28 Μαΐου 2009

Γύθειο - Θεογονία


Έχουν γραφτεί πολλά για την ετυμολογική προέλευση του Γυθείου. Ότι δηλαδή σημαίνει γη θεών, ότι ήταν ορυκτός(τεχνητός) λιμένας των Σπαρτιατών και σε αυτό οφείλει την ονομασία του, από το Γύτεον= σκαμμένο. Θα τολμήσω να προσθέσω και την δική μου άποψη σχετικά με την ετυμολογία της λέξεως αν και στερούμαι επιστημονικής κατάρτισης, απλά για να την θέσω υπ΄όψιν των ειδημόνων που θα την αποδείξουν λογικά εφ όσον είναι σωστή.
Το όνομα έχει σχέση με την Πελασγική ρίζα -ΚΥ- από την οποία προέρχεται και το ρήμα Κύω .
Η έννοια αυτής της ρίζας γίνεται κατανοητή από το παράγωγο ρήμα της, το Κύω,
που σημαίνει ότι κάτι «κυοφορείται», ευρίσκεται δηλαδή μέσα σε καλυπτόμενο και προστατευμένο περιβάλλον . Αυτό δεν είναι απαραίτητα ,πάντα μία ανθρώπινη ύπαρξη, αλλά μπορεί να είναι και ενέργεια ή ιδέα ή και σύνθεση αυτών, και άλλων καταστάσεων.
Παράγωγο ουσιαστικό της ρίζας -ΚΥ- είναι το ΕΓΚΥΟΣ=ΕΝ-ΚΥ-ΟΣ όπου ΕΝ=εντός- ΚΥ=αναπτυσσόμενο. Συνεπώς η ρίζα -ΚΥ- εννοιολογικά σημαίνει την διόγκωση που περικλείει προστατεύει και ανατρέφει κάτι.
Άλλες λέξεις που επιτείνουν αυτή την εννοιολογική σημασία είναι:
κύββα=ποτήρι το περιέχον υγρό.
κύβας=νεροθήκη.
Σ-κύτη=κεφαλή περικλείει τον εγκέφαλο.
σ-κύτος=δέρμα περικλείει το σώμα
κύπη=κύπελλο περικλείει νερό
κύβεθρον=κυψέλη περίκλειε τις μέλισσες.
Στην ρίζα -ΚΥ- αν υποθέσουμε πώς γίνει αλλαγή του φωνήεντος, με την προϋπόθεση, πώς η ορθογραφία τις απώτατες περιόδους που έζησαν οι Πελασγοί δεν είχε σημασία. Βάσει αυτής της αλλαγμένης ως προς τα φωνήεντα ρίζας υπάρχουν και αρκετές μυθολογικές έννοιες, όπως Κύκνος, Κοίος, Φορκυς, Κητώ.
Και η λέξη Κι-θάρα οφείλει την προέλευσή της στην ίδια ρίζα στης οποίας το αντηχείο κυοφορείται ο ήχος που παράγεται.
Αλλά και η ονομασία του νησιού Κυ-θηρα που βρίσκεται κοντά στην Λακεδαίμονα οφείλεται στην ίδια ρίζα, καθώς και άλλες λέξεις που προκύπτουν όπως, κοίλον, κοιλιά, κοιλάδα κ.α.
Δεν είναι βέβαια άσχετες με την περιοχή της Λακεδαίμονος, την οποία ο Όμηρος αποκαλούσε στα έπη του «κοιλην Λακεδαίμονα» προσδίδοντας της με αυτόν τον τρόπο την έννοια ότι περικλειόταν, προστατευόταν, και κατ’ επέκταση προστάτευε με την φυσική της θέση τους κατοίκους της.
Γιατί άραγε αυτός ο γλωσσικός πλεονασμός, και κοίλη και Λάκε- αν δεν ήθελε να δηλώσει ο μεγαλύτερος των ποιητών και ένα επιπλέον νόημα που έχει να κάνει με την δημιουργία την γέννηση την ανατροφή και την προστασία.
Είναι γνωστό πώς το πρώτο συνθετικό της λέξεως Λακε-δαίμων σημαίνει το βαθούλωμα, την κοιλάδα και το δεύτερο τον θεό. Θα μπορούσε λοιπόν ελεύθερα να ερμηνευθεί η κοιλάδα του θεού, ή η περιοχή που επέλεξαν οι θεοί.
Με τα παραπάνω λοιπόν σαν γνώμονα, υποστηρίζω πώς η λέξη Γύθειον, υπάρχει μεγάλη πιθανότητα να προέρχεται από την Πελασγική ρίζα -ΚΥ+θειον δηλαδή ο τόπος που καλυπτόταν, προστατευόταν από τους θεούς κατ’ επιλογήν για να εξυπηρετήσει κάποιους σκοπούς τους ή ο τόπος που επιλέχτηκε να κυοφορήσει, τους «θεούς».
Η δεύτερη συνθετική λέξη –θείον βέβαια δεν χρειάζεται περισσότερες επεξηγήσεις, είναι κατανοητή και σε χρήση μέχρι σήμερα.
Όσον αφορά το πρώτο συνθετικό, θα επικαλεστώ μόνο το ένστικτό μου, και την ιδιάζουσα προφορά που έχει στην περιοχή της Μάνης το σύμφωνο -Κ- για όσους δεν έχουν ακουστική εμπειρία, μια δασεία και ταυτόχρονη απόδοση ηχητικά και των τριών ουρανικόφωνων συμφώνων γΚΧ.Εξ άλλου είναι λογικό να σκεφτεί κάποιος πώς, επειδή είναι συγγενικά ως προς την προφορά, είναι πολύ πιθανόν το ένα να αντικατασταθεί από το άλλο μέσα στην διάρκεια της εξελικτικής της γλώσσας.
Ένα ακόμη επιχείρημα της πιθανότητας να ισχύουν τα παραπάνω είναι η εννοιολογική, ταυτότητα, όπως αναλύθηκε των δύο ονομασιών για την περιοχή, Λακεδαίμων και Γύθειο έχουν την ίδια ακριβώς έννοια.

