28 Νοεμβρίου 2009

Η Χαμένη πολιτεία

Εκεί πού ενώνεται ο Ταΰγετος και ο Πάρνωνας, τα δύο μεγάλα βουνά της Λακωνίας, ήτανε κάποτε παλιά, μέσα σε ένα απρόσιτο βαθύ φαράγγι χτισμένη, ή Μαγική Πολιτεία. Ακόμα και σήμερα άμα πάτε εκεί, θα δείτε να ασπρίζουνε ανάμεσα από τα αγριολούλουδα σπασμένα μάρμαρα. Μα το πιο παράξενο απ’ όλα είναι αυτό πού μπορεί να δη κανείς εκεί κάθε δειλινό. Κάθε δειλινό, καθώς ο Ήλιος πλανιέται για στερνή φορά ανάμεσα στα δέντρα και στους θάμνους, σχηματίζονται από τα χρώματα, από τις αχτίνες και από τα φυλλώματα χιλιάδες αέρινα χαμόγελα, που φτερουγάνε προς τα ουράνια και χάνονται μακριά στο άπειρο, στον Ήλιο. Είναι τα μαγεμένα χαμόγελα των τελευταίων Πολεμιστών της Πολιτείας, πού μια πανέμορφη Νεράιδα τα μάγεψε να υπάρχουνε για πάντα.
Την Ιστορία αυτής της Πολιτείας κανείς δεν ξέρει και εγώ την έμαθα τυχαία καθώς σκάλιζα κάτι παλιά κιτρινισμένα βιβλία με στάλες αίμα επάνω, μαυρισμένες από τους αιώνες και από την άδικη των ταπεινών ανθρώπων καταφρόνια. Ήτανε κρυμμένα σ’ ένα μέρος απόκρυφο που Ήλιος δεν βλέπει και όλοι το λένε μέρος σκοτεινό, καταραμένο. Είχανε να τα δουν ανθρώπου μάτι, ετούτα τα Άγια Γραφτά, χρόνους πεντακόσιους. Μα εγώ πλησίασα και διάβασα και έμαθα, ξεχωρίζοντας με πείσμα μέσα στις σκοτεινές τις νύχτες γράμματα και φθόγγους και εικόνες, έχοντας για φως μου το ολόγιομο φεγγάρι, όταν ο Άρης βρισκόταν στον Σκορπιό και τις αφέγγαρες βραδιές ένα κερί κατάμαυρο, πού έχω πάντοτε στο μέρος της καρδιάς κρυμμένο. Και καθώς γράμματα σιγά -σιγά ξεχώριζα και υστέρα λέξεις, προτάσεις και εικόνες και καθώς μέσα στο νου μου σιγά -σιγά γεννιότανε ή ιστορία, χωρίς να καταλάβω ήλθε και η Αυγή και ο πρώτος ήλιος είδε τα κιτρινισμένα βιβλία και ξαφνικά το στεριωμένο από τους αιώνες επάνω στους παπύρους Αίμα ζωντάνεψε μέσα στο φως του ήλιου και έγινε αλήθεια, έγινε φως και χάθηκαν από μπροστά μου και βιβλία και ήλιος και χρόνος και ξανάζησε μέσα στους άπειρους χρόνους και στους αμέτρητους τόπους, ή Μαγική Πολιτεία.
«Ήτανε στο καιρό όπου Δεσπότης στο Μοριά, Άρχοντας στο κάστρο του Μυστρά ήτανε ο Κωνσταντίνος ο Δραγάσης. Ζούσε τότε στα μέρη εκείνα ένας άνθρωπος παράξενος, αλλόκοτος και ονειροπαρμένος. Ήτανε γέρος, μα είχε μάτια παιδικά. Λόγο γι’ αυτόν κακόν δεν είχανε να πούνε. Κανένα δεν είχε αδικήσει, μόνο πού αρνιόταν το Χριστό και ήταν παράξενος, παράξενος πολύ. Όλο κάτι παλιά μουχλιασμένα χειρόγραφα κρατούσε, όλο ανάμεσα σε κάτι ρημαγμένα μάρμαρα περιπλανιότανε τις νύχτες, ψιθυρίζοντας λόγια αλλόκοτα, σε άγνωστη γλώσσα, σε τόνο πρωτάκουστο. Οι χωριάτες οπότε τον έβλεπαν φεύγανε μακριά ψιθυρίζοντας: «έρχετ’ ο Μάγος». Οι καλόγεροι και οι παπάδες τον μισούσαν και τον λέγανε αντίχριστο, διαβολικό, καταραμένο. Μα όσοι είχανε ελληνική καρδιά και νου, ψυχή και πίστη τον σεβόντουσαν και τον αγαπούσαν. Τα αερικά του δάσους και των νερών, οι γελαστές νεράιδες τον γνώριζαν. Το όνομα του: «Άρχοντας Γεμιστός»!
Είπανε κάποτε και το έχουνε θαρρώ και γράψει πώς ελπίδα του Άρχοντα μας για να αναστήσει το Μεγαλείο των Θεών, ήτανε ένα πλάσμα θεϊκό, πού αυτός ο ίδιος είχε πλάσει με αίμα Θεών. Είπανε ακόμα πώς το πλάσμα αυτό απέθανε και πώς μαζί μ’ αυτό σκορπίσανε και τα όνειρα και οι πόθοι των θνητών. Όπως όλα τα πράγματα έτσι και τούτο μισή αλήθεια και μισό ψέμα. Μα εγώ πού είδα Αίμα και Ήλιο να γίνονται ένα, μπορώ και θα σας πω το μυστικό, το μυστικό του Πλήθωνος, το μυστικό της Μαγικής Πολιτείας.
Υπάρχει κάπου μια θάλασσα, πού κάθε Ανατολή αφήνει ο Ήλιος, ο Θεός ένα χαμόγελο. Όποιος την ώρα εκείνη τύχει και βρεθεί σ’ αυτήν την θάλασσα και έχει το θάρρος να δη κατάματα τον ήλιο να χαμογελά, αυτός έχει για πάντα τον ήλιο κλεισμένο στην καρδιά του.
Υπάρχει κάπου ένας βράχος, που κάθε πού ο πατέρας μας ο Νεφελεγερέτης σπαθίζει με τον κεραυνό του αφήνει μαζί με την φωτιά και μια ματιά του. Όποιος την ώρα εκείνη τύχει και βρεθεί στη ριζωμιά του βράχου, έχει για πάντα στα μάτια χαραγμένο το βλέμμα του Αετού. Υπάρχει κάπου και ένα βαθύ φαράγγι που οποίος σταθεί την νύχτα εκεί και δει τον Εωσφόρο, το πιο λαμπρό της νύχτας μας Αστέρι, να τρεμοπαίζει δείχνοντας ψυχές πολεμιστών να σκούζουν παραγγέλματα σε ερειπωμένο κάστρο, στοιχειωμένο, όποιος βρεθεί εκεί, εκείνη την στιγμή, αυτός θα έχει για πάντα στη καρδιά την Άγια Μοναξιά της Περηφάνιας και θα ‘ναι αλαφροΐσκιωτος.
Και υπάρχει κάπου και μια ψηλή κορφή, πού κάθε δειλινό πεθαίνοντας ο Απόλλωνας, ο Ήλιος, σταλάζει ένα δάκρυ Αίμα. Όποιος την ώρα αυτή εκεί βρεθεί και δει το Αίμα του Θεού, πού θα κυλά στη γη, αυτός θε’ να ‘ναι και ένας Γιος του Ήλιου.
Πλανήθηκε σε χώρες πολλές ο Γεμιστός και σε θάλασσες και σε ψηλές βουνοκορφές και σε βαθιά φαράγγια και μάζεψε χαμόγελα από τον Ήλιο και βρήκε βλέμματα Αετών στις ριζωμιές των βράχων και το ακριβό το Αίμα του Απόλλωνα και την Άγια Μοναξιά της Περηφάνιας και έπλασε Ανθρώπους, πού είχαν τον Ήλιο στη καρδιά και τη ματιά του Αητού στο αγέρωχο τους βλέμμα, πού είχαν την Άγια Μοναξιά της Περηφάνιας στη ψυχή και ήταν και αλαφροΐσκιωτοι και έπλασε τους Γιους του Ήλιου και έπλασε μια ΦΥΛΗ. Και έχτισε μια Πολιτεία σε ένα μέρος πού ήταν βαθύ κι απόκρυφο και δεν μπορούσε να την δη άνθρωπος, οπού δεν είχε βλέμμα Αητού, Ήλιο στην καρδιά και όπου δεν ήτανε αλαφροΐσκιωτος.
Ζούσανε ευτυχισμένοι και σμίλευαν στο μάρμαρο Θεούς. Δουλεύανε την γη και άνθιζε ευτυχία την άνοιξη ο τόπος. Μιλούσαν με τα ξωτικά και με τα άγρια θεριά στο δάσος. Και κάθε νέο παιδί, όπου γεννιότανε το σήκωναν ψηλά και το έδειχναν στον Ήλιο, ευχαριστώντας και τιμώντας τον Πατέρα. Είχαν λαμπρούς ναούς, πλούσια αρχοντικά και ήταν ευχαριστημένοι.
Ώσπου μια ημέρα φάνηκε να έρχεται από μακριά ένας γυρολόγος άσχημος, καμπούρης, με μύτη γαμψή και βρωμερή ψυχή καταραμένη. Δεν είχε βλέμμα Αητού στα μάτια, Ήλιο δεν είχε στη καρδιά, ούτε ήτανε αλαφροΐσκιωτος. Είχε όμως μια μαυρίλα στη ψυχή γι’ αυτούς πρωτόγνωρη και τους ξεγέλασε. Και έτσι μαθεύτηκε το μυστικό τους και σκορπίσανε στα πέρατα του κόσμου, παίρνοντας κάποιος ένα άγαλμα Θεού και άλλος τον γέροντα πατέρα του στους ώμους. Και ερήμωσε ή Πολιτεία κι απόμειναν μόνο τα μάρμαρα και τα χαμόγελα του Ήλιου κάθε δειλινό.

