15 Ιανουαρίου 2011

Οι χαώδεις διαφορές του Έλληνα με τον "Ελληνοέλληνα"

Δημήτρης Λιαντίνης (Αποσπάσματα απο το βιβλίο του "ΓΚΕΜΜΑ")
Ο "Ελληνοέλληνας"
Όλα καλά και περίκαλα τά 'χουμε με την πατρίδα. Με το έθνος, την ιστορία μας, και τους «αρχαίους ημών πρόγονοι». Μόνο που ξεχάσαμε ένα. Πως εμείς οι νέοι με τους αρχαίους έλληνες έχουμε τόσα κοινά, όσα ο χασαποσφαγέας με τις κορδέλες, και η μοδίστρα με τα κριάρια. Κι από την άλλη φουσκώνουμε και κορδώνουμε, και ταρτουφίζουμε για «τσι γενναίοι προγονοί» σαν τι;
Όπως εκείνος ο τράγος του Σικελιανού- που εσήκωνε το απανω χείλι του, εβέλαζε μαρκαλιστικά, και οσφραινότανε όλο το δείλι την αρμύρα στη θάλασσα της Κινέττας. Αλλίμονο. Η δάφνη κατεμαράνθη. Έτσι δεν εψιθύριζε ο Σολωμός στο Διάλογο κλαίγοντας; Η δάφνη κατεμαράνθη... Όταν είσαι μέσα στο μάτι του κυκλώνα, είναι δύσκολο νά 'χεις εικόνα για τα γύρω σου. Και ζώντας μέσα στη χώρα δεν έχουμε εικόνα για τη σημερινή Ελλάδα.
Αρχές του 1993 έγινε μια εκδήλωση στο Παρίσι από έλληνες καλλιτέχνες για την ασβολερή Κύπρο. Εκείνο το θαλασσοφίλητο νησί. Εκεί, ένας δημοσιογράφος ερώτησε τρεις τέσσερες έγκριτους έλληνες που ζουν μόνιμα στη Γαλλία μια ερώτηση καίρια: "Για ειπέτε μου, τους είπε, εσείς που όντας μακρυά από την Ελλάδα βλέπετε με άλλο μάτι, το αληθινό του νοσταλγού και του πάσχοντα. Με το μάτι του Οδυσσέα. Τι γνώμη έχει το παγκόσμιο κοινό για τη σύγχρονη Ελλάδα; Τη βλέπει τάχατες και τη νομίζει όπως εμείς εκεί κάτου στο Κακοσάλεσι και την Αθήνα;"
Η απόκριση που του δώσανε και οι τέσσερες ξαναζωντάνεψε, τίμιε αναγνώστη, τις σπαθιές που δίνανε οι ντελήδες του Κιουταχή στη μάχη του Ανάλατου. Όταν πια είχε πέσει ο τρανός Καραϊσκάκης.: "Ποια Ελλάδα, μακάριε άνθρωπε", του είπανε. "Μιλάς για ίσκιους στη συννεφιά. Και για σύννεφα στην αιθρία. Για τον έξω κόσμο Ελλάδα δεν υπάρχει. Κανείς δε την ξέρει, κανείς δεν τη μελετάει, κανείς δεν τη συλλογάται. Δεν άκουσες το παλιό μοιρολόι;
"Κλάψε με, μάνα, κλάψε με, Και πεθαμένο γράψε με"...
Άκουσε λοιπόν, και μάθε το. Και κει που θα γυρίσεις, να το ειπείς και να το μολογήσεις. Η Ελλάδα είναι σβησμένη από τον κατάλογο των εθνών. Αν στείλει κάποτε στους ξένους κανένα παράπονο ή κανένα παρακαλετό, το συζητούν πέντε δέκα άνθρωποι της διπλωματίας σε κάποιο γραφείο, και παίρνουνε την απόφαση, όπως εμείς παραγγέλνουμε καφέ στο καφενείο και στα μπιλιάρδα."
Αυτή είναι η εικόνα που έχουνε οι ξένοι για την Ελλάδα. Κι ο σουλτάνος το γομάρι δεν ξέρει τι του γίνεται. Έτσι δεν είπε ο πασάς της Σκόντρας, όταν ακούστηκε ότι οι ραγιάδες σηκωθήκανε στο Μοριά; Τώρα γυρίστηκε η τάξη. Σουλτάνος είναι ο έλληνας πολιτικός.
Λάβε τη σύγχρονη Ελλάδα σαν ποσότητα και σαν ποιότητα, για να μιλήσουμε με «κατηγορίες». Κι έλα να μας περιγράφεις τι βλέπεις. Σαν ποσότητα πρώτα. Αν αντικρύσουμε τον πληθυσμό της γης σε κλίμακα μικρογραφική ένα προς πέντε εκατομμύρια, 1: 5 χ ΙΟ6, θα βρούμε πως ο πληθυσμός του πλανήτη μας είναι ένα χωριό από χίλιους κατοίκους. Ανάμεσα σ' αυτούς τους χίλιους οι έλληνες είμαστε δύο άνθρωποι, που τρεκλοπατάμε και αρκουδίζουμε μέσα στο πλήθος. Ζαλισμένοι και φουκαράδες ξετρέχουνε να συναντηθούν μεταξύ τους. Αν τα καταφέρουν να μη σκυλοφαγωθούν, ζητούν να συνεννοηθούν με τους άλλους. Σε μια γλώσσα που δε μιλιέται, και σε μια γραφή που δε διαβάζεται. Λίγο μουστάκι, λίγο πρικοιόύλι, χρώμα τέτζερη αγάνωτου, ζουνάρι, βέλεσι, φούντα, κι αμάν αμάν. Σερβιτόροι και αγωγιάτες όλοι μας. Και κακοί σαράφηδες του μάρμαρου, του ήλιου, και της θάλασσας.
Σαν ποιότητα ύστερα. Είμαστε ένας λαός χωρίς ταυτότητα. Με μια ιστορία που ο ίδιος τη νομίζει λαμπρή. Και απορεί, πώς και δεν πέφτουν οι ξένοι ξεροί μπροστά στο μεγαλείο της. Οι ξένοι όμως, σαν συλλογιούνται την ελληνική ιστορία, την αρχαία εννοώ, γιατί για τη νέα δεν έχουν ακούσει, και βάλουν απέναντι της εμάς τους νεοέλληνες, φέρνουν στο μυαλό τους άλλες παραστάσεις. Φέρνουν στο μυαλό τους κάποιους καμηλιέρηδες που περπατούν στο Καρνάκ και στη Γκίζα. Τι σχέση ημπορεί νά 'χουν, συλλογιούνται, ετούτοι οι φελλάχοι του Μισιριού σήμερα με τους αρχαίους Φαραώ, και το βασιλικό ήθος των πυραμίδων τους;
Την ίδια σχέση βρίσκουν οι ξένοι στους σημερινούς έλληνες με τους αρχαίους. Οι θεωρίες των διάφορων Φαλμε-ράυερ έχουν περάσει στους φράγκους. Εμείς θέλουμε να πιστεύουμε ότι τους αποσβολώσαμε με τους ιστορικούς, τους γλωσσολόγους, και τους λαογράφους μας. Λάθος. Κρύβουμε το κεφάλι με το λιανό μας δάχτυλο. Και βέβαια. Πώς μπορούσε να γίνει αλλιώς, αφού ο μέγας γλωσσολόγος Γ. Χατζιδάκις έλεγε αυτά που έλεγε, -ορθά- κι από την άλλη έβριζε το Σολωμό μας αγράμματο, και τη γλώσσα του σκύβαλα και μαλλιαρά μαλλιά;
Σχέση με τους αρχαίους έλληνες έχουμε εμείς, λένε οι γάλλοι, οι εγγλέζοι και οι γερμανοί. Εμείς, που τους ανακαλύψαμε, τους αναστυλώσαμε, τους εξηγήσαμε. Για τους ευρωπαίους οι νεοέλληνες είμαστε μια δράκα ανθρώπων απρόσωπη, ανάμεσα σε βαλκανιλίκι, τουρκο-λογιά και αράπηδες. Είμαστε οι "ορτοντόξ"...
Με το ρούσικο τυπικό στη γραφή, με τους κουμπέδες και τους τρούλλους πάνω από τα σπίτια των χωριών μας, με ακτινογραφίες σωμάτων και σκουληκόμορφες φιγούρες αγίων στους τοίχους των εκκλησιών. Οι ευρωπαίοι βλέπουνε τους πολιτικούς μας να ψηφίζουν στη Βουλή να μπει το «ορθόδοξος» στην ευρωπαϊκή μας ταυτότητα, κατά τη διαταγή των παπάδων, και κοιτάνε ανακατωμένοι και ναυτιάζοντας κατά το θεοκρατικό Ιράν και τους Αγιατολάχους. Τέτοιοι οι βουλευτές μας, ακόμη και της Αριστεράς. «Αυτοί οι πολιτικοί, αυτοί οι βουλεπταί εκατάστρεψαν το έθνος». Έτσι γράφει ο Παπαδιαμάντης.