25 Μαΐου 2009

Μαΐνη–Πασσαβάς – Φράγκα

Κωνσταντίνος Πορφυρογέννητος Προς ίδιον υιόν Ρωμανόν κεφ.49
…..«Διάκειται δε ο τοιούτος τόπος είς άκραν του Μαλέα, ήγουν εκείθεν του Εζερού προς την παραθαλασσίαν. Δια δε το τελείως υποταγμένους είναι αυτούς και άρχοντα παρά του στρατηγού δέχεσθαι και πειθαρχείν και υπείκειν ταίς του στρατηγού προστάξεσιν παρέχουσι πάκτον εκ παλαιοτάτου χρόνου νομίσματα υ΄.»…Στην παραπάνω παράγραφο έχουμε μια πλήρη γεωγραφική παρουσίαση του «κάστρου Μαΐνης». Είναι σαφές ότι ορίζεται μια ευρύτερη περιοχή, που ξεκινά από το ακρωτήριο Μαλέας, συνεχίζει πέραν του Εζερού (‘Ελους), σε όλο το παραλιακό ανάπτυγμα. Φυσικό να ορίζεται σαν αρχή η άκρα Μαλέας, επειδή είναι το πρώτο, γνωστό σημείο που συναντούσαν τα πλοία ερχόμενα από Βυζάντιο πριν μπουν στον Λακωνικό. Η λέξη «κάστρο» τονίζει την ισχυρή στρατηγική θέση της περιοχής.
Υπάρχει ταύτιση εννοιών σε όλες τις ονομασίες που είναι γνωστές από την αρχαιότητα. Ταίναρον είναι, η μεγάλη και επιμήκης έκταση γης, αλλά και Μαΐνη, εκτός από την έννοια της ισχύος, απαντάτε και με το ίδιο νόημα, δηλαδή επιμήκη έκταση γης, ή θαλάσσης.(Main =“continuous stretch of land or water”).
Ακόμη στην περιοχή, ορίζεται άρχοντας από τους Βυζαντινούς, και πληρώνονται φόροι. Διακρίνουμε μια, ισσοροπία που θα μπορούσε να θεωρηθεί όχι τόσο υποταγή όπως αναφέρεται για ευνόητους λόγους, αλλά ένα είδος αυτοδιοίκησης, με την εποπτεία των Βυζαντινών.
…..«Και πάντας μέν τους σκλάβους και λοιπούς ανυπότακτους του θέματος Πελοποννήσου υπέταξε και εχειρώσατο, μόνοι δε οι Εζερίται και οι Μηλιγγοί κατελείφθησαν υπό την Λακεδαιμονίαν και το Έλος. Και επειδή όρος εστίν εκείσε μέγα και υψηλότατον, καλούμενον Πενταδάκτυλος, και εισέρχεται ώσπερ τράχηλος είς την θάλασσαν έως πολλού διαστήματος, διθα δε το είναι τον τόπον δύσκολον, κατώκησαν είς τας πλευράς του αυτού όρους, εν μέν το ενί μέρει οι Μηλιγγοί, εν δε τώ ετέρω μέρει οί Εζεριται.»…Οι προσηλιακοί όμως και οι αποσκιεροί όπως θα λέγαμε σήμερα, δηλαδή Εζερίτες και Μηλιγγοί, πρόβαλλαν αντίσταση, και ανέβηκαν στα ορεινά του Ταϋγέτου.
Κλασική ελληνική πολεμική μέθοδος. Με άλλα λόγια, άλλοι δέχθηκαν την εποπτεία του Βυζαντίου αμαχητί και κάποιοι αντιστάθηκαν. Είναι αυτόχθονες, απόγονοι των Ελευθερολακώνων, που ονομάσθηκαν έτσι από την τοποθεσία που κατοικούσαν, και που δεν αποκλείεται να είχαν εμπλουτισθεί με κάποιους άλλους λόγω των συνεχών μεταναστεύσεων πληθυσμών. Στην περιοχή της Μάνης άλλωστε το φαινόμενο να αναζητούν και να βρίσκουν καταφύγιο, ομάδες ή και άτομα που κινδυνεύουν παρατηρείται συνεχώς, κατά την διάρκεια της ιστορίας.
……«Ιστέον ότι οι του κάστρου Μαΐνης ουκ εισίν από της γενεάς των προρρηθέντων Σκλάβων, αλλ’ εκ των παλαιοτέρων Ρωμαίων, οι και μέχρι τον νυν παρά των εντοπίων Έλληνες προσαγορεύονται δια το εν τοις προπαλαιοίς χρόνοις ειδωλολάατρας είναι και προσκυνητάς των ειδώλων κατά τους παλαιούς Έλληνας, οίτινες επί της βασιλείας τον αοιδίμου Βασιλείου βαπτισβέντες χριστιανοί γεγόνασιν. Ο δε τόπος εν ω οικούσιν εστίν άνυδοος και απρόσοδος, ελαιοφόοος δε, όθεν και την παραμυθίαν έχουσι»……Και η ταυτότητα των Μανιατών κατά τον Πορφυρογέννητο. Αυτοί δεν κατακτήθηκαν ποτέ, και παρέμειναν σαν θύλακας, που διέσωσε την συνέχεια από την αρχαιότητα. Βεβαίως πρέπει να επισημανθεί και η τακτική «διαίρει και βασίλευε» των Βυζαντινών, που κατακερματίζει τους κατοίκους της μείζονος περιοχής, ανάλογα με τις σχέσεις που διατηρούσαν με την αυτοκρατορία. Είναι λογικό σε μια μικρής εκτάσεως περιοχή, να μην υπήρχαν φυλετικές διαφορές, παρά μόνο κάποιες τοπικές διαφοροποιήσεις. Έτσι έχουμε τους υποτακτικούς, και τους απείθαρχους, αλλά και τα την διαφορετικότητα εύφορων και άγονων περιοχών.
Μετά την άλωση της Κωνσταντινούπολης από τους Φράγκους 1204 ακολουθούν και οι υπόλοιπες περιοχές της αυτοκρατορίας στην Πελλοπόνησσο μέχρι το 1209.
Το νεοσύστατο φραγκικό κράτος οργανώθηκε σύμφωνα με τα διοικητικά πρότυπα της φεουδαρχικής Ευρώπης. Οι Βιλλεαρδουίνοι χώρισαν τα εδάφη σε 12 βαρωνίες με τα φέουδά τους: Ακοβα, Καρύταινα, Πάτρα, Πασσαβάς, Βοστίτσα, Καλάβρυτα, Χαλανδρίτσα, Βελιγοστή, Νίκλι, Γεράκι, Γρίτσενα, Καλαμάτα-Κυπαρισσία.
Στο χρονικό διαβάζουμε :
«Του μισίρ Ντζά γαρ ντε Νουηλή ο Πασσαβάς του εδόθηκαι τέσσαρα φίε να κρατή, φλάμπουρον να βασταίνη,να ένι πρωτοστάτορας, να τα έχη ιγονικόν του».Πρόκειται για τον Jean de Nully (Ζαν ντε Νουλύ),1254 πού ανέλαβε να διοικήση τη βαρωνία του Πασσαβά., που ήταν χωρισμένη σε τέσσερα φέουδα.
Δεδομένου ότι οι κατακτητές ενδιαφέρονταν για εύφορα εδάφη, συνάγεται το συμπέρασμα ότι η βαρονία περιελάβανε την ευρύτερη περιοχή της επαρχίας Γυθείου πιθανόν και μέχρι την σημερινή Σκάλα. Μπορούμε να υποθέσουμε την διαίρεση της περιοχής βάσει της γεωγραφικής κατανομής, και των παραγωγικών της δυνατοτήτων. Εκτός αυτού η κοντινότερη βαρονία είναι το Γεράκι.
Ο Γουλιέλμος που ανέλαβε το 1246 την ηγεμονία, αντικαθιστώντας τον αδελφό του Γοδεφρείδο, εδραίωσε την κυριαρχία στην Λακωνία και υπέταξε τους Μηλιγγούς.
Ο Γουλιέλμος ήταν γεννημένος στην Καλαμάτα, μιλούσε Ελληνικά και έδειξε ιδιαίτερη αγάπη για την Λακωνία. Το 1259 μετά την ήττα στην Πελαγονία, και αφού συνελήφθει, αντάλλαξε με την ελευθερία του τα κάστρα που έκτισε στην Λακωνία.
Το σημαντικότερο όπλο ήταν τα κάστρα που έκτισε και είχαν στόχο να κάμψουν την αντίσταση των ντόπιων. Το 1249 κτίσθηκε ο Μυστράς, και τέσσερα χρόνια αργότερα ο Πασσαβάς, και στην συνέχεια το Λέυκτρο, όπως προκύπτει από τα ιστορικά στοιχεία αλλά και από τα υπολείμματα των κάστρων, που ταυτοποιούν την ύπαρξή τους.