Που πήγαν; Κανείς δεν ξέρει και οι ίδιοι με τα χρόνια το ξέχασαν. Μα αν δείτε άνθρωπο αλαφροΐσκιωτο, πού να ‘χει Ήλιο στη καρδιά και την ματιά του Αητού στο βλέμμα, αν δείτε άνθρωπο πού βλέπει μάρμαρα σπασμένα με πυρωμένο βλέμμα, να ξέρετε πώς είναι ένας από αυτούς, ένας από τους ΓΙΟΥΣ ΤΟΥ ΗΛΙΟΥ!

Αναρτήθηκε από PRESS EUROPEANDRAMA

18 Οκτωβρίου 2009

Περιήγηση στην Καρυούπολη απο τόν Κυριάκο τόν Ανγκωνιτη

Τό 1447 βρέθηκε στην Μάνη ο περιηγητής Κυριάκος από Ανγκώνα,τό ότι πέρασε και φιλοξενηθηκε στήν Καρυούπολη δείχνει τό μέγεθος και την σημασία τής πόλης για τούς Παλαιολόγους.Τμηματα τής περιγραφής του παρατίθενται σε μετάφραση από τα Λατινικά στά Αγγλικά από τόν καθηγητή Bodnar του πανεπιστημιου Georgetown :

[the peninsula of Tainaron. “Pylos” i.e. Bitylos]
22
On the 15th of October, directing my course from Corone to the noteworthy Laconian promontory of Tainaron in order to see other noteworthy remnants of Laconian and Messenian antiquity.
I embarked before daylight on a small boat captained by Johannes Rosea, a higly skilled sailor from Tainaron, and having crossed the Messenian Gulf before the sun reached the sixth circle of heaven, we came to Messenian Pylos, which is mentioned by several authors to have been the memorable fatherland of long-lived Nestor, olthough, we noticed, Strabo decided that the Pylos called emathoeis by Homer was in Triphylia.
23
For there are still elegant remmants of the city approximately a hundred stadia from the very tip of the Tainaro peninsula; and no more than five stadia from the shore we saw a citadel built by later inhabitants out of [materials taken from] ancient buildings, where I found John Palaiologos, governor for the Spart6an prince Contantine. Received ceremoniously by him, we inspected under his guidance the extant part, made up of ancient walls, in a field, where we found this sculpted inscription to our emperor Gordianus, in which it is evident that Pylos was called Bitylos by later inhabitants, as Strabo testifies.
The city of Bitylos, through the overseers headed by Markos Aurelios Nikephoros son of Prosdectos,[honored] Emperor Markus Aurelius Gordianus Pious Fortunate Augustus
24
We also saw there huge cisterns carved our by an ancient hand and many noble sarcophagi adorned with sculpture and some remarkable rocks.

[local customs described]
45
And when on my journey I hand viewed witch pleasure a lovely valley green in every direction with close packed vineyards and trees and pleasant meadows, and utterly tranquil, the locals showed me a place bounded by natural stones where every year the youths who live in the immediate vicinity engage by ancient custom in a competition, for which their prince provides the prizes, which they also call the androdromon pentastadion; that is, they compete in a men’s footrace over a distance of five stadia, which they run barefoot, mind you, and dressed only in a linen undertunic; and whoever runs more swiftly and comes in first is given ten bronze drachmas, which they call hyperpera the second [is given] five; the third, three; and after that, all the others, in order of finishing , a little cash or a quantity of Hyrcanian meat, so that none of the athletes will have gone away unrewarded, except that the prince at once rewards the one who comes in last and makes him an object of popular ridicule with the gift of an onion.
46
And indeed we came to know that the people in these places observe an ancient practice in a variety of ways, for they all build their houses in the countryside with great polygonal stones put together according to an ancient technique; and, digging out cisterns by hand, each in a long line, they protect them with huge, sevenfoot rocks; and we discovered that they somehow preserve an ancient manner of speaking, for they say that their dead, no matter what their religion was, have gone off “Hades”, that is, to the lower world. Also, their meals consist of snapped beans seasoned generously with oil, and their loaves are made from barley; their drink, however, is water. Wine they drink rarely, except on joyful festival days and on celebratory occasions that call for eulogistic oratory.