Θέλεις νά 'χεις πιστή την εικόνα του νεοέλληνα; Λάβε το ράσο του γύπα και του κόρακα. Λάβε τις ασπιδωτές κοιλιές των ιερέων, το καλυμμαύκι Μακαρίου Β' της Κύπρου. Και τα γένεια τα καλογερικά, που κρύβουν το πρόσωπο, καθώς άκοσμοι αγκαθεροί φράχτες τους αγρούς. Και τις κουκουλωμένες καλόγριες, την άλλη έκδοση του φερετζέ της τούρκισσας, και έχεις το νεοέλληνα φωτογραφία στον τοίχο. Απέναντι σε τούτη τη μελανή και γανιασμένη φοβέρα, φέρε την εικόνα του αρχαίου έλληνα, για να μετρήσεις τη διαφορά.
Φέρε τις μορφές των νέων σωμάτων, τις ευσταλείς και τις διακριτές. Να ανεβαίνουν από την Ολυμπία και τους Δελφούς, καθώς λευκοί αργυρόηχοι κρότοι κυμβάλων. Τους ωραίους χιτώνες τους χειριδωτούς, και τα λευκά ιμάτια τα πτυχωτά και τα ποδήρη. Τα πέδιλα από δέρματα μαροκινά, αρμοσμένα στις δυνατές φτέρνες.
Φέρε την εικόνα που μας αφήσανε οι γυναίκες της αρχαίας Ελλάδας. Οι κοντυλογραμμένες, με τις λεπτές ζώνες, τον κυανό κεφαλόδεσμο, και το ζαρκαδένιο τόνο του κορμιού. Οι ελληνίδες του Αργούς και της Ιωνίας, οι λινές και οι φαινομηρίδες. Τρέχουνε στα όρη μαζί με την Αταλάντη. Και κοιμούνται στα κοιμητήρια σαν την Κόρη του Ευθυδίκου.
Όλες και όλοι στηριγμένοι χαρούμενα σε κάποια μαρμάρινη στήλη, σ' ένα λιτό κιονόκρανο, σε μια κρήνη λευκή της Αγοράς. Με περίγυρα τους ωραίους γεωμετρημένους ναούς, αναπαμένους στο φως και στην αιθρία. Άνθρωποι, και θεοί, και αγάλματα ένα.
Όλα ετούτα, για να συγκρίνεις την παλαιή και τη νέα Ελλάδα, να τα βάλεις και να τα παραβάλεις. Και στήσε τον Φράγκο από δίπλα, να τα κοιτάει και να τα αποτιμά. Με το δίκιο του θά 'χει να σου ειπεί: "άλλο πράμα η μέρα και το φως, και άλλο η νύχτα και οι μαύροι βρυκολάκοι". Δε γίνεται να βάλεις στο ίδιο βάζο υάκινθους και βάτα.
Και κάπου θα αποσώσουν επιτιμητικά την κρίση τους:
- Ακούς αναίδεια; Να μας ζητούν κι από πάνω τα ελγίνεια μάρμαρα. Ποιοι μωρέ; Οι χριστιανοχομεΐνηδες;
Αλλά είναι καιρός από τις ασκήσεις επί χάρτου να περάσουμε στα πεδία των επιχειρήσεων. Να κοιτάξουμε την πυρκαγιά που αποτεφρώνει το σπιτάκι μας. Γιατί είμαστε σβησμένοι από τον κατάλογο των εθνών; Γιατί η Μακεδονία γίνεται Σκόπια, η Κύπρος γίνεται τουρκιά, το Αιγαίο διεκδικιέται ως το mare nostrum των Οθωμανών; Γιατί ο πρόεδρος της Τουρκίας είπε πρόσφατα στην Αθήνα, ότι είμαστε μια επαρχία του παλιού οθωμανικού κράτους, που αποσχίσθηκε και πρέπει να μας ξανα-προσαρτήσουν; Γιατί ο Μπερίσα της Αλβανίας έχει να λέει πως οι έλληνες κάνουν διπλωματία που έρχεται από το Μεσαίωνα και τους παπάδες; Γιατί ο Αλέξανδρος βαφτίζεται Ισκεντέρ, και ο Όμηρος Ομέρ Βρυώνης; Γιατί οι διακόσιες χιλιάδες έλληνες της Πόλης γίνανε χίλιοι, και οι τούρκοι της Δυτικής Θράκης θρασομανούν, και γίνουνται όγκος κακοήθης που ετοιμάζει μεταστάσεις;
Γιατί δύο από τους πιο σημαντικούς ποιητές μας, ο μέτριος Σεφέρης κι ο μεγάλος Καβάφης, καταγράφουνται στις διεθνείς ανθολογίες και τους ποιητικούς καταλόγους μισό έλληνες μισό τούρκοι; Γιατί όλα τα αυτονόητα εθνικά μας δίκαια ευρωπαίοι και αλβανοί, βούλγαροι και εβραίοι, ορθόδοξοι και ρούσοι, τούρκοι και βουσμανοαμερικανοί τα βλέπουν σαν ανόητες και μίζερες προκλήσεις, σαν υλακές και κλεφτοεπαιτείες; Ποια τύφλωση μας φέρνει να μη βλέπουμε ότι στα μάτια των ξένων εκαταντήσαμε πάλι οι παλαιοί εκείνοι γραικολιγούρηδες; Οι esurientes graeculi του Γιουβενάλη και του Κικέρωνα;
Το πράγμα έχει και περιγραφή και ερμηνεία. Μέσα στη χώρα, μέσα στην παιδεία δηλαδή και την παράδοση μας, εμείς περνάμε τους εαυτούς μας λιοντάρια, εκεί που οι έξω από τη χώρα μας βλέπουνε ποντίκια. Θαρρούμε πως είμαστε τα παιδόγγονα του Αριστοτέλη και του Αλέξανδρου. Οι ξένοι όμως σε μας βλέπουνε τις μούμιες που βρεθήκανε σε κάποια ασήμαντα Μασταβά. Γιατί; Τα διότι είναι πολλά. Όλα όμως συρρέουν σε μια κοίτη. Σε μια απλή εξίσωση με δύο όρους και ένα ίσον. Είναι ότι: νεοέλληνες ίσον ελληνοεβραίοι.
Αν εφαρμόσουμε αυτή την εξίσωση στα πράγματα, θα μας δώσει δύο γινόμενα. Το πρώτο είναι ότι ζούμε σε εθνική πόλωση. Το δεύτερο, ακολουθία του πρώτου, ότι ζούμε χωρίς εθνική ταυτότητα. Ότι οι νεοέλληνες είμαστε ελληνοεβραίοι σημαίνει το εξής: ενώ λέμε και φωνάζουμε και κηρύχνουμε ότι είμαστε έλληνες, στην ουσία κινιόμαστε και υπάρχουμε και μιλάμε σα να είμαστε εβραίοι. Αυτή είναι η αντίφαση. Είναι η σύγκρουση και η αντινομία που παράγει την πόλωση. Και η πόλωση στην πράξη γίνεται απώλεια της εθνικής ταυτότητας. Και το τελευταίο τούτο σημαίνει πολλά. Στην πιο απλή διατύπωση, σημαίνει νά 'σαι τουρκόγυφτας, και να ζητάς να σε βλέπουν οι άλλοι πρίγκιπα. Σημαίνει νά 'σαι η μούμια των Μασταβά, και να ζητάς από τους ευρωπαίους να σε βλέπουν ιδιοκτήτη της Ακρόπολης. Σημαίνει να σε θωρείς λιοντάρι, και οι ξένοι να σε λογαριάζουνε πόντικα. Απώλεια της εθνικής ταυτότητας είναι να σε βλέπουν οι άλλοι αρκουδόρεμα, και συ να τους φωνάζεις πως ντε και καλά είσαι η Ολυμπία. Και ύστερα να τους ζητάς Ολυμπιακούς αγώνες στην καλογρέζα. Χλευαστικό του καλογριά.
Είναι μεγάλη ιστορία να πιαστώ να σε πείσω, ότι οι νεοέλληνες από τους αρχαίους έχουμε μόνο το τομάρι που κρέμεται στο τσιγκέλι του σφαγέα, θέλει κότσια το πράμα. Θέλει καιρό και κόπο. Θέλει σκύψιμο μέσα μας, και σκάψιμο βαθύ. Και κυρίως αυτό: θέλει το μεγάλο πόνο.
Θα σε καλέσω όμως σ' έναν απλό περίπατο. Θα κάνουμε ένα πείραμα, που λένε οι φυσικοί. Για νά 'χουμε αποτέλεσμα έμπεδο. Και η γνώση που θα κερδίσουμε νά 'ναι σίγουρη. Θα επιχειρήσουμε μια στατιστική έρευνα. Θα διατρέξουμε τη χώρα απ' άκρη σ' άκρη. Θα ρωτήσουμε νεοέλληνες απ' όλες τις τάξεις και όλα τα επίπεδα. Γυναίκες και άντρες, γερόντους και παιδιά, αγράμματους και επιστήμονες, φτωχούς και πλούσιους να μας ειπούν τι γνωρίζουν για την αρχαία Ελλάδα. Ζητούμε μια γνώση σοβαρή και υποψιασμένη. Όχι φολκλόρ και γραφικότητες. Όχι δηλαδή ο Ηρακλής μωρό έπνιξε τα φίδια· ότι ο Αρχιμήδης εχάραζε κύκλους στην άμμο- ούτε τάν ή επί τάς, μέτρον άριστον και τον Μινώταυρος στην Κρήτη. Αλλα να μας ειπούνε, δηλαδή, αν έχουνε ακουστά τα ονόματα Εμπεδοκλής, Αναξίμανδρος, Αριστόξενος ο Ταραντίνος, Διογένης Λαέρτιος, Αγελάδας, Λεύκιππος, Πυθαγόρας ο Ρηγίνος, Πυθέας.