Βεβαίως ο ανώνυμος δημιουργός του χρονικού επιμένει να αναφέρεται στο κάστρο της Μαΐνης.
….«Εν τούτω εκαβαλλίκεψεν ο πρίγκηπας ατός του,καθώς τον εσυμβούλεψαν οι άνθρωποι του τόπου,κι επέρασεν τον Πασσαβάν κι εδιάβη εις την Μαϊνηνεκεί ηύρεν σπήλαιον φοβερόν εις ακριοτήρι απάνω.Διατί του άρεσαν πολλά, εποίησεν ένα κάστρονκαι Μαΐνην το ωνόμασε, ούτως το λέγουν πάλιν»…..Πιθανόν πρόκειται για παινέματα προς επίτευξη θετικού κλίματος, καθόσον η κατάκτηση της Μαΐνης απέδιδε αίγλη, κάτι σαν διαφήμιση αλλά και κολακεία.
Ουσιαστικά δεν είχε και ωφελιμιστικό στοιχείο, επειδή ο δρόμος μεταξύ Καλαμάτας και Πασσαβά μπορούσε να διαφυλαχθεί όπως θα πούμε πάρα κάτω.
Δεν θέλω να πώς δεν έκανε την περιοδεία του στα ενδότερα ο Γουλιέλμος, άλλωστε είχε και δικούς του ανθρώπους, αυτό δεν σημαίνει όμως ότι είχε κατακτητικές βλέψεις μάλλον ειρηνικά «εδιάβη εις την Μαϊνην» και συνέχισε τον δρόμο του.
Η μοναδική εκδοχή είναι το κάστρο, που ονομάσθηκε Μαϊνη, να μην είναι άλλο από το υπάρχον κάστρο του Πασσαβά, δεδομένου ότι Πασσαβάς είναι ευρύτερη περιοχή από την οποία και επέρασε.
Ο ερευνητής Μίλλερ αναφέρει ότι δεν βρίσκεται το κάστρο στην δυτική πλευρά : «Έχτισε πιο κάτω, προς την διεύθυνση του ακρωτηρίου Ματαπά το κάστρο της παλιάς Μάινας, και στην δυτική πλευρά του ακρωτηρίου, κοντά στην Κιτριές το τρίτο κάστρο του Λέυκτρου.»
Επετεύχθησαν λοιπόν οι βασικοί στόχοι με τρία κάστρα σχετικά με τους ορεσίβιους του Ταϋγέτου, οι οποίοι δεν ήταν Σλάβοι αλλά ντόπιοι Σκλάβοι(υπόδουλοι), πεδινοί που ανέβηκαν σε υψηλότερα σημεία για ασφάλεια, όπως συνήθως γίνεται.
….«Κι αφ΄οτου γαρ εχτίστηκαν τα κάστρα όπου σε είπα
Το Λεύκτρον γαρ και ο Μυζηθράς και της παλαιάς Μαίνης
Εδούλωσε τα σλαβικά κ΄είχεν τα είς θέλημα του»….
Δεν συνέβη όμως το ίδιο και με τους ορεσίβιους και ανυπότακτους Μανιάτες. Το 1249 κτίσθηκε ο Μιστράς, και τέσσερα χρόνια αργότερα ο Πασσαβάς, και στην συνέχεια το Λεύκτρο.
Οι Μανιάτες πολεμούσαν συνεχώς τους Φράγκους, και αυτό υποχρέωσε τον διορισθέντα καθολικό επίσκοπο να ζητήσει, από τον πάπα να επιστρέψει στην Ιταλία, πράγμα το οποίο έγινε.
Η περιοχή της Φράγκας, το στενό της Λαγκάδας και ο Αι Λιάς στον ορίζοντα
Το κέντρο της Βαρονίας ήταν ό Πασσαβάς, και ένα προκεχωρημένο φυλάκιο το στενό της Λαγκάδα. Για όσους γνωρίζουν την περιοχή το σημείο είναι υψίστης στρατηγικής σημασίας όπως ο Πασσαβάς ίσως και ουσιαστικότερη.
Αν ο Πασσαβάς είναι πύλη εισόδου για την Μάνη, το στενό της Λαγκάδας είναι πύλη εξόδου από την Μάνη.
Κατάλοιπα μαρτυρούν την σημαντικότητα που είχε την περίοδο της Φραγκοκρατίας και όχι μόνο. Και στην πρόσφατη σχετικά Γερμανική κατοχή στο συγκεκριμένο σημείο στήθηκε ενέδρα, και έγινε δολιοφθορά από Μανιάτες εναντίον των Γερμανών.
Με κατεύθυνση προς το Γύθειο από Αρεόπολη, ενώ στα δεξιά μας ρέει ο ποταμός Σκύρας του Παυσανία, το Πλατύ ποτάμι σήμερα, περνώντας το στενό η περιοχή που συναντάμε λέγεται Φράγκα. Το όνομα που παρέμεινε ορίζει την περιοχή που τελούσε υπό Φραγκική κατοχή. Λογικά λοιπόν γίνεται σαφές ποιο ήταν το κομμάτι από την γεωγραφική περιοχή της Μάνης που παρέμεινε για μικρό χρονικό διάστημα υπόδουλο κατά την μικρή περίοδο της Φραγκοκρατίας.
Άλλο ένα κατάλοιπο θα μπορούσε να θεωρηθεί το ονοματωνύμιο Ντεμίρος που παραμένει μέχρι και σήμερα. Είναι το επίθετο οικογένειας που παραμένει στην περιοχή πριν από την Φράγκα στο στενό της Λαγκάδας που ονομάζεται Ντεμιριάνικα.
Το σημαντικότερο όμως στοιχείο που δηλώνει την εχθρική στάση των Μανιατών εναντίων των Φράγκων κατακτητών είναι η περιοχή του ξεμονιού Σταμάτα.
Πριν φτάσουμε στα Ντεμιριάνικα, πηγαίνοντας προς Φράγκα, στα δεξιά μας ψηλά στο βουνό είναι το ξεμόνι Μοναστήρι ή Καταφύγγι, ή Γκρεμός.
Όπως όλη η περιοχή της Μάνης έτσι και εδώ έχομε ιστορικές μνήμες που έχουν αποδειχθή, και ίσως περισσότερες παραμένουν στο σκοτάδι.
Το 1618 βρίσκουμε στην επιστολή προς τον Δούκα του Νεβέρ την υπογραφή του Ιώσαφου ιερομόναχου και ηγούμενου του Χέλμου(Γκρεμού).
Πρόκειται για αυτό το μοναστήρι, και από άλλες πηγές βρίσκουμε ότι κληρονομήθηκε στη συνέχεια στον Παρθένιο Καλκανδή θρησκευτικό αρχηγό της αποικίας στην Κορσική. Το μοναστήρι τελούσε υπό την διοικητικήν μέριμνα της επισκοπής Καρυουπόλεως.
Είναι φανερό λοιπόν ότι στην περίπτωσή μας λόγω του γεωφυσικού αναγλυφου δεν ήταν δυνατή ή πρόσβαση των Μανιατών περεταίρω προς την περιοχή της Φράγκας.
Έτσι λοιπόν οι Μανιάτες σταματούσαν αναγκαστικά εδώ, πράγμα που προϋποθέτει την ύπαρξη συνόρων και φρουράς για την φύλαξη της Φράγκικης περιοχής.
Και ό ρόλος του Μοναστηριού αν δεν ήταν καθαρά πολεμικός, σε κάποιο βαθμό ήταν τουλάχιστον κατασκοπευτικός, και οι πρωτογενείς πληροφορίες διοχετεύονταν στην επισκοπή της Καρυουπόλεως, και στην υπόλοιπη Μάνη.
Συνοψίζοντας μπορούμε να βγάλουμε σαν συμπέρασμα ότι, ελάχιστο ενδιαφέρον είχαν οι Φράγκοι για την περιοχή της Μάνης. Είχαν όμως μεγάλη ανάγκη να εξασφαλίσουν την επικοινωνία μεταξύ Πασσαβά και Καλαμάτας.
Ο μόνος τρόπος όμως για αυτό ήταν να μπορούν να ελέγχουν τον δρόμο μεταξύ των δύο περιοχών και το στενό της Λαγκάδας ήταν το σημαντικότερο σημείο.
Έπρεπε λοιπόν να εξασφαλίζουν διαρκώς φιλικές σχέσεις με τους Μανιάτες, και σύμφωνα με αυτή την πολιτική δεν είναι καθόλου διπλωματικό να κτίσουν κάστρο στην περιοχή της Μάνης, αντιθέτως συμφέρον είχαν να παραχωρήσουν προνόμια.
Συνεπώς είναι πλήρως αντιφατικό το χρονικό όταν ισχυρίζεται ότι οι ντόπιοι συμβούλεψαν τον Γουλιέλμο να κτίσει κάστρο.Τουλάχιστον όχι στην περιοχή της Μάνης.