[Karopolis]
49
Moving on from Amathea, we came to Karopolis, a village of the ancient city of Asine, where we found Solianos, son of George the stratopedarhes the administrator for the despot Constantine, who received me quite properly and led me the next day to the ruined city of Asine on the shore of the Laconic Gulf. There one sees few remnants with recording of such a great city, other than some huge brick remains of the baths and the place the populace calls, the “vaults” because of some surviving arches. Also along the shore, some marble columns and other fragments of ancient structures survive. But since we found no inscriptions, we departed from the site and left behind [ruins] not worthwhile enough to record.

Cyriec of Ancona: Later travels edited and translated by Edward W. Bodnar
                          
    Σελίδα 121 από τό αυθεντικό χειρόγραφο τού περιηγητή με σχέδιο λάρνακας

4 Σεπτεμβρίου 2009

Λάας μία εκ των αρχαιοτέρων Ελληνικών πόλεων

Οἳ δ᾽ εἶχον κοίλην Λακεδαίμονα κητώεσσαν,
Φᾶρίν τε Σπάρτην τε πολυτρήρωνά τε Μέσσην,
Βρυσειάς τ᾽ ἐνέμοντο καὶ Αὐγειὰς ἐρατεινάς,
οἵ τ᾽ ἄρ᾽ Ἀμύκλας εἶχον Ἕλος τ᾽ ἔφαλον πτολίεθρον,
οἵ τε Λάαν εἶχον ἠδ᾽ Οἴτυλον ἀμφενέμοντο,
Τών οι αδελφός ήρχε βοήν αγαθός
Μενέλαος εξήκοντα νεών

Ομήρου Ιλιάς Β 581-587
Άποψη της ανατολικής κοιλάδας από το κάστρο στο βάθος η θάλασσα στο βαθύ
Η ουσιαστική η αναφορά του ποιητή των ποιητών, στην αρχαιότατη πόλη της δυτικής πλευράς του Λακωνικού κόλπου στην Κάτω Μάνη, επισημαίνει την αρχαιότητα και την αξία της πόλεως, μεταξύ των άλλων στην περιοχή.
Ποιος θα παραβλέψει την σημαντικότητα της πόλεως που εντάχθηκε στην αναφορά του Ομήρου, σε ένα από τα μεγαλύτερα έργα της παγκοσμίου λογοτεχνίας.
Ποιος θα παραβλέψει επίσης την περιγραφή του Παυσανία, κατά την περιήγησή του περί το 160 μ.χ, «Τά δε εν δεξιά Γυθείου Λάς εστί», αλλά και την αναφορά και την επεξήγηση της ονομασίας από τον Στέφανο Βυζάντιο το 6ο μ.χ αιώνα «Κείται δέ επί πέτρας υψηλής, διό καί Λά καλείται»Απείχε η πόλη 10 στάδια (1.850 μ.) από την θάλασσα και 40 στάδια από το Γύθειο (7.400 μ.). Γεωγραφικά, μετά την γεωμετρική εποχή, οικιστικά κάλυπτε την περιοχή μεταξύ των βουνών Ασία, Ίλιον, Κνακάδιον, σύμφωνα με τον Παυσανία, αλλά η επικράτεια της είναι φυσικό να κάλυπτε και την Αμαθέα (περιοχή Μαυροβουνίου), την Ασίνη (περιοχή Καμάρες μέχρι Σκουτάρι) από την πλευρά της Θάλασσας.
Η συνέχεια προς τα δυτικά, αριστερά ο Μαστρολέος και πίσω η δυτική κοιλάδα
Από την κορυφή του όρους Ασία, που σήμερα ονομάζεται Πασσαβάς ή Κάστρο, άφησα το βλέμμα να χορτάσει την μαγευτική τοποθεσία που ήταν ή πόλη, τόπος ιερός, που δικαιολογεί την εκδοχή ότι το όνομα Λάας είναι αρχαία Ασιατική λέξη και σημαίνει «πνεύμα» ή «ουράνιος». Η παραπάνω εξήγηση, υποστηρίζω ότι ταιριάζει περισσότερο στην προέλευση του ονόματος από την Λάα = πέτρα, άλλωστε δεν θαύμασα έναν μεγαλόπρεπο πέτρινο όγκο, αλλά δύο μαγευτικές κοιλάδες, που χωρίζονται από το βουνό Μαστρολέου, το Ίλιον του Παυσανία κατά πάσα πιθανότητα. Ο περιηγητής που μας παρέδωσε μια πληρέστατη περιγραφή για την τοποθεσία και τα αξιοθέατα της πόλης αλλά και παραδόσεις που είχαν διασωθεί μέχρι το 2ο αιώνα που πραγματοποίησε την περιοδεία του και την παρουσιάζει στα Λακωνικά (κεφ.ΧΧΙV 6-10).
Εδώ πάνω ήταν κτισμένη η παλιά πόλη περιτειχισμένη και μπροστά στα τείχη υπήρχε άγαλμα του Ηρακλή και τρόπαιο από τα λάφυρα των Μακεδόνων. Ένα τμήμα από τους οποίους όταν ο Φίλιππος ο Ε΄ εισέβαλε στην Λακωνική το 220-217π.χ αποσπάστηκε και λεηλατούσε τα παράλια μέχρι που κατατροπώθηκαν από τους Λάους. Αργότερα την γεωμετρική εποχή εγκαταλείφτηκε και οικίσθηκε ή νέα πόλη στις κοιλάδες ανάμεσα στα όρη Ταρπόλια, Μαστρολέου και Πασσαβάς.
Μέσα στην παλιά πόλη υπήρχε ο ναός της Αθηνάς Ασίας που την ίδρυσαν οι Διόσκουροι γιοί του Τυνδάρεω ή του Δία, και της Λήδας, Κάστωρ και Πολυδεύκης, όταν σώθηκαν από τους Κόλχους μετά την αργοναυτική εκστρατεία. Ονομάζονταν και Λαπέρσες επειδή κατά τον Στράβωνα (Η΄V3) κατέλαβαν την πόλη Λάα.
Από τους κατοίκους αναφερόταν ότι και οι Κόλχοι τιμούσαν την Αθηνά Ασία.
Ο ποταμός Σμήνος 5 στάδια (925 μ.) από την πόλη χύνεται στην θάλασσα στην περιοχή του ακρωτηρίου Πεταλέα. Πάνω σε αυτό υπήρχε ο ναός της Δικτύννης Αρτέμιδος, πιθανότατα στη θέση της εκκλησίας που υπάρχει σήμερα.
Ο ποταμός Σκύρας στην άλλη πλευρά περίπου στην διπλάσια απόσταση χύνεται στην θάλασσα στην περιοχή Καμάρες, ενώ εκεί κοντά υπήρχε πανάρχαιο ιερό προς τιμή του Διός, στην περιοχή Καλύβια Παγανέα
Από την βορινή πλευρά την προστασία από την ψύχρα που κατεβάζει ο Ταΰγετος, έχει αναλάβει η Ταρμπόλια, το Κνακάδιον κατά τον Παυσανία. Για μένα το σημαντικό είναι όχι η ταύτιση των ονομάτων των βουνών αλλά οι απτές αποδείξεις της ύπαρξης της πόλης στο συγκεκριμένο χώρο. Προς την πλευρά του Κνακάδιου υπήρχε ό ναός του Απόλλωνος του Καρνείου από εκεί σε απόσταση 30 σταδίων (5.550 μ.) η τοποθεσία Υψοι, όπου υπήρχαν ναοί αφιερωμένοι στον Ασκληπιό και την Δαφναία Αρτέμιδα. Εκεί ήταν και τα σύνορα με την Λακεδαιμόνια επικράτεια, για τούτο και η περιοχή αυτή πρέπει να ταυτίζεται με την περιοχή της Λίμνης και τα βόρεια υψώματα.
Στο κέντρο της περιοχής το όρος Ίλιον ή Μαστρολέου όπου στους πρόποδες βρισκόταν ο ναός του Διονύσου και στην κορυφή ο ναός του Ασκληπιού.
Δίκιο είχε και ο Δευκαλίων και η Πύρρα μετά τον κατακλυσμό που από τους λίθους που έριχναν στο όμορφο αυτό τόπο δημιούργησαν ανθρώπους που ίδρυσαν την πόλη.
Στο χώρο του γυμναστηρίου το κανάλι που έρρεαν τα νερά της πηγής Γαλακώ
Την δυτική κοιλάδα διαρρέει ο ποταμός Κρόνος που χύνεται στο Βαθύ, και την ανατολική ένας χείμαρρος που κατηφορίζει από τον Καρβελά। Τα νερά της ενώνει με αυτόν η κρήνη Γαλακώ, που την αναζήτησα αλλά δυστυχώς όχι μόνο δεν ρέει το γαλακτόχρουν νερό της αλλά δεν εντόπισα ούτε σαν τοποθεσία. Βρέθηκα όμως περίπου στο χώρο του Γυμναστηρίου κοντά στην κρήνη όπου υπήρχε αρχαίο άγαλμα του Ερμή πάντα κατά τον Παυσανία.
Το Αράινο όπου βρισκόταν ο τάφος του Λά, του οικιστού της πόλεως, ταυτίζεται με το ακρωτήριο πάνω στο οποίο είναι κτισμένο το χωριό Αγερανός.
Όταν βρέθηκα μέσα στο χώρο τα συναισθήματα μου επιβεβαιώθηκαν, περπατούσα εκεί που κάποτε βρέθηκαν ο οικιστής Λας ο Αχιλλέας, οι Διόσκουροι, οι Περίοικοι, και οι κυνηγημένοι Λακεδαιμόνιοι αριστοκράτες από τον τύραννο Νάβη.