Να μας ειπούνε, πόσοι φιλόλογοι, έξω από τα σχολικά κολυβογράμματα, έχουν διαβάσει στο πρωτότυπο τρεις διάλογους του Πλάτωνα, δύο Νεμεόνικους του Πινδάρου, την Ωδή στην αρετή του Αριστοτέλη, έναν Ομηρικό Ύμνο. Να μας πουν αν ξέρουν ότι στη διάλεξη του για την αρετή ο Πλάτων έκαμε στους ακροατές του ένα μάθημα γεωμετρίας, ότι η Ακρόπολη των Αθηνών είναι δωρικό, και όχι ιωνικό καλλιτέχνημα, ότι η διδασκαλία τραγωδίας στο θέατρο ήταν κήρυγμα από άμβωνος, ότι η θρησκεία των ελλήνων ήταν αισθητική προσέγγιση των φυσικών φαινομένων.
Δε νομίζω, αναγνώστη μου, ότι σε όλα αυτά τα επίπεδα η έρευνα μας θα δώσει ποσοστά γνώσης και κατοχής σε βάθος του κλασικού κόσμου από τους νεοέλληνες που να υπερβαίνουν τους δύο στους χίλιους.
Τι φωνάζουμε τότε, και φουσκώνουμε, και χτυπάμε το κούτελο στο μάρμαρο ότι είμαστε έλληνες; Για το θεό δηλαδή. Παράκρουση και παραφροσύνη...
Θα μου ειπείτε:
- Μήπως και οι ευρωπαίοι γνωρίζουν σε τέτοιο βάθος την αρχαία Ελλάδα;
Θα σας ειπώ:
-Όχι. Αλλά οι ευρωπαίοι δεν καυχιούνται ότι είναι έλληνες, όπως εμείς. Καυχιούνται ότι είναι γάλλοι, και ιταλοί, και βέλγοι.
Γιατί αυτό είναι στην ουσία της η αρχαία Ελλάδα. Δεν είναι τα πασουμάκια του Ηρακλή στο παλάτι της Ομφάλης. Ούτε ο Οδυσσέας με το παλούκι του στη σπηλιά του Κύκλωπα. Η αρχαία Ελλάδα είναι ένας πολιτισμός ασύγκριτος. Μια κοσμοθεωρία πλήρης. Ένας τρόπος ζωής ολοκληρωμένος και τέλειος. Είναι η πιο κοντά στη φύση και στη φυσική αϊδιότητα κοινωνία, που έσωσε να δημιουργήσει ο άνθρωπος. Δεν είναι τυχαίο που λέξεις ελληνικές, όπως μουσική, θέατρο, οργασμός, φιλοσοφία, μαθηματικά, φυσική, δημοκρατία, γεωμετρία, πολιτική, περάσανε σε όλες τις γλώσσες των εθνών του OHE σήμερα. Και με τις λέξεις αυτές ζουν και δηλώνουν τις βαθύτερες ουσίες του ανθρώπινου βίου τα δισεκατομμύρια του πλανήτη. Δεν είναι τυχαίο, που όχι μόνο ο πλανήτης αλλά και ο ουρανός, το σύμπαν ολόκληρο είναι κατάσπαρτο με τις ελληνικές λέξεις και με τα ελληνικά γράμματα που ονομάζουν διεθνώς τους αστερισμούς, και τους φωτεινότερους αστέρες του κάθε αστερισμού. Κοίτα πρόχειρα το εξώφυλλο της "Γκέμμας".
Όχι. Δεν είναι καθόλου τυχαίο. Εκείνο που είναι τυχαίο, είναι πως ο λαός που κατοικεί σήμερα στη χώρα που παλαιά την εκατοίκησαν οι έλληνες, ονομάζουνται έλληνες. Η έρευνα μας έδειξε ότι μόνο έλληνες δεν είναι. Γιατί τους έλληνες ούτε τους βλέπουν ούτε τους γνωρίζουν.
Από το Ελληνικό ερχόμαστε στό Εβραίικο. Ερωτάμε το ίδιο στατιστικό δείγμα, το ευρύ και το πλήρες, αν έχουν ακουστά τα ονόματα Μωϋσής, Αβραάμ, Ησαΐας, Ηλίας με το άρμα, Νώε, Βαφτιστής, Εύα η πρωτόπλαστη, Ιώβ, ο Δαναήλ στο λάκκο, η Σάρα που γέννησε με εξωσωματική. Και όχι μόνο τα ονόματα, αλλά και τις πράξεις ή τις αξίες που εκφράζουν αυτά τα ονόματα.
Υπάρχει γριά στην επικράτεια που να μην τους ξεύρει τούτους τους εβραίους; Δεν υπάρχει ούτε γριά, ούτε ορνι-θοκλόπος στις Σποράδες, ούτε κλεφτογιδάς στην Κρήτη. Εδώ τα ποσοστά αντιστρέφουνται. Στους χίλιους νεοέλληνες τα ναι γίνουνται ενιακόσια τόσα, και τα όχι δύο. Και δεν ξεύρουν μόνο τα ονόματα, αλλά είναι έτοιμοι να σου κάνουν αναλύσεις στην ουνιβερσιτά και στην ακαντέμια για τις ηθικές και άλλες αξίες που εκφράζει το κάθε όνομα.
Μ' ένα λόγο, ο μέγας και ο βαθύς εβραίικος πολιτισμός -δεν ειρωνεύομαι, κυριολεκτώ- μέσα από τη χριστιανική του μετάλλαξη, κι αυτή πια δεν είναι ούτε μεγάλη ούτε βαθιά, πέρασε ως το μυελό των οστών και στη διπλή σπείρα του DNA όλων των νεοελλήνων. Ένα μόνο δε γνωρίζουν. Ότι ο σπουδαίος αυτός πολιτισμός είναι εντελώς αντίθετος με τον πολιτισμό της κλασικής Ελλάδας. Το αρνί και ο λύκος. Ο πάμφωτος ναός της Αφαίας στην Αίγινα, και το μονύδριο της αγίας Ελε-ούσας στο νησί της λίμνης των Ιωαννίνων, με την αγράμματη καλόγρια που κυνηγά τις έγκυες και τις λεχώνες, γιατί 'ναι μαγαρισμένες, λέει.
Έλληνες θα ειπεί δύο και δύο τέσσερα στη γη. Όχι δύο και δύο είκοσι δύο στον ουρανό.
Έλληνες θα ειπεί να τελείς στους νεκρούς τις χοές της Ηλέκτρας. Όχι κεριά στους νεκρόλακκους, και δηνάρια στο σακούλι του τουρκόπαπα.
Έλληνες θα ειπεί να προσκυνάς τακτικά στους Δελφούς το γνώθι σαντόν. Όχι να κάνεις την εξομολόγηση στους αγράμματους πνευματικούς και στους μαύρους ψυχοσώστες.
Έλληνες θα ειπεί να σταθείς μπροστά στη στήλη του Κεραμεικού και να διαβάσεις το επιτύμβιο:στάθί καιοϊκτιρον. Σταμάτα, και δάκρυσε· γιατί δε ζω πιά. Κι όχι να σκαλίζεις πάνω σε σταυρούς κορακίστικα λόγια και νοήματα: προσδοκώ ανάσταση νεκρών.
Έλληνες θα ειπεί το πρωί να γελάς σαν παιδί. Το μεσημέρι να κουβεντιάζεις φρόνιμα. Και το δείλι να δακρύζεις περήφανα. Κι όχι το πρωί να κάνεις μετάνοιες στα τούβλα. Το μεσημέρι να γίνεσαι φοροφυγάς στο κράτος και επίτροπος στην ενορία σου. Και το βράδυ να κρύβεσαι στην κώχη του φόβου σου, και να ολολύζεις σα βερέμης.
Ακόμη κι ο Ελύτης, καθώς εγέρασε, τό 'ριξε στους αγγέλους και στα σουδάρια. Τι απογοήτεψη...
Έλληνες θα ειπεί όσο ζεις, να δοξάζεις με τους γείτονες τον ήλιο και τον άνθρωπο. Και να παλεύεις με τους συντρόφους τη γη και τη θάλασσα. Και σαν πεθάνεις, να μαζεύουνται οι φίλοι γύρω από τη μνήμη σου, να πίνουνε παλιό κρασί, και να σε τραγουδάνε:
Τρεις αντρειωμένοι εβούλησαν να βγουν από τον Άδη,
Ένας το Μάη θέλει να βγει κι άλλος τον Αλωνάρη,
Κι ο Δήμος τ' αγια-Δημητριού ν' ανοίξει γιοματάρι.
Μια λυγερή τους άκουσε, γυρεύει να την πάρουν.
Κόρη, βροντούν τ' ασήμια σου, το φελλοκάλιγό σου,
και τα χρυσά γιορντάνια σου, θα μας ακούσει ο Χάρος.