25 Απριλίου 2009

Κάστρο Μαίνης - νέα εκδοχή


Σχέδιο που παρουσιάζει φρούριο ταυτιζόμενο με το Κάστρο Μαίνης

Σχετικά με το κάστρο της Μαϊνης έχουν διατυπωθεί πολλές απόψεις, και μάλιστα αντικρουόμενες μεταξύ τους. Σοβαροί ερευνητές και επιστήμονες έχουν αποφανθεί για την ταυτοποίηση του συγκεκριμένου φρουρίου καθώς και για την προέλευση της ονομασίας Μαϊνη-Μάνη. Εκδοχές όπως ότι υπήρχε στο ακρωτήριο τηγάνι ή στο Οίτυλο ή και σε άλλη τοποθεσία είναι σεβαστές επειδή εκεί υπάρχουν αποδείξεις για την ύπαρξη φρουρίων και μάλιστα σημαντικών.
Αντικειμενικά όμως δεν αποτελούν τεκμήριο για την ταυτοποίηση του συγκεκριμένου κάστρου και τούτο επειδή η πραγματικότητα θα ήταν αποδεκτή από το σύνολο των ερευνητών χωρίς καμιά επιφύλαξη.
Πρώτη μέχρι στιγμής αναφορά για το όνομα Μαϊνη όταν επί Λέοντος ΣΤ΄του Σοφού (886-912) ιδρύεται η επισκοπή Μαϊνης.
Μέχρι σήμερα μια εκκλησία απέναντι από το τηγάνι ονομάζεται Επισκοπή κοντά στο χωριό Μίνα, και από αυτό μπορεί να συμπεράνουμε πώς έπαιξε το ρόλο του επισκοπικού ναού, κατά την ίδρυση της επισκοπής Μαϊνης. Υπάρχει γλωσσική συγγένεια μεταξύ των λέξεων Μίνα και Μαϊνη.
Αναμφισβήτητα καθιερώθηκε η ονομασία brazzo di Maina (βραχίονας - μπράτσο της Μάνης) σε χάρτες και άλλα έγγραφα για να παγιωθεί σε Μάνη με την πάροδο του χρόνου.
Υπάρχουν πολλές εκτιμήσεις σχετικά με την προέλευση του ονόματος μερικές από τις οποίες αναφέρουν ότι οφείλεται :
Στη ναυτική εντολή maina=μάινα (μάζεμα) των πανιών που ήταν αναγκασμένοι να προστάζουν οι ναυτικοί, λόγω των ανέμων στην περιοχή.
Στο θεό Μάνη, άλλη ονομασία του Ουρανού, πατέρα του Κρόνου και παππού του Δία.
Στο επίθετο μανός θηλ.μανή = αραιή, φαλακρή, άδενδρη επειδή χαρακτηρίζει την περιοχή.
στη λατινική λέξη manes (ψυχή), επειδή στο Ταίναρο υπήρχε η είσοδος στο κάτω κόσμο.
Στον παρακάτω σύνδεσμο υπάρχει ερμηνεία, που ταιριάζει με την γεωγραφία του Ταινάρου αλλά και με την ψυχοσύνθεση των κατοίκων.
http://www.etymonline.com/index.php?term=main
Δίδονται λοιπόν αυτές οι ερμηνείες, τις οποίες και μεταφέρω.
main (n.)
O.E. mægen (n.) "power, strength, force," from P.Gmc. *maginam- "power," from *mag- "be able, have power" (see may). Original sense preserved in phrase with might and main. Meaning "principal channel in a utility system" is first recorded 1727 in main drain; Used since 1548 for "continuous stretch of land or water."
main (adj.)
c.1205, "large, bulky, strong," from O.E. mægen- "power, strength, force," used in compounds (see main (n.)), probably infl. by O.N. megenn (adj.) "strong, powerful." Sense of "chief" is c.1400. In Spanish Main the word is short for mainland (1375) and refers to the coast between Panama and Orinoco. Main man "favorite male friend, hero" is from 1967, U.S. black slang