Τμήμα κίονα θαμμένο κάτω από ξερολιθιές
Θαύμασα την εφορία της γης, τις χιλιόχρονες ελιές και ανέπνευσα τον ίδιο αέρα με τους Λάους, τους κατοίκους της, που δραστηριοποιήθηκαν ανά τους αιώνες στην διαρκή εναλλαγή καλών και άσχημων εποχών της ιστορίας.
Δεν είμαι καθόλου περήφανος για την σημερινή ονομασία της περιοχής, και για τούτο δεν θα την αναφέρω, θα περιμένω όμως υπομονετικά να αντικατασταθεί η πινακίδα που την αναφέρει και οδηγεί το επισκέπτη, κάπου αλλού και όχι στην κρήνη Γαλακώ και στην Λάα.
Χωρίς καμιά προκατάληψη, δεν μπορώ να δεχθώ πώς ή κατοχή, και εγκατάσταση μερικών ανθρώπων για λίγα χρόνια, περίπου μισό αιώνα, μπορεί να βαφτίσει έναν τόπο που ακμάζει από την εποχή του Τρωικού πολέμου.
Δεν θα ήταν υπερβολή κατά την προσωπική μου άποψη και χιλιάδες χρόνια πριν, πράγμα που δεν μπορεί να τεκμηριωθεί όμως ελλείψει ιστορικών στοιχείων.
Τις σκέψεις διέκοψε η ζωηρή παρουσία ενός κοπαδιού με γαλόπουλα, με φρουρό ένα σκύλο και βοσκό έναν αιώνιο Έλληνα. Ο μπάρμπα Παναγιώτης Δεμιράκος όπως μου συστήθηκε αφού χαιρετηθήκαμε. Την παράδοση όμως συνεχίζουν οι Λάοι και στην σημερινοί εποχή, πράγμα που διαπίστωσα από την ολιγόλεπτη κουβέντα μας.
Τμήμα σμιλεμένης πέτρας από τοιχοποιία αρχαίου ναού.
Ένοιωσα την αγάπη του για την ιστορία, το πάθος του και την περηφάνια για αυτά που κουβαλάμε μέσα μας, αλλά και την πίκρα και απογοήτευση που προέρχονται από την αδιαφορία για αυτό τον πλούτο.
‘Η Γαλακώ δεν υπάρχει πια μου είπε, έχει μείνει αυτό το ρεματάκι που ξεκινούσε από την πηγή.
Όλη η περιοχή όμως είναι γεμάτη από υπολείμματα που παραπέμπουν στο παρελθόν, με έναν απλό περίπατο θα το διαπιστώσεις και μόνος σου. Πριν από λίγα χρόνια και η οικογένεια σου διατηρούσε κτήματα σε τούτη την περιοχή. Αλήθεια είναι πώς υπήρχαν κάποια κτήματα στον κάμπο όπως είχα ακούσει από τους μπαρμπάδες και τον πατέρα μου τα οποία πουλήθηκαν, δεν φανταζόμουν όμως πώς ήταν στον ιστορικό και θείο τόπο που έβλεπαν τα μάτια μου. Η ιστορία λέει πώς μετά την σφαγή και εκδίωξη των λιγοστών Τούρκων από την περιοχή οι νικητές, Γρηγοράκηδες, Καβαλιεράκηδες, και Πετροπουλάκηδες, μοιράστηκαν τα κατακτηθέντα εδάφη.
Μια απογοήτευση κάλυψε τις αναμνήσεις μου, που την διέκοψε η φωνή του συνομιλητή μου. Ο μπάρμπα Παναγιώτης, όπως γίνεται συνήθως μου διηγήθηκε μια πολύ όμορφη ιστορία των παιδικών του χρόνων γεμάτη μυστήριο, που μπορεί όμως να κρύβει αλήθειες του παρελθόντος.
Όταν ήταν νεαρός έσκαβαν για να κτίσουν κάποια αποθήκη και ό κασμάς κτύπησε ένα πιθάρι μεγάλου μεγέθους. Ήταν παλιό τον ρώτησα ή ήταν κορωνέικο; Δεν δέχτηκε την αμφισβήτηση μου ούτε για αστείο και συνέχισε την διήγησή του.
Το πιθάρι έσπασε και το περιεχόμενο του που ήταν ψιλή άμμος χύθηκε. Το περίεργο ήταν πώς μέχρι την μέση η άμμος ήταν χρυσή και από την μέση και πάνω σκούρου χρώματος. Μέσα στην άμμο ήταν επιμελώς τοποθετημένο ένα άλλο κεραμικό μικρό σε μέγεθος όσο και μια κανάτα. Μεταφυσική μου φάνηκε η εξήγηση για το μέλλον του κεραμικού. Επειδή δεν «γυάλιζε» τοποθετήθηκε προσωρινά κάπου, και από το φως και την θερμοκρασία του ήλιου διαλύθηκε μετά από κάποιο χρονικό διάστημα.
Και άλλο τμήμα σμιλεμένης πέτρας από τοιχοποιία
Το παιδικό μυαλό τότε του Παναγιώτη τον οδήγησε να σκεφτεί θησαυρούς θεωρώντας την σκόνη χρυσόσκονη, και σε αυτό δεν είχε δίκιο αλλά για τους θησαυρούς τα πράγματα είναι ρεαλιστικά.
Δεν έχω την δυνατότητα να αποδείξω τον συνειρμό που με κατέλαβε, όταν άκουσα την ιστορία. Δεν παύει όμως να είναι μία εκδοχή προς διερεύνηση.
Μπορεί να ήταν πράγματι θησαυρός. Το μικρό κεραμικό μία τεφροδόχος, που είχε τοποθετηθεί μέσα σε ένα μεγάλο δοχείο, στο κέντρο, ανάμεσα στο καλό και το κακό της πλάσης που συμβολίζει η σκουρόχρωμη και ανοιχτόχρωμη άμμος.
Το μεσημέρι πλησίαζε και η ζέστη του Αυγούστου ήταν δυνατή. Ο συνομιλητής μου και το κοπάδι του πήραν το δρόμο για το σπίτι, και εγώ συνέχισα μια σύντομη εξερεύνηση στα σημεία που μου υπέδειξε, μήπως ανακαλύψω κάτι ενδιαφέρον.
Η χαρά και η έκπληξή μου ήταν απερίγραπτη, όταν σε μια ξερολιθιά είδα σαν θεμέλιο ένα τμήμα αρχαίου κίονα. Λίγο πιο πέρα είδα και άλλα τμήματα από βράχους τοιχοποιίας, πλήθος θα έλεγα, είτε μόνα τους είτε στοιχεία μέσα σε ξερολιθιές.
Όλα σμιλευμένα και λαξεμένα σε παραλληλεπίπεδους όγκους έτοιμα να μιλήσουν. Ανασήκωσα ένα ελάχιστα και διαπίστωσα ότι αποτελούσε τμήμα της μετώπης, πάνω από τους κίονες αρχαίου κτίσματος.
Ποιος ξέρει μπορεί να είναι μέρος του ναού του Ασκληπιού ή του Διονύσου, που βρίσκονταν στην Λάαν, μαζί με πολλούς άλλους. Πιθανότερα του Ασκληπιού επειδή υπάρχει στους πρόποδες του όρους Ίλιου ή Μαστρολέου, κοντά σε θεμέλια κτίσματος.
Ακόμη μια αρχαία πέτρα μέσα σε ξερολιθιά
Από την εποχή του Μενελάου μέχρι και την εποχή του τυράνου Νάβη υπαγόταν στην Σπάρτη και οι κάτοικοι της ανήκαν στους περίοικους. Λόγω της σκληρότητας του τυράνου πολλές αριστοκρατικές οικογένειες Σπαρτιατών βρήκαν καταφύγιο στην Λάα, όπου και εγκαταστάθηκαν. Πριν την Ρωμαική περίοδο συμμετείχε ή πόλις στο «κοινό των ελευθερολακώνων» μαζί με άλλες 24 πόλεις τις Λακωνίας που ίδρυσαν συνομοσπονδία για πρώτη φορά στην ιστορία της ανθρωπότητας, μετά τις αμφικτιονίες. Η ακμή της πόλης φτάνει μέχρι τον 3ο αιώνα και αποδεικνύεται από τα νομίσματα της. Δυστυχώς όμως μετά την επιδρομή των Βανδάλων του Γιζέριχου αλλά και τις συνεχείς εντεύθεν επιθέσεις εναντίον της Βυζαντινής αυτοκρατορίας, από διαφόρους παύει να υπάρχει. Ένας λόγος που συντέλεσε στην καταστροφή ήταν και ο ισχυρός σεισμός το 375 μ.Χ. ο οποίος κατάστρεψε το λιμάνι της. Θα προσθέσω ότι δεν είναι αμελητέο και το ότι το Βυζάντιο χρησιμοποιώντας την νέα θρησκεία κατάστρεψε οτιδήποτε σχετίζονταν με το αρχαίο Πνεύμα.
Μιά από τις χιλιόχρονες ελιές που ξανανιώνει
Με την επίσκεψή μου στην θαυμαστή Λάα επιβεβαίωσα ελάχιστα από εκείνα που αναφέρει στα Λακωνικά, και προσπάθησα περιληπτικά να τα κοινοποιήσω και σε όλους εσάς. Ερασιτεχνικά εντελώς, και περισσότερο από καρδιά και όχι από επιστημονική ιδιότητα που άλλωστε δεν διαθέτω, παρουσιάζω τις αποκλειστικές φωτογραφίες και το παρόν, ελάχιστο φόρο τιμής στους προπάτορες μας Λάους.

