνοδεύεται σταθερά από την «αρχή του Αντιθέτου». Άλλωστε «ἐκ τῶν διαφερόντων καλλίστην ἁρμονίην» έλεγε ο Ηράκλειτος (απ. Νο.8).
Ο αυθεντικός έρωτας, δηλ., προϋποθέτει την υποταγή στην αρχή της κοσμικής αντίφασης.
Το ίδιο όμως και ο ίμερος, η αντιφατική σύσταση της ερωτικής ορμής, χαρακτηρίζεται από δύο συστατικές αρχές : την ηδονή και τη οδύνη ως στέρηση & κορεσμός μαζί, λαχτάρα και αποστροφή μαζί, δάκρυ και γέλωτας μαζί – «δακρυόεν γελάσασα» στον Όμηρο![1]
Μάλιστα η Σαπφώ – η αιολική ποιήτρια που ο ερωτικός της άθλος ταυτίζεται με τα έργα του Ηρακλή - είχε εφεύρει νέα μονάδα μέτρησης του ίμερου, την οποία δίνει η οργανική σύγκραση του “πόθου” και του “πόνου”. Όλη η ποίηση της Σαπφώς είναι αυτό το αρχιμήδειο «εύρηκα» της ερωτικής Φυσικής.[2]
Κατά αυτή την έννοια η ουσία του Ίμερου είναι ο «πόθος» ως αμφίσημο έρεισμα του «πάθους». Από το «ποθώ» που αντιστοιχεί στο «έχειν και μη έχειν»  (που ως άλλο σωκρατικό «Ἐν οἶδα, ὅτι οὐδέν οἶδα» καταδεικνύει την γνώση της απουσίας και την άγνοια της παρουσίας, ή την παρουσία της άγνοιας και την απουσία της γνώσης.) και στο «πάσχω» που δηλοί το Ηρακλείτειο «εἶμέν τε καὶ οὐκ εἶμεν – είμεθα και δεν είμεθα» (που καταδεικνύει την οντολογική πραγματικότητα του ανθρώπου : είμαστε της στιγμής : μια αείροη παρουσία – απουσία.).
Μάλιστα ο ίμερος στον Όμηρο, στην Ιλιάδα ραψωδία Ψ’ σ. 14, είναι γείτονας του θρήνου : «και μεταξύ τους η Θέτις τον ίμερο του γόου όρθωσε – μετὰ δέ σφι Θέτις γόου ἵμερον ὦρσε».
Ως εκ τούτων μόνο ο ερωτικός δεσμός που πληρούται από την οδύνη (σαν) του θανάτου είναι γνήσιος, μιας και μόνο τότε η ερωτική πλησμονή είναι ευγένεια της πενίας και αρχέγονη στέρηση απέναντι στο τέλειο και στο απόλυτο, στις αρχετυπικές καταβολές του όντος. Με άλλα λόγια μόνο ο ερωτικός δεσμός που στο σμίξιμο έχει την ένταση και την ποιότητα που μετριέται και βρίσκεται ισόμετρη προς την ένταση και τη σκληρότητα του θανάτου!  Άλλωστε η ταύτιση του έρωτα και του θανάτου, κατά το ηρακλείτειο «Άδης και Διόνυσος εν και το αυτό - ὡυτὸς δὲ Ἀίδης καὶ Διόνυσος», πρακτικά σημαίνει ότι η ερωτική ζωή είναι συνυφασμένη με τον πόνο.
Ένα είδος πόνου ζωντανού, που δεν γαυριά, αλλά ούτε πραΰνεται ούτε μετριάζεται ούτε τελειώνει [3].
****εξ ου και η συνηθισμένη μορφή του έρωτα της υπερ-πλειοψηφίας των ανθρώπων είναι ολονυκτία καρικών γυναικών & σκηνοπηγία πτωμάτων : αναυθεντικός.