Είναι γνωστό πώς την εποχή της ακμής των Λακεδαιμονίων, αλλά και αργότερα η περιοχή ονομαζόταν Ταίναρο, λέξη που δηλώνει την εις μάκρος έκταση τής λωρίδας της γης πού καλύπτει.
Αν σε αυτό προσθέσουμε και την άγρια φυσική θωράκιση της περιοχής, που είναι απόρθητη από ξηρά και θάλασσα, οδηγούμαστε στην πλέον πιθανή ερμηνεία για την προέλευση της ονομασίας.
Επιπλέον και οι άνθρωποι που ανά τους αιώνες κατοίκησαν, είτε τυχαία είτε λόγω επιλογών ήταν πολεμιστές, και μάλιστα αξιόλογοι.
Από την εποχή του Αγησιλάου και μέχρι τον 19ο αιώνα, η περιοχή της Μάνης αποτελούσε τόπο συγκέντρωσης μισθοφόρων, έτσι που μονίμως να έχει τον ρόλο ενός ιδιότυπου στρατοπέδου.
Το στρατόπεδο αυτό φυσικά είχε και όρια, φυσικά τείχη. Φυλασσόταν λοιπόν από ανατολή δύση και νότο από τις απόκρημνες ακτές και την άγρια θάλασσα, που άφηνε όμως καστρόπορτες(λιμάνια) για το όφελος και την διακίνηση των κατοίκων και των εμπορευμάτων. Το προτέρημα είναι πώς τα μικρά λιμάνια έχουν την δυνατότητα να ελέγχονται πλήρως από την ξηρά.
Από τον βορά το τείχος είναι η κορυφογραμμή, Αραβίκια, Τρικεφάλια, Αρέα, Λοτάρι, Μακρυλάκωμα, με κατεύθυνση από ανατολή σε δύση.
Με τα παραπάνω ορίσθηκε και η γεωγραφική περιοχή της Μαϊνης, η κοιτίδα χωρίς την περιφέρεια.
Άλλωστε σε επιστολή του 1571μ.χ. έχουμε και τοπικό προσδιορισμό ενός από τους υπογράφοντες
«. εγο Ιωαννης Αραβουσε(ος) εγραψα από τη Βαθηα και εσφαλησα με θελημα τον
Μανηατόν ολονόν οπου ισανε μαζομενυ υς τη Νομμηα υς τη μέση της Μαήνης».

Ένας λογικός συνειρμός είναι πώς και ό Όμηρος, όταν αναφέρει την πόλη Μέση, δεν κάνει άλλο από το να μεταφέρει το μέσον της περιοχής του Ταινάρου, το οποίο όριζε η συγκεκριμένη πόλη. Διερωτάται λοιπόν κάποιος μήπως ο όρος Μέσα Μάνη, στην ουσία ορίζει το μέσον της περιοχής και παραφραζόμενος κατέληξε να σημαίνει αυτό που σήμερα εννοούμε.
Επιπλέον το χωριό Μέζαπος, που βρίσκετε στην περιοχή δηλώνει με το όνομά του το μέσον τής οδού προς το ψυχοπομπείο του Ταινάρου, και κατά συνέπεια και το μέσον της Μαϊνης.
Η ευρύτερη περιοχή βεβαίως της Μάνης φτάνει μέχρι το Γύθειο και την Καλαμάτα αντίστοιχα, και αυτό σήμερα ορίζεται ως Έξω Μάνη(Μεσσηνιακή), και Κάτω Μάνη.
Μια διατύπωση που δεν αποδίδει πλήρως το νόημα, σε αντίθεση με την ονομασία των Δυτικών, αλλά και την δική μας πριν από λίγους αιώνες.
Την ονόμαζαν Grande Maina και Μεγάλη Μαίνη όνομασία που ορίζει σαφώς την περιοχή και την εξέλιξη της.
Το κάστρο Μαϊνης λοιπόν ήταν η περιοχή που περιγράψαμε και όχι ένα συγκεκριμένο οχυρό, από τα πάμπολλα που έχουν υπάρξει μικρά και μεγάλα. Θα ήταν και «Άδικο» να μονοπωλήσει την δόξα ένα από τα πολλά, και να μην την μοιραστούν όλα.
Fortezza di Maina μας δηλώνει και ο καλλιτέχνης που φιλοτέχνησε το παραπάνω σχέδιο, δηλαδή φρούριο στη Μάνη.
Δεν υπήρχε ανάγκη αφού ο Δημιουργός φρόντισε να φτιάξει την Μαίνη φυσικό κάστρο και πρέπει να σεβαστούμε την άποψη του.
Χάρτης τού Ταινάρου από ΒΔ. στό βάθος τό Μαλέας και τά Κύθηρα
Σε όλα αυτά συνηγορεί και η λαική παράδοση με τους ντόπιους να ονομάζουν «Μανιαούρια» τούς μεσομανιάτες, και το τραγούσι να διαλαλλεί «Η πατρίς μου είν΄η Μάνη που κανόνι δεν την πιάνει»