26 Ιουνίου 2009

Αμαζόνες στην Μάνη

Από την αρχαιότητα οι ‘Ελληνες σύμφωνα με την μυθολογία, αλλά και τις απόψεις πολλών ιστορικών, θεωρούσαν τις Αμαζόνες έναν γυναικείο πολεμικό λαό, στο κράτος των οποίων δεν υπήρχαν άνδρες ή ήταν υποβαθμισμένοι. Παραπέμπει το όλον θέμα σε πολύ παλιές εποχές, τότε που ή μητριαρχία ήταν η δομή της κοινωνίας. Από τις πληροφορίες μαθαίνουμε πώς ήταν οργανωμένες με στρατιωτικό σύστημα άριστες ιππεύτριες και τοξότριες, που δικαιολογούσε την καταγωγή τους από το θεό του πολέμου Άρη, αλλά και αρκετά όμορφες γυναίκες. Κατά μία άλλη εκδοχή κατάγονταν από την θεά Αθηνά.Το όνομα τους προέρχεται από το στερητικό άλφα και την λέξη μαζός, που σημαίνει στήθος. Αυτή η ερμηνεία δημιουργήθηκε επειδή, κατά την παράδοση κατέστρεφαν το δεξί στήθος, ούτως ώστε να χειρίζονται ευκολότερα το τόξο. Η άποψη αυτή δεν είναι και τόσο πιστευτή, καθώς και ή ρίζα από την οποία προέρχεται ή λέξη είναι άγνωστη. Το γνωστότερο σε εμάς πρόσωπο από τις Αμαζόνες είναι ή βασίλισσα τους Ιππολύτη, η ζώνη της οποίας ήταν αιτία να έλθει σε σύγκρουση μαζί της ο Ηρακλής σε έναν από τους άθλους του. Το αποτέλεσμα ήταν να πάρει ό Ηρακλής την ζώνη είτε επειδή του την χάρισε είτε επειδή την σκότωσε σε μάχη. Έτσι λοιπόν προστίθεται αίγλη στο γένος των Ηρακλειδών. Με το ίδιο πάνω κάτω τρόπο παρουσιάζουν και οι Αθηναίοι το κατόρθωμα τις νίκης επί των Αμαζόνων. Ο Θησέας έκλεψε την Ιππολύτη την παντρεύτηκε και γεννήθηκε ο Ιππόλυτος. Βεβαίως ο λαός των Αμαζόνων εξεστράτευσε κατά των Αθηνών, για να πάρει πίσω την βασίλισσα του, και τότε έγινε η γνωστή από τα γλυπτά στις μετόπες του Παρθενώνα Αμαζονομαχία.
Ο Όμηρος ορίζει πατρίδα τους την Φρυγία και την Λυκία. Επικρατέστερο όμως είναι πατρίδα τους να ήταν ή Θεμίσκυρα του Ευξείνου πόντου, κοντά στον Θερμώδοντα ποταμό. Βεβαίως επειδή υπάρχουν ενδείξεις πώς ο λαός των Αμαζόνων εκστρατείες και αφού κατακτούσε λαούς έκτιζε πόλεις είναι πιθανόν όλες οι εκδοχές να περιέχουν κάποια αλήθεια. Μάλιστα η εμβέλεια των εκστρατειών τους φτάνει και νοτιότερα μέχρι την Λιβύη. Έλαβαν μέρος και στον Τρωικό πόλεμο για να βοηθήσουν τον Πρίαμο, υπό την αρχηγία της βασίλισσας τους Πενθεσίλειας.
Αυτά είναι πάνω κάτω γενικά τα δεδομένα για τις Θρυλικές Αμαζόνες. Ο Παυσανίας στα Λακωνικά του(XXV 3,4,) εξειδικεύει μια από τις εκστρατείες τους που έχει να κάνει με την Μάνη, και συγκεκριμένα με την πόλη Πύρριχο. Λατρευόταν στην πόλη αυτή ο Απόλλωνας ο Αμαζόνιος και ή Άρτεμης η Αστρατεία. Ιδρύθηκαν λοιπόν αυτά τα δύο ιερά, από τις Αμαζόνες επειδή στο μέρος εκείνο τερμάτισαν μία από τις εκστρατείες τους. Για να υπάρχει αυτή η παράδοση σημαίνει ότι κάπου στην διάρκεια της ιστορίας πράγματι έφτασαν μέχρι εκεί οι Αμαζόνες.
Προσπαθώντας λοιπόν, να ταξινομήσω μερικά πράγματα και να τα ξεχωρίσω κατά το δυνατόν από την μυθική τους διάσταση παραθέτω κάποιες σκέψεις με σκοπό να οδηγήσουν σε μια ρεαλιστική αποτύπωση του θέματος.
Το πρώτο που δέχεται αμφισβήτηση είναι ή προέλευση του ονόματος Αμαζόνες. Είναι πράγματι απίστευτο ένας ολόκληρος πληθυσμός να απέκοπτε το ένα στήθος και να έλαβε το όνομα από αυτό το ακρωτηριασμό. Ήταν ένας λαός θαυμαστός στην μάχη αλλά και ωραίος σε φυσικά χαρακτηριστικά, και μην ξεχνάμε πώς ήταν γυναίκες και το στήθος έχει σημαντικό ρόλο στο σώμα αλλά και στην ψυχολογία της γυναίκας.
Υπάρχει ο γλωσσικός τύπος amaze, αποτελείται από το προσθετικό a+masian, και εννοιολογικά σημαίνει θαυμασμό, έκπληξη, και γενικότερα καταστάσεις που δημιουργούν έκσταση σε πολύ υψηλό βαθμό, κάτι σαν απώλεια του μυαλού. Ρεαλιστική εικόνα που σίγουρα δημιουργούσε ένας μαχητικότατος στρατός από αρκετά όμορφες γυναίκες. Αλλά και ίσως με προεκτάσεις σε μυστήρια, αν σκεφτούμε ότι και σήμερα μάγισσες ονομάζουμε τις επικίνδυνες γυναίκες, με ιδιαίτερες δυνατότητες. Σχετικά με της εκστρατεία στο Ελληνικό χώρο τα πράγματα είναι αρκετά σύνθετα επειδή δεν μπορούν να προσδιορισθούν χρονικά. Αν αναιρεθεί όμως ο παράγων ιστορικός χρόνος το νήμα εκτυλίσσεται ομαλότερα.