Πηγή

14 Ιανουαρίου 2011

Κάρνεια - Η γιορτή των Λακεδαιμονίων προς τιμή του Κάρνειου Απόλλωνα

(Φώτο: Ερυθρόμορφος, ελικωτός κρατήρας, 410-400 π.Χ. Αποδίδεται στο ζωγράφο των Καρνείων. Στην εικόνα απεικονίζεται χορός προς τιμή του Απόλλωνα Καρνείου. Τάραντας, Museo Archeologico Nazionale)
Τα Κάρνεια ήταν η μεγάλη γιορτή των Δωριέων της Πελοποννήσου και ιδιαίτερα των Λακεδαιμονίων.

Εορτάζονταν με ιδιαίτερη λαμπρότητα στο Γύθειο, στο Οίτυλο και στα Λεύκτρα της Λακωνίας, στη Καρδαμύλη και στις Φαρές Μεσσηνίας, στην Σικυώνα της Κορινθίας, στο Άργος της Αργολίδος, στη Θήρα, στην Κω, στις Συρακούσες αλλα και προπάντων στο Ιερό Άλσος με τα κυπαρίσσια, το λεγόμενο Καρνάσιον ή Καρνειάσιον στη μεσσηνιακή Οιχαλία. Το Άλσος αυτό βρισκόταν δίπλα στην όχθη του ποταμού Χάραδρου και το κοσμούσαν τα περικαλλή αγάλματα του Κριοφόρου Ερμού, της Αγνής (τοπική ονομασία της Περσεφόνης) και του Καρνείου Απόλλωνα (βλ. Παυσανίας Μεσσηνικά 2,2). Οι εορταστές μεταμφιέζονταν όλοι και συμμετείχαν σε μυστήρια παρόμοια με εκείνα της Ελευσίνας, τα οποία κατά την μυθολογική παράδοση ίδρυσε ο Ελευσίνιος Καύκων, ο γιος του Κελαίνου, ενώ κατά το πέρας της γιορτής γινόντουσαν πάνδημα συμπόσια και «πανηγυρισμοί»!
Τα Κάρνεια ήταν προδωρική γιορτή αφιερωμένη στον τοπικό θεό Κάρνειο ή Κάρνο Οικέτα. Είχε ονομαστεί Οικέτας επειδή το κέντρο της λατρείας του ήταν το σπίτι του μάντη Κριού και δε λατρευόταν σε κάποιο ναό. Όταν οι Δωριείς κυρίευσαν τη Σπάρτη με τη βοήθεια του Κάρνειου και του Κριού, ταύτισαν τον Κάρνειο με τον Απόλλωνα.
Η γιορτή στη Σπάρτη γινόταν προς τιμή του Κάρνειου Aπόλλωνα με την πανσέληνο του Κάρνειου μήνα (τέλος Αυγούστου με αρχές Σεπτεμβρίου) κάθε τέσσερα χρόνια και διαρκούσε εννιά ημέρες.
O Δημήτριος ο Σκήψιος στο πρώτο βιβλίο του Tρωικού διακόσμου μας πληροφορεί ότι η γιορτή των Καρνείων από τους Λακεδαιμόνιους ήταν μίμηση της στρατιωτικής εκπαίδευσης. Τις ημέρες της γιορτής οι Σπαρτιάτες έστηναν ένα πρόχειρο "στρατόπεδο" με εννιά σκηνές (σκιάδες) που σε κάθε μία δειπνούσαν εννέα άνθρωποι, τρεις από κάθε φρατρία (ομάδα συγγενών). Ζούσαν σαν σε στρατόπεδο και τα πάντα εκεί εκτελούνταν υποχρεωτικά με το πρόσταγμα της σάλπιγγας.
Κατά τη διάρκεια των Καρνείων απαγορεύονταν οι εχθροπραξίες και για το λόγο αυτό οι Σπαρτιάτες δε συμμετείχαν στη Μάχη του Μαραθώνα. Όταν τελείωσαν τα Κάρνεια, έστειλαν στρατεύματα για βοήθεια, αλλά τότε η μάχη είχε τελειώσει.
Iδιαίτερο χαρακτηριστικό των σπαρτιατικών Καρνείων ήταν ο αγώνας των σταφυλοδρόμων. Στον αγώνα αυτόν ένας από τους Καρνεάτες με μια ταινία στα μαλλιά έτρεχε ευχόμενος αγαθά για την πόλη. Οι υπόλοιποι τον καταδίωκαν κρατώντας μεγάλα τσαμπιά σταφύλια για να δυσκολεύονται στο τρέξιμο. Τη σύλληψη του νέου τη θεωρούσαν καλό οιωνό για την πόλη ενώ αντίθετα τη μη σύλληψή του τη θεωρούσαν κακό οιωνό.
Οι δούλοι συνήθιζαν να θυσιάζουν προς τιμή του Απόλλωνα στη γιορτή των Καρνείων ένα κριάρι, το οποίο έτρεφαν ειδικά γι' αυτόν το σκοπό.
Στα Κάρνεια γίνονταν και μουσικοί αγώνες, στους οποίους είχε νικήσει και ο Λέσβιος ποιητής Τέρπανδρος.
Κάθε τέταρτο χρόνο από τους άγαμους άνδρες εκλέγονταν πέντε από κάθε φυλή, οι οποίοι ονομάζονταν Καρνεάτες και είχαν την όλη επιμέλεια της γιορτής. Την επιμέλεια των θυσιών είχε ο ιερέας, ο οποίος ονομαζόταν αγητής. Η ημέρα των θυσιών ονομαζόταν Αγητόρια.
Τα Κάρνεια στην Ελληνική Μυθολογία
Αν ανοίξουμε τον Όμηρο, σε πάμπολλους στίχους τόσο της Ιλιάδας όσο και της Οδύσσειας (Θ 306, Π 392, ε 376, θ 92, ι 140, υ 75 κ.α.) συναντάμε τη λέξη «καρ» και τα παράγωγά της. Η λέξη αυτή σημαίνει «κεφάλι» και σύγχρονη επιβίωσή της είναι βεβαίως η «κάρα». Εάν τώρα προσθέσουμε και το ευφωνικό «ν» στην ομηρική λέξη «καρ», φτάνουμε κιόλας στη λέξη «κάρνος». Τι σημαίνει η λέξη αυτή;
Η Ελληνική Μυθολογία μας πληροφορεί ότι ο Κάρνος ήταν κάποιος μάντης του Θεού Απόλλωνα από την Ακαρνανία, τον οποίο σκότωσε ο Ηρακλείδης Ιππότης, ο γιος του Φύλαντος. Οι συγγενείς του Ιππότου μάλιστα αναγκάστηκαν στη συνέχεια να προσφέρουν πλούσιες θυσίες στον Απόλλωνα προκειμένου να εξευμενίσουν την οργή του για τον φόνο του Κάρνου.
Ο περιηγητής Παυσανίας αναφέρει τον Κάρνο και ως Κριό (Λακωνικά 13, 4) γεγονός που δεν αφήνει καμιά αμφιβολία ότι η λέξη «κάρνος» σημαίνει «κριός».
Κάρνος ονομαζόταν επίσης κι ένας αρχαιότατος ποιμενικός, κριόμορφος και ιθιφαλλικός Θεός των Πελοποννησίων, προστάτης της γονιμότητας, άγνωστος ίσως σήμερα στους περισσότερους αλλά αντίστοιχος περίπου με τον γνωστότερο Πρίαπο του Ελλησπόντου. Ουσιαστικά δηλαδή ο Κάρνος ήταν ένας γονιμοποιητικός Θεός, τόσο των Λακώνων όσο και των Μεσσηνίων, πριν από την επικράτηση των Δωριεών στη νότια Πελοπόννησο, ενταγμένος στην χορεία των ζωόμορφων θεοτήτων οι οποίες, σύμφωνα με την ιστορία των θρησκειών, προηγήθηκαν των ανθρωπόμορφων.
Από το ουσιαστικοποιημένο επίθετο «Κάρνειος» παράγεται στον πληθυντικό η ονομασία της εορτής «τα Κάρνεια»