1 Απριλίου 2009

Φωκάδες - Καβαλιεράκηδες - Γρηγοράκηδες

Στις αρχές του 17ου αιώνα οι κάτοικοι της Μάνης, αναζητούν συμμάχους στην δύση.
Ο ανταγωνισμός μεταξύ της Οθωμανικής αυτοκρατορίας, και της Βενετίας, έχει αποτέλεσμα την διεκδίκηση της επιρροής, στην στρατηγική περιοχή του Ταινάρου.
Είναι μια ταραγμένη περίοδος που οδηγεί και σε εμφύλιες συρράξεις μεταξύ των ισχυρών οικογενειών. Το κλίμα των εμφυλίων πολέμων σίγουρα καλλιεργούσαν οι διεκδικητές της περιοχής Τούρκοι και Ευρωπαίοι με κυριότερους τους Ενετούς. Φρόντιζαν λοιπόν με διάφορα μέσα να προσεταιρισθούν τους Μανιάτες, αναγνωρίζοντας την ισχύ αυτού του ανεξάρτητου λαού, αλλά και την γεωστρατηγική θέση της περιοχής.
Τα αποτελέσματα όλης αυτής της μακρόχρονης διεργασίας, άλλοτε μυστικής και άλλοτε φανερής δημιούργησαν σφαίρες επιρροής στους τοπικούς άρχοντες, οι οποίοι ενεργούσαν με γνώμονα το όφελος της Μάνης και των κατοίκων της. Ανάλογη, με την δύναμη του κάθε ρεύματος ήταν η εξασθένηση του αντιθέτου.
Έτσι προσπάθεια προσεταιρισμού μερικών προκρίτων από την Τουρκική πλευρά το 1715 δεν ευοδώνεται, και οδηγεί στην δολοφονία του Γιάννη Κουτήφαρη, από αντιθέτως διακειμένους Μανιάτες που ήταν και η πλειοψηφία. Την ίδια εποχή συγκλονίζει την Μάνη, αλλά και την Ελλάδα γενικότερα η δράση του Λιβέριου Γερακάρη.
Έχουμε λοιπόν κύματα μεταναστεύσεων των Στεφανόπουλων στην Γένοβα και των Γιατριάνων στην Τοσκάνη μετά τα μέσα του 17ου αιώνα..
Βεβαίως ένα ποσοστό παρέμεινε στην περιοχή και από τις δύο οικογένειες, πράγμα που δηλώνει ότι τα ουσιαστικά αίτια δεν ήταν ή έχθρα μεταξύ των οικογενειών αλλά η διαίρεση τους σε διαφορετικές επιρροές.
Από το 1685 και μέχρι το 1715 κυριαρχούν οι Ενετοί, και ή Μάνη γίνεται επαρχία τους.
Οι Ενετοί διπλωματικά φερόμενοι για να εξασφαλίσουν την ηρεμία, μοίρασαν τίτλους και προνόμια και προσεταιριστήκαν τις ισχυρές οικογένειες, με την βοήθεια των οποίων είχαν κερδίσει.
Μια παρόμοια πολιτική χρησιμοποίησαν και οι Τούρκοι όταν μετά το 1715 έγιναν αυτοί κυρίαρχοι στην Πελοπόννησο.
Επεκτάθηκε λοιπόν η Μάνη σε όλη την περιοχή του Πασσαβά μέχρι το Γύθειο.
Αρκετές οικογένειες που υπήρχαν και στο παρελθόν, όπως οι Φωκάδες ακμάζουν, αλλά παράλληλα εμφανίζονται και άλλες όπως οι Γρηγοράκηδες και οι Μαυρομιχαλαίοι που δεσπόζουν στην συνέχεια σε ολόκληρη την Μάνη. Το ότι τα κέντρα τους ήταν κοντά σε λιμάνια, και ότι είχαν τον τίτλο του Καπετάνιου (πολλοί λέγονται Καπετανάκηδες) δεν πρέπει να θεωρηθεί άσχετο με την πειρατεία (κούρσο) που εντοπίζεται στα μέσα του 18ου αιώνα, με κέντρα το Σκουτάρι και το Λιμένι.
Σε αυτό συνηγορεί και ή σχετικά μεγάλη οικονομική επιφάνεια που ισχυροποίησε τις οικογένειες. Δεν είναι δυνατόν να προσδιορισθεί η κοιτίδα, ούτε και η ακριβής προέλευση τους.
Το πιθανότερο λογικό είναι να αποτελούνται από κλάδους αλλά και μεμονωμένες φαμίλιες, που κατοικούσαν σε πολλές περιοχές, της Μάνης, όπως Άλικα, Λουκάδικα, Κελεφά, Καρυούπολη(παλιά). Κυριαρχούν λοιπόν οι Μαυρομιχαλαίοι με κέντρο την Αρεόπολη δυτικά, και οι Γρηγοράκηδες με κέντρο το Μαυροβούνι, Αγερανό, Σκουτάρι, Καρυούπολη(νέα) ανατολικά.
Η συγγενική σχέση Φωκάδων Καβαλιεράκηδων, και Γρηγοράκηδων, καθώς και η ονομασία Φωκάδες τμήματος περιοχής των Γρηγοράκηδων, συντείνει στο συμπέρασμα να είναι κλάδοι της ιδίας οικογένειας.
Να σημειωθεί ότι εκτός από συγγένεια αίματος, έχουμε εξίσου ισχυρή συγγένεια εξ αγχιστείας, αλλά και πνευματική συγγένεια λόγω βαφτίσεων, και υιοθεσιών. Τα ψυχοπαίδια είχαν την ίδια μεταχείριση με τα κανονικά παιδιά .
Στην Μάνη «κούζουνας» (ίσως από εδώ το Κοσονάκος) λέγεται το βαφτιστήρι, και ο νονός το έχει σαν φυσικό του παιδί, ενώ «καβούτσος» λέγεται ο γιος του βαφτιστή με τον βαπτισθέντα, και η σχέση τους είναι σχέση αδελφική.
Η πρώτη αναφορά με το όνομα Γρηγοράκης γίνεται το 1700 όταν αναφέρεται στα αρχεία του Nani ο Pietro Gligorachi σαν ενοικιαστής περιοχών του Πασσαβά.
Μια ηρωική προσωπικότητα ήταν και ο Έξαρχος Γρηγοράκης πού δολοφονήθηκε δόλια από τον Χασάν πασά Τζεζαιρλη το 1780 μετά τα Ορλωφικά. Ξαδέλφια του οι Δημητράκης , Πιεράκης, και Γιωργάκης.