Όμως ο σημερινός άνθρωπος έχει διασπάσει τον Έρωτα στα συστατικά του μόρια και έχει οδηγηθεί σε απώλεια της εποπτείας του όλου. Έχει διασπαστεί η δυαρχική ενότητα του ίμερου και οι δύο συστατικές αρχές, η ηδονή και η οδύνη, αποκόπηκαν η μία από την άλλη. Ο κίβδηλος ερωτικός τρόπος του σημερινού ανθρώπου αποτελεί τον κανόνα της ανθρώπινης ζωής του. Την άμεση θέαση της ερωτικής ιδέας την εμποδίζει πλέον ένας οντολογικός ογκόλιθος : ο άνθρωπος ξέχασε ότι η ουσία της ανθρώπινης φύσης συνοδεύεται σταθερά από την «αρχή του Αντιθέτου».
Η ερωτική μονομέρεια του σημερινού ανθρώπου διαστρέφει το ήθος του φυσικού ίμερου κατά την έννοια ότι απολυτοποιεί ερωτικά το πάθος (το Είναι ερωτικά) μηδενίζοντας τον πόνο/οδύνη (το Μη-Είναι ερωτικά). Η υπερτροφία της ερωτικής παρουσίας συντελείτε σε βάρος της ερωτικής απουσίας και ως εκ τούτου ο άνθρωπος πλημμελεί διπλό πλημμέλημα.
Προς χάρη του θετικού δεν αγνοεί απλώς το αρνητικό, αλλά και το καταπολεμά. Αυτή την επί του οντολογικού πεδίου κακοπραγμοσύνη εκφράζει η τάση των σημερινών ανθρώπων  να επιζητούν ασίγαστα την ηδονή και σταθερά να αποφεύγει την οδύνη.[4]
Η ερωτική μονομέρεια εμφανίστηκε από την στιγμή που ο άνθρωπος απομόνωσε τον ηδονικό στρόβιλο, αυτή την «γλυκερή τέρψη», απολυτοποίησε την σημασία της και την κατάστησε νομοθετική πηγή της ερωτικής του πρόθεσης. Η εμφάνιση του βιβλικού Αυνάν ήταν γεγονός.
Η ανακάλυψη του, πολύ χειρότερη από την χειρότερη εφεύρεση, άνοιξε τον δρόμο, που οδηγεί στα έσχατα του ανθρώπου. Ο ελληνικός κόσμος, περισσότερο φυσικός από τον ιουδαϊκό, στην ερωτική μονομέρεια είδε την κακή θέα της ερωτικής θεάς. Ο διχασμός του ερωτικού όλου και η εκλογή μόνο του ευνοϊκού μέρους υπήρξε γεγονός απλό με συνέπειες όμως πολύπλοκες.
Εν ολίγοις από οντολογικής απόψεως σημαίνει την άρνηση της ακεραιότητας και την κατάφαση της αναπηρίας του Κόσμου, την εκτροπή δηλ. του ερωτικού προσανατολισμού του ανθρώπου σε αφύσικο πρότυπο.
Με την πράξη του Αυνάν διασπάστηκε η δυαρχική ενότητα των δύο συστατικών αρχών του ίμερου, η ηδονή και η οδύνη. Ο σκοπός των ερωτικών έργων συμπιέστηκε στην άγονη κάρπωση της ηδονής. Η Μονόπλευρη θήρευση της εβίασε την φυσική κλίμακα του ερωτικού γεγονός και κατάργησε την σοφή οικονομία της αρχιτεκτονικής της.[5]
Κατά την έννοια, βέβαια, ότι πίσω από τον ηδονικό στρόβιλο κρύβεται η πανούργος οικονομία τη Φύσης, που μαυλίζει τα πλάσματα, να διαιωνίζουν τη ζωή!.
Το δεύτερο παράπτωμα είναι απολυτοποίηση του ερωτικού αντικειμένου.
Εδώ το αγαπημένο πρόσωπο γίνεται η πηγή της χαράς των ανθρώπων και της ουσίας των πραγμάτων. Έτσι ο ερωτικός δεσμός αποκτά ιδιοτελή χαρακτήρα, εξ αιτίας της ροπής των εραστών να συσσωρεύουν ο ένας στο πρόσωπο του άλλου ολόκληρο το νόημα του κόσμου.[6]
Κατά την απολυτοποίηση το ερωτικό αντικείμενο  δεν είναι πια μέρος του κόσμου στα μάτια του/της εραστή/ερωμένης του, αλλά το κέντρο περιφοράς του κόσμου.