Πηγή

25 Δεκεμβρίου 2010

Ο παγκόσμιος, ιερός συμβολισμός του "Λ".

ΛΑΜΔΑ το έβδομο σύμφωνο στο Ελληνικό αλφάβητο και χαρακτηρίζεται υγρό ημίφωνο.

Αν λοιπόν είναι ιερός αριθμός το επτά (σεπτά) τότε είναι πολύ πιθανό και το γράμμα να έχει μια κρυμμένη ιερότητα στην δομή του.
Σπαρτιάτικη ασπίδα
Σχηματικά το Λ μοιάζει να απεικονίζει, την εκπομπή από ένα συγκεκριμένο σημείο, που καταλήγει σε μία συγκεκριμένη και ορισμένη περιοχή.
Ετυμολογικά η ονομασία ΛΑ+Μ+ΔΑ, αν αναλυθεί οδηγεί σε ένα απλό συμπέρασμα, το οποίο όπως όλα τα απλά πράγματα πιθανόν να κρύβει μια μεγάλη αλήθεια.
Η συλλαβή ΛΑ σημαίνει ουράνια προέλευση, το γράμμα Μ την μίξη, και το ΔΑ την Γή και μεταφορικά το γήινο.
Νοηματικά λοιπόν με απλά λόγια σημαίνει την ουράνια παρέμβαση στα γήινα.
Η συλλαβή το ΛΑ ορίζεται σε διάφορα λεξικά σαν επιτατικό μόριο, και σύμφωνα με την ιδιότητα του αυτή μεγεθύνει ή υπερυψώνει την έννοια της λέξεως.
Η αρχαία λέξη Λας πελασγικής προέλευσης, αρχικά σήμαινε το ουράνιο, το πνευματικό ,και στην εξέλιξή της τον λίθο την πέτρα.
Για το πώς εξελίχθηκε εννοιολογικά η λέξη αυτή, υπάρχει μια επιχειρηματολογία απλή αλλά με λογική βάση.
Στο απώτατο παρελθόν, οι συνθήκες του περιβάλλοντος δημιουργούσαν καταστάσεις και φαινόμενα, πολλά από τα οποία έχουν αποδειχθεί από την σύγχρονη επιστήμη.
Η Γή μας εκτός των άλλων δεχόταν πλήθος ουρανίων σωμάτων, και σε ποικίλα μεγέθη. Αυτά τα σώματα αφού διέγραφαν μια φωτεινή πορεία στην ατμόσφαιρα, κάτι σαν μικροί κομήτες κατέληγαν στο έδαφος, όπου έχαναν την φωτεινή τους ιδιότητα και μέρος από την μάζα τους, σαν απλές πέτρες.
Αυτή η φυσική διεργασία και η μεταβολές της, εξηγούν και την διαδικασία της εννοιολογικής μεταβολής της λέξεως.
Υπάρχουν όμως και πολλά στοιχεία στην εξέλιξη μας που προσδίδουν ένα ιδιαίτερο νόημα στον λίθο που μοιάζει υπερβολικό, αν δεν αποδεχθούμε την προηγούμενη ανάλυση.
Πυραμίδα του πολιτισμού των Μάγιας
Στην Ελληνική μυθολογία οι άνθρωποι γεννήθηκαν από πέτρες που έριχναν πίσω τους ο Δευκαλίων και η Πύρα.
Στην Χριστιανική θρησκεία ο Χριστός, μετονόμασε τον πρώτο των μαθητών του από Σίμωνα σε Πέτρο λέγοντας «σε αυτόν τον λίθο θα οικοδομήσω την εκκλησία μου».
Ακόμη και στην εφαρμογή του το Λ σε φυσικά μεγέθη ( κορυφές βουνών, με πρώτη την πυραμίδα του Ταϋγέτου), έχει την ιδιότητα του συλλέκτη ενέργειας από το ουράνιο στερέωμα.
Επίσης σε τεχνητές ανθρώπινες κατασκευές μεγάλου η μικρού μεγέθους, η ιδιότητα του αυτή δεν έχει μόνο συμβολική αλλά και ουσιαστική σημασία.
Οι πυραμίδες, απομεινάρια αρχέγονων πολιτισμών,(Ατζέκων, Ίνκας, Μάγιας, Ελλήνων, Αιγυπτίων κ.α) που μας είναι ακόμη άγνωστοι, δεν είναι τίποτα άλλο παρά μια τρισδιάστατη εφαρμογή του Λ.
Μεταγενέστερο δείγμα, που εξακολουθεί να υπάρχει και σήμερα είναι ο τρόπος κατασκευής της στέγης των σπιτιών μας, που με το σχήμα τους επιδιώκουν να είναι μόνιμοι δέκτες, εκείνου που χαρίζεται στην Γή από τον ουρανό.
Δεν χρειάζονται περισσότερα, αν και πιστεύω πώς υπάρχουν, για να δηλώσουν την σημασία του Λ για τα γήινα, που πιθανόν να αποτελεί την γενεσιουργό αιτία, του ανθρώπου, σύμφωνα με την έννοια του άνω+ θρώσκω.
Ημερολόγιο Αζτέκων με κυρίαρχο το σύμβολο Λ.
Με απλά λόγια υπάρχουν σαφείς ενδείξεις πώς το Λ συμβολίζει την διαδικασία της επέμβασης του ουρανού στην Γή, και οδήγησε στην εξέλιξη.
Τα σύμβολο Λ το βρίσκουμε διαδεδομένο σε όλη την Γή, σε σημαντικούς προγενέστερους πολιτισμούς (Ίνκας, Ατζέκοι κ.α), αλλά είναι και το κυρίαρχο σύμβολο των Λακεδαιμονίων. Η απλοϊκή εξήγηση πώς είναι το αρχικό γράμμα της ονομασίας της φυλής των Λακεδαιμονίων, δεν είναι πειστική, επειδή ανάγεται σε προγενέστερους χρόνους, πιθανόν πολλές χιλιετίες.
Πρώτοι κάτοικοι της Λακωνικής αναφέρονται οι Λέλεγες, και ομίχλη καλύπτει την προέλευσή τους.
«Το τε γάρ των Πελασγών ην φύλον και των Καυκώνων και Λελέγων. Είρηται δ΄ότι πολλαχού της Ευρώπης το παλαιόν ετύγχανε πλανώμενα».
Στραβων 12 8
Πιθανόν να ήταν υπογένος των Πελασγών, επειδή σύμφωνα με όσα γνωρίζουμε το ανθρώπινο είδος που κατοικούσε την γεωγραφική περιοχή της ανατολικής Μεσογείου ήταν οι Πελασγοί. Με βάση την πληροφορία πώς ο πρώτος βασιλιάς τους Λέλεγας ήταν αυτόχθων, στον οποίο οφείλουν και την ονομασία τους, πρόκειται για γήινα όντα.
Κάτω από αδιευκρίνιστες συνθήκες και σε απροσδιόριστο χρόνο δέχτηκαν εκουσίως ή ακουσίως την ουράνια επίδραση και μάλιστα κατ επανάληψη ΛΕ ΛΕ.
Επειδή στην συμπαντική αρμονία, για όλα υπάρχει αιτία και αποτέλεσμα, ποιος μπορεί να ήταν ο λόγος για ένα τέτοιο γεγονός;
Την απάντηση μας δίνει, η προσπάθεια ερμηνείας ενός άλλου σημαντικού και πολυσυζητημένου γράμματος της Ελληνικής αλφαβήτου. Είναι το Έψιλον για το οποίο έγραψε ο Πλούταρχος και κοσμούσε την μετώπη του Απολλώνιου ναού, απλό ή και αντίρροπο.
Εφόσον υποθέσαμε πώς το Λ είναι το σύμβολο της δράσης του ουρανού προς την Γή, φυσικό επακόλουθο είναι η αντίδραση. Το Ε λοιπόν αντιδρά και μεταδίδει την δράση, ούτως ώστε να εξαπλωθεί σε ολόκληρη την Γή.