Ο Θησέας είναι ο δημιουργός του Αθηναϊκού κράτους, ο οποίος κατόρθωσε να συνενώσει όλες τις φυλές της Αττικής, και ανεξαρτήτως καταγωγής που ήταν κοινή Πελασγική, βασικός αντίπαλος ήταν οι νοτιότεροι λαοί, που αντιπροσώπευε ο Ηρακλής. Άλλωστε και στα ιστορικά χρόνια υπάρχει μια αντιπαλότητα που δημιούργησε τον πόλεμο που αδικαιολόγητα έχει ονομασθεί Πελλοπονησιακός.
Οι λαοί αυτοί όπως φαίνεται είχαν εναντιωθεί προς το βασίλειο των Αμαζόνων, και με τον Ηρακλή απέσπασαν την ζώνη της Ιππολύτης που δεν είναι άλλο από μια ευρύτερη συμμαχία μεταξύ διαφόρων λαών την οποία διέσπασε ο Ηρακλής. Στην συμμαχία αυτοί σημαντικό ρόλο είχε και το κράτος των Αθηνών. Η ένωση του Θησέα με την Ιππολύτη, είναι η μεταφορική απόδοση από την μυθολογία αυτής της συμμαχίας. Οι Αμαζόνες λοιπόν που εξεστράτευσαν στην Αττική, είχαν έλθει με σκοπό να βοηθήσουν τον Θησέα να δημιουργήσει και να διευρύνει το Αθηναϊκό κράτος. Με αυτή την τοποθέτηση η περίφημη Αμαζονομαχία απέβλεπε στην ανατροπή του παλαιού και την εδραίωση του νέου. Αυτός είναι και η σημαντικότερος λόγος για να κοσμεί την μετόπη του σημαντικότερου μετέπειτα ναού των Αθηνών του Παρθενώνα. Μην ξεχνάμε και την εκδοχή καταγωγής των Αμαζόνων από την Θεά Αθηνά την ιδρυτή και προστάτιδα των Αθηνών, καθώς και την διαμάχη της με τον Ποσειδώνα του οποίου κύρια επικράτεια ήταν ή νότια Πελλοπόνησος, αλλά και η Ατλαντίδα, που μπορούμε να φανταστούμε μέρος της επικράτειας της την θαλάσσια περιοχή νοτιοδυτικά της Πελλοπονήσου μέχρι την βόρεια Αφρική. Η ίδρυση του νέου κράτους επέβαλε και την κυριαρχία στην ευρύτερη γεωγραφική περιοχή. Σε αυτό το πλαίσιο λοιπόν εντάσσεται και η μαρτυρία του Παυσανία για το τέλος της εκστρατείας των Αμαζόνων στην Πύρριχο. Ο στόχος είχε επιτευχθεί αφού όλη η επικράτεια μέχρι το Ταίναρο, μέσα στην έδρα του Ποσειδώνα είχε κατακτηθεί. Παρ’ όλα αυτά φαίνεται πώς τα γεγονότα τελείωσαν με κάποια συνθηκολόγηση, και ή επισφράγιση της ήταν ή δημιουργία των δύο ιερών, προς τιμήν των παιδιών της Λητούς που είχαν σημαντικό ρόλο και επιρροή σε όλη την περιοχή όπως φαίνεται από το μέγεθος της λατρείας που τους απέδιδαν. Σαν αποτελέσματα της κατακτήσεως αυτής μπορούν να θεωρηθούν δύο τουλάχιστον αρχαίες πόλεις της περιοχής, η Τευθρώνη, ο σημερινός Κότρωνας και ή Ίππολα στην περιοχή του Κάβο Γκρόσο χωρίς ορισμένη ακριβώς την τοποθεσία.. Για την Τευθρώνη μνημονεύεται σαν ιδρυτής της ο Αθηναίος Τεύθρας, ενώ για την Ίππολα είναι σαφές ότι η ονομασία της παραπέμπει στην Ιππολύτη ή στον υιό της Ιππόλυτο. Επιπλέον στην Ίπολλα λατρευόταν ή Ιππολαϊτιδα Αθηνά και υπήρχε ναός προς τιμήν της. Όπως είναι φυσικό όλα αυτά είναι εκτός του ιστορικού φάσματος, επειδή έχουν υποστεί αλλοίωση, λόγω της απόστασης που μας χωρίζει από την εποχή που συνέβησαν, και λόγω της ελλείψεως ιστορικών αποδείξεων. Παραμένει όμως ένα σημαντικό στοιχείο που μας οδηγεί στην σκέψη πώς η Αμαζόνες πέρασαν από την Μάνη και μάλιστα κάποιες παρέμειναν. Αυτό το στοιχείο είναι η προσταγή της Σπαρτιάτισσας μάνας «η ταν ή επί τας» την κλασική εποχή, και η μάχη στο Δυρό στα πρόσφατα ιστορικά χρόνια, όπου οι Μανιάτισσες πλέον Αμαζόνες κατατρόπωσαν τους στρατιώτες του Ιμπραήμ. Δεν χρειάζεται πολύ, και στην σύγχρονη εποχή θα έλεγα με βεβαιότητα αν κάποιος μελετήσει για λίγο χρόνο μια Μανιάτισσα θα σιγουρευτεί πώς μέσα της υπάρχουν πολλά χαρακτηριστικά των Αμαζόνων.