Το αγαπημένο πρόσωπο δεν εμψυχώνεται, ούτε διατρέφεται από τον πλούτο του ευρύτερου κοσμικού περιέχοντος, αλλά αντίθετα εξαναγκάζεται να μεταβληθεί, από τον ερωτικό σύντροφο και για χάρη του, σε πηγή τροφοδοσίας και ανανέωσης του κόσμου, σε ένα είδος μεταλλείου κοσμικής δημιουργίας. Στον ερωτικό σύντροφο συντελείται το γεγονός μιας οντολογικής ανατροπής, η οποία ορίζει να νοηματοδοτείται το άπειρο από το περατωτικό. Η προσωπάγεια της ερωτικής διάθεσης οδηγεί αναπότρεπτα στο φυσικό αδύνατο.[7]
Έτσι όταν ένα ζευγάρι χωρίζει, το αποτέλεσμα του ανευθεντικού αυτού έρωτα είναι η μη αποδοχή του αυτού γεγονότος, με αποτέλεσμα ο ερωτικός σύντροφος, στο πρόσωπο του οποίου συνέβη η απολυτοποίηση του ερωτικού αντικειμένου και ως εκ τούτου στην εμφάνιση του είχε στηριχθεί η ελπίδα για την είσοδο στην ατελεύτητη ερωτική πατρίδα, όπου ο ίμερος δεν ησυχάζει ποτέ και αναλίσκεται άσωτα σε ένα πασίχαρο κυνηγητό, να μεταβάλλεται σε καταστροφέα του ειδωλικού κόσμο που γύρω του είχε δημιουργηθεί από το εραστή/ερωμένη.
Μάλιστα η αναφορά των ερωτικών δυνατοτήτων σε ορισμένο πρόσωπο συνδυασμένη με την αξίωση της ατομικής κατοχής του προσώπου και αμαυρωμένη από το κύρος και το χρίσμα της κοινωνικής νομοτυπίας οδηγούν στην παγίωση ενός πάγιου ερωτικού καθεστώτος και καθιδρύουν την ερωτική συντέλεια.
Αυτή την ανευθεντικότητα του έρωτα της σημερινής εποχής την βλέπουμε να πραγματώνεται επι παραδείγματι στην γνωστή ατάκα από τον «Αλχημιστή» [8] του Πάουλο Κοέλο : «Αγάπη είναι να την κοιτάς στα μάτια, να λες “σ’ αγαπώ” και όλος ο κόσμος να φαντάζει μοναδικός μόνο κοιτώντας την».

ΠΗΓΗ: Κεφάλας Ευστάθιος [Αμφικτύων] (15/12/2008, Ελλάς)

[1] Βλ. Λιαντίνης Δημήτριος «Έξυπνον Ενύπνιο – Οι Ελεγείες του Duino του Rilke», σελ. 190.
[2] Βλ. και Λιαντίνης Δημήτριος «Έξυπνον Ενύπνιο – Οι Ελεγείες του Duino του Rilke», σελ. 217
[3] Βλ. και Λιαντίνης Δημήτριος «Έξυπνον Ενύπνιο – Οι Ελεγείες του Duino του Rilke», σελ. 201 & 351 – σχόλιο 212,12 – 26  & σχόλιο 213,22.
[4] Βλ. και Λιαντίνης Δημήτριος «Έξυπνον Ενύπνιο – Οι Ελεγείες του Duino του Rilke», σελ. 213.
[5] Βλ. και Λιαντίνης Δημήτριος «Έξυπνον Ενύπνιο – Οι Ελεγείες του Duino του Rilke», σελ. 213 – 214.
[6] Βλ. και Λιαντίνης Δημήτριος «Έξυπνον Ενύπνιο – Οι Ελεγείες του Duino του Rilke», σελ. 211.
[7] Βλ. και Λιαντίνης Δημήτριος «Έξυπνον Ενύπνιο – Οι Ελεγείες του Duino του Rilke», σελ. 211.
[8] Ένα βιβλίο που το έχουν διαβάσει εκατομμύρια άνθρωποι, και όμως σχεδόν ουδείς αναγνωρίζει το ανόητο του πράγματος!