Πράγματι το Λ σχηματικά μοιάζει με την προβολή σήματος, Η κατεύθυνση του είναι από πάνω προς τα κάτω, ενώ το Ε μοιάζει με προβολή σήματος σε οριζόντια κατεύθυνση, και θυμίζει μια συμβατική κεραία εκπομπής. (Φαντασθείτε το σχήμα του αρχαίου Ε, σαν δύο Λ, εφαπτόμενα).
Είναι λοιπόν οι Λέλεγες η αφομοίωση της ουράνιας παρέμβασης σε ανθρώπινο επίπεδο, και αναλαμβάνουν την υποχρέωση της εξάπλωσής της σε όλη την Γή; Πολύ πιθανόν.
Από τις ανθρώπινες και μόνο δραστηριότητες αυτή η λογική αποδεικνύεται σε πλείστες όσες περιπτώσεις. Το σχέδιο η απόφαση, εκπονείται και κάποιοι αναλαμβάνουν την υλοποίηση. Στην χριστιανική θρησκεία τον ρόλο αυτό ανέλαβαν οι απόστολοι. Στην τέχνη επίσης της αγιογραφίας είναι πολλές οι περιπτώσεις που βρίσκουμε τον συμβολισμό του Λ, με κυρίαρχες εκείνη που απεικονίζουν το αστέρι της Βηθλεέμ κατά την γέννηση, και την θεϊκή παρουσία, κατά την βάφτιση, την επιφοίτηση αλλά και την Ανάσταση.
Υπάρχει ένα λογικό ερώτημα, και πρέπει να επιχειρηθεί η απάντηση του.
Ποια είναι η εννοιολογική διαφορά της λέξεως ΔΑ με την λέξη ΓΥΙΑ, μεταγενέστερα ΓΑΙΑ και ΓΗ. Το ΔΑ ορίζει την αρχική δημιουργία του στερεώματος, ενώ το δεύτερο ΓΥΙΑ, ΓΑΙΑ τον διαχωρισμό σε στεριά και θάλασσα, και την γενετική ικανότητα.
Η σύγχρονη λέξη ΓΥΙΟΣ καλύπτει αυτή την έννοια και ερμηνεύεται σαν γέννημα της Γής. Στην αντίθετη περίπτωση η λέξη ΘΥΓΑΤΕΡΑ έχει σαν ερμηνεία την ικανότητα της Γής να γεννά.
Είναι αυταπόδεικτη και η μεγαλοσύνη που προσδίδεται στην έννοια του Λ μέσα από την μουσική , και συγκεκριμένα στην νότα ΛΑ, που αποδίδει την χαρά και την ευτυχία της ζωής.
Ένα πλήθος σημαντικότατων λέξεων στην Ελληνική γλώσσα αλλά και διεθνώς προσθέτουν επιχειρήματα στην σημαντική σημασία του Λ.
Λόγος = Θεός, νους, λογική Λαλώ = ομιλώ Λαός = σύνολο ανθρώπων
Τέλος στην επιστήμη εκτός των άλλων, το λ΄ σαν αριθμητικό είναι το τριάντα, σαν πεζό συμβολίζει το μήκος κύματος στην φυσική, και την σταθερά ραδιενεργούς διάσπασης, και είναι σίγουρο πώς αυτά είναι τα ελάχιστα που μπόρεσα να συλλέξω.