18 Ιουνίου 2009

Πύρριχος - Παλιοκοτρώνα (Παλιά Τσεροβά)

Σύμφωνα με τον περιηγητή Παυσανία μετά από την πόλη Λάαν, και με στίγμα τoν ποταμό Σκύρα προσδιορίζεται η πόλις Πύρριχος, «του ποταμού δε σταδίους τεσσαράκοντα απέχει Πύρριχος εν μεσογαία». Το σημερινό χωριό Κάβαλλος και ή ευρύτερη περιοχή έχει ταυτιστεί με την θέση που βρισκόταν η παλιά πόλις. Ο Κάβαλλος απέχει από την Αρεόπολη 6 χλμ, και είναι κτισμένος αριστερά της εισόδου πεδιάδας, στο δρόμο με κατεύθυνση το χωριό Χιμάρα. Η ταύτιση επιδέχεται αμφισβήτηση, διότι δεν υπάρχουν συγκεκριμένες αποδείξεις. Η πλέον λογική παραδοχή είναι, πώς η πόλη βρισκόταν ίσως κάπου εντός της κοιλάδας που φτάνει μέχρι την Χιμάρα, και ίσως να συμπεριλάμβανε περισσότερους από έναν οικισμούς. Ακόμη τίποτε δεν αποκλείει και την εκτός της κοιλάδας ύπαρξη οικισμού ή ακρόπολης της πόλης. Περιοχή κοντά στην Χιμάρα, όπου και το νεκροταφείο ονομάζεται Πούρκος, πιθανόν παράφραση της λέξης Πύρριχος. Με αυτή την βάση η πόλη μετατοπίζεται ανατολικότερα από τον Κάβαλλο, σε περιοχή μεγαλύτερης στρατηγικής σημασίας.
Μια αρχαία πόλη είναι απαραίτητο να είχε και την ακρόπολη της. Η ακρόπολη έδινε ασφάλεια αλλά και προειδοποιούσε τους κατοίκους σε περίπτωση κινδύνου. Το πλέον επικρατέστερο σημείο για την ακρόπολη της Πυρρίχου, είναι η κορυφή του βουνού της Παλιοκοτρώνας που ήταν η παλιά Τσεροβά.
Η ερμηνεία του ονόματος Τσεροβά, κατά μία εκδοχή, αποτελεί ακόμη ένα λόγο που εντείνει την σημασία της περιοχής. Τσεροβά-Τσερουβά σημαίνει Κλειδίον. Το χωριό του στενού της Τσερουβάς από τους Τούρκους ονομαζόταν, Καρά-Ντουρού = Μαύρη Ράχη Πιθανότατα από την αρχαίο-μακεδονική λέξη Άρραβα =πύλη-θύρα, η και την λέξη Χεραβός = χάσμα - άνοιγμα γης, όπως κατά Ησύχιον και την Καραβός = πύλη Με τον εκλατινισμό της Ελλάδας προέκυψε το σύγχρονο όνομα Cerviχ Ceruva=Τσερουβά. Ο σημαντικότερος λόγος για την επιλογή της τοποθεσίας είναι η επικοινωνία μεταξύ των πόλεων της εποχής, και το σημείο έχει οπτική επαφή με μια ευρύτερη περιοχή Στην θέα περιλαμβάνεται ό Λακωνικός, ο Μεσσηνιακός, το ακρωτήριο Μαλέας, το Ταίναρο ανατολικά σε σημαντικό ποσοστό, αλλά και το Ακρίτας της Μεθώνης, ίσως και η Σπάρτη μέσο Ταϋγέτου. Η επικοινωνία αυτή είχε σαν μέσο την φωτιά, τρόπος διαδεδομένος σε πολλά μέρη της υφηλίου και σε όλες τις περιόδους. Ίσως και το όνομα Πύρριχος να έχει την προέλευση του σε αυτό το γεγονός. Να ήταν δηλαδή η πόλη κάτι σαν κεντρικός σταθμός επικοινωνίας για την ευρύτερη περιοχή. Άλλωστε έχει αποδειχθεί ότι η Παλιοκοτρώνα σε μεταγενέστερες εποχές είχε σημαντικό ρόλο σαν καμινοβίγλιο, πράγμα που δεν είναι τίποτε άλλο από την ανάμνηση του αρχαίου ρόλου. Μέχρι τις μέρες μας υπάρχει το έθιμο του ανάματος φωτιάς, που λαμβάνει χώρα στα ξωκλήσια του Άη Λιά την παραμονή της εορτής του αγίου. Επίσης, σύμφωνα με τον Παυσανία, η ύδρευση των κατοίκων γινόταν από πηγάδι. Το φρέαρ αυτό, «δούναι δε σφίσι τον Σιληνόν νομίζουσι»,θεωρούσαν ότι το προσέφερε ο Σιληνός σαν δώρο στην πόλη. Πράγματι το νερό είναι το πολυτιμότερο δώρο για την περιοχή. Επίσης η σύζυγος του Ναιάς, προσέφερε την ομώνυμη πηγή, στην περιοχή του Κότρωνα. Ακόμα και σήμερα στον οικισμό του Πύρριχου. υπάρχουν δύο πηγάδια, και πιστεύεται ότι σε κάποιο από αυτά αναφέρεται ο περιηγητής. Βέβαια είναι ελάχιστο το δώρο του Σιληνού, σε σχέση με το δώρο της συζύγου του. Θα μπορούσε όμως το φρέαρ να ερμηνευθεί σαν πηγή και όχι πηγάδι. Υπάρχει όμως πηγή στην ευρύτερη περιοχή; Η απάντηση είναι θετική υπάρχει κάτω από την Παλιοκοτρώνα η βρύση της Δροσοπηγής, που από σύμπτωση ονομάζεται μέχρι σήμερα Σελινάρι. Κατά μία εκδοχή η πόλη πήρε το όνομά της από τον Πύρριχο έναν Λάκωνα ή Κρητικό, κατά τον Πολυδεύκη,( IV, 99).