Η οικογένεια Γρηγοράκη αρχικά εγκαταστάθηκε στο Σκουτάρι, και στην Καρυούπολη, αφού εγκατέλειψε την παλιά Καριούπολη. Ξεκίνησε κάποια έχθρα μεταξύ των Γιάννη και Αντώνη, σύμφωνα με αφήγηση του Κατσάνου στον Λήκ, και ό πρώτος εγκαταστάθηκε στο Μαυροβούνι, ο δεύτερος στον Αγερανό, ενώ άλλα μέλη παρέμειναν στο Σκουτάρι.
Η μεγάλη οικογένεια διαιρείται σε πολλούς κλάδους.
Ένας κλάδος οι Κουτσογληγοριάνοι τέλη του 18ου – αρχές 19ου αιώνα,.
Από αυτόν τον κλάδο αναδείχτηκε ο κατοπινός Μπέης της Μάνης Αντώνιος Γρηγοράκης (1757-1822) γιος του Θωμά, γνωστός σαν Αντωνόμπεης.
Υπήρξε Μπέης της Μάνης (1803-1810) ευσεβής χριστιανός και ξάδερφος του (Γιάννη)Τζανέτου-Τζανήμπεη Γρηγοράκη.
Χρησιμοποίησε σαν στενούς του συνεργάτες μέλη από την οικογένεια ξαδέλφια και ανίψια του με τον τίτλο του καπετάνιου, και δύο γαμπρούς του.
Ο ξάδερφος και συμπολεμιστής του, Δημήτριος Καβαλλιέρης, και τα ανίψια του, αδέλφια Γρηγόρης Τζιγκούριος, Γιάννης Κατσάνος ,Τζώρτζης Ξηνταράκος και Λάμπρος.
Οι γαμπροί του ήταν, ο Κωσταντής Ζερβάκος και ο Θοδωρής Γρηγοράκης,, ανηψιος του Τζανέτου που έγιναν κατόπιν και αυτοί Μπέηδες της Μάνης. Οι αδελφοί Γρηγόρης Τζιγκούριος και Γιάννης Κατσάνος παρέμειναν στο Σκουτάρι. Τα ξαδέρφια Αντώνης και Τζανέτος, μετά από διαμάχες χώρισαν την οικογένεια στα δύο, όπως προαναφέρθηκε.
Ο Αντωνόμπεης κατοικούσε στο πυργοσυγκρότημα του Αγερανού, για το οποίο υπάρχει η εκδοχή ότι έχτισε, ή το αναπαλαίωσε κατόπιν καταστροφής από τους Τούρκους, και το οποίο αρχικά είχε κτίσει ο Τζανήμπεης Γρηγοράκης, (…-1813), ονομαστός μπέης και αυτός της Μάνης (1782-1798).
Ο Τζανέτος ήταν γυιός του Δημητρίου Γρηγοράκη (Καπετανάκη) και εξάδελφος του Αντωνόμπεη.Γυιός του ήταν ο Πιέρρος Γρηγοράκης, Δημήτρης Καπετανάκης, Γιώργος Καπετανακης, και εγκονός, γυιός του Πιέρρου, ο στρατηγός Τζανετάκης Γρηγοράκης. Η οικογένεια του Τζανέτου κατοικούσε στο Μαυροβούνι και το Γύθειο.
Ο Δημητριος Γρηγοράκης (Καβαλλιέρος)(1749-1820) ξάδελφος του Αντωνόμπεη, του απονεμήθη ο βαθμός του συνταγματάρχη για την προσφορά του στα Ορλωφικά, και κατοικούσε στην σημερινή Καρυούπολη, αφού εγκατέλειψε η οικογένεια την Παλιά Καρυούπολη, γεγονός που πιθανότατα συνέβη την εποχή του ή την εποχή του πατέρα του.
Ο Αντώνης Καββαλιεράκης Φωκάς, στο σπίτι του οποίου, στην Καρυούπολη συνάχτηκαν επίσκοποι και προεστοί, το 1715, με αποτέλεσμα την πρόσκαιρη συνεργασία με τους Τούρκους, σύμφωνα με έγγραφα Βενετών προβλεπτών.
Το γεγονός επιδέχεται αμφισβήτηση επειδή ο Αντώνης Καβαλιεράκης Κοσσονάκος αν όχι ό ίδιος με τον προηγούμενο, μέλος της ίδιας οικογένειας το 1718 δολοφονεί τον Κουτήφαρη, με την συνεργασία του Ξανθού Ξανθάκου.
Ο Γρηγόριος Γρηγοράκης (Τσιγκούριος)(1770-1820) ήταν ανιψιός του Αντωνόμπεη και χρωστά την ονομασία του στο ότι μαχόταν με τσεκούρι. Είναι δε ο γενάρχης της οικογένειας Τσιγκουράκου. Δολοφονήθηκε στον Καρβελά, από Μαλευριάνους.
Ο Δημήτριος Γρηγοράκης(Τσιγκουράκος) γιος του Γρηγορίου(…..-1820).
Ο Γεώργιος Γρηγοράκης(Θωμάκης) (1790-1850)(καπετάν Γιωργάκης) γιος του Αντωνόμπεη, οφείλει το παράνομα Θωμάκης στον παππού του Θωμά.
Ο Θωμάς Γρηγοράκης γυιός του Αντωνόμπεη και ξάδερφος του Παναγώτη Κοσσονάκου.
Ο Παναγιώτης Γρηγοράκης γυιος του Αντωνόμπεη.
Τα παιδιά του Παναγιώτη Γρηγοράκη, Γιάννης και Αντώνης.
Τζώρτζης Ξηνταράκος, και Γιάννης Κατσάνος αδέλφια του Τζιγκούριου.
Επίσης αναφέρονται σαν αδέλφια των προηγούμενων και ο Θεόδωρος Κατσάνος, αλλά και ο Ηλίας Τσαλαφατίνος.
Κατά την επανάσταση στις παραδουνάβιες περιοχές με τον Υψηλάντη Ιούνιο 1821 από την οικογένεια σκοτώθηκαν οι καπετάν Γιωργάκης, και καπετάν Θανάσης, Θοδωρής Ξαρχάκος, και ο Αναγνώστης Παναγιωτάκης που ήταν δάσκαλος..
Ενώ τραυματίστηκαν Τζωρτζάκης Γρηγοράκης, Κωσταντής Καββαλιεράκης, που διασώθηκε από τον Γιώργο Θωμιάκο, και ο Δημήτρης Καπετανάκος.
Οί Γρηγοράκηδες είχαν στενούς δεσμούς με τους Πετροπουλάκηδες και τους Καλκανδήδες, ενώ διάκεινται εχθρικώς με τους Φελουριάνους, που δολοφόνησαν τον Γρηγόριο Τσιγκουριο Γρηγοράκη.
Επίσης είχαν συγγενικούς δεσμούς με τους Μαυρομιχαλαίους, επειδή η μάννα του Πετρόμπεη ήταν Γρηγοράκη, αλλά και με πολλές άλλες οικογένειες της περιοχής.