14 Δεκεμβρίου 2010

Δημήτρης Λιαντίνης - Μία Ιστορία που έγινε Μύθος

Ο Δημήτρης Λιαντίνης γεννήθηκε στην Πολοβίτσα της Λακεδαίμονος στις 23 Ιουλίου 1942. Σπούδασε κλασσικές γνώσεις, Ίωνες φυσικούς και ανθρωπολογία. Νέος περπάτησε για μια στιγμή, στην Ανω Ενγκαντίν και στο κάστρο του Εζέ. Στα πάρεργά του ασχολήθηκε με τους κήπους και με τον ουρανό, με τάξη και με λιτότητα, και στο μέτρο του ανθρώπου.
Το ερώτημα που του τέθηκε στο δρόμο, κάτι σαν το αίνιγμα της Σφίγγας στις Θήβες, εστάθηκε το ακόλουθο:
- Καθώς κοιτάς το μηδέν στα μάτια δύνεσαι να μην αποκαρτερήσεις;
Αποκρίθηκε: - Ναι.
Το παραπάνω λιτό βιογραφικό είναι αυτό που επέλεξε ο ίδιος να αφήσει, και υπάρχει στο οπισθόφυλλο της Γκέμμας.
ΒΙΟΓΡΑΦΙΑ
Ο Δημήτρης Λιαντίνης (23 Ιουλίου 1942 - 1998) υπήρξε αναπληρωτής καθηγητής της Φιλοσοφίας της αγωγής και της Διδακτικής των Ελληνικών μαθημάτων στο Πανεπιστήμιο Αθηνών και συγγραφέας εννέα βιβλίων με φιλοσοφικό και παιδαγωγικό περιεχόμενο.
Το επώνυμό του ήταν Νικολακάκος, το οποίο άλλαξε σε Λιαντίνης για να τιμήσει την ιδιαίτερη πατρίδα του, το χωριό Λιαντίνα της Λακωνίας.
Τελείωσε το εξατάξιο γυμνάσιο της Σπάρτης. Το 1966 αποφοίτησε από τη Φιλοσοφική Σχολή Αθηνών, Τμήμα Φιλολογίας. Από το 1968 μέχρι το 1970 υπηρέτησε ως φιλόλογος στη Μέση Εκπαίδευση στους Μολάους Λακωνίας. Τον Οκτώβριο του 1970 μετέβη στο Μόναχο, όπου παρέμεινε μέχρι το 1972 και σπούδασε τη γερμανική γλώσσα, διδάσκοντας συγχρόνως ως φιλόλογος στο ιδιωτικό ελληνικό σχολείο της Otto Gesellschaft του Μονάχου.
Από το 1973 μέχρι το 1975 υπηρέτησε εκ νέου στη Μέση Εκπαίδευση στις Θεσπιές Βοιωτίας. Το 1975 διορίστηκε βοηθός στο Εργαστήριο Παιδαγωγικής του Πανεπιστημίου Αθηνών. Το 1978 έγινε Διδάκτωρ με βαθμό «άριστα» και θέμα της διδακτορικής διατριβής: «Η παρουσία του ελληνικού πνεύματος στις ελεγείες του Duino του Ράινερ Μαρία Ρίλκε».
Υπήρξε από το 1975 μέχρι το 1998 βοηθός, επιμελητής, λέκτορας, επίκουρος καθηγητής και αναπληρωτής καθηγητής της Φιλοσοφίας της Aγωγής και της Διδακτικής των Ελληνικών μαθημάτων στον Τομέα Παιδαγωγικής του Τμήματος Φιλοσοφίας, Παιδαγωγικής και Ψυχολογίας του Πανεπιστημίου Αθηνών. Το 1978-79 με εκπαιδευτική άδεια παρακολούθησε στο Πανεπιστήμιο της Χαϊδελβέργης φιλοσοφία και συγχρόνως δίδασκε σε ελληνικό σχολείο στο Ludwigshafen. Εκτός του Πανεπιστημίου δίδαξε στο Μαράσλειο Διδασκαλείο και σε διάφορα ΠΕΚ. Το 1973 παντρεύτηκε την καθηγήτρια θεολογίας Νικολίτσα Γεωργοπούλου. Από το γάμο τους απέκτησαν μια κόρη.
Την 1η Ιουνίου 1998 ο Λιαντίνης εξαφανίστηκε αφήνοντας γράμμα προς την κόρη του, στο οποίο δήλωνε πως είχε αποφασίσει «να αφανισθεί αυτοθέλητα», όπως χαρακτηριστικά έγραφε. Η υπόθεση της εξαφάνισής του απασχόλησε την κοινή γνώμη, λόγω ιδιαίτερης προβολής από τα ΜΜΕ. Τον Ιούλιο του 2005 ο συγγενής του Παναγιώτης Νικολάκακος οδήγησε την κόρη του Λιαντίνη σε μία σπηλιά του Ταϋγέτου, όπου μέσα κείτονταν ο ίδιος. Όπως έγραψε στο τελευταίο γράμμα στην κόρη του, είχε προετοιμάσει αυτή τη στιγμή βήμα-βήμα μια ολόκληρη ζωή.
Μετά την ανεύρεση του σκελετού, έγιναν ιατροδικαστικές εξετάσεις που κατέληξαν με απόλυτη βεβαιότητα ότι ο νεκρός ήταν ο Λιαντίνης. Όμως άφησαν αναπάντητο το πώς πέθανε, δεδομένου ότι δεν ανευρέθη στις τοξικολογικές εξετάσεις κάποια ουσία που να επιφέρει τον θάνατο. Άγνωστη είναι και η ακριβής ημερομηνία του θανάτου, η οποία ωστόσο δύναται να προσδιοριστεί μεταξύ 1ης και 5ης Ιουνίου 1998. Παρότι η επιθυμία του ίδιου ήταν τα οστά του να μείνουν στον Ταύγετο, τελικά ενταφιάστηκαν στις 20 Αυγούστου 2005 στο νεκροταφείο των Κεχρεών Κορινθίας.

Η σπηλιά στην οποία ο Δ.Λιαντίνης πέρασε τις τελευταίες στιγμές της ζωής του.


Έγραψε εννέα βιβλία φιλοσοφικού και παιδαγωγικού στοχασμού. Τα βιβλία του είναι τα εξής:
* Έξυπνον Ενύπνιον (1977): Ερμηνεύει φιλοσοφικά και σε σχέση με την αρχαία Ελλάδα τις ελεγείες του Ντούινο του Ρίλκε. Το βιβλίο με μικρές διαφοροποιήσεις αποτελεί απόδοση στη δημοτική της διδακτορικής του διατριβής (που ήταν σε καθαρεύουσα) με τον τίτλο "Η παρουσία του ελληνικού πνεύματος στς ελεγείες του Duino του R. M. Rilke".
* Χάσμα σεισμού (1977): Ερμηνεύει φιλοσοφικά το έργο του Σολωμού. Βραβείο της Ακαδημίας Αθηνών το 1978.
* Ίδε ο άνθρωπος (1979) του Νίτσε: Απόδοση στην ελληνική με προλόγισμα (ο Λιαντίνης αναφερόμενος στη μεταφραστική του εργασία χρησιμοποιεί το ρήμα ελλήνισε).
* Ο Νηφομανής (1982): Αναλύεται η ποίηση του Γιώργου Σεφέρη με φιλοσοφικές συντεταγμένες.
* Homo educandus (1984): Εγχειρίδιο φιλοσοφίας της αγωγής.
* Πολυχρόνιο (1987): Εξετάζει τη φιλοσοφία της στοάς και την επίδρασή της στην πολιτική της Ρώμης.
* Διδακτική (1989): Παιδαγωγικό εγχειρίδιο αρχών και μεθόδων της διδακτικής, προορισμένο για τους φοιτητές.
* Τα Ελληνικά (1992): Αναφέρεται στη διδακτική των αρχαίων και νέων ελληνικών, κυρίως της λογοτεχνίας (με κριτήρια για την αποτίμηση του ποιητικού έργου), και προορίζεται για εκπαιδευτικούς. Περιέχει ενδεικτικό κατάλογο κειμένων τα οποία πρέπει να κατέχει ο εκπαιδευτικός για προσωπική του κατάρτιση.
* Γκέμμα (1997): Περιέχει 16 αυτόνομα κεφάλαια με κυρίαρχα ζητήματα το περί Θεού ερώτημα, τη συνείδηση του "ελληνοέλληνα" και το πρόβλημα του θανάτου στη σύζευξή του με τον έρωτα.
Έργα που εκδόθηκαν μετά θάνατον από τους κληρονόμους του:
* Οι ώρες των άστρων (2006): Περιέχει ποιήματα της νιότης του.
ΤΟ ΓΡΑΜΜΑ
Tο γράμμα αυτό αποτελεί τη πνευματική διαθήκη του πατέρα Λιαντίνη προς τη κόρη του. Αλλά και ο αποχαιρετισμός του σε αυτή. Δεν είναι τυχαίο ότι ο Λιαντίνης απέφυγε να συναντήσει τη κόρη του για να της μιλήσει για την απόφαση του και να την αποχαιρετήσει. Γνώριζε ότι θα ήταν μια πολύ δύσκολη στιγμή για εκείνον και κυρίως για το παιδί του. Της είχε μεγάλη αδυναμία. Γνώριζε, επίσης, ότι το γράμμα θα έβλεπε κάποτε το φως της δημοσιότητας. Ήξερε βλέπετε όσο κανένας άλλος τη γυναίκα του και τις αδυναμίες της. Έτσι λοιπόν μας άφησε ένα έξοχο κείμενο, άκρως διαφωτιστικό, σημείο αναφοράς θα λέγαμε για κάθε ερευνητή του φαινομένου Λιαντίνης.
Διοτίμα μου,
Φεύγω αυτοθέλητα. Αφανίζομαι όρθιος, στιβαρός και περήφανος. Ετοίμασα τούτη την ώρα βήμα- βήμα ολόκληρη τη ζωή μου, που υπήρξε πολλά πράγματα, αλλά πάνω από όλα εστάθηκε μια προσεκτική μελέτη θανάτου. Τώρα που ανοίγω τα χέρια μου και μέσα τους συντρίβω τον κόσμο, είμαι κατάφορτος με αισθήματα επιδοκιμασίας και κατάφασης.
Πεθαίνω υγιής στο σώμα και στο μυαλό, όσο καθαρό είναι το νωπό χιόνι στα όρη και το επεξεργασμένο γαλάζιο διαμάντι.
Να ζήσεις απλά, σεμνόπρεπα, και τίμια, όπως σε δίδαξα. Να θυμάσαι ότι έρχουνται χαλεποί καιροί για τις νέες γενεές. Και είναι άδικο και μεγάλο παράξενο να χαρίζεται τέτοιο το δώρο της ζωής στους ανθρώπους, και οι πλείστοι να ζούνε μέσα στη ζάλη αυτού του αστείου παραλογισμού.
Η τελευταία μου πράξη έχει το νόημα της διαμαρτύρησης για το κακό που ετοιμάζουμε εμείς οι ενήλικοι στις αθώες νέες γενεές που έρχουνται. Ζούμε τη ζωή μας τρώγοντας τις σάρκες τους. Ένα κακό αβυσσαλέο στη φρίκη του. Η λύπη μου γι' αυτό το έγκλημα με σκοτώνει.
Να φροντίσεις να κλείσεις με τα χέρια σου τα μάτια της γιαγιάς Πολυτίμης, όταν πεθάνει. Αγάπησα πολλούς ανθρώπους. Αλλά περισσότερο τρεις. Το φίλο μου Αντώνη Δανασσή, τον αδερφοποιτό μου Δημήτρη Τρομπουκη, και τον Παναγιώταρο το συγγενή μου, γιο και πατέρα του Ηρακλή.
Κάποια στοιχεία από το αρχείο μου το κρατά ως ιδιοκτησία ο Ηλίας Αναγνώστου.
Να αγαπάς τη μανούλα ως την τελευταία της ώρα. Υπήρξε ένας υπέροχος άνθρωπος για μένα, για σένα, και για τους άλλους. Όμως γεννήθηκε με μοίρα. Γιατί της ορίστηκε το σπάνιο, να λάβει σύντροφο στη ζωή της όχι απλά έναν άντρα, αλλά τον ποταμό και τον άνεμο. Το γράμμα του αποχαιρετισμού που της έγραψα το παίρνω μαζί μου.
Σας αφήνω εσένα, τη μανούλα και το Διγενή*, το σπίτι μου δηλαδή, που του στάθηκα στύλος και στέμμα, Γκέμμα πες, σε υψηλούς βαθμούς ποιότητας και τάξης. Στην μεγαλύτερη δυνατή αρνητική εντροπία. Να σώζετε αυτή τη σωφροσύνη και αυτή την τιμή. Θα δοκιμάσω να πορευτώ τον ακριβό θάνατο του Οιδίποδα. Αν όμως δεν αντέξω να υψωθώ στην ανδρεία που αξιώνει αυτός ο τρόπος, και ευρεθεί ο νεκρός μου σε τόπο όχι ασφαλή, να φροντίσεις με τη μανούλα και το Διγενή*, να τον κάψετε σε ένα αποτεφρωτήριο της Ευρώπης
Έζησα έρημος και ισχυρός.
Λιαντίνης
Τη μέρα που θα πέσω* έδωσα εντολή
να στεφανωθούν οι μορφές
Σολωμού στη Ζάκυνθο κ' Λυκούργου
στη Σπάρτη.