Ο Πύρριχος ήταν ήρωας ή χορευτής, πιθανόν ο Σιληνός με άλλη ονομασία του, που ανατράφηκε κατά την παράδοση στα βουνά της περιοχής. Να σημειωθεί ότι ο Σιληνός υπήρξε φίλος του Διονύσου που λατρευόταν επίσης στην περιοχή. Το όνομα Πύρριχος προσθέτει, πού στην εποχή του συνηθιζόταν στη Λακωνία, υπάρχει ακόμη και σήμερα, φυσικά στην νέα του έκφραση «ρούσος» και σε παράγωγα.
Άλλοι συγγραφείς υποστηρίζουν ότι η λέξη παράγεται από τον Πύρρο, άλλο όνομα του Νεοπτολέμου, γιου του Αχιλλέα, ο οποίος, σύμφωνα με μια παράδοση, υπήρξε ο πρώτος που χόρεψε την πυρρίχη, μετά τη νίκη του στη σύγκρουση με τον Ευρύπυλο, σύμμαχο των Τρώων. Σύμφωνα με μια άλλη υπόθεση, το όνομα προήλθε από τη λέξη «πυρά» (νεκρική πυρά), γιατί ο Αχιλλέας χόρεψε πρώτα την πυρρίχη γύρω από την πυρά, πάνω στην οποία κάηκε η σωρός του φίλου του Πατρόκλου. Πυρρίχη είναι αρχαίος πολεμικός χορός, ό γνωστός μας σήμερα Πυρρίχειος. Οι παραδόσεις αυτές δείχνουν τις σχέσεις του Αχιλλέα με την Λακωνία. Όμως υπάρχει και η εκδοχή ότι πήρε το όνομά του από τη «πύρριχον γην», δηλαδή από μία περιοχή που είχε ξανθοκόκκινο (ρούσο) χρώμα. Πυρρός σημαίνει ξανθοκόκκινος, αυτός που έχει το χρώμα της φωτιάς. Η επονομασία του Νεοπτόλεμου πιθανότατα οφείλεται στο χρώμα των μαλλιών του. Ο Νεοπτόλεμος ήλθε στη Λακωνία για να παντρευτεί την Ερμιόνη, κόρη του Μενελάου και της Ελένης, και προς τιμήν του χτίστηκε η πόλη Πύρριχος.
Τα αξιοθέατα που αναφέρει ο Παυσανίας, είναι το ιερό της Αρτέμιδος Αστρατείας που κτίσθηκε από τις Αμαζόνες προς τιμή της θεάς, στην Πύρριχο γιατί στη θέση αυτή σταμάτησαν την εκστρατεία τους, και ένα ιερό του Αμαζονίου Απόλλωνα. Τα αγάλματα των δύο θεών ήταν ξόανα, τα οποία είχαν φέρει κατά την παράδοση γυναίκες από το Θερμώδοντα, το ποτάμι στον Εύξεινο Πόντο, στις όχθες του οποίου λεγόταν ότι ζούσαν οι Αμαζόνες. Ένα ακόμη σημείο που εξάπτει την φαντασία, και μας οδηγεί σε εικασίες είναι η παρουσία των Αμαζόνων στην περιοχή, στο παρελθόν. Το γεγονός της αναφοράς προϋποθέτει, ότι την περιοχή έλεγχαν οι Αμαζόνες, υπό την εποπτεία του Απόλλωνα πολύ πριν περάσει ο έλεγχος στον Ηρακλή, που συμφιλιώθηκε σύμφωνα με την παράδοση με τον Απόλλωνα, και έκτισαν το Γύθειο. Την περίοδο της ακμής της Σπάρτης κατοικείτο από περίοικους και υπαγόταν στην επικράτεια της Λακεδαίμονος. Αργότερα με την έναρξη της Ρωμαικής εποχής η Πύρριχος υπήρξε μία από τις 18 πόλεις του Κοινού των Ελευθερολακώνων. Επιτύμβιες επιγραφές και άλλα ευρήματα μεταρωμαϊκών χρόνων αλλά και πρώιμων χριστιανικών δείχνουν ότι τα χρόνια εκείνα ο Πύρριχος είχε κάποια ακμή.
Είναι η ιδιαίτερη πατρίδα του ήρωα Κορκόδειλου Κλαδά, που οργάνωσε την επανάσταση το 1470, του οποίου η μητέρα ήταν από τους Αγίους Σαράντα της Β. Ηπείρου, και ο πατέρας τοποθετημένος από το Βυζάντιο σε υψηλή θέση στην Μάνη.