Μερικά μέλη τής οικογένειας

28 Μαρτίου 2009

Μανιάτες στην επανάσταση τής Βλαχίας


Η συμμετοχή των Μανιατώνστην επανάσταση της Βλαχίας από τον Υψηλάντη όπως εμφανίζεται από διασωθείσα επιστολή στο αρχείο Τζανετάκη.
Την Ευγενία σου καπετάν Γιωργάκη ασπάζομαι
Την σήμερον πήρα το γράμμα της αφεντιάς σου και με ευχαρίστησε η καλή σας υγεία σας. Είδα να γράφης για τον πρίτζιπα και να μ΄εξουσιάζης να νιτεριαστώ(κάνω συμφωνία) για λόγου σου με την αφεντιά του. Αυτά μηνεύονται για το πολυκαιρινό που μου γράφεις, αλλέως μάθε ότι φωτιά χιούθη στη φυλή μας και χάθημε. Οί Μόσκοβοι πατήσανε τις υποσκέσες τους και κάμασι ψυχαδερφοσύνη με τους άπιστους. Το λοιπόν τις προάλλες, ο Υψηλότατος πρίτζιπας μας θ΄αγροικηθή από την αφεντιά σου, σήκωσε παντιέρα(επαναστάτησε) και ξέγραψε τη πόρτα από τη Βασιλεύουσα και από την Ελλαδική γρεκιά. Από το κάμωμα του πρίτζιπα, πολύ κακοφανισμός(δυσαρεστήθηκε) του Σουλτάνου και του Οφφικιάλουνε(αξιωματούχοι) και λοβό(άσχημο) φέρσιμο, και κινήσασι λεφούσια να πιούσι γρέκικο αίμα και να μας ερημάξουσι. Κάνασι γραφή και στο Μόσκοβι(Ρωσία).
Τις προάλλες βαρέθημε στη Βλαχία, κείνοι μερμήγκια(πολλοί) , μας φάγασι, τα παιδιά του ιερού ορδίου ξεκληρήθηνα(διαλυθήκανε), τα πλειώτερα χαντακωμένα και ψυχομαχητό και αγκομαχητό, πόνος καρδιάς. Ο καπετάν Γιωργάκης και καπετάν Θανάσης χάθηκαν(σκοτώθηκαν). Τον καπετάν Φαρμάκη τον εφάγασι με χωσία(ενέδρα) του ποσκέθηνα(υποσχέθηκαν) λευτεριά, πίστεψε, βγήκε και τον εφάγασι άτιμα. Χάθηνα στο στέκο του τόπου και ο Αναγνώστης ο Μπεηζαντάκος Παναγιωτάκης. Τρείς λαβωματιές στο κεφάλι ο δάσκαλος. Βολίμι στην γκαρδιά ο Θοδωρής Ξαρχάκος, και λαβώθηνα ο καπετάν Τζωρτζάκης Γρηγοριάνος από το ιερό ορδί(ιερός λόχος) του πρίτζιπα. Λαβώθη με βολίμι πέρα περού(διαμπερές) στα νεφρά κατάψαχνα(στο ψαχνό) και έναι στα ρούχα(είναι στο κρεβάτι).Ο Καβαλιεράκης τον έκοψε ζαλωτα(τον πήρε στην πλάτη) μέχρι το σταυρί γιατήτανε αμετασάλοτος(δεν μπορούσε να περπατήση). Ο καλόγερος τούβαλε αλοιφή και πάει καλειώτερα η λαβωμιά. Αν δεν τον εσήκωνε ο Κωσταντής, πήγαινε μαγκουφιασμένος(παρατημένος μόνος). Οί λυσσσιάριδες άπιστοι σκιούζανε(έσκιζαν) τους λαβωμένους και πατούσασι στα κορμιά τους. Κατάκαψέ τους Άγιε Χριστέ με φωτιά και πυρί. Ο Παπαχρήστος είχενε φαγωμένους πολλούς κι ένα οφφικιάλο, λαβώθη ξόπετσα(ξόφαλτσα). Ο Δημητράκης Ντερεβάκος λαβώθη. Τον εφέραμε κουβαλητά με τον Γιώργη Θωμιάκο, δεν βάσταξε, ξεψύχησε οχτές, μούγκριζε από τα κοψίματα, τον εθάψαμε.Είχε βολίμια δύο στην κιουλιά(κοιλιά) και τόνα έπιασε μπόχα(μολύνθηκε). Τούβαλε ο καλόγερος φασκιά(επίδεσμος), μαζεύτηνα χαημός σκουλίκια, δε σώθη, εκάηνα τα σωτικά(σωθικά) του.Μ΄άφησε μια μπιστόλα , δύο ασημοπάτρονα(τουφέκια) κ΄ένα χατζάρι τούρκικο να τα δώκω στο ρφανό του για να τονε δικιώση(εκδικηθεί). Ο Δημητράκης Καπετανάκος βάρεσε(χτυπήθηκε), βαρέθη βερέμικα, έφαγε Τουρκόπαπα, βαρέθη από γύφτο Οβραίο. Ο πρίτζιπας μέχρις τελευταία ωρμήνευε, απέ έγινε άοικος(εξαφανίσθηκε), λέει ο καλόγερος πάει στο Μόσκοβι, ένας λαβωμένος του ορδίου λέει πάει στη Φράτζα. Οί Μόσκοβοι έναι κερατάδες, ξέκαρδοι, αντίχριστοι και θα πληρώσουνε τές ζευγαρωτές ατιμίες τους.
Αυτά αδελφέ και άμποτες(όταν) βολευτούνε οι λαβωμένοι, ερχόμαστε.
Ταύτα μένω.

Τη φαμελιά σας προσκυνώ.
Της ευγενίας σας δούλος
Τζαννέτος Κυβελάκος
Από Άγιον Γεώργιον Ιουλίου 2, 1821


Πηγή : Ιστορία τής Μάνης, Ανάργυρου Γ. Κουτσιλιέρη (εκδόσεις Παπαδήμα)