* Διγενής: γαμπρός του Δ. Λιαντίνη εκείνη την εποχή.
* Οι μορφές στεφανώθηκαν στις 3/6/1998.

Ομιλία του Λιαντίνη προς τους φοιτητές του, στο Ηρώδειο (1995)

Πηγή

11 Δεκεμβρίου 2010

Ο Ταΰγετος (απόσπασμα απὸ το βιβλίο του Κώστα Ουράνη «Ἑλλάδα»)

Κανένα βουνὸ ἀπ᾿ ὅσα εἶδα στὴ ζωή μου - ἀπὸ τὸ Μὸν Μπλὰν μὲ τὰ - αἰώνια ἀπάτητα χιόνια ἴσαμε τὶς πιὸ ἄγριες ἱσπανικὲς «σιέρρες» δέ μου ἔκανε ποτὲ τὴν ἐντύπωση ποὺ αἰσθάνθηκα, ποὺ δέχθηκα, κατάστηθα θὰ ἔπρεπε νὰ πῶ, ὅταν ἀπὸ μία ψηλὴ καμπὴ τοῦ ἁμαξιτοῦ δρόμου πρὸς τὴ Σπάρτη ἀντίκρισα τὸν Ταΰγετο σ᾿ ὅλο τοῦτο ἐπιβλητικὸ ὕψος. Δὲ φανταζόμουν ποτὲ ὅτι θὰ ὑπῆρχε βουνὸ μὲ τέτοιο χαρακτῆρα, τέτοιαν ἀτομικότητα. Ἡ εἰκόνα του ἦταν ἄφθαστα μεγαλοπρεπής. Παρουσιάζεται στηριγμένος σὲ τεράστιες, συμπαγεῖς πλαγιές, παρόμοιες μὲ στηρίγματα τειχῶν, χρώματος μὸβ καὶ μολυβένιου, καὶ «οἱ κορφές του, ποὺ ἔχουν σχήματα πυραμίδων ξεκόβονται στὸ γαλανὸ οὐρανὸ κατακάθαρα καὶ σκληρά». Δὲν ὑπάρχουν, ὅπως συμβαίνει μ᾿ ἄλλα ψηλὰ βουνά, μικρότερες βουνοσειρὲς νὰ τὸν μισοκρύβουν καὶ νὰ ἐμποδίζουν ν᾿ ἀγκαλιάσει κανεὶς μὲ μιὰ ματιὰ ὁλόκληρο τὸ ὕψος του. Ἀπὸ τὴν κοιλάδα τῆς Σπάρτης, ὅπου κάνει φιδίσιους ἑλιγμοὺς ὁ Εὐρώτας, καὶ ποὺ ἁπλώνεται σὰ μιὰ θάλασσα πρασινάδας, ὁ Ταΰγετος σηκώνεται ἀνεμπόδιστος, ἴσιος, ὥριμος καὶ δυνατὸς μὲ μία περήφανη ἀνάταση - ἴσαμε τὸ ὕψος τῶν χιονοσκεπασμένων κορυφῶν του. Καθὼς ἐμφανίζεται ἔτσι, δὲ δίνει μόνο μιὰ ἐντύπωση μεγαλείου, ἀλλὰ καὶ μία βαθιὰ συγκίνηση.
Δὲν τὸν φαντάζεται κανεὶς ἄψυχο: παγερὴ αἰωνιότητα ὕλης. Καθὼς ὑψώνεται θεόρατος καὶ δυνατός, σκιάζοντας τὴ μεγάλη πεδιάδα, φαντάζει σὰ μιὰ ἔμψυχη παρουσία, σὰ νὰ εἶναι ὁ τιτανικὸς φρουρός της - καὶ δίνει πραγματικὰ τὸ μάθημα ἐκεῖνο τῆς ἐνέργειας καὶ τῆς δύναμης, ποὺ ἔνοιωσε ὁ Μωρὶς Μπαρρές, ὅταν τὸν εἶδε καὶ μὲ τὸ ὁποῖο ἐξήγησε τὸ πολεμικὸ θαῦμα τῆς ἀρχαίας Σπάρτης. Ἀληθινά, ἀφοῦ δεῖ κανεὶς τὸν Ταΰγετο, ἐννοεῖ καλύτερα, ἐννοεῖ ἐντελῶς, πὼς ὑπῆρξε ἡ φυλὴ αὐτὴ περήφανη, ἡ ἐξαίσια ἀνδρική, ἡ λιτή, ἡ αὐστηρὴ καὶ πολεμόχαρη, ποὺ ἔζησε στὴν κοιλάδα αὐτὴ τῆς Σπάρτης χωρὶς νὰ νοιώσει ποτὲ τὴν ἀνάγκη νὰ περιτειχίσει Ἀκροπόλεις γιὰ νὰ καταφεύγει σ᾿ αὐτὲς σὲ ὧρες ἐχθρικῶν ἐπιδρομῶν. Οἱ ἄνθρωποι ποὺ ἀντίκριζαν καθημερινὰ τὸν Τιτᾶνα αὐτὸν ποὺ λέγονταν Ταΰγετος, ποὺ ἀνέπνεαν τὸν ἀέρα ποὺ κατεβαίνει ἀπὸ τὶς κορυφές του, ποὺ αἰσθάνονταν ὄχι τὸ βάρος του πάνω στὴν πεδιάδα τους, ἀλλὰ τὸ ἀγέρωχο ὕψος του, δὲν ἦταν δυνατό, στὶς ἐποχὲς ἐκεῖνες τῶν πολέμων καὶ τῶν στενῶν πατρίδων, νὰ μὴ ἀναπτυχθοῦν σὲ χαλύβδινους καὶ περήφανους πολεμιστὲς καὶ νὰ μὴ θέσουν τὴ φυλή τους ἀνώτερη καὶ ἀπὸ τὸν πολιτισμὸ τῶν Ἀθηνῶν ...










Κώστας Οὐράνης (Λεωνίδιο 1890 - Ἀθήνα 1953)

Πηγή